Σαν μια νυχτερινή εξομολόγηση που χάνεται ανάμεσα σε σύννεφα καπνού και βίντεο οθόνες, οι Cold Cave επιστρέφουν στην Αθήνα για το Death Disco Open Air Festival, φέρνοντας ξανά εκείνη τη μοναδική τους μελαγχολική λάμψη που μοιάζει να αιωρείται ανάμεσα στο σκοτάδι και την ελπίδα. Θυμάμαι ακόμα την πρώτη φορά που ήρθαν στην πόλη, και οι Mechanimal άνοιξαν τη συναυλία τους στο Death Disco, κι εγώ είχα τη χαρά να γνωρίσω τον Wesley Eisold και την Amy Lee, από κοντά, παρουσίες ανοιχτές, ζεστές και απροσδόκητα υποστηρικτικές, σε πλήρη αντίθεση με τον ψυχρό και απόμακρο ήχο που τους έκανε θρύλους.
Η ιστορία των Cold Cave είναι κεντημένη από αντιθέσεις: ξεκίνησαν στα τέλη των 2000s στην Philadelphia, κουβαλώντας το hardcore παρελθόν του Eisold και το μετέτρεψαν σε έναν ηλεκτρονικό, γοτθικό, συχνά ανελέητο ήχο που πατάει γερά στο darkwave και στο synthpop, αλλά πάντα με το βλέμμα στραμμένο προς τη ρομαντική παρακμή. Γεννήθηκαν το 2007, μέσα από το όραμα του Eisold, μιας φωνής που μέχρι τότε αντηχούσε στον σκληρό κόσμο των hardcore σχημάτων Give Up the Ghost (αρχικά γνωστοί σαν American Nightmare), Some Girls, αλλά και μέσα από τις εξαιρετικές εκδόσεις του εκδοτικού του οίκου, Heartworm Press. Κι όμως, αυτό το επόμενο εγχείρημα με τους Cold Cave δεν ήταν απλώς ένα ακόμα μουσικό βήμα, αλλά το πρώτο του ταξίδι στην ίδια την ουσία του ήχου, στην ανακάλυψη της δύναμης της ενορχήστρωσης.
Ο Eisold, γεννημένος με ένα χέρι, βρήκε τον δρόμο του στην ηλεκτρονική μουσική σαν να τον οδηγούσε η μοίρα, ένα όργανο που δεν χρειαζόταν φυσική τελειότητα, αλλά μόνο ψυχή. Από αυτή την ιδιαιτερότητα γεννήθηκε ένας κόσμος που πάλλεται ανάμεσα στη σκοτεινή ευθραυστότητα και στην άγρια ομορφιά: ο κόσμος των Cold Cave. Από το ψυχρά συνθετικό Love Comes Close (2009) ως το Cherish the Light Years (2011), και μέχρι τα πιο πρόσφατα singles τους, συνεργασίες "σταθμούς" με τον Mark Lanegan, και το περσινό Passion Depression (2024) άλμπουμ η μπάντα εξελίχθηκε σε σύμβολο του μοντέρνου σκοτεινού ρομαντισμού.
Κι όμως, ο ίδιος ο Eisold, μέσα από την προσωπική του διαδρομή (γνωρίζοντας τη γυναίκα του, Amy και αφού έγινε πατέρας), βρήκε έναν νέο τρόπο να συνθέτει, γεφυρώνοντας την απελπισία με την αποδοχή, τον πόνο με τη χαρά, την παγωνιά με μια σπίθα φωτός. Οι Cold Cave είναι σήμερα το ίδιο απόκοσμοι και επιβλητικοί όσο τότε, αλλά κρύβουν πια μέσα στη μουσική τους την πιο δύσκολη πολυτέλεια: την ευθραυστότητα της αγάπης.
- Η μουσική σας μοιάζει πάντα να ισορροπεί ανάμεσα στην οικειότητα και τη μεγαλοπρέπεια, σαν μια ψιθυριστή εξομολόγηση που "αντηχεί" μέσα σε έναν τεράστιο καθεδρικό ναό. Πόσο συνειδητά επιδιώκεις αυτή την ισορροπία όταν συνθέτεις;
Σ’ ευχαριστώ πολύ που το λες αυτό. Δεν θα έλεγα ότι το έχω πάντα μπροστά στο μυαλό μου όταν γράφω ένα τραγούδι∙ περισσότερο καταγράφω μια αντίφαση μέσα μου. Νιώθω μια παράξενη ανάγκη να προβάλλω κάτι μεγαλύτερο απ’ όσο είμαι, αλλά ταυτόχρονα αισθάνομαι πολύ ευάλωτος. Μόνο στις ζωντανές εμφανίσεις τα τραγούδια αποκτούν πραγματικά αυτή τη διάσταση της μεγαλοπρέπειας παντού γύρω.
- Ο ήχος των Cold Cave μοιάζει συχνά να ανήκει σε μια άλλη εποχή, κι όμως μιλάει κατευθείαν στο σήμερα. Νιώθεις ότι διατηρείς μια παράδοση ή ότι την εφευρίσκεις εκ νέου;
Είναι απλά αυτό που μας αρέσει. Μεγαλώσαμε στα '80s και λένε πως η μουσική που ακούς μεταξύ 13 και 17 σε σημαδεύει για πάντα. Αυτό ισχύει για μένα. Άκουσα αυτούς τους ήχους τότε, αλλά δεν τους εγκατέλειψα ούτε στα '90s, όταν ήμουν έφηβος. Έτσι, τα τραγούδια βγαίνουν από μέσα μας σαν μια δεύτερη φύση. Νιώθουν οικεία, σαν να έπρεπε να υπάρχουν από πάντα. Όχι, όμως, δεν σκέφτομαι με όρους «παράδοσης» ή «επανεφεύρεσης».
- Στη δουλειά σας υπάρχει πάντα μια έντονη δυαδικότητα: έρωτας και απελπισία, ομορφιά και φθορά. Θεωρείς ότι αυτή η ένταση βρίσκεται στον πυρήνα της ταυτότητας των Cold Cave;
Νομίζω πως αυτή η ένταση υπάρχει μέσα σε όλους μας. Είναι αυτό που μας κρατάει για να προσπαθούμε ή μας διαλύει για να ξαναχτίσουμε και να ξαναδοκιμάσουμε. Ο πόνος έχει κάτι μοναδικό: μοιάζει με κατάρα, αλλά στην πραγματικότητα είναι ευλογία να ξέρεις ότι μπορείς να νιώσεις τόσο βαθιά. Όπως και η απώλεια. Υπήρξαν στιγμές στη ζωή μου που δεν ένιωθα τίποτα, που ήμουν εντελώς μουδιασμένος απέναντι στα πάντα. Κι αυτό ήταν που με κατέστρεφε πραγματικά.
- Wesley, οι ρίζες σου στο hardcore και το punk πάντα με γοήτευαν. Πώς συμφιλιώνεις εκείνη την ωμή, συλλογική ενέργεια με το μοναχικό και ρομαντικό σύμπαν των Cold Cave;
Ξέρω ότι φαίνονται τόσο διαφορετικά, και ηχητικά όντως είναι. Αλλά η δική μου εκδοχή του hardcore δεν ήταν αυτό που οι περισσότεροι φαντάζονται. Ήταν γεμάτη πάθος, απόγνωση, μια αίσθηση επείγοντος, και επίσης ήταν εξομολογητική και ειλικρινής. Όλα αυτά υπάρχουν και στους Cold Cave. Δεν ένιωσα ποτέ ότι ανήκω σε ένα και μόνο είδος. Ήμουν προϊόν του περιβάλλοντός μου κι αυτή ήταν η μουσική που βγήκε από μέσα μου. Όταν ήρθε η στιγμή να κάνω τη δική μου μουσική και να μην συνεργάζομαι πια με τους φίλους και συνοδοιπόρους μου, αυτό ήταν το αποτέλεσμα.
- Οι στίχοι σας μοιάζουν συχνά με αποσπάσματα ποίησης. Ξεκινούν συνήθως ως αυτόνομα γραπτά ή είναι από την αρχή άρρηκτα δεμένοι με τη μουσική;
Υπάρχουν διάφορες προσεγγίσεις πια. Μερικές φορές μια φράση ή ένα ποίημα που έχω γράψει ταιριάζει απόλυτα με τον ήχο ενός τραγουδιού, κι άλλοτε συμβαίνει το αντίθετο: το ίδιο το τραγούδι γεννάει τις λέξεις. Συνήθως απλώς εμφανίζονται. Δεν μπορώ να το εξηγήσω, αλλά δεν το αμφισβητώ κιόλας, όπως κι αν συμβαίνει.
- Η σχέση σας με το σκοτάδι πώς έχει αλλάξει, κυριολεκτικά και μεταφορικά, μέσα στα χρόνια δημιουργώντας τους δίσκους των Cold Cave;
Για μένα είναι περισσότερο ένας εορτασμός της ομορφιάς παρά μια ατελείωτη έρημη σύγχυση. Δεν το βλέπω καν σαν ένα «σκοτεινό» πρότζεκτ με τον τρόπο που συνήθως το αντιλαμβάνεται ο κόσμος. Καταλαβαίνω πώς φαίνεται απ’ έξω, αλλά ας μην ξεχνάμε, ζούμε σε έναν σκοτεινό κόσμο και η μουσική αυτή είναι ένα στοιχείο φωτός. Μπορούμε, λοιπόν, να αναγνωρίσουμε το σκοτάδι χωρίς να του παραδινόμαστε.
- Σε έναν κόσμο από αλγοριθμικά playlists και γρήγορη κατανάλωση μουσικής, οι δίσκοι των Cold Cave μοιάζουν συνειδητοί, σχεδόν τελετουργικοί. Πιστεύετε ότι η μουσική κρατά ακόμα έναν τέτοιο "ιερό" χώρο για τους ακροατές;
Για μένα, ναι. Δεν μπορώ να μιλήσω για τους άλλους. Αλλά, στην ουσία, φτιάχνω αυτό που θα ήθελα να βρω κι εγώ από κάποιον άλλο καλλιτέχνη.
- Έχεις μιλήσει συχνά για την ομορφιά μέσα στη φθορά. Βλέπεις τους Cold Cave σαν μια μορφή αντίστασης απέναντι στην καλογυαλισμένη, ψηφιακή αισθητική της σύγχρονης pop;
Ναι, με έναν τρόπο. Βρίσκω πολλές από τις παραδόσεις και τις καθιερωμένες "φόρμες" στη μουσική κάπως αμήχανες, ίσως και βαρετές. Οπότε ναι, μάλλον έτσι είναι.
- Το punk δεν ήταν ποτέ μόνο μουσική, ήταν κι ένας τρόπος να αντισταθείς στη συμμόρφωση και τον έλεγχο. Πιστεύεις ότι οι Cold Cave κουβαλούν ακόμα αυτό το πνεύμα της αντίστασης, έστω και σε μια εντελώς διαφορετική ηχητική γλώσσα;
Σίγουρα. Ό,τι έμαθα από το punk και το hardcore το εφαρμόζω και εδώ. Έχουμε τη δική μας εταιρεία, βγάζουμε μόνοι μας τους δίσκους, οργανώνουμε μόνοι μας τη διαχείριση, και για μια μπάντα του μεγέθους μας κάνουμε πάρα πολλά. Απλώς είχε νόημα να γίνει έτσι. Δηλαδή, μας βλέπω σαν καθαρά εργατική τάξη, όχι σαν μια "ελίτ" που πρέπει να τη φροντίζουν άλλοι. Πιστεύω ότι πρέπει να δουλεύεις για ό,τι θέλεις. Η ζωή είναι αρκετά απλή...
- Στις Ηνωμένες Πολιτείες το κοινωνικοπολιτικό κλίμα μοιάζει όλο και πιο πολωμένο και ασφυκτικό. Θεωρείς ότι η τέχνη έχει ακόμη τη δύναμη να αντισταθεί;
Φυσικά, εννοείται. Πάντα και για πάντα.
- Κάποιοι υποστηρίζουν ότι η "υποκουλτούρα" έχει εμπορευματοποιηθεί πλήρως, και ότι η όποια "αντίσταση" έχει καταντήσει απλώς ένα ακόμη προϊόν. Εσύ πώς βρίσκεις την αυθεντικότητα μέσα σε αυτό το πλαίσιο;
Κοίτα, έτσι ήταν πάντα. Ίσως σήμερα να είναι πιο δύσκολο να ξεχωρίσεις τι είναι "αληθινό", μιας και η ζυγαριά έχει γείρει πολύ προς την πλευρά της εμπορευματοποίησης, αλλά στο τέλος έχει σημασία τι αισθάνεται αυθεντικό ο ίδιος ο ακροατής. Διαφορετικά πράγματα μιλάνε σε διαφορετικούς ανθρώπους για διαφορετικούς λόγους. Και αυτό είναι ΟΚ. Η αυθεντικότητα, πιστεύω, δεν γίνεται να είναι ένας κανόνας. Η αυθεντικότητα είναι μια προσωπική εμπειρία, γιατί από εκεί γεννιέται.
- Αυτή θα είναι η τρίτη φορά που εμφανίζεστε ζωντανά στην Ελλάδα. Τι σας έχει μείνει από τις πρώτες σας επισκέψεις, τόσο πάνω στη σκηνή όσο και έξω από αυτήν;
Αγάπησα την Αθήνα από την πρώτη μας επίσκεψη. Η πόλη και οι άνθρωποί της έχουν κάτι εντελώς αυθεντικό, κάτι που δεν μοιάζει με πουθενά αλλού. Οι βραδιές στο Death Disco ήταν πάντα ξεχωριστές — το κοινό εκεί εκρήγνυται, τα σπάει και δίνει τα πάντα. Μου αρέσει να περιπλανιέμαι στην πόλη, να βλέπω την αρχιτεκτονική της, τα αρχαία μνημεία, τα παλιά κτήρια τυλιγμένα με σπρέι και σύγχρονα σημάδια. Είναι μια εικόνα συγκλονιστική: όλοι οι μεγαλοπρεπείς αλλά και εύθραυστοι τρόποι με τους οποίους οι άνθρωποι προσπαθούν να εκφραστούν μέσα στον χρόνο. Έτσι, λοιπόν, ανυπομονώ να σας ξαναδώ όλους πολύ σύντομα.
DEATH DISCO OPEN AIR FESTIVAL 2025
Το Σάββατο 20 και τη Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2025, η Αθήνα θα είναι και πάλι στο συναυλιακό επίκεντρο της "σκοτεινής" μουσικής. Με ένα line up που θα κάνει και πάλι τα κεφάλια της εναλλακτικής σκηνής να γυρίσουν προς τη χώρα μας, το Death Disco Open Air 2025 θα είναι το απόλυτο εγχώριο - και ένα από τα σημαντικότερα παγκοσμίως - συναυλιακό γεγονός της σκοτεινής σκηνής μέσα στο 2025.
Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων
Εισιτήρια: 90€
Προπώληση: https://www.ticketmaster.gr/death-disco-open-air-festival-2025_sen_2007061.html