Η τζαζ και τα μπλουζ είναι τα μόνα είδη μουσικής για τα οποία έχω εικόνα. Όταν ακούω δηλαδή αυτές τις λέξεις, σχηματίζεται στο μυαλό μου ένα συγκεκριμένο σκηνικό που δεν μεταβάλλεται σχεδόν ποτέ. Είναι πάντα η εικόνα ενός μπαρ όπου κυριαρχεί το ξύλο, φτιάχνοντας μια ζεστή ατμόσφαιρα, οι παρουσίες είναι φινετσάτες και καλοντυμένες, και, βέβαια, έξω βρέχει. Κι όλα αυτά τοποθετημένα κάπου στη δεκαετία του 1950. Στην πραγματικότητα του 21ου αιώνα, υπάρχει ένα μπαρ όπου όντως οι θαμώνες είναι πάντα φινετσάτοι και το ξύλο επιβάλει την παρουσία του –και ο Lucky Peterson ήταν εκεί την Παρασκευή το βράδυ για να ντύσει και μουσικά την εικόνα της φαντασίας μου. Μπορεί να μην έβρεχε στον δρόμο για το Half Note, η υπόλοιπη βραδιά, όμως, εξελίχθηκε σχεδόν όπως την περίμενα…

Οι πρώτες νότες του Peterson βρήκαν κάποια τραπέζια να είναι ακόμα άδεια, σύντομα ωστόσο το Half Note γέμισε, και, από τις ματιές που έριχνα τριγύρω, έβλεπα μικρούς και μεγάλους να λικνίζονται στους ρυθμούς με πολύ ενθουσιασμό. Το κλίμα πάνω στη σκηνή ήταν παρόμοιο, αφού ατάκες του τύπου «Man! You can’t sit in the front row and not clap!» έδιναν κι έπαιρναν, κάνοντας τον κόσμο να γελά όλο και περισσότερο. Όταν, δε, ο Peterson αντιλήφθηκε τον φακό της Αίγλης, δεν σταμάτησε να ποζάρει ούτε λεπτό! Αφού έκανε μια αναδρομή σε παλαιότερους δίσκους του, φώναξε κατόπιν στη σκηνή τη γυναίκα του, Tamara, ώστε να παρουσιάσουν μερικά κομμάτια από το άλμπουμ Forever Darling (στο οποίο συνεργάστηκαν), με το “I Don’t Like You, But I Love You” να αποσπά το δυνατότερο χειροκρότημα. Λίγο πριν τα μεσάνυχτα, κατέβηκαν από τη σκηνή για ένα μικρό διάλειμμα και δεν δίστασαν να μιλήσουν με τον κόσμο, να φωτογραφηθούν και να ρωτήσουν πώς τους φαίνεται το πρόγραμμα.

Όταν επανήλθαν, ο Lucky Peterson θέλησε να μας παρουσιάσει και τους δύο μουσικούς του, από τους οποίους –η αλήθεια είναι– είχε κλέψει την παράσταση στο πρώτο μέρος. Τους… αποκατέστησε όμως, αφού ο Mike Nunno στο μπάσο και ο Mike Nappi στα ντραμς πήραν ο καθένας τον χρόνο του στον 15λεπτο αυτοσχεδιασμό που άνοιξε το δεύτερο μέρος, όπου ο Peterson τους συνόδευε διακριτικά στα πλήκτρα. Στη συνέχεια, ακούσαμε περισσότερα κομμάτια από τον καινούργιο του δίσκο You Can Always Turn Around, όπως π.χ. το “Trouble” και το “Four Little Boys” , λίγο πριν κλείσει η πρώτη από τις επτά εμφανίσεις τους στην Αθήνα.

Ο Peterson και οι μουσικοί του είναι από εκείνους τους ανθρώπους που δεν «φοβούνται» το κοινό τους. Γι’ αυτό και, ήδη πριν από την έναρξη του προγράμματος, βρέθηκαν στην πλατεία για να χαιρετήσουν και να ευχαριστήσουν όσους είχαν έρθει να τους ακούσουν. Στην αρχή μου έκανε μεγάλη εντύπωση, όταν όμως το αναλογίστηκα καλύτερα, συνειδητοποίησα ότι δεν είναι αυτονόητο να δώσει κανείς ένα μάτσο λεφτά για μια μουσική παράσταση, ειδικά στους χαλεπούς καιρούς στους οποίους ζούμε. Από κάπου θα τα στερηθείς για να τα επενδύσεις εκεί –το κόστος ευκαιρίας, που λένε και οι συνάδελφοί μου. Και να που υπάρχει κάποιος να το αναγνωρίσει και να ευχαριστήσει προκαταβολικά το κοινό του και όχι μετά από το χειροκρότημα –όπου, δηλαδή, είσαι και «υποχρεωμένος» να πεις ευχαριστώ.

Η καληνύχτα της μπάντας ήρθε με την παράκληση να πούμε και στους φίλους μας για τα live τους, αν περάσαμε καλά. Και ξέρετε κάτι; Εγώ θα τους το πω...

Φωτογραφίες: Αίγλη Δράκου

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured