Μια κρύα, βροχερή νύχτα του Νοέμβρη στον συναυλιακό χώρο του δημαρχείου στο μετα-βιομηχανικό Μπέρμινγχαμ, δεν σε προετοιμάζει κατάλληλα γι' αυτό που θ' ακολουθήσει. Κάτι τραβάει ανόμοιους ανθρώπους: μαμάδες που δεν είχαν πού να αφήσουν την 8άχρονη κόρη, ζευγάρια 40άρηδων, γκοθάδες, πανκιά, οξυζενέ 30άρες, τύπους με μούσι Γκάνταλφ. Η αίθουσα γεμίζει σιγά-σιγά και ακριβώς στις 20.45 σταματάει να ακούγεται το σάουντρακ από το Halloween του John Carpenter και τα φώτα χαμηλώνουν.

Οι ήχοι του "Vampires" –μια σκοτεινή, ινστρουμένταλ ωδή στη δεκαετία του 1980– μας προετοιμάζουν για την είσοδο της Bat For Lashes στη σκηνή, αλλά και για το ύφος της βραδιάς. Φορά ένα κατακόκκινο φόρεμα και συνοδεύεται μόνο από την κιμποντίστρια· σεμνή ή τρακαρισμένη ή και τα δύο, αφού είναι η πρώτη της συναυλία σε μια μίνι τουρνέ (πέντε στάσεις) μετά από απουσία 3 ετών, με εξαίρεση ένα σύντομο set στη δισκογραφική της (Rough Trade) τον Αύγουστο, πριν την έκδοση του φετινού άλμπουμ Lost Girls.

Προχωράει στο μικρόφωνο και απευθύνει σύντομο χαιρετισμό, πριν ξεκινήσει το ηχητικό της παραμύθι, με μοναδικά εργαλεία τη φωνή της και τη συνοδεία των πλήκτρων. Όλο το set θα είναι ακουστικό, αφού η περιοδεία σηματοδοτεί μια επιστροφή στις βασικές αρχές της δημιουργίας, η οποία απαντά στην ανάγκη της Natasha Khan για μια πιο στενή επαφή με τον ακροατή/θεατή, χωρίς πολυμελή μπάντα, ντεκόρ και εξτραβαγκάντζες. Άλλωστε τα έχει κάνει όλα αυτά στο παρελθόν, είτε ως support στους Radiohead, είτε μόνη της, σε αχανή φεστιβάλ. Τώρα θέλει λοιπόν να μας παρουσιάσει το σάουντρακ σε ένα αμερικάνικο, 1980s βαμπιρο-θρίλερ στο ανατολικό Λος Άντζελες, εκφράζοντας μια διαφορετική σκοτεινιά από εκείνη που διαπερνούσε τα προηγούμενα άλμπουμ: η ζωή στην Καλιφόρνια τα τελευταία 3 χρόνια την έχει απομακρύνει από την ομίχλη της Αγγλίας κι ας μας ομολογεί ότι της λείπει πολύ.

Αρχίζει λοιπόν με το πολυρομαντικό "Kids Ιn Τhe Dark", το οποίο αποκαλύπτει τη γκάμα της· και από τις πρώτες νότες ξέρει (και ξέρουμε) ότι το πάρε-δώσε θα είναι τίμιο. Μετακινεί το podium γιατί φοβάται ότι μπορεί να κόβει τη θέα σε κάποιους, χάνει τις σημειώσεις της, μας λέει ότι φοβάται λίγο, μα ένας από το κοινό της απαντά ότι δεν έχει τίποτα να φοβάται από εμάς. Παίρνει κουράγιο και συνεχίζει με τα επόμενα κομμάτια από το Lost Girls ("The Hunger", "Mountains", "Desert Man", "Feel For You" και το αγνώριστο "Jasmine"), σε μια ευαίσθητη ισορροπία μεταξύ της αυτοπεποίθησης που της δίνει η ωριμότητα/εμπειρία και του απρόοπτου που εμπεριέχει μια ζωντανή εμφάνιση χωρίς κόλπα. Συμπυκνωμένη καλτίλα, με την αναφορά στα Lost Boys (1987) και την επίσκεψή της στη γέφυρα της ταινίας· η απεραντοσύνη της αμερικάνικης ερήμου, το Twin Peaks, ένα κλείσιμο ματιού στον Philip Glass –ΟΚ, αυτό μπορεί και να το φαντάστηκα– είναι όλα εκεί.

Ενδιάμεσα μας διαβάζει ένα απόσπασμα από τη νουβέλα που ποτέ δεν εξέδωσε, ενώ περνάει στα τραγούδια από το The Bride (2016) παίζοντας στην κιθάρα το "Joe’s Dream", τα ριφς του οποίου ξυπνάνε μνήμες από Neil Young στο Dead Man του Τζιμ Τζάρμους (1995). Για τη συνέχεια μας επιφυλάσσει την πρώτη έκπληξη, καθώς αποφασίζει να παρουσιάσει τη δική της εκδοχή στο "Boys Οf Summer" του Don Henley –μία αναφορά στα παιδικά της ακούσματα. Tο ενδιαφέρον της για αναφορές ανθρώπων που υποστηρίζουν ότι απήχθησαν από εξωγήινους και την αίσθηση χαμένου χρόνου που περιγράφουν λειτουργεί ως εισαγωγή στο "Missing Time" (το οποίο παραμένει ακυκλοφόρητο), ακολουθούμενο από το "Close Encounters" και μια ιστορία για έναν Διδάκτορα Μυθολογίας (λάθος διδακτορικό έκανα!).

Για το "Land’s End" ξανά στην κιθάρα, τραγουδάει 30 δευτερόλεπτα σε λάθος κλειδί, σταματάει να τσεκάρει με την κιμποντίστρια και ξανά από την αρχή, με τον χωροχρόνο να συντονίζεται στα γυρίσματα της φωνής της και την ίδια να μας τραβάει ακόμα πιο βαθιά στον κόσμο της. Έναν κόσμο όπου κατοικεί το αντικείμενο του πόθου της με τη μορφή του φανταστικού χαρακτήρα Daniel, αλλά και η εύθραυστη "Laura": κομμάτι που από μόνο του αρκεί για να τοποθετήσει τη Bat For Lashes δίπλα σε όλες τις γυναικείες φωνές που τη διαμόρφωσαν και της επέτρεψαν να συνεχίσει να μεγαλώνει καλλιτεχνικά –την Elisabeth, την Kate, τη Siouxsie, την Tori, τη Hope.

Επιστρέφει στη σκηνή για το encore, με δύο ακόμα εκπλήξεις. Κάθεται στα πλήκτρα και μας εκμυστηρεύεται ότι δεν έχει λόγια αρκετά για να περιγράψει το επόμενο τραγούδι, το οποίο φοβάται να καλύψει («Fuck!»). Παίρνει πάντως το ρίσκο και παίζει μια μοναδική εκτέλεση στο "This Woman’s Work" της Kate Bush, με το κοινό να απομένει σε κατάσταση σοκ. Ξέροντας τι έκανε και επειδή επιθυμεί ο κόσμος να σκουπίσει τα δάκρυα και να φύγει με χαμόγελο, κλείνει τη συναυλία διασκευάζοντας το "I Drove All Night" της Cindy Lauper –γιατί αυτό έπαιζε η μητέρα της στο αυτοκίνητο, όταν γυρνούσαν από το σχολείο. Απλά πράγματα, από τα παιδικά χρόνια δύσκολα ξεφεύγεις.

Πολλοί άνθρωποι είναι ταλαντούχοι, αρκετοί ξέρουν να εκμεταλλευτούν το ταλέντο τους και να ζήσουν από αυτό. Λίγοι ζουν όμως για εκείνο και ακόμα λιγότεροι δημιουργούν ένα ολόκληρο σύμπαν για να ζήσουν μέσα του. Τέτοια πλάσματα συνήθως βασανίζονται τόσο πολύ από τη δυσκολία τους να επικοινωνήσουν με τον έξω κόσμο, ώστε, αν δεν είχαν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν τη δική τους πραγματικότητα, θα έμεναν καταδικασμένα σε έναν αφόρητο αγώνα επιβίωσης, με τραγικά αποτελέσματα. Όσοι όμως καταφέρνουν να βρουν τρόπους αποφυγής της αυτοκαταστροφής, ενίοτε επιτρέπουν σε οποιονδήποτε αισθανθεί το κάλεσμα να μετέχει στο σύμπαν τους, έστω και για μερικές στιγμές. Αυτό έκανε η Natasha Khan την περασμένη Πέμπτη και γι' αυτό την ευχαριστούμε.

{youtube}qm3Xg289qTM{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured