Ροκγουειβ τέλος. Θες λίγο το καλοκαίρι, λίγο η ζεστή, λίγο τα μπανακια που άρχισαν να παίζουν στο πρόγραμμα, παντού βλέπω κύματα. Καταρχάς ο ίδιος ο τίτλος του Φεστιβάλ: Ροκγουειβ, ήτοι Κύμα Ροκ. Ένα τσουναμι που αρχής γενόμενης από την Παρασκευή μας δρόσισε για πέντε – δυο για τον γράφοντα – μέρες. Το κύμα της Δευτέρας ήταν και το πιο ισχυρό: κοτζάμ Wave Of Mutilation μας συμπαρέσυρε μαζί με κάτι ξωτικά από την Βοστόνη. Είναι κοινό μυστικό ότι η εν λόγω μπάντα πέραν από συναυλιακο απωθημένο όχι μόνο για εμάς που ανήκουμε ηλικιακά στην προ- και μετά- Brit Pop εποχή, αλλά και για μεγαλύτερους φίλους τους, αποτέλεσε και τον Κράχτη του Ροκγουειβ. Η Δευτέρα λοιπόν ήταν όλα τα λεφτά για τους περισσότερους. Τα κατά έναν προσωπικό πρόχειρο υπολογισμό 4-5 στρέμματα που χώρεσαν τους 6, άντε 7 χιλιάδες οπαδούς της σημαντικότερης Αμερικανικής μπάντας των τελευταίων είκοσι ετών απέδειξαν μερικά facts:

Πρώτον ότι το ελληνικό κοινό λειτουργεί όπως ένας φούρνος. Χρειάζεται δηλαδή να υπάρχει κι ένα υποτυπώδες interaction ανάμεσα σε αυτό και την μπάντα προκειμένου αυτό με την σειρά του να ανταποκριθεί. Οι Pixies απογοήτευσαν μια μερίδα οπαδών τους για τον λόγο αυτό: δεν επικοινώνησαν καθόλου με το κοινό κι επιδόθηκαν στην μαθηματικά άψογη απόδοση περί 30 τραγουδιών με ρυθμούς μυδραλιοβόλου, που προσωπικά με ενθουσίασε, χάλασε όμως άλλους, ονόματα δεν λεμε, τον Παντελή του TimeOut δεν τον «δίνουμε στεγνά» κτλ. Λεπτομέρειες, θα πει κάποιος άλλος, σημαντικό θα αντιτείνει ο παραδίπλα του. De Gustibus Et Coloribus Non Disputandum που έλεγαν και κάποιοι γείτονες μας...

Δεύτερον ότι είμαστε «σφικτοκωλικο» κοινό – κι ενίοτε απαράδεκτο. Αν ήμουν καλλιτέχνης μπορεί και να μην ξαναπάταγα στο μπουρδελο αυτό που λέγεται Ελλάδα και που δεν σέβεται κάποια στοιχειώδη πράγματα: π.χ στην συναυλία των Scissor Sisters κάποια καφρακια με χαίτες Μοικανων –προφανώς γνήσιοι απόγονοι των αντιστοιχών πιθήκων που στο Rock In Athens του 1985 στο Καλλιμάρμαρο είχαν κράξει τον Boy George, ο οποίος δεν ανταποκρινόταν στα σεξουαλικά και στιλιστικά τους γούστα – πέταξαν ένα κουτάκι μπύρα και κέρματα στον Jake και την Ana, προσπαθώντας να αποδείξουν κατά πρώτον ότι μάλλον ο Δαρβίνος είχε δίκιο και κατά δεύτερον ότι η χώρα που γέννησε Δημοκρατίες, Πολιτισμούς κτλ, το μόνο πράγμα που έχει να καυχιέται σήμερα είναι για την παρακαταθήκη των προγόνων της. Ως λαός δηλαδή είμαστε σαν τις πατάτες, που ο,τι αξιόλογο έχουν το έχουν κάτω από την γη κι όχι από πάνω. Νωπές είναι οι μνήμες από εκείνο το ανεκδιήγητο Φεστιβάλ του 1996 στη Δραπετσώνα, που ο Iggy είχε φαει το μπουκάλι στο πρόσωπο, αιμορραγούσε καθ’ όλη τη διάρκεια της συναυλίας, αλλά συνέχισε να τραγουδάει. Αν ήμουν εγώ στη σκηνή, όχι απλά θα είχα αποχωρήσει, αλλά θα είχα αιτηθεί από τον ατζέντη μου να μην με ξαναστείλει στην Μπανανία της Ευρώπης. Δεν νομίζω ότι αυτό με κάνει λιγότερο μάγκα από τον φίλτατο Ιγκι…

Είμαστε κι ελαφρά ξενέρωτοι συν τοις άλλοις: μα που ακούστηκε να έχεις μπροστά σου τους Pixies και να κάθεσαι σαν Τούρκος πολεμιστής που μόλις υπέστης ανασκολοπισμό από τον Κόμη Βλαντ της Τρανσυλβανίας; Κουνηθείτε ρε! Κάντε κάτι, οι Pixies είναι μπροστά σας, όχι τα Τζαβαρακια με την Σοφη Ζαννινου. Πέραν από τις δέκα πρώτες σειρές που είχαν ομολογουμένως λιώσει στο pogo, οι υπόλοιποι αντιδρούσαν λες και παρακολουθούσαν Παράσταση Χοροθεάτρου της Ραλλούς Μάνου. Κι επειδή ενδέχεται να τα «ακούσω», ναι, ήμουν στον χώρο των επίσημων για να βλέπω καλύτερα, κορόιδο είμαι να κατεβώ κάτω; Δεν φτάνει που είμαι σαν όρθια κιμωλία σε ύψος, περιμένετε να έχω μπροστά μου ντουβάρια ύψους 1.85, 1.90 και να μένω ατάραχος; Όσο ήμουν πάνω όμως του έδωσα να καταλάβει! Ο Κονδύλης από την μια παραλίγο να κάνει την απειλή του Wave Of Mutilation πράξη και να με γυρίσει σπίτι μου χωρίς τον ένα μου ώμο. Τον Μάνο Μπουρα από την άλλη δεν τον έχω ξαναδεί τόσο συγκινημένο, ζωή να έχει ο Πρεσβύτερος του Αβοπολεως και Μουσικός μας Γκουρου.

Εντωμεταξύ εξακολουθεί να με απασχολεί το ερώτημα: Πως είναι δυνατόν οι Placebo στην τεταρτη εμφανιση τους στη χωρα μας να μαζευουν περισσοτερο κοσμο από τους Pixies, οι οποιοι ουσιαστικα εμφανιζονταν για πρωτη φορα – το 1989 περαν του ότι είναι μακρινο, δεν εκφραζει ηλικιακα και το target group του Rockwave. Τις πταιει; Τα 30 χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας; Άκυρο. Όταν ήμουν Αγγλία ταξίδεψα 7 ωρες για να δω τους Black Sabbath. Η υψηλη τιμη; Ε, όχι. Τα 38 ευρω λιγα είναι για το κουαρτετο από την Βοστονη σε σχεση με τα 50 των Evanesvence. Το ότι έπαιζαν μέρα Δευτέρα κι όχι σαββατοκύριακο; Συγκεντρωθείτε παιδιά, για τους Pixies μιλάμε, όχι για τους Osmonds! Ένας φίλος μου, περισσότερο φανατικός σε σχέση με μένα, απλά δήλωσε ότι βαριέται το πηγαινέλα και το όλο νταβαντούρι για 1 ώρα και 10 λεπτά, από την στιγμή που μπορεί να κάτσει σπίτι του, να βάλει την συλλογή τους στο cd player και να ακούσει τα αγαπημένα του τραγούδια. Αυτό το κοινό είμαστε. Παραδεχτείτε το! Γεμίζουμε τους Evanescence με ένα άλμπουμ αμφίβολης καλλιτεχνικής ποιότητας και άξιας 50 ευρω και αγνοούμε ένα από τα επιδραστικοτερα σύνολα της ιστορίας της μουσικής.

Με την πορεία που έχει πάρει η μουσική τα τελευταία χρόνια πιστεύω ότι πια όσοι πανε σε συναυλίες περιμένουν το συγκρότημα να πει τα 2-3 χιτακια του που ακούστηκαν στο ραδιόφωνο κι αυτό ήταν. Οι πραγματικοί οπαδοί είναι λίγοι, γεγονός που αποδεικνύει ότι αν μη τι άλλο ως ακροατές μπορεί να το παίζουμε ψαγμένοι – και σε κάποιες περιπτώσεις, αυτό όντως ισχύει, άλλωστε μόνο στην χώρα μας χαίρει τόσο μεγάλης εκτίμησης o Νίκος ο Σπηλιάς και οι Tindersticks – αλλά έχω την εντύπωση ότι ως μουσικόφιλοι είμαστε τελικά επιφανειακοί κι ελάχιστες είναι οι φορές που θα επιχειρήσουμε να κάνουμε τομές εις βάθος. Κι αυτό ισχύει και για τον γράφοντα –ειδικότερα τώρα που το χόμπι έγινε επάγγελμα και ο διαθέσιμος χρόνος λιγόστεψε επικίνδυνα. Στην συναυλία των Τelevision πριν λίγες μέρες ας πούμε, έδειξα παγερή αδιαφορία για τα τραγούδια της μπάντας που δεν προέρχονταν από το Marquee Moon και συνέχισα την κουβεντούλα μου με τον Μάνο, τον Νίκο τον Μποζινακη βάζοντας συχνά πυκνά το χέρι μου μπροστά στο νυσταγμένο μου στόμα για να μην δείξω ότι βαριέμαι. Προφανώς κι έχω ακόμη τρελές ελλείψεις και πολύ χαίρομαι για την «μαθητεία» μου δίπλα σε άτομα όπως ο Τάσος ή ο Μπουρας ή κι άλλοι εκλεκτοί συνάδελφοι, καθώς και για την όρεξη τους να μου καλύψουν τα όποια μου κενά.

Απλά δεν καταδέχομαι να ακούσω στα 27 μου ο,τι άκουγα και στα 19 μου. Όταν είχε σκάσει μύτη το πρώτο άλμπουμ των Placebo ήμασταν μάρτυρες μιας τομής στην Μουσική, με τις οποίες αδυναμίες έφερε αυτή μαζί της. Κανείς όμως δεν αρνήθηκε ότι επρόκειτο για ένα από τα πιο σημαντικά ντεμπούτα συγκροτήματος τα τελευταία δέκα χρόνια. Ο δεύτερος τους δίσκος ήταν σε κάποια σημεία ακόμη καλύτερος – ήταν πασιφανές αυτό. Η προσωπική μου ένσταση με τη μπάντα αυτή δεν έχει να κάνει με το attitude που κουβαλάνε ή με τα τραγούδια τους, τα οποία έχω χορέψει, έχω τραγουδήσει, έχω ερωτευτεί με την πάρτη τους, αλλά με την παροιμιώδη τους δυσανεξία προς οτιδήποτε νεωτερικο και ρηξικέλευθο. Έχουν καθηλωθεί στα σύνδρομα της Brit Pop σκηνής κι αυτά αναμασούν από το 1996 κι έκτοτε. Και προσέξτε ποιος τα λεει αυτά, ε; Ο ίδιος άνθρωπος που μέσα στο Αβοπολις έχει αποκτήσει την ρετσινιά του Βρετανόφιλου, ο ίδιος που ο,τι νέα κυκλοφορία έρχεται από το Νησί σχεδόν δικαιωματικά παραλαμβάνεται από αυτόν και κάποιος ο οποίος θεωρεί ότι η τριετία 1994-1997 ήταν από τις πιο συγκλονιστικές στην σύγχρονη μουσική ιστορία. Η ουσία είναι μια: οι Placebo αν δεν προχωρήσουν τον ήχο τους στα πρότυπα των Radiohead, είναι νεκροί για μένα και οι συναυλίες τους θα συνεχίσουν να αποτελούν για μένα το καλύτερο Υπνοστεντον. Μα δεν μπορούσα να πιστέψω το σαγόνι μου προχθές που είχε στραβώσει από το χασμουρητό! Στα ίδια τραγούδια που το 1998 έσκιζα τα ρούχα μου, σήμερα δεν μου έλεγαν ΑΠΟΛΥΤΩΣ τίποτα! Οι Placebo δυστυχώς –μετά λύπης μου το λεω, ειλικρινά – έχουν μείνει στάσιμοι. So Long Marianne, που έλεγε κι ο Leonard. Προχωράμε ως άτομα, ως οντότητες, ως μέλη της κοινωνίας και μαζί μας πρέπει να προχωρήσει και η μουσική. Όποιος δεν μπορεί να παρακολουθήσει τις εξελίξεις, (αυτό)απαξιώνεται, αυτό πιστεύω εγώ και όποιος θέλει, εδώ είμαι να κάνουμε κουβέντα επ’ αυτού.

Ελπίζω η Didi να σταθμίσει τους παράγοντες Εμπορικότητα – Αξία και του χρόνου να μας παρουσιάσει κάτι ακόμη καλύτερο. Το σίγουρο βόλεμα σε μεταλ ονόματα – ως γνωστόν το χεβιμεταλικο κοινό είναι το πλέον πιστό, φανατικό και λιγότερο σνομπ σε σχέση με τα υπόλοιπα – κάποια στιγμή θα γυρίσει μπούμερανγκ. Πάντως κι εγώ αν ήμουν promoter ίσως να έπραττα το ίδιο, ποιος ξέρει…Αλλά αν έβλεπα το ελληνικό κοινό να φεύγει ομαδηδόν για το Benicassim ή για το Roskilde, δεν θα τους παρεξηγουσα.

Θέλουμε νέους ήχους, νέα σύνολα κι αυτό δεν πρόκειται ποτέ να επιτευχθεί αν πρώτα ο Έλληνας δεν διώξει από πάνω του κάποια σκατένια χαρακτηριστικά της φυλής μας. Τότε θα μας εμπιστευτούν και οι όποιοι Franz Ferdinand, White Stripes κτλ και θα μας κάνουν την τιμή να έρθουν. Αλλιώς οι Scissor Sisters θα γυρίσουν στην Νέα Υόρκη, θα μιλήσουν, υποθετικά λεω εγώ τώρα, με τους συντοπίτες τους, τους Interpol και ο Τζεικ θα τους πει «Παιδιά, μην πατήσετε στην Ελλάδα. Καλό κοινό, δεν λεω, αλλά σαματατζήδες και τσαμπουκαλεμενοι πολύ. Η Άννα έφαγε ένα κέρμα στο κεφάλι κι εγώ ένα κουτί μπύρα στον κώλο».

Ο ίδιος ο Λωρης δηλώνει όπου σταθεί κι όπου βρεθεί ότι είναι από τους πρώτους στην χώρα μας που τόλμησαν πράγματα σε συναυλιακο επίπεδο κι ουδείς τον αμφισβητεί. Έρχεται όμως μια περίοδος στην ζωή ενός ανθρώπου που - κατά τους Faith No More - λέγεται Midlife Crisis και που σε κάνει να επαναπαύεσαι στις δόξες του παρελθόντος, να καταθέτεις τα όπλα και να μην πασχίζεις για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα με την ίδια ζωτικότητα και το ίδιο σφρίγος όπως παλιά. Ελπίζω η ώρα αυτή να μην έχει φτάσει για τον Νίκο Λωρη.

Αυτή είναι βέβαια η μία εκδοχή. Η άλλη είναι το ότι αναλώθηκε πάρα πολύς χρόνος στα διαδικαστικά, στο πως, στο συγκεκριμένο χώρο (για τον οποίο υπήρξε μεγάλο παρασκήνιο –εξού και μερικές «περίεργες» αποφάσεις που αφορούσαν την ώρα, το στήσιμο της σκηνής, τη θέση του κτιρίου που στην οροφή του φιλοξένησε τους δημοσιογράφους), μιλώντας με παράγοντες και παραγοντίσκους, για θέματα που σε άλλη χώρα θα ήταν αυτονόητα, κι έφτασε στο τέλος να τρέχει και να μην φτάνει. Όπως και να ‘χει, το test-drive έγινε φέτος, και μάλιστα με αρκετή επιτυχία στον οργανωτικό τομέα, αλλά του χρόνου θα είμαστε πολύ πιο απαιτητικοί ως μουσικόφιλο κοινό και ως μέσο.

Τέτοιες μέρες του χρόνου πάλι εδώ θα είμαστε και θα τα λεμε...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured