Μια όπερα δεν είναι ένα μουσικό γεγονός και μόνο. Είναι ένα ακρόαμα, ένα μουσικό θέατρο, σε τελευταία ανάλυση, μια παράσταση. Για αυτό τον λόγο θεωρώ σχεδόν άχρηστο να ακούς μια όπερα και να μην τη βλέπεις. Και ακόμα πιο αταίριαστο να την κρίνεις μόνο με μουσικά κριτήρια, καθώς η μουσική, είτε σου είναι αρεστή είτε όχι, οφείλει να ταιριάζει και να αναδεικνύει το κείμενο, τους ρόλους, τις συναισθηματικές και ψυχολογικές διαβαθμίσεις, την ίδια τη δράση. Από αυτή την άποψη, η προσπάθεια του Γωγιού αλλά και των επιμέρους συντελεστών με την Πληγή: Όπερα Σε 7 Γεύματα, υπήρξε επιτυχής. Αυτό που πρώτα μου έκανε εντύπωση ήταν η ατμόσφαιρα κλασικής τραγωδίας η οποία υπήρχε σε όλο το έργο. Πολλές φορές το τραγούδι υποχωρούσε έναντι του διαλογικού μέρους ή του μονολόγου, πράγμα που θύμιζε περισσότερο μουσικό θέατρο παρά όπερα, περισσότερο αρχαία τραγωδία παρά τραγουδιστική εγωπαθή «πανδαισία», όπως συμβαίνει με τις γνωστές ποικιλώνυμες όπερες, όπου η προσοχή του κοινού επικεντρώνεται στο σολίστα. >

Τα πρώτα δύο μέρη του έργου, όπως τουλάχιστον διαιρέθηκαν με τα δύο διαλείμματα, ήταν ένα συνεχές μουσικό σκωπτικό σχόλιο της παιδικότητας σε σχέση με την ενηλικίωση - π.χ. με την παρώδηση γνωστού παιδικού νανουρίσματος - του βαλς ως μουσική των πλουσίων και «καλών» οικογενειών και μιας τάξης που παραπαίει ηθικά, γιατί δεν μπορεί να κοιτάξει τον εαυτό της στο καθρέπτη της ματαιοδοξίας της. Η μουσική αυτή «παρωδία» τόσο οπτικά, με τις ξανθιές «πλαστικές» καλλονές που εμφανίζονταν στη σκηνή σε τακτά χρονικά διαστήματα, όσο και ηχητικά, συνεχίστηκε με το σχόλιο πάνω στο σύνδρομο της λολίτας αλλά και με τη rocknroll αναφορά στην άγρια εφηβεία της Σάλλυ και του Άστον - των δύο αδελφιών, που ερωτευτήκαν, με αποτέλεσμα ο Άστον να αυτοκτονήσει. Εκπληκτική ιδέα του Γιάννη Φίλια και του Γωγιού, στη σκηνή της αναμέτρησης του υπουργού-πατέρα και του γιου του, η χρησιμοποίηση ποδοσφαιροφανών συνθημάτων για την υποστήριξη του ενός ή του άλλου. Να μην αναφέρουμε επίσης και τα μουσικά σχόλια, πολλές φορές περιπαικτικά, στην πιο «κλασική» περίοδο της όπερας.  

Και ενώ νομίζαμε ότι με τα πρώτα δύο μέρη τα είχαμε δει όλα, στο τρίτο μέρος και τελευταίο, η παρωδία και η σκωπτικότητα έλαβε τέλος. Ο Γωγιός έβγαλε το διονυσιακό του προσωπείο και σήκωσε στους ώμους του την ανάγκη να ντύσει μουσικά την πλέον δραματική εξέλιξη, αυτής της αυτοκτονίας του γιου του υπουργού, όταν ο τελευταίος αντιλήφθηκε ότι ο πατέρας του είχε ερωτικές σχέσεις με τη μνηστή του. Το γ΄ μέρος υπήρξε πάρα πολύ καλό συνθετικά και όχι μόνο δραματουργικά. Ξαφνιάζει και συγκινεί, συγκινεί, επειδή ξαφνιάζει. Αποτελεί μια αναπάντεχη λαλιά μοντέρνου λυρικού θεάτρου με προσωπικό όμως στίγμα.  

Όλοι οι σολίστες ήταν επαρκείς αλλά κατά την άποψή μου ξεχώρισαν ο Τάσος Αποστόλου στον ρόλο του Υπουργού, η Δάφνη Πανουργιά στον ρόλο της Ίνγκριντ, ο Κωστής Ραφαηλίδης στνο ρόλο του Μάρτιν αλλά και ο Γιάννης Χριστόπουλος στους ρόλους του Συντάκτη και του Αστυνομικού. Ο  δε μαέστρος Βασίλης Χριστόπουλος και οι μουσικοί ανταποκρίθηκαν στο ύφος μιας παρτιτούρας με απαιτήσεις. Για το τέλος άφησα κάποιες παρατηρήσεις. Το έργο, κατά την άποψή μου, θα έπρεπε να ήταν συντομότερο και η μελωδία, κάποιες φορές, πιο ταιριαστή με τον λόγο. Τέλος, μου άρεσε πάρα πολύ η σκηνοθεσία της Μαριάννας Κάλμπαρη αλλά και τα σκηνικά και τα κοστούμια του Κωνσταντίνου Ζαμάνη.   

       

Προσαρμογή – Διάλογοι: Χαράλαμπος Γωγιός – Γιάννης Φίλιας
Στίχοι: Γιώργος Παπάζογλου
Μουσική διεύθυνση: Βασίλης Χριστόπουλος
Σκηνοθεσία: Μαριάννα Κάλμπαρη
Σκηνικά – Κοστούμια: Κωνσταντίνος Ζαμάνης
Φωτισμοί: Γιώργος Τέλλος
Χορογραφία: Βάλια Παπαχρήστου
Ηλεκτρονικοί ήχοι: Γιώργης Σακελλαρίου
Βοηθός Σκηνοθέτη: Αγγελική Σαρόγλου
Βοηθός Σκηνογράφου/Φροντiστήριο: Μαρία Παπαδοπούλου
Βοηθός Ενδυματολόγου: Κυριακή Μπούσκα
Διεύθυνση Παραγωγής: Γαβριέλλα Τριανταφύλλη
Βοηθός Παραγωγής: Τζένη Νομικού

Διανομή:

Υπουργός: Τάσος Αποστόλου
Ίνγκριντ: Δάφνη Πανουργιά
Μάρτυν: Χάρης Ανδριανός
Άννα: Σοφία Καπετανάκου
Σάλλυ:Ελένη Βουδουράκη
Έντουαρτ: Θάνος Πετράκης
Γουϊλμπερ: Βαγγέλης Μανιάτης
Ελίζαμπεθ: Μιράντα Γεωργάκη
Άντριου: Γιάννης Χριστόπουλος
Δύο Μοντέλα: Διαλεκτή Καμπάκου, Ειρήνη Κυριακίδου
Πήτερ: Κυριάκος Κοσμίδης

Παίζουν οι μουσικοί:
Αλέξανδρος Σταυρίδης, κλαρινέτο
Λενιώ Λιάτσου, πιάνο

Και το Σύνολο dissonArt.

         

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured