Στα προάστια του Τόκιο, στα τέλη της δεκαετίας του 1990, τέσσερις γυναίκες εργάζονται με μερική, 5ωρη απασχόληση στη νυχτερινή βάρδια ενός εργοστασίου. Μηχανικά συσκευάζουν έτοιμα γεύματα σε κουτιά. Επιβαρυμένες με τεράστια χρέη, αποξενωμένες από τους συζύγους και τα παιδιά τους, ονειρεύονται μια διέξοδο από τη μίζερη ζωή τους. Είναι η Μασάκο, η Γιαϊόι, η Γιόσι και η Κουνίκο. Η ψύχραιμη ορθολογίστρια με το ομιχλώδες παρελθόν, η ανασφαλής όμορφη νεαρή από την επαρχία, η ακούραστη εργάτρια-μητέρα-υπηρέτρια-νοσοκόμα και η βουλιμική, εγωκεντρική, αμοραλίστρια, αντίστοιχα. Τέσσερις διαφορετικοί χαρακτήρες, που όμως μοιράζονται ένα κοινό: είναι τελείως απογοητευμένες από τον γάμο τους. Είτε επειδή ασφυκτιούν δίπλα σε έναν σύζυγο που δεν επιθυμούν (Μασάκο), είτε επειδή καταπιέζονται από το οικογενειακό περιβάλλον (Γιόσι), είτε επειδή ο άντρας τους αδιαφορεί παντελώς γι’ αυτές (Κουνίκο), είτε επειδή χαρτοπαίζει και ξενοπηδά (Γιαϊόι).

Έγκλημα και τιμωρία

Ο σύζυγος της Γιαϊόι, ο Γιαμαμότο, είναι μέθυσος και βίαιος και έχει εμμονή μ’ ένα call girl που ονομάζεται Άννα, η οποία εργάζεται σε ένα κλαμπ που διευθύνει ο ψυχοπαθής γκάνγκστερ Σατάκε. Ο Γιαμαμότο χάνει όλες τις οικονομίες του ζευγαριού παίζοντας μπακαρά στο κλαμπ του πρώην Γιακούζα. Ένα βράδυ ο Σατάκε χτυπάει τον Γιαμαμότο και τον πετάει έξω από το κλαμπ. Όταν ο Γιαμαμότο φτάνει στο σπίτι, βιαιοπραγεί κατά της Γιαϊόι κι εκείνη, φτάνοντας στο μη περεταίρω, τον στραγγαλίζει με τη δική του ζώνη. Εκμυστηρεύεται στους φίλους της και εκείνοι, με επικεφαλής την, συμφωνούν να τεμαχίσουν το σώμα του θύματος και να το πετάξουν σε σακούλες σκουπιδιών διασκορπισμένες στο Τόκιο.

Όταν τα κομμάτια του Γιαμαμότο βρίσκονται σε ένα πάρκο, η αστυνομία αρχικά υποπτεύεται τον Σατάκε για τη δολοφονία, αλλά τελικά αναγκάζεται να τον αφήσει ελεύθερο λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων. Στο μεταξύ έχασε το κλαμπ του και αφοσιώνεται στον εντοπισμό του πραγματικού δολοφόνου για να πάρει εκδίκηση. Ένας μπάτσος καταλήγει σε κάποια εξωπραγματικά ακριβή συμπεράσματα και ο εκβιασμός και τα χρέη τεντώνουν τις σχέσεις και δοκιμάζουν τη φιλία των τεσσάρων γυναικών. Τελικά αποφασίζουν να εμπλακούν σε μια κερδοφόρα επιχείρηση αποκομιδής άλλων πτωμάτων, την οποία οργανώνει ο απατεώνας μεσίτης-χρηματιστής Τζουμόντζι, που επίσης υπήρξε μέλος σε κάποια από τις συμμορίες της Γιακούζα .

Καθώς η πλοκή εξυφαίνεται, η επίπεδη, κοφτερή σαν κατάνα και λειτουργική πρόζα της συγγραφέα προσλαμβάνει παράξενους λυρικούς τόνους. Περιγράφει με μεταφορικά σχήματα την προοδευτική εξάλειψη των προσδοκιών και των ονείρων στις απελπισμένες περιστασιακές υπάρξεις των ηρωίδων: «Όταν οι πέτρες που ήταν ζεστές στον ήλιο αναποδογυρίστηκαν, εξέθεσαν την κρύα, υγρή γη από κάτω. Και εκεί ήταν που η Μασάκο είχε τρυπώσει βαθιά». Περιγράφει επίσης πολύ ζωντανά την απόκοσμη νυχτερινή σκηνή του εργοστασιακού πάρκινγκ, ή την καταπίεση της πόλης το καλοκαίρι και την υγρή βροχή των μικρών, σκοτεινών δωματίων.

Εργάτριες-μάζες

Ειδικά οι περιγραφές της συγγραφέα των συνθηκών νυχτερινής εργασίας στη βιομηχανική μονάδα είναι ενδεικτικές για το πόσο ανελέητος μπορεί να γίνει ο καπιταλισμός στην πλέον νεοφιλελεύθερή (και hi-tec) εκδοχή του, που οδηγεί, πέρα από τα εξαντλητικά ωράρια και την οικονομική εξαθλίωση, στην πλήρη αποξένωση του εργαζομένου από το αντικείμενου της εργασίας του (αλλοτρίωση), σε αυτό που ο Μαρξ ορθά αποκάλεσε πραγμοποίηση:

«”Ξεκινάμε από γεύματα με κάρι. Χίλια διακόσια. Παίρνω εγώ το ρύζι κι εσείς τη συσκευασία, εντάξει;” Ρύζι σήμαινε επικεφαλής της γραμμής, ήταν ο άξονας όλης της διαδικασίας, αυτό που καθόριζε όλη την ταχύτητα στην γραμμή παραγωγής […] Μετά τη Γιόσι ακολουθούσε μια μακριά σειρά από εργάτριες και εργάτες. Έτσι ξεκινούσε η πάντα νυχτερινή βάρδια… Η Μασάκο στράφηκε και κοίταξε το ρόλο του τοίχου. Μεσάνυχτα και πέντε ακόμη. Άλλες πεντέμισι ώρες ορθοστασία στο παγερό τσιμεντένιο δάπεδο. Στην τουαλέτα πήγαιναν μόνο μία φορά με τη σειρά, μία γυναίκα τη φορά και αφού θα είχε έρθει στο πόστο της μια αντικαταστάτρια. Έπρεπε να ειδοποιήσεις ότι ήθελες να πας στην τουαλέτα και ύστερα να περιμένεις τη σειρά σου, που καμιά φορά ερχόταν ύστερα από μία ή και δύο ώρες. Οι εργάτριες είχαν διαπιστώσει προ πολλού ότι, για να κάνουν τη δουλειά όσο το δυνατόν πιο υποφερτή, δεν έφτανε μόνο να προσέχουν τον εαυτό τους, ήταν ανάγκη να συνεργάζονται σαν ομάδα. Αυτό ήταν και το μυστικό για να κρατήσεις μια τέτοια δουλειά χωρίς να καταστρέψεις την υγεία σου […] Οι παλιές στη γραμμή παραγωγής ήξεραν πως το στρώσιμο του ρυζιού ήταν πολύ σκληρή δουλειά, γιατί το ρύζι ήταν ένας σκληρός τετραγωνισμένος σβώλος όταν έβγαινε από το μηχάνημα. Χρειαζόταν πολλή δύναμη στους καρπούς και τα δάχτυλα για ν’ απλώσεις εκείνους τους κιτρινωπούς συμπαγείς κύβους στα λίγα δευτερόλεπτα που έμενε το πακέτο μπροστά σου και πονούσε η πλάτη σου από το αναγκαστικό σκύψιμο. Έπειτα από καμιά ώρα άσκησης, ο πόνος από την πλάτη μεταφερόταν στους ώμους σου κι άρχιζες να δυσκολεύεσαι να σηκώσεις τα χέρια σου».

Μια κοινωνία με πατριαρχικές δομές

Η ιστορία επιπλέον δίνει στην Natsuo Kirino τη δυνατότητα να σχολιάσει την πολιτική και τις δομές της σύγχρονης ιαπωνικής κοινωνίας. Επιστρέφοντας και πάλι στον Μαρξ, η ραγδαία οικονομική/επιστημονική/τεχνολογική/επιστημονική/ πρόοδος στη βάση (παραγωγικές σχέσεις) δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκη αντίστοιχη πρόοδο στο επικοδόμημα (κοινωνικές σχέσεις). Η συγγραφέας μιλάει έξω από τα δόντια για την παρατεταμένη πατριαρχία και για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητα τους οι γυναίκες στην Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου. Η  Μασάκο εργαζόταν με επιτυχία σε μια χρηματοπιστωτική εταιρεία πριν απολυθεί πρώτη -επειδή ήταν μια γυναίκα που έλεγε τη γνώμη της- όταν έσκασε η φούσκα της οικονομίας των «ασιατικών τίγρεων» στα τέλη του 1990. Η Γιαϊόι εξηγεί σε έναν αστυνομικό ότι προσπαθεί να κοιμηθεί λίγο μετά τις νυχτερινές της βάρδιες, ενώ τα μικρά παιδιά της είναι στον παιδικό σταθμό. Ο αστυνομικός το θεωρεί ως δεδομένο και το προσπερνά ως στοιχείο της αναγκαίας καθημερινής ρουτίνας για μια γυναίκα. Στο μεταξύ, η Κουνίκο, ναι μεν έχει εμμονή με τα ρούχα, το μακιγιάζ και τα σπορ αυτοκίνητα, παλεύει όμως κάτω από ένα δυσβάσταχτο  χρέους και πρέπει να πάρει πίσω δάνεια με εξωφρενικό επιτόκιο 40% για να επιβιώσει.

Η σύγχρονη Ιαπωνία εξακολουθεί να θεωρεί τους άνδρες ως κυρίαρχους τροφοδότες, αφήνοντας τις γυναίκες στο σπίτι να φροντίζουν τα παιδιά. Η Kirino ανατρέπει αυτό το στερεότυπο και ενδυναμώνει τους κύριους γυναικείους χαρακτήρες μέσα από τους δικούς τους αγώνες για να κρατήσουν μαζί μια ευτυχισμένη οικογένεια. Η τρέχουσα αφήγηση είναι είτε ένας τεμπέλης σύζυγος που δεν συνεισφέρει στο σπίτι ή τα παιδιά, είτε σύζυγοι που αισθάνονται ότι απειλούνται με κάποιο τρόπο από τα άλλα μισά τους. Σε όλο το βιβλίο φαίνεται ότι στη σύγχρονη Ιαπωνία, αν μια γυναίκα δεν είναι ούτε νεαρή ούτε όμορφη, θα δυσκολευτεί να μπει σε έναν πιο σταθερό οικονομικά κόσμο. Έτσι, σκόπιμα, οι χαρακτήρες του βιβλίου στερούνται αυτές τις ιδιότητες: είτε είναι μειλίχιοι, μη ελκυστικοί, μεσήλικες ή απλά τραχείς.

Δυνατό θρίλερ για τις έμφυλες σχέσεις

Σε σημεία οι αιματηρές περιγραφές γίνονται υπερβολικά αργές και λεπτομερείς. Επίσης, οι καταβολές της διαμάχης μεταξύ Μασάκο και Σατάκε και οι σαδομαζοχιστικές διαστάσεις της δεν εξηγούνται ικανοποιητικά και κρίνονται μάλλον τραβηγμένες. Ας είναι! Με δεδομένο ότι η υπερβολή στο αίμα και στις βίαιες σκηνές (συμπεριλαμβανομένων και των ερωτικών) ενυπάρχει στην ιαπωνική τέχνη και κουλτούρα, και η διαπίστωση αυτή δεν αφορά μόνο, λόγου χάρη, τα manga comics ή τα yakuza-films, αλλά και τον υψηλότατης αισθητικής και ποιότητας κινηματογράφο σκηνοθετών όπως ο Akira Kurosawa, σε ταινίες όπως το Ραν ή το Ο Θρόνος του Αίματος.  

Γραμμένο σε τριτοπρόσωπη αφήγηση, το Out είναι ένα δυνατό θρίλερ με αδυσώπητες περιγραφές, με αργό ρυθμό και δραματική πλοκή που αναδεικνύει τις τεταμένες σχέσεις ανάμεσα στους χαρακτήρες, ρίχνοντας κυρίως φως στις έμφυλες σχέσεις. Η επιθυμία για χειραφέτηση ενίοτε περνά μέσα από το αδιανόητο.  

Η Natsuo Kirino (Νατσούο Κιρίνο, γεν. 1951) απέκτησε πολύ γρήγορα φήμη ως μία σημαντική συγγραφέας έργων μυστηρίου, που το έργο της υπερβαίνει και ανανεώνει το συμβατικό αστυνομικό μυθιστόρημα. Αυτό αποδεικνύεται από τη βράβευσή της όχι μόνο με το κορυφαίο βραβείο μυστηρίου της Ιαπωνίας, για το Out, αλλά και από τα υπόλοιπα έργα της για τα οποία τιμήθηκε με τα πιο σημαντικά λογοτεχνικά βραβεία της χώρας της. Στα ελληνικά κυκλοφορεί επίσης το μυθιστόρημά της Real World (Μεταίχμιό, 2010).

Natsuo Kirino, Out

Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2025
μτφρ. Γωγώ Αρβανίτη
σελ: 648

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured