Βάλε-βγάλε, ο Κώστας Άγας συμπληρώνει φέτος 20 χρόνια πορείας στο ελληνικό τραγούδι. Παρά ταύτα, η δουλειά του έχει μείνει στις σκιές: αν και ζούμε, λέγεται, στην Εποχή της Πληροφορίας, ούτε καν το discogs δεν τον αναγνωρίζει ορθώς (τον θέλει Κώστα Αγά, με μόλις ένα άλμπουμ), ενώ οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ του εγχώριου μουσικού Τύπου τον ξέρουμε –αν τον ξέρουμε– ως έναν τραγουδοποιό που κατακεραυνώθηκε πίσω στο 2001 από τον Γιώργο Ε. Παπαδάκη, στο περιοδικό Δίφωνο (τ.68). Είναι ένα κομβικό σημείο, το οποίο μνημονεύεται συχνά και από τον ίδιο τον Άγα, χωρίς μάλιστα τις συνήθεις πικρίες.

Έχουν πλέον περάσει 7 χρόνια από τον θάνατο του Παπαδάκη και λείπει αισθητά η ματιά του στο ελληνικό τραγούδι, παρά τη ροπή της προς το ...δηλητηριώδες. Tο κενό μεγαλώνει, μάλιστα, καθώς το προσκήνιο του εγχώριου Τύπου γεμίζει με γραφιάδες λυσσασμένους να μετρηθούν στον φιλικό περίγυρο των καλλιτεχνών που θαυμάζουν. Εφόσον πάντως το άλμπουμ Κάραβος διατηρεί τον Κώστα Άγα ως έναν από τους πιο do-it-yourself ανθρώπους της ντόπιας δισκογραφίας, έχει νόημα να γυρίσουμε σε εκείνη την κριτική, για να αποστάξουμε ότι το θρυλικό DIY, όση αξία κι αν διατηρεί ως «ήθος» ανεξαρτησίας, δεν αποτελεί διαβατήριο σημαντικότητας. Αντιθέτως, μπορεί να υποκρύπτει μια απέραντη ερασιτεχνικότητα.

Ο Άγας, βέβαια, δεν έχει στο πλάι του μηχανισμούς του cool ικανούς να τον διαφημίσουν στο κοινό ως κάτι σαν εγχώριο Daniel Johnston (μείον τις ψυχολογικές διαταραχές, προς αποφυγή παρεξηγήσεων): κυριαρχώντας στον Τύπο, τόσο οι παλιοί alternative ταγοί, όσο και οι χίπστερ επίγονοί τους, διαφυλάττουν τους DIY «τίτλους τιμής» για εκείνους που υπηρετούν τα αγγλοαμερικάνικα πρότυπα, μοιραζόμενοι μια αποστροφή για όσα ντόπια πράγματα δεν ευθυγραμμίζονται με τις ιδέες τους περί Εσπερίας. Παρά ταύτα, ο Αθηναίος τραγουδοποιός επιμένει να φτιάχνει και να διανέμει ο ίδιος τη δουλειά του δωρεάν, επωμιζόμενος και τον μόχθο, μα και τα έξοδα της όλης διαδικασίας. Έξωθεν καλή μαρτυρία, μάλιστα, τον φέρει να πληρώνει κάθε συμμετέχοντα, επιδεικνύοντας κάτι αληθινά σπάνιο για τον ελληνικό ορίζοντα.

Καλά όλα αυτά, θα μου πείτε, αλλά στα επί της ουσίας, συμβαίνει κάτι;

Συμβαίνει. Έστω κι αν χάνεται η αίσθηση του μέτρου που χρειάζεται κάθε μεγάλος σε διάρκεια δίσκος, με τον Κάραβο να θυσιάζει εδώ κι εκεί τη συνοχή του, φιλοξενώντας τραγούδια τα οποία μπορούσαν να λείπουν –διαπίστωση που κατάντησε κλισέ, αλλά δεν παύει να δείχνει ότι το σπορ του «διπλού άλμπουμ» εμπεριέχει ένα ρίσκο που κανείς δημιουργός δεν πρέπει να παίρνει αβασάνιστα: το σύνολο θα ανέπνεε περισσότερο δίχως τα 8 άστοχα λεπτά του "Το Γυμνό Κορίτσι Και Ο Δέλφινας", δίχως την αφελή στιχουργία του "Νούφαρο Στο Θερμαϊκό", δίχως την τυποποιημένα γλεντζέδικη αισθητική του "Σ' Ένα Ξεχασμένο Σινεμά".

Έχει πάντως περισσότερη σημασία ότι ο Άγας διατηρεί μεν την ερασιτεχνικότητα που έβγαλε προ 20ετίας τον Παπαδάκη από τα ρούχα του, μόνο που έχει πλέον κερδίσει σε ραφινάρισμα και σε εμπειρία, με αποτέλεσμα το υλικό να διαθέτει το δώρο μιας καίριας απλότητας. Η σταθερότητα επίσης του ορίζοντα που τον απασχολεί (το έντεχνο, το ρεμπέτικο, η επαφή με την παράδοση, ο Δυτικός ηλεκτρισμός των 1960s/1970s) τον έχει βοηθήσει να εντρυφήσει στις δομές: τα κομμάτια μπορεί να μην αμφισβητούν την όποια φόρμα επικαλούνται και να μην επιδιώκουν την ανατροπή, μα «εκπέμπουν» μεράκι, που πετυχαίνει να φτάσει στο αυτί του ακροατή. Έστω κι αν μερικά τραγούδια είχαν θεματικό ενδιαφέρον που δεν υπηρετήθηκε με ικανοποιητικό τρόπο: τέτοιες περιπτώσεις είναι το "Δραγονήσι" και η "Τριήρης", η οποία όχι μόνο βουλιάζει στα νερά μιας φλύαρης διαπραγμάτευσης, αλλά ωθεί και την καλλίφωνη Τραϊάνα να φωνασκεί αναίτια.

Οι φωνές τώρα που χρησιμοποίησε ο Άγας ήταν γενικά καλές, αν και σε αρκετές φάνηκε να λείπει το «ψήσιμο». Δεν είναι άλλωστε πάντοτε ζήτημα καλλιφωνίας η ερμηνεία, όπως αποδεικνύεται (και) εδώ, τόσο από τον ίδιο τον δημιουργό, όσο και από τον Γιώργο Ματεντζόγλου –ο οποίος αναδεικνύεται σημειωτέον σε μεγάλο απόντα, καθώς ο θάνατός του διέκοψε μια συνεργασία 19 χρόνων με τον Άγα. Αμφότεροι τραγουδούν από καρδιάς με έναν λιγάκι πρόχειρο μα αποτελεσματικό τρόπο, έστω κι αν ο Άγας θα πρέπει να προσέξει περισσότερο το θέμα των παρατονισμών των λέξεων: συμβαίνει ασφαλώς και σε πιο μεγάλα ονόματα της δισκογραφίας, είναι όμως κάτι που κομματάκι χαλάει τη μυσταγωγία του "Callanish", τραγουδιού που κατά τα λοιπά μοιάζει βγαλμένο από δίσκο του Bob Pegg.

Κάποιες φωνές, επίσης, επωμίστηκαν πράγματα που δεν αναλογούσαν στις χρωματικές και εκτελεστικές τους δυνάμεις: μου άρεσε ας πούμε πολύ η Νίκη Γλυκή και στο "Ταξίδι Της Παντάνασσας" και στον "Κάραβο" (ένα ωραίο ντουέτο με τον Δημήτρη Φράγκο σε νησιώτικο ύφος), όμως τη βρήκα τυπικώς μελαγχολούσα στο νοσταλγικό "Παλιές Κασέτες Σε Κουτιά", όπου ξεχωρίζει η τρομπέτα του Νίκου Σακελλαράκη. Αναλόγως, η Καλλιόπη Ηλιοπούλου λέει πρόσχαρα το "Τσάρκα Με Τον Κυρ-Αποστόλη", αλλά τραγουδά αστόχως ψηλά στο "Κλαρί Από Βασιλικό", προσπαθώντας ίσως να προοικονομήσει και να παρακολουθήσει τα ηλεκτρικά βολτ της κορύφωσης. Συχνοτικά κάτι συμβαίνει και με την Άννα Μαρία Μεσσάρη στο "Πάτρις Λουμούμπα", εν πολλοίς πάντως το γυρίζει υπέρ της, κάτι που δεν επαναλαμβάνεται στο "Μπροστά Στη Βιτρίνα Καταστήματος Παιχνιδιών"· αν κι εδώ μάλλον φταίει η σύνθεση που την κάνει να «χάνεται» από το ραντάρ.

Με 27 τραγούδια συν 4 εξόδια οργανικά και 15 συνολικά ερμηνευτές –συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του Άγα– μπορείς πάντως να χαθείς κι εσύ σε ένα τέτοιο κουβάρι θετικών και αρνητικών παρατηρήσεων, καταδικάζοντας το κριτικό κείμενο σε απροσπέλαστο. Ας μείνουμε λοιπόν στο δια ταύτα· στο ότι δηλαδή ο Κώστας Άγας ζητάει εδώ (γύρω στη) 1,5 ώρα της προσοχής μας, παρότι ζούμε σε καιρούς που ένας τέτοιος χρόνος λογίζεται ως «πολύς». Γι' αυτό και, με όλες τις αβαρίες στον λογαριασμό, λέει πολλά για τη δουλειά του αν υπάρξει προθυμία και για περαιτέρω ακροάσεις. Πόσο μάλλον αν ορισμένα κομμάτια επιμένουν στη μνήμη μετά από μέρες, ωθώντας την καθημερινότητά σου σε παράδοξα στιγμιότυπα, τύπου να σιγομουρμουράς για του ...Πατρίς Λουμούμπα την ψυχή ενώ χτυπάς τον φραπέ σου. Εκεί είναι όμως που πάντα κερδάει όποιο τραγούδι έχει «το κάτι», ό,τι αναλύσεις κι αν γράψεις.

Δίαυλος επικοινωνίας για όσους ενδιαφέρονται για τη δουλειά του Κώστα Άγα: 6977-207976

{youtube}3hMn-i1_fso{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured