Carla Dal Forno
του Ανδρέα Κύρκου

Οι θεατές που βρέθηκαν από νωρίς στο Piraeus Academy, είχαν την ευκαιρία να απολαύσουν ένα ατμοσφαιρικό ζέσταμα με την Carla Dal Forno. Το set της Αυστραλέζας τραγουδοποιού ήταν πλήρες σε υπνωτικούς ρυθμούς, τους οποίους μας χάρισε με περίσσια lo-fi ευαισθησία.

Η Dal Forno μάς έδειξε ότι έχει την ικανότητα να δημιουργεί ωραία και γοητευτική darkwave folk. Επιπλέον καταφέρνει επί σκηνής και παίζει τραγούδια με κομψό ύφος. Κάτι που δεν είναι ανθρωποδιωχτικό για τους vanilla ακροατές, αλλά ούτε και ακίνδυνο για τους πιο απαιτητικούς.

Έτσι όπως χανόταν στο ήπιο μπάσο και στις ηλεκτρονικές της μελωδίες, θα μπορούσα να φανταστώ τη Dal Forno να παίζει ζωντανά στο τοπικό bar της φανταστικής πόλης του Twin Peaks· και αυτό το λέω για μεγάλο κομπλιμέντο. Τα τρυφερά, γήινα φωνητικά της ζέσταναν λοιπόν με ιδανικό τρόπο την έναρξη του Winter Plisskën Festival 2019, ενώ η ίδια στάθηκε τόσο σεμνή και μετρημένη, ώστε σε ανάγκαζε να την ακούσεις με προσοχή.

Snapped Ankles
του Ανδρέα Κύρκου

Οι μυστηριώδεις τύποι με το καμουφλάζ της ζούγκλας βγήκαν στη σκηνή και σάρωσαν. Όπως λέμε «σάρωσαν». Σαν μυθικά πλάσματα του δάσους έμοιαζαν οι Snapped Ankles, οι οποίοι ξεπέρασαν κάθε προσδοκία με ένα ηλεκτρισμένο υβρίδιο krautrock και post-punk, εξαπολύοντας ανεβαστικούς, up tempo ρυθμούς, που με έναν περίεργο τρόπο δοξάζουν τη χαρά της ζωής.

Μέσα από παραμορφώσεις και στατικό θόρυβο, αλλά και με ζουμερούς ήχους με παχύρρευστα ριφ, οι ξεσαλωμένοι Λονδρέζοι ξύπνησαν μνήμες από Talking Heads μέχρι B-52's, υπό ένα διαβολεμένο groove, το οποίο μας πήρε και μας σήκωσε. Υποδειγματικό το «κούρδισμα» και ο συγχρονισμός των τεσσάρων μελών, με τα synths να παίρνουν φωτιά και να μην υποχωρεί ούτε στιγμή ο αλλόκοσμος ρυθμός. Η δε σχέση τους με το κοινό, ήταν εξαιρετική. Ο frontman, μάλιστα, μέχρι που κατέβηκε ανάμεσα στον κόσμο για να στήσει το μικρόφωνο και να τραγουδήσει ανάμεσά μας.

Δεν ήταν εύκολο να ζυγίσεις τη συμβολή ενός μέλους σε σχέση με τα υπόλοιπα, για να δεις ποιος ακριβώς είχε πάρει τις ουσιώδεις πρωτοβουλίες σε ό,τι παρουσιάζουν οι Snapped Ankles. Έβλεπες περισσότερο ένα μέλος με 4 κεφάλια, που ήθελε να επελάσει και να κατακτήσει, παίζοντας τα κομμάτια του αλάνθαστα. Σε ένα live του οποίου η επιτυχία επικυρώνονταν απ' όπου και να τη μετρήσεις, ειδικά στις στιγμές που μας παρέσυραν να χορέψουμε πάνω στα synth-punk ξεσπάσματά τους.

Bishop Nehru
του Ανδρέα Κύρκου

Δεν θα αργήσει να κάνει το πέρασμά του στο mainstream o Bishop Nehru. Αν δεν το έχει καταφέρει μέχρι τώρα, είναι πιθανότατα γιατί θέλει να το κάνει με τους δικούς του όρους. Ο ράπερ ανέβηκε στη σκηνή γύρω στις 10 και έδειξε ότι είναι μια μικρή διάνοια. Υποσχέθηκε δε ότι θα προσφέρει fun και το έπραξε. Εξαιρετικό flow στο μικρόφωνο, άριστη χρήση των στίχων, ξεκάθαρο προσωπικό αποτύπωμα και μοντέρνα έκφραση με κλασικές επιρροές (ανάμεσα στον 2Pac και στους Wu-Tang Clan).


Ο Nehru είναι 23 ετών αλλά, κοιτώνας τον, στοιχηματίζεις ότι δεν είναι πάνω από 16. Χωρίς τα περιττά λούσα της gangsta σχολής και χωρίς τη macho πόζα πολλών ομοίων του, παρέδωσε ένα μικρό σεμινάριο καλής χιπ χοπ αισθητικής. Έπαιξε με αληθινό νεύρο και με μυαλό, δίνοντας τον καλύτερό του εαυτό· χωρίς την υπερπροσπάθεια που θα τον εξέθετε στους πιο υποψιασμένους, αλλά και χωρίς να τον πτοήσει το ότι αντιμετώπιζε λευκό ακροατήριο. Τα κατάφερε περίφημα, λοιπόν.

Quantic
του Ανδρέα Κύρκου

Οι Quantic ξέρουν να ξεδιπλώνουν στη σκηνή πολύ περιπετειώδεις συνθέσεις, οι οποίες είναι δεμένες βαθιά στους μελωδικούς αρμούς τους· ξέρουν επίσης να παίζουν μοτίβα μεγαλόπρεπα και προπάντων πολιτισμένα. Το project του Will Holland έπαιξε θέματα που είχαν αναλογική καρδιά και έδεναν τις παραδόσεις που τα ζύμωσαν.

Τα λίγα, σκόρπια φωνητικά ήταν αδύναμα και δεν προσέθεσαν τίποτα στην εμφάνιση. Όμως οι instrumental μελωδίες τους θα βρήκαν απήχηση σε πολλές κατηγορίες ακροατών: σε αυτούς που θέλουν την απόδραση (που με τους progressive δίσκους των 1970s φαντασιώνονται ότι τρέχουν ανέμελοι σε λιβάδια), σε εξερευνητές της τζαζ, σε πολλούς που τη βρίσκουν με obscure soundtracks και σε όσους αγαπούν τους afro-latin ρυθμούς.

Ο κόσμος αντέδρασε θετικά και απόλαυσε την «jam φόρμουλα» της πληθωρικής μπάντας. Βέβαια τo ταξίδι είχε πολλούς σταθμούς για να αφομοιωθεί, με αποτέλεσμα να σε πετάει από τον Curtis Mayfield στα αφροκουβάνικα beats και μετά στους Steely Dan. Χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι η performance δεν ήταν έντιμη και πλήρης.

Korea Town Acid
της Τάνιας Σκραπαλιώρη

Η έναρξη της club σκηνής του Winter Plisskën Festival 2019 υπήρξε «παραδοσιακά» άχαρη, αφού είναι γνωστό ότι οι καλλιτέχνες που επωμίζονται ένα τέτοιο βάρος καλούνται συνήθως να παίξουν μπροστά σε πενιχρό κοινό και πολύ νωρίς για τα δεδομένα της μουσικής τους, σε χώρους που φαίνονται υποφερτοί μόνο τις μικρές ώρες της νύχτας και μετά τη δέουσα κατανάλωση αλκοόλ. Ο κανόνας αυτός ίσχυσε λοιπόν και στο Aquarium stage, το οποίο στήθηκε φέτος στο club MOOD της Τριπτολέμου. Χωρίς ωστόσο να πτοήσει στο ελάχιστο το DJ set της Korea Town Acid, ανερχόμενου άστρου της ηλεκτρονικής σκηνής του Τορόντο.


Η κατά κόσμον Jessica Cho έδωσε στους λίγους τυχερούς που βρέθηκαν από νωρίς ενώπιόν της ένα φρέσκο, υβριδικό set με μελετημένες ηχητικές εκπλήξεις, ενδιαφέρουσες μεταβάσεις και το απαραίτητο «εξωτικό» χρώμα. Τίμησε μάλιστα και την προγονική της πατρίδα: με κεντρικό άξονα το ντεμπούτο EP Mahogany Forest (2018), ελίχθηκε με θαυμαστή άνεση μεταξύ κορεατικής επιστημονικής φαντασίας και ωμής, υπόγειας techno, μεταξύ μελωδικής, κλασικής house και breaks. Ανοίγοντας έτσι με αξιώσεις το line-up του Aquarium, κάνοντάς σε να σημειώσεις το όνομά της.

Floating Points
της Τάνιας Σκραπαλιώρη

Υπάρχουν μερικές στιγμές στην προσωπική συναυλιακή ιστορία του καθενός που δύσκολα μπορούν να αναπαραχθούν με λόγια· και, όταν γίνεται, η περιγραφή είναι συνήθως αρκετά κατώτερη των περιστάσεων. Πρόκειται για εκείνες τις περιπτώσεις στις οποίες η μουσική και το αισθητικό της περιτύλιγμα σε καταλαμβάνουν εξαπίνης. Και, είτε γνωρίζεις πέντε πράγματα για τον ήχο τον οποίον ήρθες να ακούσεις, είτε εισέρχεσαι εντελώς αδαής στη σφαίρα του, το αποτέλεσμα που μεταλαμβάνεις είναι αναπάντεχα καθηλωτικό, σχεδόν εξωπραγματικό. Και αδιαμφισβήτητα αλησμόνητο.

Όλα αυτά και πολλά, πολλά ακόμα θα μπορούσαν να ειπωθούν για την εμφάνιση του πολυμήχανου Βρετανού παραγωγού Floating Points, με την οποία έπεσε θριαμβευτικά η αυλαία του main stage της φετινής, χειμερινής εκδοχής του Plisskën Festival. O Sam Shepherd είναι φυσικά γνωστός και μη εξαιρετέος στους φανατικούς της ηλεκτρονικής κουλτούρας ήδη από το 2015, όταν με το ντεμπούτο του Elaenia συνέβαλε τα μέγιστα στην ανάδειξη των ηλεκτρονικών ως ενός νέου τρόπου να μιλήσουμε για την κλασική σύνθεση, κερδίζοντας παγκόσμια αποδοχή. Αυτό που παρουσίασε ωστόσο στο Piraeus Academy το βράδυ του Σαββάτου, ήταν υπεράνω κάθε προσδοκίας απόλαυσης.

Με αυτοσχεδιασμούς που έκοβαν την ανάσα, συναρπαστικά εφέ-κοψίματα και generative art visuals τα οποία μεταμόρφωναν το σκηνικό σε κατάποση ενός τεράστιου ψυχεδελικού χαπιού, ο Floating Points δίδαξε εκ νέου τι θα πει IDM και μας έκανε κυριολεκτικά να δούμε κύκλους και να χορέψουμε πάνω τους. Σε μια απολαυστική, άνετη και άκαπνη χωρική συνθήκη, οι θαμώνες του φεστιβάλ ενσωματώθηκαν με όλη τους την καρδιά στον υπέροχα αυτιστικό ρυθμό του Shepherd και βούτηξαν στο εξαιρετικά δύσκολο set του, που με έναν μαγικό τρόπο φάνταζε τόσο φυσικό και απλό.

Ο Floating Points, ο οποίος, όταν δεν είναι ο Floating Points είναι ένας διοπτροφόρος νευροεπιστήμονας που νομίζεις ότι μόλις τελείωσε το σχολείο, ξεκλείδωσε ενώπιόν μας όλα τα μυστικά του ήχου του, όπως ακριβώς το κάνουν οι μεγάλοι μάγοι: χωρίς ποτέ να προλάβουμε ν’ αντιληφθούμε πότε ή πώς το έκανε. Εξήγησε έτσι, με τον τρόπο του, γιατί το φετινό άλμπουμ Crush έκανε τον ντόρο που έχει κάνει.

Μετά από κάμποσα τέταρτα γεμάτης, ιδιοφυούς techno και άλλα τόσα ιντερμέδια ουράνιου θορύβου, που χύνονταν μέσω οπτικών ινών στις εκβολές του video wall –και συνολικά περίπου 2 ώρες σχεδόν εξωσωματικής πλοήγησης στον κόσμο του Floating Points– η πείνα του κοινού για κάτι εξαιρετικό είχε χορτάσει. Και η διοργάνωση είχε τον μεγάλο της νικητή, για φέτος.

Cabaret Nocturne
της Τάνιας Σκραπαλιώρη

Η μετάβαση από τον υπερβατικό χορό του Floating Points στο main stage πίσω στο Aquarium, αποδείχθηκε μια βαθιά ξενερωτική διαδικασία. Οι ορδές των διασκεδαστών του Σαββάτου συνωστίζονταν στο στενό της Τριπτολέμου, ενώ ο ήχος που ξεπηδούσε στο πεζοδρόμιο όταν ανοιγόκλεινε η πόρτα του MOOD χανόταν σαν τη μύγα μέσα στο γάλα στους διαξιφισμούς των εκατέρωθεν ελληνάδικων.

Στα ενδότερα, ωστόσο, το party είχε για τα καλά ανάψει με τους πιο χορευταράδες των φεστιβαλιστών να έχουν ήδη προτιμήσει το set του Cabaret Nocturne από τις δύσκολες εξισώσεις του Floating Points. Ο Βέλγος παραγωγός αποδείχθηκε μάλιστα πολύ πιο εξωστρεφής και φωτεινός από τις κυκλοφορίες του, ενώ το set του –με κυρίαρχο dark pop προανατολισμό– κινήθηκε σε υψηλότερους από το αναμενόμενο τόνους, δικαιώνοντας έτσι τη χορευτική ταυτότητα και παράδοση του Aquarium stage σε κάθε Plisskën Festival. Η ανάκρουση του πιο αγαπημένου ίσως track του Cabaret Nocturne, του "Blind Trust", έγινε δεκτή με τον δέοντα ενθουσιασμό, ενώ μεγάλο ενδιαφέρον παρουσίασαν νέα remixes και κομμάτια από τις επερχόμενες κυκλοφορίες του, τα οποία το ελληνικό κοινό είχε την ευκαιρία να χορέψει για πρώτη φορά.

Το χορταστικό set του Cabaret Nocturne μέτρησε περίπου 2,5 επιτυχημένες ώρες και έκλεισε φαντασμαγορικά με τη σκυταλοδόχο στο line-up του Aquarium, Afrodeutsche, ν' ανεβαίνει στα decks για ένα μικρό, απολαυστικό back-to-back set μετάβασης με τον προκάτοχό της. Το οποίο έκλεψε τις εντυπώσεις και οδήγησε ομαλά το κοινό σε μια νέα διάσταση clubbing.

Afrodeutsche
της Τάνιας Σκραπαλιώρη

Η πολυ-πολιτισμική περσόνα της Afrodeutche είναι μία ακόμα ιδιαίτερη περίπτωση σύγχρονης χορευτικής μουσικής, από εκείνες που αξίζουν της προσοχής. Και το Plisskën Festival αποτέλεσε σπάνια ευκαιρία για να τη μελετήσεις λίγο παραπάνω.

Η εντυπωσιακή εμφάνιση της Henrietta Smith-Rolla δεν πέρασε απαρατήρητη, έτσι όπως δέσποζε στο DJ βάθρο του Aquarium. Παράλληλα, η εκλεπτυσμένη της προσέγγιση έδωσε στη βραδιά συναισθηματικό βάθος, το οποίο δύσκολα θα άφηνε ασυγκίνητο κάποιον που ψάχνει στην ηλεκτρονική κουλτούρα κάτι παραπάνω από μια αφορμή για ενστικτώδη χορό στα τυφλά.

H κλασική house αναμίχθηκε έτσι με το techno της σκηνής του Μάντσεστερ, ενώ εγγενώς αβανταδόρικα breaks συγχωνεύτηκαν με εύστοχα remixes σε παλιά και νέα θηλυκά αστέρια της electronica κοινότητας –όπως η Nina Kraviz και η Marie Davidson. Αποτέλεσμα; Ένα δίωρο, ιδιαιτέρως αξιόλογο set, που άφηνε με μια επίγευση φρεσκάδας όσους από εμάς τελείωσαν κάπου εκεί τη βραδιά τους, οδηγώντας συνάμα με στιβαρότητα τους υπόλοιπους αμετανόητους νυχτόβιους, όσους ποτέ δεν εγκαταλείπουν το dancefloor πριν βγει για τα καλά ο ήλιος. Εν προκειμένω, στο techno πρωινό της Sama΄.

{youtube}5MtvKyx0LbM{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured