Η οθόνη του λάπτοπ μου έχει μόλις εμφανίσει τον Craig Higgins, μπροστάρη και φυσικό ηγέτη των Warmduscher, ο οποίος βρίσκεται σε ένα προβάδικο μαζί με την υπόλοιπη μπάντα. «Πωπω φίλε μας έκλεισαν ένα live της τελευταίας στιγμής στο Ελσίνκι και δεν μπορούσαμε να αρνηθούμε. Τα πράγματα είναι λίγο δύσκολα τελευταία και όταν κάθονται τέτοιες ευκαιρίες λες ευχαριστώ, πάμε να παίξουμε». Μόλις του αναφέρω οτι τον έχω καλέσει για συνέντευξη ενόψει της συναυλίας τους στην Αθήνα, τα παρατάει όλα και βγαίνει έξω. «Δεν φαντάζεσαι πόσο γουστάρουμε που θα παίξουμε εκεί για πρώτη φορά. Έχω έρθει μία φορά στην Ελλάδα γιατί ένας ελληνοαμερικάνος φίλος μου έχει ξενοδοχείο στο Τολό. Οι άνθρωποι εκεί είναι κανονικοί καουμπόηδες, βγάζουν όπλα έξω μέρα μεσημέρι. Μου θυμίζουν τους ανθρώπους στα μέρη που μεγάλωσα!». Ο Craig είναι ο μοναδικός Αμερικάνος στους Warmduscher και συμμετέχει στην μπάντα σχεδόν από το ξεκίνημα της. Η βαρύτονη φωνή του σε συνδυασμό με την αλητήρια θεατρικότητα επί σκηνής έγιναν σήμα κατατεθέν του γκρουπ, που μαζί με τους Fat White Family, τους Insecure Men κ.α έφτιαξαν μία μικρή κοινότητα στην «υπόγεια σκηνή του Νότιου Λονδίνου» πριν μία δεκαετία. Σήμερα μετά από πέντε δισκογραφικές κυκλοφορίες παραμένουν ακόμη μακριά από συμβατικές ετικέτες και εύκολους χαρακτηρισμούς, έχοντας δημιουργήσει το δικό τους αιχμηρό ηχητικό κόσμο. Στην πιο πρόσφατη δουλειά τους Τοο Cold To Hold επέστρεψαν σε μία πιο DIY φιλοσοφία και κάλεσαν φίλους και γνωστούς για να συμβάλλουν στη δημιουργία του, χωρίς να χάσουν ίχνος της λατρεμένης κουλαμάρας που τους χαρακτηρίζει.
Προσεγγίσατε το νέο σας άλμπουμ με διαφορετικό τρόπο σε σχέση με προηγούμενες δουλειές σας;
Η διαφορετική προσέγγιση έχει να κάνει με την παραγωγή. Ο Ben (Benjamin Romans Hopcraft, μπάσο) ήταν ουσιαστικά ο βασικός άνθρωπος πίσω από την παραγωγή μαζί με τον Jamie Neville. Η μεγάλη διαφορά που παρατηρήσαμε δουλεύοντας in-house ήταν ο χρόνος. Είχαμε την άνεση να πάρουμε τον χρόνο μας και να κάνουμε ακριβώς αυτό που θέλαμε. Δεν είχαμε κάποιον να μας καθοδηγεί σύμφωνα με το δικό του όραμα παραγωγής – κάτι που δεν είναι απαραίτητα κακό – αλλά καταλαβαίνεις πώς πάνε αυτά τα πράγματα. Όταν συνεργάζεσαι με έναν μεγάλο παραγωγό, όπως τον Dan Carey (έχουν συνεργαστεί σε προηγούμενες δουλειές), έχεις ένα πολύ στενό χρονοδιάγραμμα. Δεν σου δίνεται περιθώριο να είσαι δημιουργικός. Δεν μπορείς να σπαταλήσεις χρόνο σε πράγματα που άλλοι ίσως θεωρούν ασήμαντα. Κάνοντας μόνοι μας την παραγωγή, μπορούσαμε να κάνουμε ό,τι ακριβώς θέλαμε. Και είναι κάτι που θέλαμε να δοκιμάσουμε κάποια στιγμή γιατί όλοι μας έχουμε την εμπειρία. Ξέραμε ότι μπορούμε να το κάνουμε, αλλά όταν είσαι μπάντα που παλεύει να τα βγάλει πέρα μέρα με τη μέρα, κυνηγάς συνεχώς το επόμενο. Έχουμε όλοι μεγαλώσει μέσα στα μουσικά πράγματα. Και με τον τελευταίο δίσκο, απλά λειτούργησε έτσι, γιατί υπήρχαν περιορισμοί — σε χρόνο, σε λεφτά, σε όλα. Και είπαμε: «Σκασίλα μας. Θα το κάνουμε μόνοι μας.»
Είναι πολύ ενδιαφέρον που έχετε κάποιες απρόσμενες συνεργασίες σε αυτόν τον δίσκο. Θες να μου μιλήσεις για κάποιες από αυτές; Όπως για παράδειγμα το “Body Shock” με τη Lianne La Havas;
Η Lianne είναι πολύ καλή φίλη του Ben. Είναι μέρος της κοινότητας του “South London”. Την είχα γνωρίσει πριν χρόνια, αλλά κυρίως είχε κολλήσει με τον Ben και τον αδερφό του, τον Miles, που παίζει στο συγκρότημα Hulu. Την ρώτησαν, λοιπόν, αν θέλει να συμμετέχει στο δίσκο και αυτή απάντησε θετικά, αλλά ποτέ δεν πιστέψαμε ότι θα το κάνει. Εννοώ, κανονίζαμε να έρθει και δεν ερχόταν ποτέ! Την ημέρα που τελικά ηχογράφησε, ήταν να έρθει στις 6:00 και έσκασε στις 11:00 το βράδυ! Κι όμως, μπήκε στο στούντιο, πέρασε καλά, και έκανε τη δουλειά τέλεια.
Αυτό είναι το vibe μας γενικά σε σχέση με τις συνεργασίες. Επειδή το κάνουμε τόσο καιρό, έχουμε πάρα πολλούς γνωστούς, φίλους, συνεργάτες στον χώρο. Είναι υπέροχο όταν έχουμε την ευκαιρία να δουλέψουμε μαζί. Οι παλιότεροι δίσκοι ήταν περισσότερο εγωκεντρικοί κατά κάποιον τρόπο. Ξέρεις, τύπου «Κοίτα ποιον έχουμε εδώ», όπως ο Kool Keith — που είναι απ’ τους αγαπημένους μου ράπερ. Αλλά σε αυτόν τον δίσκο το πήγαμε αλλιώς. Θέλαμε να εμπλακούμε σε πράγματα που συμβαίνουν τώρα, στο παρόν.
Ας μιλήσουμε λίγο για τις θεματικές και τους στίχους στο Too Cold To Hold. Υπάρχουν συγκεκριμένα μοτίβα ή πρόκειται για αποσπασματικές εμπειρίες και ιστορίες από τη ζωή σου;
Θέλω να μοιραστώ μαζί σου την ιδέα πίσω από το κομμάτι “Immaculate Deception” που είναι εντελώς κουλή. Πρόκειται για έναν τύπο που είναι βαθιά θρησκευόμενος και το έχει χάσει. Ζει σε έναν κόσμο που δεν πιστεύει πια σε τίποτα — ούτε στην Παρθένα Σύλληψη. Οπότε τι κάνει; Πηγαίνει σε δημόσιες τουαλέτες, αυνανίζεται, και... αφήνει πράγματα πίσω, ελπίζοντας πως ίσως κάποια γυναίκα «εγκυμονήσει» και γίνει η δεύτερη Παρθένα Σύλληψη! Πρόκειται για παράνοια, αλλά για εκείνον είχε νόημα. Μια από αυτές τις περιπτώσεις που κάποιος έχει καλές προθέσεις αλλά είναι τελείως τρελός. Να ξέρεις πρώτη φορά μοιράζομαι με κάποιον αυτή την ιστορία!
Το εκτιμώ! Έχεις περισσότερες τέτοιες να μας αφηγηθείς;
Μπορώ να σου μιλήσω για το “Staying Alive”. Σε αυτό το κομμάτι μιλάω για το πώς ήταν να μεγαλώνεις στην Αμερική. Δεν ξέρω αν ισχύει ακόμα, αλλά όταν ήμουν παιδί σε μια μικρή εργατική πόλη, μια από τις κύριες «διεξόδους» μετά το σχολείο ήταν να πας στρατό. Τα ξαδέρφια μου το έκαναν, οι θείοι μου επίσης. Σου το πουλούσαν σαν ευκαιρία να "δεις τον κόσμο" και να ζήσεις εμπειρίες. Αλλά τότε υπήρχαν πόλεμοι. Θα σου αποκαλύψω την ηλικία μου τώρα - ήταν γύρω στο 1992, όταν τελείωνα το λύκειο. Εγώ ήμουν αισιόδοξος, με μεγάλωσε η μάνα μου μόνη της, δεν είχε τελειώσει καν το σχολείο. Για εκείνη, το να πάω στρατό ήταν κανονική ευκαιρία. Αλλά συμβαίνει το εξής ειρωνικό: καταδικάζουμε τρομοκρατικές οργανώσεις επειδή λέμε ότι στρατολογούν νέους με υποσχέσεις και λεφτά... αλλά και η Αμερική το κάνει αυτό. Όλη μου τη ζωή αυτό κάνει. Υπόσχεται καλύτερη ζωή, και έτσι σε τραβάνε. Σχεδόν όλοι στην οικογένειά μου που πήγαν, βγήκαν μετά από τέσσερα χρόνια. Κανείς δεν έμεινε μόνιμα, εκτός από τον τότε σύντροφο της μητέρας μου — αυτός το έκανε καριέρα. Είχε πάει και στο Βιετνάμ, ήταν τέτοιος τύπος. Προσωπικά, δεν μπορούσα να δεσμευτώ για τέσσερα χρόνια. Αν ήταν για έναν, ίσως το έκανα. Είχα μεγαλώσει με δύο πολύ πιο μεγάλους αδερφούς, με macho συμπεριφορά, πυγμαχία, Junior Olympics και τέτοια. Οπότε μέσα μου υπήρχε αυτό. Αλλά τελικά, αυτό το σύστημα είναι τόσο υποκριτικό. Καταδικάζουμε άλλους για κάτι που κάνουμε οι ίδιοι. Ο ξάδερφός μου πέθανε με το που γύρισε. Η άλλη ξαδέρφη μου είναι στη φυλακή. Ο μόνος που βγήκε εντάξει ήταν ο σύντροφος της μάνας μου, επειδή το έκανε καριέρα. Και να σου πω κάτι άλλο: η μάνα μου πούλησε το σπίτι της γιατί μπλέχτηκε με ένα δάνειο. Ξέρεις, αυτά τα αρπακτικά δάνεια στην τηλεόραση — για ηλικιωμένους. Είναι 80 τώρα. Δούλευε πάντα μαύρα, δεν είχε σύνταξη, τίποτα.Της έδωσαν περίπου 200 χιλιάδες, αλλά ξόδεψε μόλις 50. Και παρ’ όλα αυτά χρωστούσε πάνω από 200. Καταλαβαίνεις το μέγεθος της απάτης; Οπότε ο ίδιος άνθρωπος που πίστευε στο «πάλεψε για τη χώρα σου», τελικά καταστράφηκε από το ίδιο το σύστημα. Όλα αυτή την προσπάθεια επιβίωσης στη σκιά του Αμερικάνικου ονείρου αφηγούμαι στο "Staying Alive".
Πως προέκυψε η εισαγωγή από τον Irvine Welsh;
Συμμετέχω και στους Paranoid London — κάνω τα live vocals για αυτούς. Ο Irvine είναι μεγάλος φαν των Paranoid London. Πριν χρόνια, είχαμε παίξει στο Μαϊάμι και εκεί ήταν κι αυτός με τον Arthur Baker — ναι, τον Arthur Baker, έναν από τους πρωτεργάτες του hip hop! Εγώ τον έφερνα παλιότερα στη Νέα Υόρκη όταν έκανα πάρτι. Έχουμε φιλία από τότε που ήμουν 20, τώρα είμαι 51. Κάνουμε πράγματα μαζί χρόνια. Οπότε είχαμε αυτό το gig, πήγαμε για φαγητό με τον Irvine και τον Arthur, και ενώ ο Arthur έφυγε νωρίς, ο Irvine έμεινε μαζί μας και το ξενυχτήσαμε! Και το καλύτερο; Πήγε μαζί μου στη σκηνή και έκανε vocals live! Έκτοτε κρατήσαμε επαφή. Κι επειδή αγαπάμε και οι δύο την πυγμαχία, συζητάμε συχνά για αγώνες. Δεν είμαι μάτσο τύπος, αλλά μεγάλωσα με αυτό και νιώθω ότι μου δίνει το ίδιο πάθος που μου δίνει και η μουσική. Αν μπορείς να μπεις σε ρινγκ, μπορείς να ανέβεις και σε σκηνή. Οπότε του λέω: «Θες να κάνεις την εισαγωγή του δίσκου;» Και ήταν σε φάση «Φυσικά!». Και μέσα σε δύο μέρες μου στέλνει αυτή την αφήγηση που εμπνέεται από ένα trip με DMT.
Τι θεωρείς ως «επαναστατική πράξη» σήμερα;
Λοιπόν, ο αγαπημένος μου «επαναστάτης» αυτή τη στιγμή είναι ο Bernie Sanders. Για χρόνια δεν με ενδιέφερε η πολιτική. Ζω στο Λονδίνο εδώ και 16 χρόνια, και πάντα ήθελα να κρατάω τους Warmduscher εκτός πολιτικής. Προσπαθώ να γράφω στίχους υποκειμενικούς, να μπορεί ο καθένας να τους ερμηνεύει με τον δικό του τρόπο. Αλλά η αλήθεια είναι πως είμαι πολύ αριστερός — όχι κομμουνιστής, αλλά ναι, συμφωνώ με πολλά απ’ όσα λένε. Ο Bernie και η AOC (Alexandria Ocasio-Cortez) για μένα είναι σαν «μασκότ» της εργατικής τάξης. Όταν ο Bernie προσπαθούσε το 2016, ήμουν στην Αμερική και είχα τρία μικρά παιδιά. Βγαίναμε νύχτα και κολλούσαμε πανό στις γέφυρες. Ένας φίλος μου στο Λονδίνο, ο Louis Parker, μου είχε πει κάτι που τελικά βγήκε αληθινό: «Ο Bernie δεν θα βγει ποτέ πρόεδρος, γιατί δεν είναι μέρος του συστήματος. Αλλά θα είναι ο καλύτερος υποστηρικτής της εργατικής τάξης μέχρι να πεθάνει.» Το παράδοξο είναι πως οι ίδιοι άνθρωποι που θα ωφελούνταν από αυτόν — οι φτωχοί, οι εργάτες, οι μαύροι, οι Λατίνοι — τελικά ψήφισαν Trump. Ήθελαν κάποιον “εκτός πολιτικής”, και κατέληξαν με έναν δισεκατομμυριούχο, απατεώνα, βιαστή. Ενώ μπροστά τους υπήρχε ένας τύπος που μιλούσε για αύξηση κατώτατου μισθού, για τα δικαιώματα των Παλαιστινίων, για τους φτωχούς…και τον αγνόησαν. Αυτή είναι η τρέλα της Αμερικής. Είναι μια χώρα που αγαπώ, αλλά είναι πολύ διχασμένη. Και ό,τι έχεις, πρέπει να το παλέψεις. Αν δεν είσαι πλούσιος, δεν έχεις δικαιώματα. Παρ’ όλα αυτά, μου αρέσει αυτή η «αγριάδα» της Αμερικής. Το hustle.
Λες πως οι Warmduscher δεν είναι πολιτικοί, αλλά πίσω από τους στίχους σας αναγνωρίζω έντονο κοινωνικοπολιτικό σχολιασμό…
Οκ, έχεις δίκιο, απλώς δεν θέλουμε να είναι αυτό που μας χαρακτηρίζει περισσότερο. Συμμετέχουμε όπου μπορούμε, κάνουμε συναυλίες για οργανώσεις όπως το WarChild, κάνουμε δωρεές, αλλά δεν βγαίνουμε στη σκηνή να κάνουμε κήρυγμα. Ή... τέλος πάντων, λέω πως δεν το κάνουμε, αλλά εν μέρει το κάνουμε! Έχουμε μαζί μας ομάδες όπως το Just Stop Oil, είμαστε αλληλέγγυοι σε πολλά πράγματα. Απλά, δεν θέλουμε ακροδεξιούς φαν. Αν είσαι φασίστας, δεν σε θέλουμε στις συναυλίες μας. Εγώ βλέπω τον εαυτό μου ως entertainer. Θέλω να κάνω τον κόσμο να περάσει καλά. Θέλω να πληρώνεις εισιτήριο και να φεύγεις γεμάτος. Θυμάμαι την πρώτη συναυλία που με σημάδεψε: ήμουν παιδί, η μάνα μου με πήγε με τον τότε σύντροφό της να δω τον James Brown. Από τότε ήξερα ότι αυτό θέλω να κάνω. Πριν ξεκινήσω με τη μουσική, έκανα πάρτι στη Νέα Υόρκη — στο Meatpacking District, όταν ακόμα είχε τραβεστί, πόρνες, και όλη την παλιά αλητεία. Ο μέντοράς μου ήταν ο τύπος που ξεκίνησε το Wigstock (drag φεστιβάλ στη Νέα Υόρκη). Έχω ζήσει μια πολύχρωμη ζωή. Και είμαι χαρούμενος γι’ αυτό!
Πως βλέπεις το μέλλον της μπάντας;
Όταν ξεκινήσαμε, κανείς δεν πίστευε ότι θα κρατήσει. Ήμασταν όλοι σε άλλες μπάντες, κάναμε ατελείωτα live, επικρατούσε ένα χαμός. Αλλά εγώ πάντα ήξερα: αυτή είναι η καλύτερη μπάντα που έχω υπάρξει. Και ναι, μπορεί να φαίνεται πως δεν παίρνουμε πολύ σοβαρά τους εαυτούς μας, αλλά δεν είναι έτσι. Αυτή η μπάντα είναι η ζωή μας. Έχω τρία παιδιά, αν δεν έκανα καλά τη δουλειά μου, δεν θα μπορούσα να τα ζήσω. Μερικές φορές, όταν δεν τσουλάει το πράγμα, συμπληρώνω το μισθό δουλεύοντας οικοδομή. Οπότε, μπορεί κάποιοι να λένε οτι θα έπρεπε να τα έχουμε παρατήσει, αλλά εμείς ξέρουμε οτι είμαστε καλύτεροι από πολλές μπάντες εκεί έξω - η ενέργεια και ο ήχος μας στα live δεν έχει να φοβηθεί τίποτα και κανέναν!
Οι Warmduscher ανοίγουν τη συναυλία των The Murder Capital στο Gagarin 205 την Παρασκευή 30 Μαΐου. Περισσότερα εδώ.