Fitter... happier... more productive...
Δεύτερος δίσκος σε σύντομο χρονικό διάστημα για τους Radiohead το Amnesiac, που πλέον έχουν επιλέξει την πιο εκλεπτισμένη και σοφιστικέ όχθη της indie μουσικής, αφήνοντας πίσω τους την πιο γνώριμη δομή των τραγουδιών του The Bends.

Έχοντας μάλιστα εξασφαλίσει την προσοχή όλων όσων ασχολούνται με τη μουσική (περισσότερο ή λιγότερο) ακολουθούν μια αντίστροφη πορεία από την εμπορικά αποδεκτή, κυκλοφορώντας δίσκους πιο περίπλοκους, πιο σκοτεινούς και πιο προσωπικούς από ότι θα περίμενε κανείς.

Επόμενο είναι όλοι να έχουν να πουν κάτι για τα Amnesiac/Kid A. Οι περιστασιακοί ακροατές θα τα βρουν δύσκολα και αντιεμπορικά, οι air play editors θα τα θεωρήσουν πολύ σκοτεινά και πεσιμιστικά, οι καχύποπτοι θα πιστέψουν ότι όλα όσα συμβαίνουν δεν είναι παρά ένα διαφημιστικό τρικ και οι αρτηριοσκληρωτικοί μουσικογράφοι θα δηλώσουν ότι έχουν στην σκονισμένη δισκοθήκη τους πολλούς πιο πειραματικούς και ενδιαφέροντες δίσκους.

Από την άλλη πλευρά πάλι, οι οπαδοί τους θα εκστασιαστούν με την αμεσότητα, την αισθαντικότητα και το διευρυμένο μουσικό τους πλαίσιο, ενώ για τους όχι και τόσο ‘’ψαγμένους’’ θα λειτουργήσει ως το καλύτερο έναυσμα για νέες μουσικές ανακαλύψεις.

Μια και είναι δύσκολο να εξετάσουμε την αγνότητα των προθέσεων των Radiohead και το αν η επιθυμία τους για στροφή στην πιο ελιτίστικη μορφή της rock μουσικής είναι πραγματική, ας δούμε το κατά πόσο τελικά είναι επιτυχημένη. Για το Kid A, τα πράγματα είναι λίγο πολύ γνωστά. Η φωνή του Yorke έδενε χωρίς πρόβλημα με τις πολυποίκιλες συνθέσεις και το όλο εγχείρημα όχι μόνο σε κέρδιζε αλλά ταυτόχρονα σε υπνώτιζε. Το Amnesiac περιλαμβάνει tracks που ηχογραφήθηκαν στα ίδια sessions με το Kid A (γιατί δεν το έβαλαν ως extra cd;) και ενώ δεν μπορούν να θεωρηθούν outtakes, σίγουρα στερούνται κάποιου δυνατού συνδετικού κρίκου. Άσχημο αυτό και αδικαιολόγητο μιας και θα περιμέναμε τώρα να πατάνε καλύτερα στη μουσική και το στυλ που επέλεξαν.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο παρατηρούμε να εναλλάσσονται συμβατικά tracks όπως το Pyramid Song (μια αργή μελωδική μπαλάντα με πιάνο και έγχορδα) με την δύστροπη electronica του Pulk/Pull Revolving Doors και μετά πάλι πίσω σε γνώριμες φόρμες με το You and whose Army. Στην πορεία συναντάμε από πιο straightforward κομμάτια όπως το πολύ καλό I might be wrong και το Knives Out μέχρι το λιτό instrumental Hunting Bears με ένα χαμηλόφωνο κιθαριστικό σόλο και την jazz κατάληξη του δίσκου με το Life in a glass house και την συμμετοχή του Humphrey Lyttleton. Δεν λείπουν βέβαια και οι αδύναμες στιγμές όπως η εκδοχή του Morning Bell ή το εναρκτήριο Packt Like Sardines In A Crushd Tin Box σε αντίθεση με τα ατμοσφαιρικά Dollars & Cents και Pyramid Song.

Το κλίμα, οι στίχοι, η ερμηνεία, όλα είναι σκοτεινά. Και μια και μιλήσαμε για ερμηνεία, η φωνή του Yorke είναι όπως την γνωρίζουμε, εκφραστικότατη αλλά και επικίνδυνα ταυτόσημη ακόμα και σε τραγούδια διαφορετικών στυλ. Οι στίχοι ακολουθούν το μουντό κλίμα της μουσικής, ενώ το καταπληκτικό artwork είναι από τα πλέον θετικά σημεία του Amnesiac.

Το περιοδικό Wire, η βίβλος των music-addicts, έχει συχνά αναρωτηθεί για το ποιους τελικά αφορά αυτή η μουσική των Radiohead στην τωρινή της μορφή. Για τους οπαδούς της pop ακούγονται πλέον πολύ περίεργοι ενώ οι οπαδοί της πειραματικής μουσικής έχουν τους σαφώς πιο φιλελεύθερους εκφραστές τους. Δεν θα συμφωνήσω απόλυτα με την διαπίστωση αυτή, μια και η ακροβασία μεταξύ αποδόμησης και συμβατικής pop έχει το δικό της ενδιαφέρον ειδικά όταν παίρνει την μορφή αρκετών από τα κομμάτια των Amnesiac και Kid A. Το πρόβλημα όμως με το Amnesiac είναι ότι ενώ έχει αρκετές ενδιαφέρουσες στιγμές απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί ολοκληρωμένο. Μοιάζει με μια συλλογή καλών αλλά σκόρπιων και συχνά ημιτελών ηχογραφήσεων (όλες σε μαύρο φόντο), πράγμα όχι αρκετό όταν πρόκειται για μια κυκλοφορία των Radiohead.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured