Οι Dead Man’s Rose δημιουργήθηκαν στις αρχές του 2007 και αποτελούν τη φυσική συνέχεια των Last Round, έχοντας για βάση τους τη Θεσσαλονίκη. Σε μια εποχή όπου το ελληνικό hard rock και το heavy metal έχει αυτοπαγιδευθεί σε ένα περιορισμένο ακροατήριο – μάλλον λόγω χαμηλού επιπέδου παρά ατελούς ενημέρωσης και λοιπής συνομωσιολογίας – εκείνοι προσπαθούν να γίνουν πομποί της μουσικής που αγαπούν. Ευπρόσδεκτη ανάγκη. Το θέμα είναι τι γίνεται μετά.  Το ομώνυμο ντεμπούτο τους – και το δελτίο τύπου που το συνοδεύει – δεν αναγράφει πουθενά το όνομα κάποιας εταιρείας, υπονοώντας τη χειροποίητη φύση του όλου εγχειρήματος. Το ανεξάρτητο της κυκλοφορίας λοιπόν αφήνει ανοιχτό τον δρόμο της καλλιτεχνικής ελευθερίας, αλλά και το ερώτημα αν έτσι διάλεξε το συγκρότημα ή αν καμία εταιρεία δεν πήρε το ρίσκο να βγάλει τη συγκεκριμένη δουλειά. Πάντως το γεγονός ότι δεν υπάρχουν εταιρικές δεσμεύσεις στέκεται εδώ αρκετό για να μην αναφερθεί πουθενά ότι το τραγούδι “Give In To Me”, το οποίο μάλιστα εμφανίζεται στο άλμπουμ σε δύο διαφορετικές εκτελέσεις, είναι διασκευή σε κομμάτι του Michael Jackson – πρόκειται για τη γνωστή του συνεργασία με τον Slash, από τον δίσκο Dangerous. Αλλά ας επικεντρωθούμε στη μουσική: Μια τετραμελής μπάντα είναι οι Dead Man’s Rose, που ξέρει να παίζει καλό hard rock με ελαφρές δόσεις metal, γνέφοντας φανερά στις επιρροές της (Whitesnake, Bruce Dickinson, Guns ’n’ Roses), όχι όμως με προκλητικό τρόπο. Όταν στο επίκεντρο μπαίνουν οι κιθάρες, τα πράγματα πάνε καλά. Οι συνθέσεις δεν είναι περισπούδαστες και για τους στίχους ούτε λόγος, όμως το όλο πράγμα στέκεται αξιοπρεπώς, με τα εκρηκτικά σολαρίσματα να αποτελούν τις κορυφώσεις των τραγουδιών, όπως συμβαίνει συνήθως. Η φωνή του Mr. Hyde, του τραγουδιστή της μπάντας, έχει κάτι από Axl Rose και αυτό μάλλον θα είναι θετικό για τους φαν αυτής της σχολής του hard rock, αρκεί να παραβλέψουν τις ατασθαλίες της προφοράς. Τα προβλήματα έρχονται όταν οι Dead Man’s Rose επιστρατεύουν πρόσθετους μουσικούς. Για παράδειγμα, το “Tattooed Sins & Dirty Jeans” καταστρέφεται από μια τρομπέτα και ένα τρομπόνι που εμφανίζονται για λίγο, ενώ το “Travelling Song”, το οποίο περιέχει τρομπέτα, τάμπλα, ηλεκτρινικούς ήχους, αλλά και ένα φλαμένγκο σόλο κλασικής κιθάρας, είναι, απλά, ένα από τα χειρότερα τραγούδια που θα ακούσετε φέτος, αν μπείτε στον κόπο. Έτσι λοιπόν, ενώ γίνεται φανερό πως οι Dead Man’s Rose προσπάθησαν να μη φτιάξουν έναν μονοδιάστατο δίσκο, έπεσαν στην παγίδα της κακόγουστης και της βεβιασμένης εξέλιξης του ήχου τους. Και μπορεί αυτό να συμβαίνει μονάχα σε δύο τραγούδια, αλλά είναι αρκετό για να χαλάσει ένα κλίμα που τα υπόλοιπα κομμάτια μετά βίας καταφέρνουν να δημιουργήσουν. Σκέφτομαι με αφορμή το Dead Man’s Rose ότι το ελληνικό hard & heavy είναι κάτι σαν το ΚΚΕ: Ακόμα κι αν οι ιδέες του σκουριάσουν, θα έχει πάντα ορισμένους φανατικούς συνεχιστές του οράματός του και εγγυητές της ύπαρξής του… Η διαφορά είναι ίσως πως οι ένθερμοι υποστηρικτές του ΚΚΕ θέλουν να αλλάξουν τα πράγματα, ακόμα κι αν βλέπουν ότι δεν μπορούν. Αντίθετα, οι συμπαθείς κατά τα άλλα μεταλλάδες, με δίσκους όπως το ντεμπούτο αυτό των Dead Man’s Rose, όχι μόνο δεν μπορούν αλλά φαίνονται να μην ενδιαφέρονται κιόλας για κάτι τέτοιο.  

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured