Το βράδυ της Παρασκευής η χώρα στηνόταν μπροστά στις τηλεοράσεις για να παρακολουθήσει το πολιτικό μιούζικαλ του μήνα κι εγώ κατηφόριζα στο θέατρο Ακροπόλ για την –πολλά υποσχόμενη– μουσική συνάντηση του Al Di Meola με τον Μιχάλη Παούρη.

Η παράσταση άρχισε με μισή ώρα καθυστέρηση από την ανακοινωμένη ώρα έναρξης και ανάμεσα στο αργοπορημένο κοινό μπόρεσα να διακρίνω αρκετές παρέες κιθαριστών, μαθητές ωδείων κάθε ηλικίας, καθώς και μπαμπάδες με τα κοριτσάκια τους. Παρότι δεν είχα βρεθεί ξανά σε ζωντανή εμφάνιση του Di Meola, δεν με εξέπληξε η σύνθεση του κοινού: ένας μουσικός τέτοιας φήμης ήταν αναμενόμενο να έχει και «στοχευμένο» κοινό, εκτός από τον μέσο θεατή.

Στις εννέα και μισή, ο Al Di Meola βγήκε στο μικρόφωνο και μίλησε για τη χαρά του να βρίσκεται ξανά στην Αθήνα και για τη στενή του σχέση με τη μουσική μας μέσα στα χρόνια. Οι πιο στενοί του φίλοι είναι Έλληνες, όπως μας είπε, και στάθηκαν και η αφορμή για να έρθει στην Ελλάδα και να κάνει έναν από τους πιο εμπορικούς δίσκους της δεκαετίας του 1980, το Latin με τον Γιώργο Νταλάρα. Αυτός ο δίσκος είναι, άλλωστε, και το διαβατήριό του για την αναγνωρισιμότητα από το ευρύ ελληνικό κοινό και για τις τόσες επιτυχημένες εμφανίσεις του στη χώρα μας, από το 1987 μέχρι και σήμερα.

Di_Meola_3Ντουέτο με τον Peo Alfonsi, ο Di Meola μας παρουσίασε εννέα συνθέσεις. Οι περισσότερες ήταν δικές του από τη νεότερη δισκογραφία του (των τελευταίων 15 χρόνων), ενώ ακούσαμε και γνωστές δημιουργίες του Astor Piazzola με τις οποίες έχει ασχοληθεί και δισκογραφικά (π.χ. το “Café 1930”). Ακούσαμε επίσης και δυο κομμάτια από τον φετινό του δίσκο, Pursuit Of Radical Rhapsody, ένα από τα οποία –το “Michelangelo's 7th Child”– ήταν  αφιερωμένο στο πρόσωπο και στη ζωή του πατέρα του. Μετά από μία ώρα, όταν πια το σανίδι γύρω από το ντουέτο άσπρισε από τις πεσμένες παρτιτούρες, ήρθε η ώρα της σκυτάλης. Ο Di Meola μίλησε με χαρά για την πρώτη και μοναδική μέχρι την Παρασκευή συνάντησή του με τον Μιχάλη Παούρη στο Reims Jazz Festival, καθώς και για το εντυπωσιακό δωδεκάλεπτο αυτοσχεδιασμού που μοιράστηκαν επί σκηνής, το καλοκαίρι που μας πέρασε. Καλωσόρισε τον Παούρη στη σκηνή και το χειροκρότημα ήταν τόσο δυνατό, που ένιωσα ότι, όσο αγαπητός κι αν είναι ο Di Meola στην Ελλάδα, πολλοί είχαν έρθει στο Ακροπόλ για να μη χάσουν αυτήν τη σύμπραξη.

Εμφανώς συγκινημένος και χωρίς ίχνος έπαρσης, ο νεότατος Μιχάλης Παούρης μίλησε για μια μεγάλη μέρα για το μπουζούκι, αλλά και για τον ίδιο ως μουσικό. Άρχισε κατόπιν να παίζει τις δικές του συνθέσεις, ισορροπώντας τη δεξιοτεχνία των υψηλών ταχυτήτων με την τζαζ έκφραση, ενώ η έκπληξη της βραδιάς ήρθε όταν ο ήχος από άλλα όργανα άρχισε να «γεμίζει» αυτό που έφτανε στ’ αυτιά μας, χωρίς όμως να βλέπουμε από πού έρχεται. Ξαφνικά, η δεύτερη κουρτίνα σηκώθηκε και το σχήμα πιάνο-κρουστά-κοντραμπάσο αποκαλύφθηκε με τρόπο σχεδόν θεατρικό. Δεύτερη ευχάριστη έκπληξη, η παρουσία στο σχήμα ενός ιδιαίτερου μουσικού, του κοντραμπασίστα Άγγελου Παπαδάτου από τους Maraveyas Ilegal.

Di_Meola_2

Ο Al Di Meola ξαναβγήκε στη συνέχεια επί σκηνής δίπλα στον Παούρη κι ο κόσμος γέλασε στο «not too fast, you ’re crazy» που του είπε γελαστός πριν ξεκινήσουν να παίζουν μαζί. Για χάρη της συνύπαρξής τους, τα “Παιδιά Του Πειραιά” έγιναν ένα με το “Libertango” κι εκεί άρχισα να υποψιάζομαι πως όταν οι μουσικοί έχουν τέτοιες δυνατότητες, είναι μάλλον πιο ενδιαφέρον να κάνουν την πρόβα μπροστά στο κοινό απ’ ότι να έρθουν με προ-μαγειρεμένες φόρμες. Στο (αναπόφευκτο) encore –το απαίτησε το κοινό– καταλάβαμε πως έτσι θέλησε φέτος ο Al Di Meola να μεταμορφώσει το “Meditteranean Sundance”: με οξύ τετράχοδρο μπουζούκι και νευρικό παίξιμο.

Λίγα λόγια και πολλή μουσική είχε λοιπόν το βράδυ της Παρασκευής στο Ακροπόλ. Θα ήταν άτοπο να κρίνω το παίξιμο του Al Di Meola. Δεν ξέρω αν έπαιξε καλά ή λιγότερο καλά από ότι συνήθως, χρειάζονται αρκετές τεχνικές γνώσεις για να σχηματίσει κανείς τέτοιες απόψεις. Για το φαινόμενο Μιχάλης Παούρης, όσο κι αν οι τρίχορδοι θεωρούν το παίξιμό του επέκταση ασκήσεων που ο κάθε μπουζουξής μπορεί να φτάσει «καίγοντας» τα δάχτυλά του στην ταστιέρα, εγώ είδα και την ταυτότητα που λένε ότι του λείπει. Είδα έναν νέο μουσικό με έκφραση και συναίσθημα, στοιχεία που δεν μπορούσαν να χαθούν στις νευρικές κινήσεις και στις τρελές ταχύτητες του χεριού του. Ψήφος εμπιστοσύνης έτσι στον Μιχάλη Παούρη και στο δρόμο που έχει επιλέξει, με πολύ υψηλές προσδοκίες για το μέλλον.


 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured