Ο λόγος που πήγα στον Jose Feliciano είναι, πέρα του προφανούς, ο εξής: με ενδιαφέρει το πώς οι μύθοι της μουσικής διαχειρίζονται εαυτόν όταν περάσουν την περίοδο ακμή τους. Για να διευκρινίσω, δεν με ενδιαφέρει η παρακμή των stars –αυτό έχει σχέση με οπαδιλίκι και όχι με κριτική σημειολογία. Με ενδιαφέρει, αντίθετα, το πώς τοποθετούν τη μουσική τους μέσα στα ανά έτη ανανεωμένα μουσικά ρεύματα. Και σαφώς, όταν μιλάμε για τον Feliciano, ομιλούμε περί ενός μύθου. Όχι μόνο για τους 45 χρυσούς και πλατινένιους δίσκους που διαφήμιζε η αφίσα, αλλά επειδή κατάφερε να ενώσει στην κιθάρα του το σκληροπυρηνικό ισπανικό Χάρλεμ της δεκαετίας του 1960 (όπου και γεννήθηκε), το Πουέρτο Ρίκο (απ’ όπου και κατάγεται), τη folk και το rock ‘n’ roll.

Όταν μπήκα στο Gazarte στις 10 παρά το βράδυ της Πέμπτης, αφενός συνειδητοποίησα ότι η βροχή που ράπιζε όλη την ημέρα την πρωτεύουσα ουδόλως είχε πτοήσει τους κατακλύζοντες την αίθουσα, αφετέρου ένιωσα μια παγωμάρα όταν στα δεξιά κι αριστερά της σκηνής είδα συστοιχίες από συνθεσάιζερ. Ναι, σαφώς υπήρχαν και δυο σκελετοί από κρουστά με πλήρη αρματωσιά, όπως κι ένας ενισχυτής μπάσου (και φυσικά το κλασικό σκαμπό όπισθεν του μικροφώνου, όπως σε κάθε συναυλία του Feliciano), αλλά ήταν σίγουρο ότι πνευστά δεν θα ακούγαμε (ενώ στο παρελθόν είχε χρησιμοποιήσει). Εξίσου αλήθεια, επίσης, ότι η σύνθεση του κόσμου δεν μου άφηνε περιθώρια να ορίσω το τι μπορεί να περίμενε το κοινό εκείνο το βράδυ: περίεργο το ηλικιακό φορμά, με αρκετούς μεν συνταξιούχους, μα και αρκετές πιτσιρίκες με εμφανή αστική καταγωγή. Να πω την αλήθεια, περίμενα περισσότερους από το δικό μου ηλικιακό φάσμα, μιας και η φήμη του Feliciano σε όσους μεγάλωσαν με κλασικό ροκ στη δεκαετία του 1970 ήταν μεγάλη.

Αφού τελείωσα με τη ληξιαρχική σημειολογία, άρχισα να νιώθω ολίγον τι από ανυπομονησία. Στις 22.00 έλεγε η αφίσα και το ΔΤ ότι ξεκινάει ο Feiciano, στις 22.46 εμφανίστηκαν εντέλει οι μουσικοί. Έπειτα από μια μικρή εισαγωγή, μπήκε και το κεντρικό πρόσωπο της βραδιάς στη λουσμένη στο μπλε φως και στρωμένη με παχιά μοκέτα σκηνή, υποβασταζόμενος μόνο μέχρι τη στιγμή που έφτασε στο σκαμπό του. Διότι αυτός ο άνθρωπος, όταν κάτσει και έχει το μικρόφωνο ανοικτό, αρπάζει την κιθάρα του και πραγματικά δεν χρειάζεται ούτε οδηγούς, ούτε κανέναν για να έρθει σε άμεση επαφή με το κοινό. Ήταν κάτι παραπάνω από όμορφο το συναίσθημα το οποίο με κατέκλυσε όταν συνειδητοποίησα ότι η φωνή του έχει μείνει αναλλοίωτη, όντας, όπως πάντα, πανέμορφη. Ήταν επίσης κάτι παραπάνω από εντυπωσιακός στην κιθάρα του. Και όχι μόνο στην κλασική, το σήμα κατατεθέν του, αλλά και σε μια υπέροχη Mosrite ηλεκτρική, το σώμα της οποίας ήταν από ατόφιο πλεξιγκλάς. Δεν υπήρχε δε καμία φειδώ σε επίπεδο δεξιοτεχνίας: τα σόλο του Feliciano τσακίζουν είτε αναγιγνώσκει ισπανικούς δρόμους, είτε περνάει από το φίλτρο rock ‘n’ roll τραγούδια όπως το “Heartbreak Hotel”.

Επικοινωνιακός μέχρι κόκαλου, με τον καλό του τον λόγο ακόμα και για μια ισπανική παρέα που είχε έρθει στο Gazarte, καλόπιασε το ελληνικό κοινό παίζοντας ακόμα και μπουζούκι (άριστα, αν και τον πρόδωσε το κακής συντήρησης όργανο) Ο Feliciano δεν έχει μόνο τη στόφα αλλά και την εμπειρία ενός μεγάλου entertainer. Κι αυτό προσμετράται στα συν ενώ απάντησε, εν μέρει, και στο αρχικό μου ερώτημα. Στο υπόλοιπο μέρος, όμως, τα συμπεράσματά μου υπήρξαν πικρά. Ο ήχος θα μπορούσε να είναι πιο γυμνός –ευελπιστώ ότι δεν ήμουν ο μόνος που έκρινα ότι τα κρουστά και το εξάχορδο μπάσο θα έφταναν, καθώς τα πλήκτρα έδωσαν έναν αταίριαστα γλυκίζοντα, α-λα-Cristofer Cross, τόνο. Οι ενορχηστρώσεις, επίσης, παραήταν «ατσαλάκωτες» και δεν έπειθαν. Υπήρξαν λ.χ. σημεία στο σετ (και στο ισπανικό ρεπερτόριο, μα και στις διασκευές) όπου ο ήχος επιβαλλόταν να σε «δαγκώσει», όπως λέμε. Και στα δυο έτσι μέρη του σετ (υπήρξε ένα μισάωρο διάλειμμα στις 23.27, αλλά το δεύτερο μέρος ήταν σχεδόν διπλάσιο του 1ου) ακούσαμε μια πανέμορφη φωνή και μια αδαμάντινη ταστιέρα, που όμως σε καμία περίπτωση δεν έγινε χάλυβας. Κρίμα, διότι τα υλικά υπήρχαν.

Πάντως, έφυγα με θετικά συναισθήματα από την πρεμιέρα του Jose Felicano στο Gazarte. Και αυτό διότι, παρά τις παραπάνω ενστάσεις, στη σκηνή βρισκόταν ένας πανέξυπνος άνθρωπος: ακόμα και η τυφλότητά του δεν φτάνει για να περιορίσει την αίσθηση ότι είναι γεράκι. Απλά χρησιμοποιεί άλλες αισθήσεις για να καταλάβει την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Και ήταν επίσης θετικές οι σούμες μου επειδή το να ακούς μια αγέρωχη φωνή η οποία επί δεκαετίες εξακολουθεί να πάλλεται, αποτελεί μια νίκη απέναντι στον χρόνο. Νίκη όλων μας, και το εννοώ.

Υ.Γ.: Θα το πω και ας με κόψει ο αρχισυντάκτης. Δεν είναι δυνατόν να είσαι μπασίστας του Feliciano και να εμφανίζεσαι με ξεχειλωμένο μαύρο μπλουζάκι. Απαράδεκτο, καθώς προδίδει προχειρότητα –βαραίνει εξίσου το management, όσο και τον μουσικό.

Φωτογραφίες: Σμαρώ Μπότσα

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured