Μεταβατικότατος ο Μάιος για τις ζωές μας, μιας και σταδιακά ο απόλυτος εγκλεισμός έδωσε τη θέση του στη ζωή που σιγά σιγά κερδίζουμε πίσω. Ανάμεσα σε βόλτες, ποτά και τα πρώτα μπάνια, συνεχίσαμε να ακούμε πολλή και νέα μουσική: από τη θριαμβευτική επιστροφή του Perfume Genius μέχρι το θαυμαστό νεοζηλανδικό death metal των Ulcerate κι από την americana-εγγύηση της Lucinda Williams μέχρι το πατρινό garage των Goodbye Bedouin, αυτοί ήταν οι δέκα δίσκοι που ακούσαμε περισσότερο στο Avopolis τον Μάιο.

 

Θαυμάσαμε το ότι ο νέος δίσκος του Perfume Genius ήταν όνομα και πράγμα...

Perfume Genius - Set My Heart On Fire Immediately
(Matador)

 

«Αυτές δεν είναι προσταγές, αλλά επιτακτικές παρακλήσεις και καλέσματα μίας εύθραυστης ψυχής που πίσω από το ερωτικό του πάθος κρύβει την αναζήτηση οικειότητας, στοργής, αληθινής αγάπης. Τελικά, το Set My Heart On Fire Immediately είναι μία από τις μεγαλοπρεπείς επιδείξεις συνθετικής μεταμόρφωσης, ψυχικού ανοίγματος και συνολικής ολοκλήρωσης από έναν καλλιτέχνη που έχει γνωρίσει ο μουσικός κόσμος τελευταία».

Διαβάστε ολόκληρη την κριτική του Άγγελου Κλειτσίκα εδώ.


 

...ενώ πέρα από την παραγωγή του παραπάνω, συναντήσαμε τον Blake Mills και σε προσωπικά μινιμαλιστικά indie folk μονοπάτια

Blake Mills - Mutable Set
(New Deal)

 

«Η τραγουδοποιία του δίσκου αφήνει χώρο στη σιωπή, επιτρέποντας σε κάθε άρπισμα της κιθάρας, κάθε μεμονωμένη συγχορδία του πιάνου και κάθε διακριτική παρέμβαση των εγχόρδων να χρωματίσει μοναδικά τη διάθεση της εκάστοτε σύνθεσης, με τρόπο που παραπέμπει σε jazz λογική -χωρίς βέβαια να αλλοιώνει τον folk πυρήνα του δίσκου». 

Διαβάστε ολόκληρη την κριτική του Άρη Καζακόπουλου εδώ.

 

Βρήκαμε την πολυπρισματική neo soul κυκλοφορία που ξέρει πώς να συνομιλεί με την εποχή της

Moses Sumney - græ
(Jagjaguwar)

 

«[...]βρίσκεται από την αρχή μέχρι το τέλος του σε απόλυτο εναρμονισμό με τις συχνότητες της εναλλακτικής σκηνής της νέας δεκαετίας και έχει όλα τα φόντα να αποτελέσει έναν από τους θεμέλιους λίθους της ηχητικής της διαμόρφωσης».

Διαβάστε ολόκληρη την κριτική του Άρη Καζακόπουλου εδώ.


 

Ακούσαμε την μάλλον κορυφαία metal κυκλοφορία της χρονιάς, αυτή που επιστρέφει το death metal εκεί που ανήκει...

Ulcerate - Stare Into Death And Be Still
(Debemur Morti Productions)

 

«Με την “αβανγκαρντίλα” να παραμένει, τις κιθάρες να πολλαπλασιάζουν την επιθετικότητα τους (τα απότομα κοψίματα, σήμα κατατεθέν τους, είναι σαν πολλαπλές μαχαιριές) και κάποιες κεντρικές μελωδίες να αποτελούν τα σημεία γύρω από τα οποία περιστρέφονται οι επιμέρους ιδέες τους, οι Ulcerate επιτυγχάνουν να ξεπεράσουν τους εαυτούς τους. Χωρίς ψεγάδια και άνω τελείες, μια από τις κορυφαίες κυκλοφορίες του είδους από την αρχή του».

Διαβάστε ολόκληρη την κριτική του Αλέξανδρου Τοπιντζή εδώ.


 

...αλλά συνειδητοποιήσαμε κι ότι το σοβαρό μεταλλικό παιχνίδι γίνεται στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού

Huntsmen - Mandala of Fear
(Prosthetic Records)

 

«Το Mandala of Fear είναι ένα metal album "manufactured in the USA", με όλα εκείνα τα trademark χαρακτηριστικά που το συνδέουν με την παράδοση της χώρας στις κυκλοφορίες πρώτης γραμμής. Με τον τυπικό basement, βρώμικο ήχο που παραπέμπει στο heavy rock και κυρίως σε συγκροτήματα που άκμασαν στα 00’s (Mastodon, Baroness, Kylesa), οι Huntsmen επιχειρούν με το magnum opus τους να ξεφύγουν από το underground».

Διαβάστε ολόκληρη την κριτική του Αλέξανδρου Τοπιντζή εδώ.

 

Δεν είπαμε όχι στον Mark Lanegan, τον παλιό, τον ορθόδοξο...

Mark Lanegan - Straight Songs of Sorrow
(Heavenly)

 

«Πρόκειται για ένα άλμπουμ που θα το εκτιμήσουν και θα του δώσουν τις πραγματικές του διαστάσεις μόνο όσοι έχουν συναισθηματικό δεσμό με τον Mark Lanegan και όχι όσοι τον “καταναλώνουν” για το grunge παρελθόν, για την βραχνή χροιά της φωνή του, για τον rock ήχο, για την παραμύθα της ροκ μυθολογίας».

Διαβάστε ολόκληρη την κριτική του Μάκη Μηλάτου εδώ.


 

...ούτε και στην κυρία που τραγουδάει τα blues. Και την counrty. Και το ροκ.

Lucinda Williams - Good Souls Better Angels
(Highway 20)

 

«Δεν υπάρχει τίποτα το πρωτότυπο εδώ -ακόμη κι η σημειολογία, συχνά τραβάει δεκαετίες πίσω στις ρίζες της americana, επιστρατεύοντας διάβολους και τρένα. Υπάρχει, ωστόσο, μια γενναία δόση ειλικρίνειας, αφενός γιατί ο δίσκος ηχογραφήθηκε ζωντανά, αφετέρου (ή και γιατί) η επαναληπτικότητα των στροφών προσδίδει μια έξτρα σωματικότητα που κορυφώνεται με το γκάζι που αποκτά ο δίσκος στην γραμμή του τερματισμού». 

Διαβάστε ολόκληρη την κριτική της Ελένης Τζαννάτου εδώ.


 

Αναρωτηθήκαμε What Kinda Music προκύπτει όταν το pop ένστικτο παντρεύεται με τον οριοθετημένο πειραματισμό

Tom Misch & Yussef Dayes - What Kinda Music
(Impulse!)

 

«Τα δροσερά, σέξι και με neo-soul υφή, φωνητικά του Misch λιώνουν μέσα στις ευφάνταστες, βιρτουόζικες, jazzy ρυθμολογίες του Dayes, σαν παγάκια που μόλις βυθίστηκαν σε καυτό espresso. Η ισορροπία εδώ έρχεται ως φυσική απόρροια του παντρέματος των δύο συγγενικών, ηχητικών στοιχείων που φέρει ο κάθε μουσικός, με αποτέλεσμα ο οριοθετημένος πειραματισμός να γίνεται ένα με το pop ένστικτο, δίνοντας μία δουλειά που κυλά αρμονικά σαν ένα νωχελικό groove μακράς διαρκείας». 

Διαβάστε ολόκληρη την κριτική του Άγγελου Κλειτσίκα εδώ.

 

Χορέψαμε με τους Red Axes, έστω και με κλειστά clubs

Red Axes - Red Axes
(Dark Entries)

 

«Το τρίτο album των Red Axes τους βρίσκει σε μια όμορφη και άνετη ισορροπία μεταξύ της εμπορικότητας που απολαμβάνουν και του εκλεκτικού μουσικού γούστου με το οποίο συνεχίζουν να κάνουν μουσική. Είναι ένας δίσκος που αξίζει πέρα για πέρα να λέγεται Red Axes».

Διαβάστε ολόκληρη την κριτική της Τάνιας Σκραπαλιώρη εδώ.


 

Βεβαιωθήκαμε ότι οι πατρινές κιθάρες τραγουδάνε ακόμα

Goodbye Bedouin - The Shaking People
(Inner Ear)

 

«To The Shaking People είναι από την αρχή μέχρι το τέλος και από έξω προς τα μέσα ένας δίσκος εξαιρετικής συνέπειας και αξιοθαύμαστης προσήλωσης στον στόχο: στην παραγωγή πιασάρικων, ποιοτικών γκαραζοτράγουδων, μέσου όρου διάρκειας τρεισήμισι λεπτών, μέσα στα οποία προλαβαίνουν άνετα να δείξουν ότι το indie στην Ελλάδα ζει και βασιλεύει και περνά τη δεύτερη καλή εποχή του μετά τα χρυσά χρόνια των ‘00s».

Διαβάστε ολόκληρη την κριτική της Τάνιας Σκραπαλιώρη εδώ.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured