Mogwai

2000 άνθρωποι σε ένα πάνω-κάτω συναισθημάτων, μέσα-έξω ψυχής Πεμπτιάτικα σε ένα κατάμεστο Floyd που στέκει αποσβολωμένο από τη ενέργεια και την ένταση κάθε στιγμής. Να βρεις τις λέξεις και να τις βάλεις σε μια σειρά μετά από μιάμιση ώρα ακουστικού και οπτικού παραληρήματος κάπως δύσκολο και άστοχο ίσως, αλλά σε κάθε περίπτωση θα το επιχειρήσω.

Αν δεν έχεις δει τους Mogwai ποτέ ζωντανά, ίσως δεν έχεις ταξιδέψει σε ένα τόπο εξωτικό, που εναλλάσσει τη σιωπή με τη φασαρία, την εσωστρέφεια με την εξωστρέφεια κι ένα πλέγμα συναισθημάτων και ήχων που ούτε καν ξέρεις ότι έχει ο άνθρωπος παρακαταθήκη. 10:00 ακριβώς απογείωση, 11:30 προσγείωση και όλη η πτήση (με αναταράξεις) μαγική.

Τα θερμά μου συγχαρητήρια στον υπεύθυνο ήχου, γιατί το να κάνεις ήχο στους Mogwai είναι κομματάκι δύσκολο. Ακούστηκαν βέβαια παράπονα για το πρώτο εικοσάλεπτο. Πάντα θα ακούγονται. «Λίγο μπουκωμένος ο ήχος στην αρχή. Μετά έστρωσε», είπαν αυτοί. Τι να πω... Μου διέφυγε. Μπορεί καμία φορά η σκόπιμη παραμόρφωση να συγχέεται με την ακούσια ηχητική αστοχία, σκέφτομαι.

Mogwai που γιορτάζουν τα 30 τους χρόνια με ένα ολόφρεσκο άλμπουμ (The Bad Fire), το ρίχνουν στο τραπέζι δίπλα σε παλιά αγαπημένα και το κάνουν να στέκεται ισότιμα. Κλασική συνταγή η εναλλαγή ησυχίας-φασαρίας και οι εκτεταμένες σε διάρκεια συνθέσεις, η ambient και το distortion, το χάιδεμα δίπλα στην ένταση και την κορύφωση.

Φωτ.: Αφροδίτη Ζαγγανά

Setlist που διαπερνά 9 album της ζωής της μπάντας (Young Team, Rock Action, Ten Rapid, Mr Beast, As The Love Continues, Come On Die Young, Hardcore Will Never Die, But You Will., Rave Tapes, The Bad Fire) μια μείξη νέων και παλιών μουσικών στιγμιότυπων που δεν διέκρινες τα όρια μεταξύ τους, γιατί πράγματι ο νέος δίσκος είναι μαγικός κα ήδη κλασικός. Γλασκόβη πάντα, post rock, instrumental συνθέσεις, καθαρά electronics, εμφανής δομή στα ambient κομμάτια, drums σε υψηλές συχνότητες, σχεδόν παντελής απουσία στίχων.

Τα κομμάτια των Mogwai ακόμα κι αν δεν σε συνεπάρουν μεμιάς, σου δίνουν τoν χρόνο να τα γνωρίσεις σταδιακά , να βυθιστείς σε αυτά και σε κατακτούν στρατηγικά. Το ίδιο και τα live τους. Δύο instrumental παράδεισοι για το πρώτο δεκάλεπτο ακριβώς όπως ανοίγει το ολοκαίνουριο άλμπουμ τους ("God Gets You Back" και "Hi Chaos"), ορχηστρικό ντελίριο πριν ταξιδέψουμε πίσω στο 1997 και το "Ten Rapid" για το καθηλωτικό "Summer". Γαλήνεμα ψυχής μετά την ψυχεδέλεια του "Summer" με τo "Cody" του 1999 από το Come On Die Young, "How To Be A Werewolf" για τη συνέχεια που περίμεναν πολλοί, "We’re Not Here" από το Mr Beast” και "Remurdered" – η καλύτερη ίσως στιγμή της βραδιάς – από Rave Tapes συγκινητικό. Και βέβαια και η νοσταλγία εκεί, στο κλείσιμο,  για το «συμβατικό», το πιο ραδιοφωνικό κομμάτι των Mogwai, "Richie Sacramento" που ανοίγει το encore με καθαρά φωνητικά και κουπλέ-ρεφραίν-γέφυρα και το εμβληματικό 16λεπτο "Mogwai Fear Satan" από το 1997, σαν κύμα που φουσκώνει, διαχρονικά στοιχειωτικό και σαρωτικό.

Φωτ.: Αφροδίτη Ζαγγανά

Με τους Mogwai αυτό που συμβαίνει είναι ότι σε περνάνε από το χαστούκι-αγκαλιά με έναν τρόπο δικό τους.  Ανατριχιαστικές μελωδίες, ήχος γαλήνιος και ταυτόχρονα δυσοίωνος, με ιδιαίτερη αγάπη σε κιθαριστικές εκρήξεις μεγατόνων, τα synths  σε ρόλο σημαντικό πλέον, αλλαγές κιθάρων, μπάσο πομπώδες, δραματικό, electronics που θα τα ζήλευε και ο Moroder, drums που κάπου χάνονταν, αλλά σίγουρα εντυπωσιακά. Κατά βάση ambient συνθέσεις, ελάχιστοι στίχοι, στα σημεία που έμπαιναν έφερναν στο μυαλό Sigur Rós. Ο παγωμένος ισλανδικός ήχος συγγενεύει με τον σκωτσέζικο άλλωστε, και σίγουρα όλοι αυτοί οι τύποι κάτι βγάζουν από υγρούς και κρύους τόπους στον απόμακρο και σκοτεινό ήχο τους όπου παντρεύουν την πολυπλοκότητα του progressive rock με τη μελαγχολική μελωδικότητα του shoegaze.

Σύνδεση με το κοινό δεν υπήρξε ιδιαίτερη. Πολλά τα "Thank you so much", αλλά μέχρι εκεί. Δυο σημαίες αριστερά-δεξιά, μια παλαιστινιακή και μία σημαία της trans κοινότητας για να υπενθυμίζουν ότι οι Mogwai είναι πάντα πολιτικά παρόντες. Φώτα εντυπωσιακά, visuals στατικά, διακριτά όχι σε όλες τις στιγμές.

Φωτ.: Αφροδίτη Ζαγγανά

Κοινό θερμό, διαβασμένο και σίγουρα το πιο πιστό. Στους Mogwai δεν πας γιατί σου λένε οι φίλοι σου «Ελα, πάμε στους Mogwai», ούτε επειδή είναι hype. Κι αν πας έτσι, φεύγεις στα δέκα λεπτά και παραπονιέσαι για εμβοές. Έχουν προηγηθεί ακροάσεις γνωριμίας και καταβύθισης και μετά, όλο αυτό, έρχεσαι να το δεις ζωντανά και να γίνεις κοινωνός.

Πάντα τα live των Mogwai είναι ηχητικές παραστάσεις που κάπως θυμίζουν αρχαίο δράμα. Μέσα από τη βίωση εκρηκτικών -ενίοτε βασανιστικών- συναισθημάτων, βγαίνεις με μια ψυχή καθαρή, εξαγνισμένη που δεν κουβαλά βάρη πλέον, μόνο μια απίστευτη ικανοποίηση και την αίσθηση ότι αυτό ήταν το καλύτερο live instrumental μουσικής της ζωής σου.

Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που κάποια ερευνητικά papers έχουν χρησιμοποιήσει μουσική των Mogwai για να μελετήσουν τη συναισθηματική απόκριση σε ambient ήχους και crescendo. Είναι μια μυσταγωγία που οφείλεις στον εαυτό σου, αν είσαι του είδους, και που οι Mogwai συχνά πυκνά – με τόσες επισκέψεις στην Ελλάδα – σου δίνουν την ευκαιρία να απολαύσεις. Το έχω πει πολλές φορές. Δεν ξέρω αν παίζουν post rock ή κάτι άλλο, αυτό που ξέρω είναι ότι αυτό το ανεβοκατέβασμα της έντασης, το πάρε δώσε σιωπής και φασαρίας, το πώς οι μελωδίες τους μιλούν σαν λέξεις πρέπει να επινοηθεί μια λέξη για να το αποδώσει, και αυτό να λέμε ότι είναι το είδος μουσικής που εφηύραν οι Mogwai.

Πίσω μου σε όλη τη συναυλία είχα έναν κάπως μεγαλύτερο σε ηλικία κύριο, ελαφρώς σουρωμένο, που φώναζε συνέχεια «Δεν υπάρχουν». Κατέστρεψε – άθελά του – κάποιες ήσυχες στιγμές, αλλά όταν στο τέλος του "Summer" αναφώνησε «Δεν υπάρχουν άλλοι που να παίζουν σαν κι αυτούς», ένα ψιθυριστό «όντως» μου ξέφυγε. Μπορεί να υπάρχουν εκατομμύρια μουσικοί σαν κι αυτούς σε όλο τον κόσμο. Άλλοι που να παίζουν αυτό που παίζουν οι Mogwai δεν υπάρχουν.

Αν μη τι άλλο, ευφυείς.

Φωτ.: Αφροδίτη Ζαγγανά

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured