Το έχω ξαναγράψει και θα το επαναλάβω με αφορμή την κυκλοφορία του παρόντος δίσκου, πως οι Misuse προσεγγίζουν το post-rock απλά ως ορχηστρική μουσική και όχι με την παραδοσιακή έννοια του όρου. Κι αν ο πρώτος τους δίσκος ακολουθούσε αυτό το μοτίβο αυστηρά, στο April τα βήματα προόδου είναι μεγάλα και ενίοτε συναρπαστικά.

Οι περισσότεροι που τους έχουν παρακολουθήσει επί σκηνής θα σας πουν πως αποδίδουν πολύ καλύτερα εκεί, από ότι στο στούντιο. Πλέον δεν ισχύει. Δίνοντας χρόνο στους εαυτούς τους (έχουν περάσει 3 χρόνια από το ντεμπούτο, ενώ ως σχήμα υπάρχουν μια δεκαετία), αναποδoγύρισαν τη διαδικασία και τα καινούργια τους κομμάτια φαίνεται να έχουν εξελιχθεί-δοκιμαστεί-ολοκληρωθεί πρωτίστως μέσω ζωντανών εμφανίσεων και όχι πάνω από τη στουντιακή κονσόλα. Οι καινούργιες τους επιρροές έχουν προστεθεί ομαλά στις συνθέσεις τους, χωρίς να περιορίζουν τις εμφανείς τεχνικές ικανότητες τους: αντιθέτως, τα πολλά ηλεκτρονικά μέρη (samples, drum machine, λούπες κτλ.) χρησιμεύουν και ως χαλινάρι σε πιθανές εκτελεστικές επιδείξεις.

Ορθώς ο δίσκος ξεκινάει αναδεικνύοντας αυτήν την πρόοδο, αφού το “Marsupial” είναι το πιο χαρακτηριστικό δείγμα του μεταλλαγμένου ήχου της μπάντας. Θα μπορούσε κανείς να μαντέψει πως οι Misuse έχουν εντρυφήσει στον ήχο των πρώιμων Boards Of Canada (ή στη Warp γενικότερα), αλλά δεν έχει και τόση σημασία ο εντοπισμός των νέων ακουσμάτων τους, όσο η ενσωμάτωση αυτών στις συνθέσεις τους. Έτσι, τα samples του πρώτου μέρους (και τα 5 κομμάτια του δίσκου μοιράζονται σε 2 μέρη) συνδυάζονται αρμονικά με τις κιθάρες του δεύτερου, πριν οδηγηθούν μαζί σε ένα πλούσιο κρεσέντο που σωστά δεν αφήνουν να καταλαγιάσει και –ακόμα σοφότερα– το σβήνουν στην κορύφωση του.

Το σημείο όμως όπου όλα λειτουργούν στην εντέλεια στο April των Misuse έρχεται αρκετά αργότερα, στα δύο μέρη που απαρτίζουν το “Bela”. Τα Portishead πλήκτρα του Στεργίου σε συνδυασμό με το συνολικά εξαιρετικό programming συντελούν στο πληρέστερο κομμάτι που έχει γράψει το γκρουπ: εξαιρετική μελωδία, άφθονο περιθώριο για αυτοσχεδιασμούς και έξοχη δουλειά στη μίξη όλων αυτών. Μια πραγματικά σπουδαία στιγμή, την οποία δεν χορταίνεις να ακούς. Στον αντίποδα βέβαια, έχει προηγηθεί μια παλιά τους σύνθεση, το “Dear Hunter”, που μπορεί να εξελίχθηκε από την πρώτη φορά που την ηχογράφησαν –για την εορταστική συλλογή των 2 χρόνων της Puzzlemusik– αλλά παραμένει ένα κομμάτι δεμένο χειροπόδαρα με το παρελθόν τους. Αν και η λογική λέει ότι οι Misuse εδώ προσπαθούν να παραμείνουν πιστοί στον ήχο τους, το κινηματογραφικό πλαίσιο του κομματιού δεν προσφέρει κάτι στο «βήμα μπροστά» το οποίο χαρακτηρίζει το April.

Ας είναι όμως. Με ό,τι άλλο συμβαίνει στον –κλισέ δύσκολο– δεύτερο δίσκο τους, οι Misuse καταφέρνουν να εδραιωθούν ως κάτι πολύ παραπάνω από μια δυνατή live μπάντα. Αποδεικνύουν πως η συνθετική φαντασία τους μπορεί να πάει πολύ πιο μακριά από τη μανιέρα ησυχία-κρεσέντο-ησυχία που χαρακτηρίζει τους συνοδοιπόρους τους.


 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured