Υπάρχουν μπάντες που έρχονται στην πόλη σου μια φορά – και καλά θα κάνεις να τρέξεις να τις προλάβεις για να κάνεις το πολυπόθητο τικ στη λίστα και αν είναι και στο καλό τους φεγγάρι να περάσεις ένα αξέχαστο συναυλιακό βράδυ. Υπάρχουν άλλες που έρχονται ξανά και ξανά εξαργυρώνοντας τη δημοφιλία του ντόπιου κοινού με κίνδυνο να πέσουν στην παγίδα της αδιαφορίας επαναλαμβάνοντας έστω  και τον καλό εαυτό τους. Και υπάρχουν και εκείνες που έρχονται πολλές φορές αλλά κρατάνε μακριά τα κακά πνεύματα έχοντας βρει τον μαγικό τρόπο να έχουν πάντα κάτι καινούριο να παρουσιάσουν, να αναγεννιούνται σκηνικά ξανά και ξανά. Μαντέψτε σε ποια κατηγορία παίζουν οι King Gizzard and The Lizard Wizard.

Η μπάντα από την Αυστραλία που ξεκίνησε το 2010 να μπλεντάρει garage, surf και ψυχεδέλεια στις παμπ της Μελβούρνης και πέρασε την επόμενη δεκαπενταετία μέσα σε φρενήρη δημιουργικότητα που απέφερε 27 (!) albums και ένα κατάδικό τους σύμπαν με χιλιάδες ορκισμένους πιστούς είναι το role model του συγκροτήματος που κάθε εμφάνισή του είναι μια έκπληξη. Μας το έδειξαν με τη βρώμικη, γκαζωμένη αλλά και γεμάτη χιούμορ ψυχεδέλειά τους στην αξέχαστη πρώτη τους εμφάνιση στην Ελλάδα το 2018, το υπέγραψαν φαρδιά πλατιά το 2022 με ένα διήμερο κατ’ ανάγκην υβριδικού και κατ’ αποτέλεσμα  εντυπωσιακού set χωρίς ντράμερ, καθώς νοσούσε με κωρονοιό με την  ανακοίνωση του φετινού τριήμερου σερί τους στο Δημοτικό Θέατρο Λυκαβηττού είναι υπόσχεση για ένα πανηγυρικό trip διαρκείας στην πλάτη του δράκου του Gizzverse. Όπως και έγινε.

Αν η επιτυχία ενός live μετριέται και με τον κόσμο που συσσωρεύεται στον πάγκο του merchandise μετά το τέλος του, η δημοφιλία μιας μπάντας γίνεται σίγουρα εμφανής όταν αυτός ο πάγκος αδειάζει πριν καν αρχίσει το live. Όσο οι επίσης Αυστραλοί King Stingray «ζέσταιναν» την αρένα με τη δροσερή σερφάδικη πρότασή τους τα μπλουζάκια KG και το συλλεκτικό poster της πρώτης ημέρας του tour ξεπουλούσαν σαν ζεστά ψωμάκια. Στις ουρές του merch, στις ουρές του μπαρ, στο πλήθος που γέμιζε σιγά σιγά την αρένα πολλοί τουρίστες και λογής νομάδες έκαναν τον Λυκαβηττό να μοιάζει με after surf στέκι ενώ οι πρώτες σειρές με ανθρώπους ντυμένους από κροκόδειλους μέχρι Power Rangers έδωσαν από νωρίς -και συνέχισαν να δίνουν καθ’ όλη τη διάρκεια του live- τη δικιά τους σάρκα και οστά στο ψυχεδελικό όραμα του Gizzverse.

Με το αττικό ηλιοβασίλεμα να συμβάλει στο sui generis σκηνικό το “Open Water” από το Flying Microtonal Banana του 2017 έδωσε τον σήμα της εκκίνησης αυτού που έμελλε να γίνει ένα από τα καλύτερα live των τελευταίων χρόνων και σίγουρα ένας απρόσμενος (ακόμα και για του σχετικά μυημένους) πήχης για το φετινό συναυλιακό καλοκαίρι. Για τις επόμενες δύο ώρες κάτι οι King Gizzard κόβοντας βόλτες ανάμεσα στην όποια σημειολογία δύο κοντών γύψινων κιόνων επιδόθηκαν σε ένα ξέφρενο τζαμάρισμα κατά μήκος και κατά πλάτος του φάσματος  του ροκ ήχου, από το rock n roll στην ψυχεδέλεια, από το garage στο metal, από τα σκληρά στα μαλακά και πάλι πίσω, πηδώντας απολαυστικά από αναφορά σε αυτοαναφορά, οδηγώντας το κοινό από genre σε genre σαν ταλαντούχοι οδηγοί φόρμουλας που έχουν πάρει έναν κοινό θνητό επιβάτη και θέλουν να τον ξετρελάνουν. Το πάρτι άναβε όλο και περισσότερο με μπόλικα tour debuts (“Automation”, “Mirage City”, “Altered Beast”, “Alter Me”), teasers από το επερχόμενο Phantom Island  και τα thrash μέρη της άγριας πλευράς της δισκογραφίας τους να βάζουν κυριολεκτικά φωτιά στο mosh pit που κινούνταν εκστασιασμένο σαν ένα συλλογικό σώμα με κεφάλια από πλαστικές σαύρες και κροκόδειλους. Κάπου στη μέση μια συγκλονιστική εκτέλεση του “Raw Feel” που ακολουθείται από ένα άψογο, γεμάτο easter eggs μισάωρο “Boogieman Sam” – και μετά η αποκάλυψη. Τα modular synths που δεσπόζουν στη σκηνή από την αρχή φωτίζονται, τα visuals βάφουν τον φόντο ψυχεδέλεια και ένα νέο οπτικοακουστικό ταξίδι ξεκινάει – για είκοσι λεπτά οι KG θα δείξουν και θα αποδείξουν ότι, όπως κάθετι με το οποίο έχουν καταπιαστεί στην πλούσια δημιουργική πορεία τους- τα synths δεν είναι μια μοδάτη τάση που τσίμπησαν αλλά μια νέα παιχνιδιάρικη μεν, βαθιά δε βουτιά σε ένα μέχρι πρότινος κρυφό σημείο της πολυσχιδούς ταυτότητάς τους. Αρχέγονες techno φόρμες, ονειρικά rests, πρωτόλεια risers με εγγενή φινέτσα, ένας νέος μικρόκοσμος μέσα στο πολύβουο σύμπαν των  Gizzard. Και μετά το ταξίδι στο κέντρο της Gizzland συνεχίζεται, υποσχέσεις σπέρνονται με το “Change” και θερίζονται με την αντάρα του “Converge”. H λάβα σιγοκρυώνει στο slow jam του “Her and I” και ακολουθεί αντίστροφη πορεία με το τελευταίο track του set “Magma” πίσω προς το ηφαίστειο τους για να εκραγεί ξανά αύριο και τη μέρα μετά το αύριο, στα δύο live που απομένουν σε αυτό το αξέχαστο τριήμερο στον Λυκαβηττό.

Ταξίδι στο κέντρο του Gizzverse, με διαφορετική διαδρομή κάθε φορά, πολυπολικές προσεγγίσεις στον ροκ μονόλιθο. Φήμες λένε ότι ένα φουσκωτό δρακοειδές θα κάνει αιώνιο headbanging πάνω στον βράχο, ακόμα και όταν οι Κing Gizzard θα έχουν φύγει για τον επόμενο σταθμό της περιοδείας τους. Αν δεν είναι αυτό σύγχρονη ψυχεδέλεια στα καλύτερα της, τότε τι;

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured