Την Κυριακή 23 Νοεμβρίου στο live των Amenra στο Floyd διαπίστωσα πως όσα είχα διαβάσει για αυτούς (ότι είναι ίσως από τις καλύτερες live μπάντες στον κόσμο αυτή τη στιγμή) δεν είναι καθόλου υπερβολές. Το κοινό είχε φτάσει από νωρίς και η αναμονή στην ουρά κυλούσε σε μια ασυνήθιστη ηρεμία – μια ατμόσφαιρα που προϊδέαζε για το ιδιαίτερο κλίμα των live των Amenra.
Μόλις οι πόρτες άνοιξαν, η ίδια ησυχία απλώθηκε και μέσα στον χώρο. Κανείς δεν μιλούσε δυνατά, ήταν σαν όλοι να γνώριζαν ότι αυτό που θα ακολουθούσε δεν ήταν απλώς ένα live, αλλά μια διαδικασία. Οι Amenra δεν εμφανίζονται, επιβάλλονται. Και από τη στιγμή που τα φώτα χαμήλωσαν, η αίθουσα μετατράπηκε σε έναν κοινό τόπο εξομολόγησης, όπου ο καθένας κουβαλούσε το δικό του βάρος.
Οι τελειομανείς Bέλγοι πολέμησαν τους δαίμονές τους 75 λεπτά, χωρίς warm-up acts, χωρίς τυπικότητες "hello Athens", χωρίς encore αλλά την ίδια στιγμή με απόλυτο σεβασμό σε όλους εμάς που είμασταν εκεί. Μια σχεδόν ασκητική πειθαρχία επί σκηνής, σαν να μην έπαιζαν μουσική αλλά να επιτελούσαν ένα τελετουργικό που δεν τους ανήκει πλήρως. Κάθε riff ήταν βάρος, κάθε κραυγή μια υπενθύμιση ότι εδώ δεν έρχεσαι να ξεχαστείς, έρχεσαι να θυμηθείς.

«Έχουμε μία και μόνο ιστορία να αφηγηθούμε, και μένει πάντα η ίδια. Γράφω διαρκώς για τον πόνο της ζωής. Αντλώ από προσωπικές εμπειρίες, για να μιλώ όσο πιο αληθινά και ειλικρινά μπορώ. Προσπαθώ να κάμπτω το σκοτάδι και να το στρέφω προς το φως. Από την αρχή θελήσαμε να δημιουργήσουμε έναν τόπο στοχασμού, μια βάση για εσωτερική αναζήτηση· εκείνες τις στιγμές που βρίσκεσαι στα γόνατα και θέτεις ερωτήματα που δεν έχουν απαντήσεις». —Colin H. van Eeckhout
Οι Amenra δεν στρέφουν το βλέμμα αλλού όταν τους πλησιάζει το σκοτάδι· το αντίθετο. Περνούν μέσα από αυτό με ό,τι εφόδια έχουν στη διάθεσή τους: την θρησκευτικότητα που κουβαλάμε όλοι εγκατεστημένη βαθιά στο DNA μας και τον πόνο έτσι όπως μπορεί κάποιος να τον βιώσει ουρλιάζοντας ψυχή τε και σώματι.

«Για εμάς, οι Amenra είναι η ζωή μας. Σημαίνουν τα πάντα, από τη στιγμή που ξυπνάμε μέχρι τη στιγμή που ξανακοιμόμαστε το βράδυ. Η δύναμή μας βρίσκεται στη μεταξύ μας αδελφοσύνη — είναι το βασικό μας στοιχείο. Αν δεν το είχαμε αυτό, δεν θα βρισκόμασταν εδώ που είμαστε σήμερα. Το συνειδητοποιούμε πολύ καλά, και αυτό με τη σειρά του μας κάνει ακόμα πιο δυνατούς. Εκτιμούμε όσα έχουμε και δεν ξεχνάμε ποτέ πώς φτάσαμε ως εδώ. Αυτό μας κρατά με τα πόδια σταθερά στη γη». —Mathieu J. Vandekerckhove
Η μουσική των Amenra δεν είναι μουσική για διασκέδαση, είναι μία τελετή μύησης, ένας ψυχικός και αισθητικός εξαγνισμός, ritualism και αγωνία σε καθαρή μορφή. Το κοινό δεν είναι θεατής, γίνεται μέρος της τελετουργίας. Καθώς ο van Eeckhout κινείται νευρικά στη σκηνή, πάντα με την πλάτη στο κοινό, η επιθετικότητα στη φωνή του δεν είναι απλώς ουρλιαχτά: Υπάρχει ένας χειροπιαστός πόνος μέσα τους.

«Ένα ουρλιαχτό πρέπει να χρησιμοποιείται για αυτό που προορίζεται. Όχι σαν ένα επιπλέον “στρώμα” στη μουσική. Διηγείται μια ιστορία που κανένα άλλο φωνητικό εύρος δεν μπορεί. Δουλεύεις και γράφεις για την απογοήτευση, την απόγνωση, τον φόβο, την απώλεια — αυτά είναι τα ουρλιαχτά που πρέπει να χρησιμοποιούνται. Πρέπει να έρχονται από βαθιά μέσα σου. Ένα ενστικτώδες ουρλιαχτό κάνει τους πάντες να παγώσουν. Η πρωτόγονη φύση του είναι μοναδική· είναι όπλο, μπορεί να σε προστατεύσει.
Είναι όμορφο; Όχι απαραίτητα. Είναι αληθινό; Ναι, πάντα — έτσι πρέπει να είναι. Αλλιώς δεν έχει νόημα να το χρησιμοποιείς. Ένα αληθινό ουρλιαχτό πρέπει να πονάει».
—Colin H. van Eeckhout
Τα live αλλά και η συνολική παρουσία των Amenra, είναι ένας ενιαίος οργανισμός: Η μουσική, τα visuals, τα artwork, το merch τους, τα video, η σκηνική παρουσία, κάθε στοιχείο ηχητικό ή οπτικό συνεισφέρει στην εμπειρία. Η δυσκολία του εγχειρήματος των Amenra δεν βρίσκεται μόνο στο τα στοιχεία να ταιριάξουν αισθητικά, αλλά στο να κουβαλούν τον ίδιο παλμό, την ίδια ωμότητα και την ίδια εσωτερική αλήθεια. Κι εκεί ακριβώς βρίσκεται η δύναμη τους: στη συνεκτικότητα ενός κόσμου που έχει χτιστεί με απόλυτη προσήλωση — ενός κόσμου που δεν τον ακούς απλώς, τον βιώνεις.

Τα visuals πίσω από τη μπάντα δεν λειτουργούν σαν σκηνικό, αλλά σαν ένας δεύτερος, αόρατος χαρακτήρας. Ασπρόμαυρες φιγούρες, τοπία ξεγυμνωμένα από οτιδήποτε ανθρώπινα, όλα δεμένα με τη μουσική σε έναν ενιαίο παλμό. Μια πολυεπίπεδη εμπειρία και το μοναδικό που μπορεί να κάνει o θεατής είναι να συμμετέχει με προσήλωση σε αυτό που συμβαίνει στη σκηνή. Οι Amenra δεν προσπαθούν να εντυπωσιάσουν, προσπαθούν να δείξουν το μέσα. Και όσο οι εικόνες άλλαζαν, τόσο το κοινό βυθιζόταν σε αυτό το συλλογικό υπόγειο, εκεί όπου η σιωπή ανάμεσα στις νότες είναι εξίσου σημαντική με την ίδια την ένταση. Δεν υπήρχε καμία επιτήδευση, μόνο μια ωμή, σχεδόν αρχέγονη ανάγκη να ειπωθεί κάτι που αλλιώς δεν λέγεται.

«Θέλουμε ό,τι κυκλοφορούμε προς τα έξω να έχει νόημα, όχι μόνο η μουσική. Και δεν θέλουμε τα πράγματα να φαίνονται απλώς “cool”. Πρέπει να υπάρχει ένα συγκεκριμένο νόημα και ένα βάρος πίσω από όλα. Για εμάς, όλα έχουν σημασία. Είναι ένα όραμα που τα περιλαμβάνει όλα». —Mathieu J. Vandekerckhove
Μετά την τελευταία νότα, οι Amenra κατέβηκαν από τη σκηνή σιωπηλοί, χωρίς να κοιτάξουν πίσω. Μια έξοδος σχεδόν λιτή, αλλά απολύτως συνεπής με αυτό που προηγήθηκε. Μετά το τέλος, μένει η αίσθηση ότι βίωσες κάτι ουσιαστικό, κάτι που ξεπερνά τη μουσική και αγγίζει την ίδια την ύπαρξη. Το χειροκρότημα ακούστηκε σαν ευχαριστώ, όχι σαν επιβράβευση.
















