Πολύπαθο αυτό το ροκ το ελληνικό –μέχρι και ότι δεν υπήρξε ποτέ προσπάθησαν κάποιοι να μας πείσουν. Κι ακόμα πιο αδικημένο και περιθωριοποιημένο το ελληνόφωνο κομμάτι του, χαμένο μέσα στη δεκαετή χιπ(υ)στερία που ακολούθησε το ντεμπούτο της Μόνικα.

Οι πέντε Ψύλλοι Στ’ Άχυρα από τη Θεσσαλονίκη, παρότι ηλικιακά βρίσκονται κάτω από τα 30, φαίνεται να μη μασάνε από την όλη ρητορεία που εγκλώβισε τη γενιά τους: επιλέγουν να μην χάνονται στη μετάφραση και κοιτούν πίσω, προσπαθώντας να πάνε μπροστά. Η ακοή και η ματιά τους φαίνεται να έχουν αιχμαλωτιστεί από την ευτυχή συγκυρία των 1990s κι από τα όσα κατέθεσαν τότε συγκροτήματα όπως Τρύπες, Ξύλινα Σπαθιά, Διάφανα Κρίνα, Υπόγεια Ρεύματα και λοιπές ηλεκτρικές δυνάμεις.

Με δεδομένο ότι η προαναφερθείσα παράδοση θεωρείται εν πολλοίς εξαντλημένη –ρημάχτηκε, άλλωστε, και αρμέχτηκε στον καιρό της από μυριάδες συγκροτήματα, με ευθύνη των δισκογραφικών της εποχής– οι Ψύλλοι Στ’ Άχυρα φαίνεται στα χαρτιά να έχουν δύσκολη αποστολή. Κι αν προσθέσει κανείς το γεγονός ότι ακόμα και το όνομά τους παραπέμπει σε ανάλογα εκείνης της περιόδου (Ψόφιοι Κοριοί, Πράσσειν Άλογα κλπ.), μια έντονη αίσθηση déjà-vu μοιάζει να γυροφέρνει επίμονα τούτη την πρώτη τους κυκλοφορία.

Κι όμως, η εν λόγω παρέα κατάφερε να αποφύγει τους κινδύνους: ούτε μαϊμούδες τους λες, ούτε νοσταλγούς ενός παρελθόντος που δεν έζησαν καν. Αντίθετα, πετυχαίνουν μια οριακή αλλά καθαρή νίκη, η οποία πρέπει να τους αναγνωριστεί, με δεδομένο ότι και στα χαρτιά ακόμα, φάνταζε απίθανη.

Ξεκινώντας από τα λόγια, που μοιάζουν να είναι και το πιο κοφτερό όπλο του γκρουπ, θα έλεγα πως μαρτυρούν ευαισθησία και τόλμη, μα και μια ολιστική οπτική –έστω και κάπως άγουρη σε σημεία. Δεν αρκείται δηλαδή σε περιγραφές ο Ηρακλής Δαΐτσης (ο οποίος υπογράφει όλα τα τραγούδια), αλλά παίρνει συγκεκριμένη θέση πάνω στα θέματα με τα οποία καταπιάνεται (το δράμα των προσφύγων στην “Περιοδεία Στην Αλμύρα”, η κοινωνική κριτική στο “Σκάρτος”, οι υπαρξιακές περιδινήσεις στο “Ακορντεόν”), χωρίς να αμελεί να εστιάσει και στη δική του καμπούρα, στο αυτοσαρκαστικό “Βαλσάκι Του Κακού Εαυτού”. Βοηθούσης και της εμφορούμενης από την αίσθηση του κατεπείγοντως ερμηνείας του, τα μηνύματα περνούν απέναντι, αποφεύγοντας παρατρίχα την κατακρύμνηση στον νοηματικό γκρεμό. Κι αν σε όλο αυτό διακρίνεις εύκολα την επιρροή του Γιάννη Αγγελάκα, άλλο τόσο εύκολα την ξεχνάς τελικά, χάρη στον απτό, προσωπικό χαρακτήρα του frontman.

Όπως προανέφερα, σαφείς γίνονται και οι επιρροές του συγκροτήματος στο μουσικό κομμάτι. Όμως υπάρχουν στον ήχο του και διακριτικές ανταύγειες από διάφορες άλλες κατευθύνσεις, οι οποίες συμβάλλουν στο να αποφύγουν την ταμπέλα των ανέμπνευστων αναβιωτών. Θα βρει κανείς, για παράδειγμα, γωνιές του δίσκου που μοιάζουν να κοιτούν προς τη μεριά των Πυξ Λαξ ή της λαϊκεδελικής περιόδου του Θανάση Παπακωνσταντίνου. Μέχρι και τον Άσιμο ή τον Παπάζογλου σκέφτηκα ακούγοντας, βρήκα δε και «ξένες» προσμίξεις από David Bowie, Bruce Springsteen και Stooges μεριά. Το σίγουρο είναι ότι οι κιθάρες των Δαΐτση, Νίκου Βρύζα και Άρτεμης Παρλαμπά, το μπάσο του Χάρη Κατόπη και τα τύμπανα του Σάκη Δρακούλη –ομού μετά διακριτικών πινελιών από τα πλήκτρα του Χρήστου Αλεξόπουλου και την τρομπέτα του Γιώργου Αβραμίδη– σκηνοθετούν ατμόσφαιρες ικανές να υπηρετήσουν τον λόγο, αλλά και να του προσδώσουν έξτρα βαθμούς επικινδυνότητας.

Τα καταφέρνουν αρκετά καλά, εν ολίγοις, οι Ψύλλοι Στ’ Άχυρα στο ντεμπούτο τους: και το όραμά τους καθιστούν σαφές και μπαίνουν με αξιώσεις σφήνα στην ομάδα νέων συγκροτημάτων (Λάμδα, Τεφλόν, Προφίλ κλπ.) που προσπαθούν να επαναφέρουν την ελληνική γλώσσα στο προσκήνιο της ροκ υπόθεσης.

Σπάζοντας το αυγό από το οποίο προήλθαν, αντικρίζουν τώρα τον αχανή αχυρώνα των διαφορετικών δυνατοτήτων και πιθανοτήτων. Για να δούμε, πόσο μακριά και πόσο βαθιά δύνανται να χαθούν;

{youtube}tpVRcKMxOAM{/youtube}

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured