Sirius
Η μέρα ξεκίνησε με τους Sirius να προετοιμάζουν το έδαφος για όσα θα ακολουθούσαν. Παρά τον μεσημεριανό ήλιο, το κοινό συγκεντρωνόταν ήδη μαζικά μπροστά στη σκηνή, και στη σκιά μπροστά στον ηχολήπτη. Οι epic/power/heavy metallers από την Αθήνα μπορεί να μετρούν πάνω από 15 χρόνια ύπαρξης, όμως μόλις πέρυσι κυκλοφόρησαν τον πρώτο τους δίσκο, με τίτλο A Quest for Life. Ένας καταπληκτικός δίσκος που έδειξε ξεκάθαρα την εμπειρία και τη μεστότητα της μπάντας, παρά την δισκογραφική τους απουσία. Επίσης, έχει την σφραγίδα του Tim "Ripper" Owens, δεν μπορεί να μην σημαίνει κάτι αυτό.
Αυτή τη μεστότητα και στιβαρότητα εξέλαβα και παρακολουθώντας τους στη σκηνή. Το ίδιο έδειχνε να ισχύει και για το υπόλοιπο κοινό που είχε ήδη μαζευτεί και παρακολουθούσαν ευλαβικά, με την ανταπόκριση να μην θύμιζε σε καμία περίπτωση opener φεστιβάλ, αλλά βασικής μπάντας. Ο ήχος τους ήταν καθαρός και πάνω από όλα LOUD. Οι Sirius, ζέσταναν την ατμόσφαιρα και έδωσαν το έναυσμα για μια ιστορική μέρα.
Leatherhead
Οι Leatherhead από τη Λάρισα είναι από τις μεγαλύτερες μου αγάπες στην ελληνική heavy metal σκηνή. O προηγούμενος τους δίσκος κοσμεί το top 10 της περσινής μας λίστας. Τους είχα ξαναδεί στο Decibel Rebel Festival III στην Καβάλα και περίμενα πολλά από αυτήν την εμφάνισή τους στο μεγάλο stage. Είναι πιο εύκολο να κάνεις όπα ένα μικρό κλαμπ με κατά βάση δικό σου κοινό, το στοίχημα όμως κερδίζεται στα εκτός έδρας και οι Leatherhead έκαναν ένα στομφώδες διπλό. Το σετ ανοίγει με το "Dressed To Kill" και οι Leatherhead θερίζουν τα πάντα στο πέρασμά τους. Με τη δεύτερη κιθάρα να χάνεται λίγο λόγω του έντονου αέρα, αλλά με τον ήχο να παραμένει ογκώδης και αιχμηρός, η μπάντα έπαιξε ένα σετ που έβριθε από riffs πάνω σε riffs, τα καταπληκτικά φωνητικά του Τόλη και ξέφρενο ρυθμό.
Επέλεξαν να παίξουν και ένα νέο κομμάτι, το οποίο ήταν pure thrashing madness, ϊσως το πιο γρήγορο κομμάτι στη δισκογραφία τους, με το μόνο που το κοντράρει στα ίσα να είναι το... αμέσως επόμενο "Into The Werewolf Lair". Συνεχίζουν με το μεγάλο single τους, το "Equinox" και φεύγουν από τη σκηνή για να χτίσουν το encore με το ομότιτλο τους και τα φτερά του Ινδιάνου. Φοβερό performance που απέδειξε για άλλη μια φορά ότι η νέα γενιά του ελληνικού heavy metal δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τα διεθνή σχήματα.
Setlist:
Dressed to Kill • Under Your Bed • Vampire’s Kiss • V.H.S. (New Song) • Into the Werewolf Lair • Equinox • Leatherhead
Need
Οι Αθηναίοι progsters Need βρίσκονται στην καλύτερη φάση της καριέρας τους. Μεγάλες συναυλίες, υπερπετυχημένοι δίσκοι και απόλυτη φόρμα. Είχαν καταπληκτική χημεία στη σκηνή, με τον κιθαρίστα να κινείται και να χορεύει ακατάπαυστα, μεταδίδοντας την ενέργειά του στο κοινό. Το "Mother Madness" ήταν από τις καλύτερες στιγμές του σετ, και μου έκανε εντύπωση που δεν είχαμε άλλη εκπροσώπηση από το Orvam. Μεγάλη έκπληξη ήταν το "Lie Before You Sleep" από το κλασικό πια Siamese God του 2009. Το κομμάτι ανοίγει να ανατριχιαστικό intro που μου φέρνει στο μυαλό τους αγαπημένους μου The Mars Volta, με τα βαριά φωνητικά να το απογειώνουν και να γεμίζουν αγαλίαση την μαύρη μου ψυχούλα σε αυτή τη μέρα που κατά τα άλλα ήταν αφιερωμένη στο χατζημέταλ.
Το κλείσιμο με το «Nemmortal» άφησε το κοινό με ανοιχτό το στόμα: progressive riffs, ρυθμικές ακροβασίες, μελωδίες που ξεπερνούν την τυπική φόρμα του heavy metal και μια μπάντα που αποδεικνύει συνεχώς την ικανότητά της να γράφει και να ερμηνεύει συνθέσεις που ανήκουν στην ελίτ της διεθνούς σκηνής. Αυτό που έμεινε από την εμφάνιση των Need είναι πως το prog δεν είναι απλώς «μουσική για μουσικούς», αλλά μπορεί να γίνει και μια εκρηκτική, απολαυστική εμπειρία για όλους.
Setlist:
Divine Drift • Rememory • Alltribe • Avia • Tilikum • Mother Madness • Lie Before You Sleep • Nemmortal
Michael Schenker
Με ένα all-star line-up που περιλάμβανε τον Rodo Schopf (Eloy) στα τύμπανα, τον Barend Courbois στο μπάσο, τον Steve Mann (Lionheart) σε πλήκτρα και δεύτερη κιθάρα, και τον δικό μας RD Liapakis (Mystic Prophecy) στα φωνητικά, Ο Schenker και η παρέα του απέδωσαν τις διαχρονικές επιτυχίες των UFO με φρεσκάδα, ενέργεια και πάνω από όλα σεβασμό στο υλικό. Η σκηνική χημεία τους ήταν φανταστική. Eπαγγελματίες, με την ψυχή τους στραμμένη 100% στη μουσική. ο set ξεκίνησε με το "Natural Thing" και το "Only You Can Rock Me", τραγούδια που έβαλαν από νωρίς το κοινό στο κλίμα: κλασικά hard rock riffs, catchy ρεφρέν και εκπληκτικά solos από τον Schenker που, παρά τα χρόνια, παραμένει τεχνικά και εκφραστικά αειθαλής. Το "Doctor Doctor" μετέτρεψε το Terra Republic σε μια τεράστια χοροεσπερίδα, ενώ μέχρι και οι πίσω σειρές δεν σταμάτησαν να τραγουδούν τους θρυλικούς στίχους. Βέβαια κρίνοντας από το ηλικιακό target group της ημέρας, υπήρχε πάντα το ρίσκο κάποιος να κυριολεκτεί και δεν θα το μαθαίναμε ποτέ.
Στο "Rock Bottom", ο Schenker παρέδωσε ένα τεράστιο solo, και μετά ένα ακόμα, και ΑΝΤΕ ένα ακόμα για το καλό μωρέ, με το μεγάλο φινάλε να έρχεται στο στο "Too Hot to Handle", όπου έκανε την εμφάνισή του και ο δικός μας Gus G, απογειώνοντας τη στιγμή με τις διπλές τους κιθάρες. Η εμφάνιση αυτή δεν ήταν απλώς μια αναδρομή στο ένδοξο παρελθόν, αλλά μια ζωντανή απόδειξη πως αυτός ο θρύλος της κιθάρας έχει ακόμα να παραδώσει πολλά σεμινάρια στη σκηνή.
Setlist:
Natural Thing • Only You Can Rock Me • Hot 'n' Ready • Doctor Doctor • Mother Mary • This Kid's • Lights Out • Love to Love • Let It Roll • Can You Roll Her • Rock Bottom • Shoot Shoot • Too Hot to Handle (with Gus G)
Savatage
Και επιτέλους φτάνει η στιγμή που περίπου 10.000 άνθρωποι περίμεναν. 23 χρόνια μετά την τελευταία τους εμφάνιση, η αναμονή ήταν τεράστια, το hype στο κόκκινο, και η προσμονή του κοινού στο Terra Republic έκανε την ατμόσφαιρα ηλεκτρισμένη ήδη από το απόγευμα. Ομολογώ πως δεν περίμενα ούτε τόσο μεγάλη διαφορά στην προσέλευση του κόσμου συγκριτικά με τις προηγούμενες δύο ημέρες. Ήταν δύο και τρεις φορές μεγαλύτερη. Στα ηχεία μας το intro "The Ocean" και η μπάντα βγαίνει στη σκηνή με το "Welcome" και ένα κοινό σύσσωμο να φωνάζει «Welcome to the Show». Η απουσία του Jon Oliva για λόγους υγείας, δημιούργησε κάποιες αμφιβολίες και αμφισβητήσεις για την απόδοση του πνεύματος της μπάντας. Ωστόσο, το τωρινό lineup στάθηκε αντάξιο της κληρονομιάς.
Στα φωνητικά ο Zak Stevens έδωσε ρεσιτάλ δύναμης και εκφραστικότητας, και ακούγεται όσο καλά όσο ποτέ. Στις κιθάρες οι Caffery και Pitrelli και στο ρυθμικό θεμέλιο οι Johnny Lee Middleton και Jeff Plate με τον Vitalij Kuprij στα πλήκτρα. Κάθε αμφιβολία έσβησε με το που ακούστηκε το riff του "Jesus Saves" που άνοιξε πρακτικά την συναυλία. Έγινε δεκτό με ζητωκραυγές και ένα κοινό σε παροξυσμό. Το βίντεο wall, το οποίο είναι βασικό component αυτού του show έδειχνε εικόνες που για Brooklyn το πήγαιναν, αλλά Ομόνοια τους βγήκε, όμως το σημαντικό ήταν το ηχητικό κομμάτι. Στο "Sirens", οι πιο παλιοί headbangers μπήκαν στη δική τους μηχανή του χρόνου ενώ στο "Another Way" ο Al μας μάγεψε με το εκπληκτικό solo. Στο "The Wake of Magellan" χάθηκε μια πολύ καλή ευκαιρία για κουπί, catch up kids. To οτι ο Zak σε αυτήν την ηλικία καταφέρνει και αποδίδει έτσι ακόμα και στα πιο απαιτητικά σημεία, είναι πραγματικά απορίας άξιο.
Τα μόνα παραδείγματα που έχω σε αντίστοιχο επίπεδο είναι ο King Diamond και ο Adams. Μήπως τελικά το χατζημέταλ είναι το ελιξίριο της ζωής; To "Chance" μας μάγεψε με την θεατρικότητά του ενώ στο medley που ακολούθησε, το κοινό παρακολούθησε έναν οπτικοακουστικό καταιγισμό, με τον Chris Caffery να αναλαμβάνει τα φωνητικά στο "I Am". Το "Believe" ήταν μια στιγμή που θα θυμόμαστε για πάντα. Αν οι Savatage είχαν χιούμορ όμως, στην οθόνη θα εμφανιζόταν ο Βασίλης Καρράς, έστω σαν easter egg βρε παιδί μου. Χαμένη Ευκαιρία. Βλέπουμε λοιπόν τον Jon Oliva να τραγουδάει στο πιάνο, και μετά από την πρώτη χορωδία, όλη η μπάντα μπήκε live στη σκηνή. Όχι πως τους άκουγες δηλαδή. Το κοινό πήρε την σκυτάλη και όλοι μαζί φωνάζαμε τους στίχους μέχρι και το τέλος. Συγκίνηση κορυφής, με φωτογραφίες του αδικοχαμένου Chris Oliva να συνοδεύουν τη μελωδία, που ενώ όσο το περίμενα κλισέ tearjerker όταν διάβαζα για το show στις προηγούμενες συναυλίες τους, ομολογώ πως ανατρίχιασα θετικά.
Η συναυλία έκλεισε με τον πιο θριαμβευτικό τρόπο, με τα Gutter Ballet και Edge Of Thorns να διατηρούν το κοινό ενωμένο με μια φωνή. Το Taunting Cobras ήταν η έκπληξη της βραδίας, και μου έδωσε την speed metal ένεση που χρειαζόμουν με το βίντεο wall να δείχνει για κάποιο λόγο φίδια να κάνουν moshpit. με αποκορύφωμα το "Hall Of The Mountain King", το πιο εμβληματικό κομμάτι τους με το κοινό να το υποδέχεται σε πανζουρλισμό. Για να πω την αμαρτία μου με κούρασε αρκετά το discourse γύρω από το setlist. «Γιατί τις κόμπρες και όχι το "Power Of The Night";». «Γιατί τόσα πολλά από τον Μαγκελάνο;». «Γιατί τόσα λίγα από τα πρώτα;». Πρέπει κάποια στιγμή να πάρουμε απόφαση πως με τέτοιες μπάντες, ποτέ κανένα setlist δεν θα ικανοποιήσει πλήρως κανέναν. Ας σταματήσουμε λοιπόν να είμαστε αχάριστοι και ας πάρουμε την εμπειρία σε face value. Σε αυτήν την περίπτωση το face value είναι πως ζήσαμε μια εμπειρία που ξεπερνούσε τη μουσική. Μια σύμπνοια γενεών, όπου 20χρονοι και 60χρονοι τραγουδούσαν με μία φωνή. Το μεγαλείο των Savatage δεν είναι απλώς θέμα νοσταλγίας, αλλά μια ζωντανή απόδειξη της διαχρονικότητας της μουσικής τους. Οι Savatage παρέδωσαν ένα ανεπανάληπτο show, και μου χάρισαν ένα βράδυ που θα μείνει για πάντα χαραγμένο στην καρδιά μου. Πήγα ως enjoyer, και επέστρεψα fan.
Setlist:
The Ocean • Welcome • Jesus Saves • Sirens • Another Way • The Wake of Magellan • This Is the Time (1990) • Strange Wings • The Storm + Solo • Morning Sun • Handful of Rain • Chance • Starlight/I Am/Mozart and Madness • Dead Winter Dead • The Hourglass • Believe • Gutter Ballet • Edge of Thorns • Taunting Cobras • Hall of the Mountain King
Ο απολογισμός για αυτό το πιλοτικό Βορειοελλαδίτικο version του Rockwave Festival ήταν κατά κύριο λόγο θετικός. Ο ήχος ήταν παραπάνω από καλός στο μεγαλύτερο μέρος του, ειδικά και στους τρεις headliners. Το μέρος ήταν προσβάσιμο χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία και αρκετά κοντά στην συμπρωτεύουσα. Εκεί που πρέπει να δοθεί περισσότερη προσοχή είναι κυρίως στα σημεία. Το πάρκινγκ ήταν αρκετά δύσκολη υπόθεση για όσους δεν είχαν πληρώσει, και αυτό φάνηκε κυρίως την ημέρα των Savatage όπου ο κόσμος ήταν πολύς. Επιπλέον, οι ουρές για merch, φαγητά και ποτά σε στιγμές ξέφυγαν εκτός ελέγχου. Μικρές αστοχίες που μπορούν να επιλυθούν στο επόμενο. Το μόνο σίγουρο είναι πως θέλουμε να υπάρξει επόμενο. Επιτέλους η Βόρεια Ελλάδα αρχίζει να αποκτά δικά της μεσσαία και μεγάλα φεστιβάλ, και αυτό μονο θετικό μπορεί να είναι.