Λατρεία!

Σαν συνδυασμός ονομάτων, όσον αφορά στη βαρύτητά τους στο διεθνές μουσικό χρηματιστήριο, το φετινό Rockwave προφανώς δεν ήταν εξ αρχής ό,τι καλύτερο μας έχει φέρει η Didi Music. Προφανώς, όμως, η φετινή διοργάνωση δεν μπορεί να συγκριθεί με οτιδήποτε έχει γίνει μέχρι τώρα, λόγω πολλών ειδικών συνθηκών που κατά τεκμήριο το έκαναν περισσότερο βάση για όσα θα ακολουθήσουν. Επί χρόνια το βασικό του αγκάθι ήταν οι τσιγγάνικες ρίζες του. Ήταν απαραίτητο κάποια στιγμή να αποκτήσει τον σταθερό χώρο του, εκτός Αθηνών, και κουτσά στραβά το κατάφερε, σε ένα χώρο που προς το παρόν χωράει 10-12 χιλιάδες άτομα.

"Μα ...αφήστε με!"

Το όλο κακό με το Rockwave είναι ότι εγκλωβίστηκε συνειδητά σαν διοργάνωση από τον προκαταβολικό ενθουσιασμό των υπευθύνων του, δύο χρόνια πριν. Οι προσδοκίες που δημιουργήθηκαν από βαρύγδουπες εκφράσεις φέρουν και τη μερίδα του λέοντος για τις αντιδράσεις όλων, ιδιαίτερα αφού δεν είχαν σταθμιστεί τα πραγματικά οφέλη από ένα φεστιβαλικό event τις ημέρες των Ολυμπιακών Αγώνων. Όπως αποδείχθηκε στην πράξη (και δεν μιλούμε μόνο για το Rockwave), ό,τι δεν έφερε την στάμπα της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας, δεν έτυχε κάποιας ιδιαίτερης υποστήριξης. Συν τοις άλλοις, βλέποντας τις ημερομηνίες διεξαγωγής να απομακρύνονται χρονολογικά της Ολυμπιάδας, αντί να πλησιάζουν, αντιληφθήκαμε όλοι ότι η αίγλη που επιθυμούσε να δώσει η DIdi Music συνδέοντάς το μ'αυτήν, θα πήγαινε περίπατο - όχι όμως κι ο έντονος απόηχος που είχε διασπείρει. Κι αυτά, βέβαια, δεν αποτελούν κάποιου είδους πληροφορίες εκ των έσω (για να μην παρεξηγηθώ), αλλά προσωπικές εκτιμήσεις με βάση τη λογική και μια σχετική εμπειρία.

Ο Κώστας Πλατής της Universal αποκαλεί άσχετο το Μάνο Μπούρα!

Το φετινό Rockwave ήταν αναγκασμένο, αρκετά αργά ίσως, να έχει να αντιμετωπίσει τοπικούς παράγοντες και παραγοντίσκους (όπως έγραψε και ο Κωνσταντίνος Τσάβαλος) - και μόνο του, πλέον. Όσοι έχουν εμπλακεί έστω και σε μία διοργάνωση event στην επαρχία, έχουν υπόψη τους τι ακριβώς εννοώ. Από τα ατέρμονα συμβούλια αστυνομικής και κοινοτικής Αρχής πέρσι στο Αγκίστρι (και παρά την καλή διάθεση πολλών εκεί) πήρα τη γεύση της αθάνατης ελληνικής πραγματικότητας και τί σημαίνει να εξηγείς τα αυτονόητα. Έτσι, και για τους ανθρώπους της Didi, χάθηκε πάρα πολύς χρόνος διαδικαστικός, με αποτέλεσμα κι εμείς να αναρωτώμεθα πως είναι δυνατόν λίγους μήνες πριν τη διεξαγωγή, από όλο αυτό το πανηγύρι ονομάτων που αναμέναμε, να μην είναι σε θέση κανείς να μας ανακοινώσει κάποια από αυτά. Aλλά και σ' αυτό, παρά τα ελαφρυντικά, δεν μπορούμε να μην διαπιστώσουμε την ευθύνη της ίδιας της εταιρίας, αφού πιάστηκε στα πράσα, περισσότερο απ' ό,τι έπρεπε, από κάτι που θεωρείται "σταθερά" για τη χώρα μας.

Τρέχοντας για μία άδεια τουαλέτα...

Στις πρώτες συζητήσεις μας, μάλιστα, όταν ρώτησα ποιο ακριβώς είναι το φετινό στοίχημά σας, η απάντηση ήταν "ο χώρος", κάτι που έδειχνε την αγωνία για όσα τον αφορούν: Το αν θα λυθούν όλα τα διαδικαστικά ζητήματα, το αν ο κόσμος θα συνηθίσει σε μία διοργάνωση εκτός Αθηνών -θέματα άλλωστε που απασχόλησαν κατά κόρον και τους διοργανωτές ενός φετινού φεστιβάλ σε εμβρυακό στάδιο, του Synch, οι οποίοι έστησαν ένα φεστιβάλ χωρίς κράχτες και χωρίς να ενδιαφέρονται και τόσο για τη ζημία, ώστε να επανέλθουν του χρόνου με κάτι καθιερωμένο και με μεγάλα ονόματα, με στόχο το κέρδος. Σίγουρα, οι άνθρωποι της Didi Music, σε αντίθεση με τους πιο "ρομαντικούς" και λιγότερο αγχωμένους (για ζημία) του Synch, πήγαν στα σίγουρα. Περιθώριο για τα 300 εισιτήρια της δεύτερης ημέρας του Synch δεν υπήρχε (μην ξεχνούμε ότι πίσω από το εν λόγω dance festival υπάρχει μία μεγάλη και υγιέστατη οικονομικά διαφημιστική εταιρία) και δεν μπορεί κανείς να τους αδικήσει γι' αυτό -άλλωστε όταν κανείς βάζει τα χρήματά του πάνω απ' όλα, θα φροντίσει πάνω απ' όλα να μην χάσει. Θα φροντίσει να δει τις επιθυμίες του κοινού και αν μπορεί (σταθμίζοντας τους διαφορετικούς παράγοντες και τα όρια του εφικτού) να τις ικανοποιήσει.

Με σημαίες Judas Priest!

Μπορεί κανείς να επιρρίψει ευθύνες για μια κακή διοργάνωση, για χάλια ήχο, για ανύπαρκτα facilities, για κακή οπτική του χώρου, αλλά ως εκεί. Τα υπόλοιπα κρίνονται εκ της προσελεύσεως. Από την Didi Music μας έιπαν ότι την πρώτη μέρα κόπηκαν 5.000 εισιτήρια (βγάλτε και δύο χιλιάδες και ίσως είμαστε μέσα), τη δεύτερη 8.000, την τρίτη 12.000, την τέταρτη 8.000 (6.000 ο υπολογισμός μας) και την τελευταία 11.000. Βγάζοντας έξω την "ειδική" ημέρα τoυ Peter Gabriel, η μέρα των Pixies, Mogwai, Black Rebel Motorcycle Club (συγκροτήματα τα οποία κόστισαν αρκετά ακριβά) συγκέντρωσε το λιγότερο κόσμο. Σίγουρα, κάθε φεστιβάλ θα πρέπει να βρίσκει τη συνισταμένη εμπορικότητας και ποιότητας (συνισταμένη που έχει αποδειχθεί ότι υπάρχει και στη χώρα μας), αλλά είναι δυνατόν να διαμαρτυρόμαστε ως μουσικόφιλοι και να μην μπορούμε να αποδείξουμε με την παρουσία μας ότι πραγματικά αξίζει τον κόπο να ασχολείται κανείς μαζί μας; Είναι δυνατόν στην δεύτερη εμφάνιση των Placebo μετά από τον ίδιο δίσκο να συγκεντρώνεται περισσότερος κόσμος από την προηγούμενη μέρα; Και στους Lambchop, π.χ. πριν λίγους μήνες, να κόβονται 300 και κάτι εισιτήρια; Οι δυνάμεις καταστολής του ήλιου εν δράσει!

Απαιτούμε πολλοί από εμάς την εξίσωση με μια πραγματικότητα εντελώς διαφορετική δισκογραφικά και συναυλιακά από εκείνη άλλων χωρών. Είμαστε πρώτοι στο θάψιμο ημών και υμών, αλλά πέραν τούτου; Όταν ένα φεστιβάλ, φέρνει τους Him και για πολλοστή φορά τους Placebo για να ξελασπώσει τη χασούρα από Pixies (την πιο συγκλονιστική συναυλία που παρακολουθήσαμε εδώ και πολλά χρόνια κι από ένα συγκρότημα - ιστορία για το εναλλακτικό ροκ) και Black Rebel, μήπως δεν είναι το πρόβλημα αποκλειστικά του "κουρασμένου" διοργανωτή, αλλά μια δική του εξίσωση για το "ιδιαίτερο" ελληνικό κοινό;

Ένα απρόσμενο meeting: Δύο από τους πιο παλιούς φίλες και συνεργάτες στο Avopolis συναντιούνται μετά από 5 χρόνια με τον Τάσο Βογιατζή. Αριστερά, η Τζίνα Βιδάλη και δεξιά ο Πέτρος Κιούσσης, που συμμετείχε στην πρώτη συνέντευξη του Avopolis!

Εδώ κάπου θα πρέπει να βρούμε τη δική μας τη θέση. Ο καθείς κάνει τις επιλογές του και κρίνεται από αυτές. Είναι γνωστό ότι ο άκρατος σνομπισμός και οι συνήθεις εκφράσεις περί Λώρη επικράτησαν στα δημοσιογραφικά πηγαδάκια, με τη συνοδεία από άφθονες παγωμένες μαργαρίτες και άριστη οπτική. Και είναι αλήθεια ότι μπορείς να περάσεις ευχάριστα θάβοντας το χωράφι των δύο στρεμμάτων, το ανύπαρκτο πάρκινγκ, με μερικές χαιρετούρες ενδιάμεσα, χαμόγελα, γνωριμίες, ανταλλαγές τηλεφώνων κτλ. Είναι επίσης σίγουρο ότι ουδείς πέρασε άσχημα σ' όλο αυτό το συρφετό σχετικών και ασχέτων που μαζεύτηκε εκεί την 4η μέρα. Πέραν αυτού, όμως; Υπάρχει κάτι ουσιαστικό που μπορεί κανείς να προσφέρει σ' αυτό το έρμο το κοινό; Μεταξύ των κακεντρεχών σχολίων ανεπίσημα και των εκθειαστικών την επόμενη ημέρα από το δημοσιογραφικό τους πόστο, δεν μπορεί να υπάρξει κάτι;

Στήνοντας τη σκηνή...

Η δική μας στάση από την αρχή ήταν "ρωτώ-επιβεβαιώνω-μαθαίνω". Κι έπειτα κρίνω και προτείνω. Η γνώμη μας είναι ότι από κάθε διοργάνωση σαν κι αυτή πρέπει να βγαίνει κάτι -για τους διοργανωτές, για το κοινό και για τα μέσα. Υπάρχει η εύκολη, της απόρριψης ή του εκθειασμού (όπως είπαμε, ανάλογα με τα guts που κουβαλά κανείς, μπορεί να συνυπάρχουν με διαφορετικές ιδιότητες και τα δύο). Υπάρχει η δύσκολη, της άποψης, των θετικών και των αρνητικών. Ασχοληθήκαμε εκτενώς με το Rockwave Festival και πριν και μετά, φέραμε τον διοργανωτή του σε επαφή με σας, βγάλαμε τις απόψεις σας σε πρώτο πλάνο, ανακοινώσαμε τα πραγματικά αποτελέσματα του δημοψηφίσματος, πήγαμε στο χώρο πριν και καλύψαμε όσο το δυνατόν πιο ενδελεχώς και πιο γρήγορα όσα έγιναν, επιλέξαμε ακόμα και τις μουσικές για τις τέσσερις από τις πέντε μέρες (αν και ακούσαμε τα μισά από όσα γράψαμε να παίζονται 3 και 4 φορές και τα υπόλοιπα καθόλου). Mind the Cut! Funky χρώματα, on the spot κουρέματα, στριφτά μαλλινα αγγελικα κοτσιδάκια και τούλινο ντεκόρ. Μεταξύ Starsailor και Him, η Όλγα εμπιστεύτηκε στα χέρια τους το μαλλί της και βγήκε με ένα πολύ funky cut!

Και, πάνω απ'όλα, γράψαμε την άποψή μας, όπως ζυμώθηκε στις μεταξύ μας συζητήσεις, χωρίς σνομπισμούς, ελιτισμούς και ειρωνείες ή από την άλλη άκρατο ενθουσιασμό, όπως συνηθίζεται για να δικαιολογήσει κανείς την παρουσία του ως χορηγού επικοινωνίας. Είπαμε εξ αρχής ότι ο χώρος είναι μικρότερος του αναμενομένου (αλλά μάθαμε και συζητήσαμε επί της ουσίας τι μπορεί να γίνει ώστε του χρόνου να είναι λίγο μεγαλύτερος), είπαμε για το τεράστιο πρόβλημα του parking (αλλά σημειώσαμε ότι κάτι πρέπει να γίνει του χρόνου, σε συνεργασία με την κοινότητα, ώστε να βρεθεί ένας χώρος για να περιοριστεί), για τους security, για την ώρα (ελπίζουμε οι κάτοικοι της Μαλακάσας να μην έχασαν τον ύπνο τους όταν ξέφυγαν μερικές εμφανίσεις από την 11η βραδυνή) για την ουσιαστική έλλειψη εστιατορίου, αλλά επισημάναμε παράλληλα και την ομορφιά του χώρου (παρά το ότι πραγματικά μετά την τρίτη μέρα σχεδόν έμοιαζε με γήπεδο Γ' Εθνικής), την άψογη σκηνή, την οργάνωση στο θέμα των τουαλετών (αν και κάτι θα πρέπει να γίνει του χρόνου με την καθαριότητά τους) και των bars, τις φθηνές τιμές και την ατμόσφαιρα που θύμιζε αυτό που θα μας είχε λείψει αν κανείς από μας δεν επισκεπτόταν ευρωπαϊκό φεστιβάλ.

Από αριστερά: Παναγιώτης Κονδύλης, Μάνος Μπούρας, Βασίλης Κυριακόπουλος, Δημήτρης Γκιώνης

Τι μένει λοιπόν τώρα; Κατά πρώτο λόγο, θα πρέπει οι άνθρωποι της Didi να σταχυολογήσουν τα points που μάζεψαν όλες αυτές τις μέρες και να εκμεταλλευτούν το γεγονός της πρώτης επιτυχημένης οργάνωσης στο συγκεκριμένο χώρο. Κρίνοντας από τα σχόλιά σας, είτε με email, είτε στο community, είτε από κοντά, στο περίπτερό μας, φαίνεται ότι το κοινό σε γενικές γραμμές δεν έφυγε στραβωμένο (είπαμε, αυτό είναι προνόμιο των τζαμπατζήδων, κατά ένα περίεργο λόγο). Σύγκριση με ευρωπαϊκά φεστιβάλ, βέβαια, δεν μπορεί να γίνει σε κανένα σημείο, όπως σύγκριση δεν μπορεί να γίνει και στο ...πελατολόγιο. Σύγκριση δεν μπορεί να γίνει, τέλος, ούτε και στα μεγέθη των εταιριών και τις δραστηριότητές τους, αφού από τη μία έχουμε να κάνουμε με μία και μόνη συναυλιακή εταιρία που μπαίνει στον κόπο να ασχοληθεί με το θέμα φεστιβάλ (η οποία μάλιστα αντί να προετοιμάζει το επόμενο πριν καν τελειώσει η διοργάνωση, αναλώνεται αναγκαστικά -εξ αιτίας των μεγεθών- όλο το χρόνο σε μικρες και μεγάλες συναυλίες, και φτάνει στο τέλος να τρέχει και να μην φτάνει) και μάλιστα να αποκτά το δικό της χώρο μόλις τώρα, και από την άλλη έχουμε επιχειρήσεις που μπορούν να δουλεύουν όλο το χρόνο για 2-3 μέρες. Μπερδεύουμε τη βούρτσα με την κεραία της τηλεόρασης...

Η μέρα έχει τελειώσει...

Προοπτικές για να δούμε κάτι αντάξιο των ευρωπαϊκών φεστιβάλ, μηδέν λοιπόν; Όπως λέμε πάντα, ψυχραιμία. Μεταξύ ενός Glastonbury και του τίποτα, υπάρχουν στάδια ενδιάμεσα. Οι βάσεις μπήκαν και καλό θα είναι και οι υπόλοιποι διοργανωτές να αρχίσουν σιγά σιγά να παίρνουν σοβαρά το θέμα επενδύοντας σε χώρους έξω από την Αθήνα και σε παρόμοιες διοργανώσεις που μπορούν να επιτύχουν με συνετή πολιτική κι ένα έξυπνο συνδυασμό ποιότητας κι εμπορικότητας. Το να διοργανώνεις φεστιβάλ και να μπαίνεις μέσα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο δεν είναι έτσι κι αλλιώς κάτι το υγιές και ούτε το θέλουμε ως μουσικόφιλοι. Μαντέψτε ποιος παρακολουθεί τον Halford!

Έγινε μια πολύ καλή αρχή, η τελική συνισταμένη οργανωτικά είναι θετικότατη, και κάθε χρονιά -εμείς κι εσείς- θα απαιτούμε όλο και περισσότερα πράγματα, στηρίζοντάς τα όπως μπορούμε και επισημαίνοντας τα αρνητικά για το καλό όλων. Το Avopolis θα σας δώσει από τη νέα σεζόν πρωταγωνιστικό ρόλο ώστε να διαμορφώσουμε όλοι (μέσω των επικοδομητικών απόψεών μας) ένα φεστιβάλ -όχι καλύτερο ή χειρότερο, γιατί αυτό είναι υποκειμενικό- που να ανταποκρίνεται ακόμη περισσότερο στις απαιτήσεις της πλειοψηφίας όσων αγαπάνε πραγματικά τη μουσική και δεν έχουν περιστασιακή σχέση μαζί της. Δεν χρειάζονται ούτε οι κακεντρεχείς αφορισμοί προς λαικίστικη τέρψιν μιας χούφτας ατόμων, ούτε οι ψεύτικοι ενθουσιασμοί.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured