Πέραν πάσης αμφιβολίας, η φθινοπωρινή συναυλιακή περίοδος ξεκίνησε για άλλη μια χρονιά με αφθονία σε προτάσεις, για κάθε πιθανή προτίμηση. Από τη μία, έχουμε επισκέψεις γνώριμων οδοιπόρων, που παρακινούν καθιερωμένα το ενδιαφέρον στη χώρα μας, αφού κάθε ερχομός βρίσκει τους ίδιους αφοσιωμένους οπαδούς να τιμούν την όλη προσπάθεια με τον οβολό τους. Από την άλλη, έχουμε χαρακτηριστικά παραδείγματα καλλιτεχνών που μας επισκέπτονται για πρώτη φορά (ή απλά αραιά), προσδίδοντας έτσι έναν «εξωτικό» αέρα στο όλο εγχείρημα. Ο Ihsahn είναι μια τέτοια περίπτωση: ένα βίωμα ιδιόμορφα σπάνιο, ικανό να προσελκύσει πολυσυλλεκτικό κοινό χάρη στην πολυμορφική του πορεία.

Οι Order Οf Τhe Ebon Hand, από τη δική τους πλευρά, είναι παλιοί γνώριμοι της ελληνικής σκηνής, ήδη από τη κυκλοφορία του ομολογουμένως άφθαστου The Mystic Path Τo Τhe Netherworld, το μακρινό 1997. Ενδεχομένως, φαντάζουν πλέον κάπως παραγκωνισμένοι εν συγκρίσει με τα κλασικά εγχώρια ονόματα, ελέω της αραιής δισκογραφικής τους παρουσίας: από τότε έχουν κυκλοφορήσει μόλις 2 ολοκληρωμένες δουλειές, μεταξύ διαλειμμάτων 8 και 14 ετών. Δεδομένου πως βλέπουν το όλο εγχείρημα ως το άνθος του γενετήσιου μουσικού τους πάθους, οι έως τώρα κινήσεις τους φανερώνουν ότι ουδέποτε ενδιαφέρθηκαν για σταδιοδρομία· εστιάζουν στο να απασχολούνται όποτε οι ανάγκες του ενδότερου εαυτού εκμαιεύουν ένα ζωηρά δημιουργικό άγχος.

Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι η μπάντα δεν έχει επιδείξει επαγγελματισμό και την απαραίτητη σοβαρότητα. Αντιθέτως, έχουν εμφανιστεί στο πλευρό κλασικών ονομάτων τα τελευταία αρκετά έτη, τη στιγμή που οι ίδιοι μεταμορφώνονται σε πραγματικά αγρίμια επί σκηνής, αποτρέποντας με τον παλμό τους κάθε υποψία ανάσας. Από την πλευρά του, μάλιστα, ο Merkaal εντυπώθηκε ως ένας άσπονδος λάτρης μιας επικής ονειρικότητας: η σκηνική του παρουσία στο Fuzz συνδύαζε το αρχαϊκό με την αμεσότητα, όπως και το θεατρικό στοιχείο με την ανοξείδωτη κόψη. Το μόνο δηλαδή αρνητικό που θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς για την όλη παρουσία στο πλευρό του Ihsahn, είναι ότι οι Order Of The Ebon Hand εμφανίστηκαν ενώπιον φίλων και λοιπών συγγενών, καθότι η συντριπτική μερίδα του κοινού ουδεμία διάθεση έδειξε να τους παρακολουθήσει· έστω κι αν έφεραν στις αποσκευές τους το εξαιρετικό φετινό άλμπουμ VII: The Chariot.

Ο Vegard Sverre "Ihsahn" Tveitan, πάλι, αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση μουσικού που δεν παρέμεινε στάσιμος στην εξέλιξή του, παρά την πρωτόγνωρη επιτυχία που γνώρισε χάρη στις majestic black ωδές των Emperor. Τουναντίον, η κύρια ασχολία του παραγκωνίστηκε με τον καιρό, καθώς επιδόθηκε σε ακραία prog μονοπάτια, λίγα μόλις έτη μετά την κυκλοφορία του Prometheus - The Discipline Οf Fire & Demise (2001) και την επακόλουθη διάλυση του ιστορικού γκρουπ. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι το ίδιο το Prometheus κατέδειξε πως ο δημιουργός του θα ακολουθούσε σύντομα διαφορετική πορεία, καθώς ολοένα και βελτιωνόταν στις κιθαριστικές του ικανότητες, ενώ δούλευε εντατικά το εύρος των διττών φωνητικών του.

Η συνέχεια είναι σε όλους γνωστή. Ο Ihsahn επικεντρώνεται κατά βάση στην εξερεύνηση της σόλο καριέρας του, ωθώντας παράλληλα τον εαυτό του σε μερικά συναυλιακά διαλείμματα, παραδίδοντας headline εμφανίσεις στο πλευρό των (ανασχηματισμένων, κατά διαστήματα) Emperor. Από τη μία, αποδίδει έτσι φόρο τιμής στο παρελθόν –κερδίζοντας συγχρόνως καλοδεχούμενα χρήματα προς βιοπορισμό– από την άλλη η συντριπτική μερίδα της προσοχής του εστιάζεται στο τωρινό του πάθος. Ίσως βέβαια ορισμένοι να θεωρούν τους Emperor «ξεπουλημένους» από τη στιγμή που δεν έχουν κυκλοφορήσει κάποιον νέο δίσκο, επιμένοντας να παρουσιάζουν αποκλειστικά 1990s αναπολήσεις για διόλου ευκαταφρόνητες αμοιβές. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι πολύ εύκολα ο Ihsahn θα μπορούσε να υποκριθεί τον μέντορα του προπατορικού black metal, δράττοντας κάθε καρπό επιτυχίας με τις πιθανές δισκογραφικές του επιλογές.

Με λίγα λόγια, ο Ihsahn είναι περίπτωση μουσικού πέρα για πέρα τίμιου. Παραμένει αλώβητα πιστός στο όραμά του, στα θέλω και στα πιστεύω του, παρά το κόστος που πληρώνει σε μεμονωμένους σταθμούς. Πώς αλλιώς να κρίνει άλλωστε κανείς την ισχνή προσέλευση στο Fuzz το Σάββατο, αν αναλογιστούμε ότι ήταν και η πρώτη του επίσκεψη στη χώρα μας ως σόλο καλλιτέχνη, 22 ολόκληρα έτη αφού είχε έρθει εδώ με τους Emperor; Η απογοητευτική αυτή ανταπόκριση οφείλεται στο γεγονός πως, ακόμη και έπειτα από 7 ολοκληρωμένους δίσκους, η δημοτικότητά του δεν αγγίζει ούτε κατά διάνοια την παρακαταθήκη των τελευταίων, με τους αμετανόητους πιουρίστες να παραμένουν ακλόνητα προσκολλημένοι στο παρελθόν.

Κάτι τέτοιο δεν έδειξε ωστόσο να απασχολεί ούτε στο ελάχιστο τον mastermind μιας καθ' όλα ταλαντούχας μπάντας. Αντιθέτως, η ποικιλομορφία της τρισδιάστατης κουλτούρας του σε μετέφερε από τη ζωηρή ζέστη στη φιλόξενη δροσιά, με μια άνεση παράδοξη για τα αυτιά ενός παραδοσιακού μεταλλά. Πρόκειται για τη μετάβαση από την ονειρική χαρτογράφηση μιας καθόλα άσπιλης ουτοπίας, στους δαιδαλώδεις στροβιλισμούς μιας άμετρα ζωογόνου ανάνηψης. Η απρόσκοπτη αυτή εναλλαγή συναισθημάτων είχε φυσικά ως κύριο ρόλο να ιντριγκάρει τον ακροατή, μέσω μιας ευφορίας που προκαλούσαν τόσο τα απαλά, συναισθηματικά μοτίβα ή τα up-tempo groovy μέρη, όσο και τα καταιγιστικά ξεσπάσματα· τα οποία κολλούσαν κάθε αίσθηση στον τοίχο, ωσάν ραγδαία ηφαιστειακή εκροή. 

Όσον πάλι αφορά τα μέλη μεμονωμένα, στάθηκαν επάξια πιστά στον ακραία προοδευτικό ρόλο τους. Η τοποθέτηση μάλιστα των μουσικών επί της σκηνής του Fuzz έφερε κατά νου την εικόνα του Robert Fripp και των επιδραστικών King Crimson, υποδεικνύοντας τις ενδοφλέβιες 1970s ενέσεις στην αμαυρωμένη παιδεία του Ihsahn. Η μουσική του αποτελεί άλλωστε ακριβώς αυτό: μια αόρατη γέφυρα, η οποία ενώνει το χάσμα ανάμεσα σε διαφορετικές δεκαετίες, ανασύροντας το παρελθόν στο παρόν μέσα από τη ραφιναρισμένη του οπτική. Οι μουσικοί λοιπόν που τον συμπλήρωσαν έμοιαζαν να φέρουν επαρκή κατανόηση του εν λόγω διμερούς χαρακτήρα, με τις εκτελέσεις τους να ταλαντεύονται ανάμεσα σε διαμετρικά αντίθετες αισθητικές.

Οι αντιδράσεις του κοινού, αν και ηχηρές σε στιγμιότυπα, ήσαν ως επί το πλείστον μεμονωμένες και σποραδικές. Κάτι απόλυτα κατανοητό, μιας και η μουσική του Ihsahn δεν ενδείκνυται για ξέφρενο πάρτυ, μήτε για ρυθμικές, sing-along καταστάσεις. Η περίτεχνη υφή της αποτελεί ένα εγκεφαλικό αμάλγαμα φασμάτων, τα οποία περνούν από το φανταστικό στη μαθηματικοποίηση, λες και ανάλαφρα παραμύθια μετατρέπονται σε εξισώσεις άλυτες για τον νου ενός καθημερινού ανθρώπου. Έτσι, κάθε παρευρισκόμενος παρέμενε ακίνητος και αποσβολωμένος, εστιάζοντας το 100% της προσοχής του στην άφθαστη εκτελεστική δεινότητα των Νορβηγών. Πρόκειται για αγνό δέος, ωσάν το ξετύλιγμα μιας μαρτυρίας φαινομένων τόσο σχολαστικών σε σκέψεις, όσο και ιδιαίτερων σε συναίσθημα.

Όπως επομένως αντιλαμβάνεστε, η πρώτη επίσκεψη της προσωπικής μπάντας του Ihsahn στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία· έστω κι αν η προσέλευση καταδεικνύει πως θα είναι μάλλον και η τελευταία στη χώρα μας. Ελάχιστοι εκτίμησαν δηλαδή τη νοερή τέρψη που δύναται να επιφέρει η διαδραστική τους περσόνα, αν και όσοι παραβρέθηκαν στο Fuzz απώλεσαν μετά πάσης βεβαιότητας κάθε αίσθηση του χρόνου. Η setlist κυλούσε αβίαστα σαν κρυστάλλινο, τρεχούμενο νερό –σε σημείο τέτοιο, ώστε ούτε αντιληφθήκαμε για πότε ξεκίνησε και πότε τελείωσε, με τον εκτιμώμενο χρόνο να υπολογίζεται λίγο κάτω των 2 ωρών. Ίσως διότι ο Ihsahn δεν είναι μόνο ένας πολυπράγμων καλλιτέχνης και δεινός εκτελεστής, αλλά κι ένας αμιγής ψυχαγωγός, ο οποίος εκπνέει μια αίσθηση διασκέδασης υπερβολικά εκλεπτυσμένη για την αισθητική της ευρύτερης μεταλλικής μάζας

{youtube}S6o4d6l6UFM{/youtube}

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured