Με καταγωγή από τη Θεσσαλονίκη και έδρα πλέον την Ουτρέχτη, ο Transparent Man (κατά κόσμον Σταύρος Παπαδόπουλος) δραστηριοποιείται μουσικά από το 2020, όταν κυκλοφόρησε το πρώτο του EP Shame, μέχρι το φετινό του LP Puppets, ένα σκοτεινό, σινεματικό έργο που φλερτάρει με τον μαγικό ρεαλισμό. Το ψευδώνυμο που κουβαλάει από την εφηβεία του, “ο διαφανής άντρας”, είναι περισσότερο προσωπικό ημερολόγιο παρά καλλιτεχνική περσόνα: «πολλές φορές ένιωθα είτε αόρατος είτε εντελώς εκτεθειμένος, σαν να μπορούσαν όλοι να δουν καθαρά τα συναισθήματά μου».
Το Puppets είναι ο πιο ολοκληρωμένος δίσκος του ως σήμερα, ένα ηχητικό ταξίδι για τους ρόλους που υιοθετούμε για να ανήκουμε – και τον αγώνα να παραμείνουμε αυθεντικοί. Όπως λέει ο ίδιος: «Ήθελα να βγω από το comfort zone μου. Να αφήσω πίσω την κιθάρα και να αναμετρηθώ με το ποιος είμαι χωρίς αυτή. Το Puppets είναι σαν εσωτερική αναδρομή στον έφηβο εαυτό μου».
Με αφορμή την νέα του αυτή κυκλοφορία, ζητήσαμε από τον Transparent Man να μας ξεδιπλώσει όχι απλώς τη μουσική του, αλλά κυρίως το εσωτερικό της βάθος: να “συστηθεί” όπως εκείνος επιλέγει – μέσα από τα βιώματα, τις πληγές, τις μεταμορφώσεις και τις ρωγμές ελπίδας που μετουσιώνονται σε ήχο.
- Γιατί διάλεξες το όνομα Transparent Man; Ποιος είναι αυτός ο "διαφανής άντρας";
Το όνομα "Transparent Man" το κουβαλάω από την εφηβεία μου. Ήταν ο τίτλος του πρώτου κομματιού που έγραψα όταν κατάλαβα πως αυτό που με εκφράζει περισσότερο είναι να συνθέτω δική μου μουσική. Ο "διαφανής άντρας" ήμουν εγώ. Όπως συμβαίνει σε πολλούς, έτσι και για μένα η εφηβεία είχε δύσκολες στιγμές (και κάποιες από τις πληγές της, τις κουβαλάμε ακόμη). Πολλές φορές ένιωθα είτε αόρατος είτε εντελώς εκτεθειμένος, σαν να μπορούσαν όλοι να δουν καθαρά τα συναισθήματά μου, να καταλάβουν πού είμαι ευάλωτος και να με χτυπήσουν εκεί. Μου είχε κολλήσει τότε η εικόνα ενός ανθρώπου που κρατάει πολλές διάφανες σακούλες, όπου όλα φαίνονται, και κάποιος που θέλει να κλέψει, ξέρει ακριβώς πού να "χτυπήσει".
- Είσαι ενεργός μουσικά ως Transparent Man τουλάχιστον από το 2020. Τι έχει αλλάξει από τότε έως σήμερα, που κυκλοφορείς το Puppets, και τι έχει μείνει ίδιο;
Έχω αλλάξει τρεις χώρες και είμαι ένα βήμα πριν τα 30! Αλλά ελπίζω πως αυτό που δεν έχει αλλάξει είναι η ανάγκη μου να είμαι ειλικρινής, πρώτα απ’ όλα με τον εαυτό μου, και έπειτα με τους ανθρώπους γύρω μου. Η αλήθεια είναι πως από το Shame (2020) μέχρι και το Puppets (2025), περιπλανήθηκα σε διάφορα ηχητικά μονοπάτια μέχρι να καταλήξω στο σημερινό ηχητικό προφίλ. Νιώθω πως κάθε κυκλοφορία σε αυτό το διάστημα με έφερνε ένα βήμα πιο κοντά σε αυτό που πραγματικά θέλω να παρουσιάσω ως καλλιτέχνης. Το Puppets είναι το πιο ολοκληρωμένο έργο μου μέχρι σήμερα, όχι μόνο σαν παραγωγή, αλλά και σαν αφήγηση. Είναι ό,τι πιο κοντινό σε αυτό που είμαι σαν άνθρωπος.
- Ποια είναι η σύλληψη πίσω από το “Puppets” και ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετώπισες φτιάχνοντας αυτό το δίσκο;
Περίπου 2,5 χρόνια πριν αποφάσισα να αφήσω την αγαπημένη μου Θεσσαλονίκη και να μετακομίσω στην Ουτρέχτη. Γενικά κάθε τρία χρόνια κάνω μια μεγάλη αλλαγή στη ζωή μου. Σχεδόν σαν να το χρειάζομαι για να συνεχίσω να εξελίσσομαι. Τότε πήρα τη συνειδητή απόφαση να σταματήσω προσωρινά τα live και να αφοσιωθώ ολοκληρωτικά στη δημιουργία του Puppets. Όπως και στα προηγούμενα projects μου, έτσι κι εδώ υπήρχε από την αρχή ένα θεματικό concept: οι μαριονέτες, δηλαδή εμείς οι ίδιοι, όταν αναγκαζόμαστε να καταπιεζουμε τις επιθυμίες ή τα συναισθήματά μας για να "ταιριάξουμε". Πιστεύω πως ο καθένας από εμάς, σε κάθε δεδομένη στιγμή, παίζει κάποιο ρόλο. Και πολλές φορές αυτοί οι ρόλοι δεν μας εκφράζουν και πάνε κόντρα στη ψυχοσύνθεση μας. Αυτό συμβαίνει, είτε επειδή φοβόμαστε την κριτική του κόσμου, είτε επειδή οι ίδιες μας οι σκέψεις μας μπλοκάρουν, καταλήγουμε να φερόμαστε σαν μαριονέτες (puppets) παγιδευμένοι σε ρόλους που μας περιορίζουν. Η μεγαλύτερη πρόκληση στο Puppets ήταν να αλλάξω τόσο ηχητικά όσο και προσωπικά. Ήθελα να βγω από το comfort zone μου: από τη μία, το περιβάλλον της Θεσσαλονίκης· από την άλλη, το πιο βασικό μου μουσικό όργανο, την κιθάρα. Πήρα λοιπόν την απόφαση να μην χρησιμοποιήσω καθόλου κιθάρα στον δίσκο, με μία και μοναδική εξαίρεση: το τελευταίο κομμάτι, το "Float", με τη VASSIŁINA. Εκεί η κιθάρα επιστρέφει συνειδητά. Για μένα, αυτό ήταν ένας τρόπος να κλείσω έναν κύκλο και ίσως να ανοίξω έναν καινούργιο.
- Η μουσική σου είναι ιδιαίτερα κινηματογραφική, κι αισθάνομαι πως λέει μια ιστορία. Αν ήταν ταινία, σε ποιο είδος θα ανήκε και για ποιο λόγο;
Σε ευχαριστώ πολύ για το κοπλιμέντο! Η αλήθεια είναι πως αυτό ακριβώς ελπίζω κάθε φορά: η μουσική μου να λειτουργεί σαν αφηγητής. Nα γεννάει εικόνες, συναισθήματα και κόσμους στο μυαλό του ακροατή. Τα κομμάτια μου εχουν μέσα τους σχεδόν πάντα μια προσωπική ιστορία. Αν έπρεπε να διαλέξω είδος ταινίας, θα έλεγα κάτι ανάμεσα σε μαγικό ρεαλισμό και σκοτεινό παραμύθι. Κάπου ανάμεσα στα κείμενα του Gabriel García Márquez και την κινηματογραφική ματιά του Guillermo Del Toro. Ο Λαβύρινθος του Πάνα με είχε επηρεάσει βαθιά, τόσο σε αισθητικό επίπεδο όσο και σε αυτό το λεπτό όριο μεταξύ φαντασίας και σκληρής πραγματικότητας. Αυτή τη γλυκόπικρη ισορροπία ψάχνω κι εγώ να πετύχω στη μουσική μου: κάτι που να είναι ταυτόχρονα ονειρικό και πολύ αληθινό.
- Στο άλμπουμ σου συμμετέχουν ο Modd Ren και η Vassilina, στα υπέροχα Trembling Hands και Float αντίστοιχα. Πώς προέκυψαν αυτές οι συνεργασίες;
Τέλεια, λατρεύω να μιλάω για τους ανθρώπους που έχουμε συνεργαστεί! Αρχικά θα ξεκινήσω με την VASSIŁINA και προτού πω πως γνωριστήκαμε, να σημειώσω ότι είναι η πιο αφοσιωμένη και επαγγελματίας καλλιτέχνιδα που έχω συνεργαστεί. Για την προσωπικότητα, δεν έχω να πω και πολλά. Αν μιλάμε για έναν καλλιτέχνη με ξεκάθαρη ταυτότητα και ξεχωριστή παρουσία, αυτή είναι η VASSIŁINA. Έχει πλάκα η ιστορία της γνωριμίας μας. Βασικά υπάρχουν 2 εκδοχές, η δική μου και η δική της. Και οι δύο σπουδάσαμε στη Θεσσαλονίκη και γνωριστήκαμε μέσα από κοινές παρέες. Θυμάμαι να τη γνωρίζω ένα βράδυ στο COO, αλλά εκείνη λέει πως γνωριστήκαμε πολύ αργότερα, στο πρώτο μου live στην Αθήνα, στο Gazarte, όπου την είχα καλέσει να ερμηνεύσει το "So". Εκεί παίξαμε και το ονειρικό "Ατυχήσαμε", ένα κομμάτι της που ακόμα μου προκαλεί ανατριχίλα. Το ίδιο βράδυ γνώρισα και την φανταστική Καλλιόπη Μητροπούλου, η οποία έκανε πρόσφατα ένα υπέροχο guest σε live μου. Εκείνη μου είπε ότι γνώρισε τη VASSILINA το ίδιο βράδυ στο Gazarte, και πλέον έχουν δημιουργήσει αυτό το εκρηκτικό ντουέτο που ξέρουμε και αγαπάμε. Είναι πολύ όμορφη αυτή η ιστορία, οπότε ας ξεχάσουμε την εκδοχή μου, και ας κρατήσουμε αυτή της Βασιλίνας. Όσον αφορά το "Float", ήταν το τελευταίο κομμάτι που γράφτηκε για το Puppets. Ήθελα να κλείσω τον δίσκο με μια μπαλάντα, να φέρω πίσω για λίγο την κιθάρα που είχα επιλέξει συνειδητά να απομακρύνω από τον υπόλοιπο δίσκο. Ήταν σαν να έκανα μια εσωτερική αναδρομή στον έφηβο εαυτό μου. Έγραψα μερικά ακόρντα, έκανα ένα πρόχειρο export και πήγα στο αγαπημένο μου καφέ στην Ουτρέχτη, όπως συνηθίζω τις Κυριακές, για να γράψω τους στίχους. Το έστειλα στη VASSILINA και αυτή με τη σειρά της έκανε τα μαγικά της. Την αγαπώ, την θαυμάζω και την ευχαριστώ που είναι πάντα εκεί όταν τη χρειάζομαι. Με τον MODD REN, μας γνώρισε ο Stiko (DJ/producer). Μου λέει μια μέρα: «Σταυρή, έχω ένα φιλαράκι που ανεβαίνει στα μέρη σας, ερωτικός μετανάστης!». Είχα ήδη ακούσει τις δουλειές του με τον Stiko, και αμέσως ένιωσα σύνδεση με αυτή τη ζεστή, soulful χροιά στη φωνή του. Όταν έγραψα το Trembling Hands, μου ήρθε κατευθείαν στο μυαλό. Του το έστειλα χωρίς δεύτερη σκέψη και δέχτηκε αμέσως. Παρόλο που έχουμε συναντηθεί από κοντά μόνο μία φορά, έχουμε μιλήσει αμέτρητες φορές online και τον νιώθω σαν πολύ κοντινό μου άνθρωπο. Αυτή την περίοδο ετοιμάζει δικά του πράγματα και έχουμε πει να δουλέψουμε και σε ιδέες του μαζί. Η αλήθεια είναι ότι το έχω καθυστερήσει λίγο. Λιάκο, συγγνώμη φίλε! Θα επανορθώσω άμεσα. :)
- Η μουσική σου έχει αρκετή μελαγχολία, έχει μία αίσθηση μοναχικότητας. Ποια είναι η δημιουργική σου διαδικασία;
Η αλήθεια είναι πως και τα δύο αυτά συναισθήματα με τρέφουν δημιουργικά, και οριακά τα επιζητώ. Οπότε, χαίρομαι πολύ όταν κάποιος τα αναγνωρίζει μέσα στη μουσική μου. Και το Puppets αλλά και το Shame έχουν μια κοινή θεματολογία: προκύπτουν από μια εσωτερική ανάγκη να παρατηρήσω, να καταγράψω, να επεξεργαστώ τα βιώματά μου, και κυρίως τα απόνερά τους. Συνήθως, είναι οι πιο δύσκολες εμπειρίες που με κάνουν να γράφω. Και, όπως συμβαίνει συχνά, οι περισσότερες σχετίζονται με τον έρωτα. Αν με δεις έξω, θα είμαι συνήθως ανάμεσα σε κόσμο, αρκετά κοινωνικός. Η αλήθεια όμως είναι πως, ακόμα και στο χάος, πάντα σκέφτομαι και καταγράφω την ιστορία της στιγμής, αναζητώντας την επόμενη έμπνευση. Δυο-τρεις πολύ κοντινοί μου άνθρωποι το καταλαβαίνουν αυτό, και παρότι μπορεί να είναι κουραστικό, με ανέχονται. Στιγμές, εικόνες, μια ματιά, μια λέξη, όλα τα ανεκπλήρωτα συναισθήματα που αναλύεις φεύγοντας από το τελευταίο μπαρ μιας βραδινής κραιπάλης. Αυτά κρατάω. Ο καθένας μας είναι γεμάτος μοναδικές ιστορίες, και γι’ αυτό είναι ξεχωριστός. Παρόλο που μπορεί να είμαι σε μεγάλο κύκλο, είμαι πολύ επιλεκτικός στο να ανοιχτώ, ειδικά όσον αφορά τα μουσικά μου, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τα προσωπικά μου. Συνήθως ανοίγομαι μόνο σε τέσσερα-πέντε άτομα που έχουν περάσει πολλά… τεστ για να μπουν σε αυτόν τον κύκλο εμπιστοσύνης. Εκεί, μέσα από τη σχέση μας, γίνεται μια ζύμωση ανάμεσα στις ιστορίες μου και στις δικές τους. Μετά από αυτή την εσωτερική διαδικασία, δουλεύω ένα πρώτο ηχητικό υλικό, το οποίο εξελίσσεται μέσα από ψυχολογικά και μουσικά sessions με τον πιο κοντινό μου συνεργάτη, τον Δημήτρη Αστραντίνη. Είναι αυτός που με βοηθάει καθοριστικά στην τελική παραγωγή και τη μίξη. Χωρίς αυτόν, τίποτα από όσα έχω κάνει δεν θα είχε συμβεί.
Και φυσικά, δεν μπορώ να μην αναφέρω την πολύτιμη βοήθεια του Γιάννη Τόμτση (φωτογραφία) και του Θωμά Κωστούλα (drums). Όταν είδα για πρώτη φορά εκείνη τη φωτογραφία του Γιάννη, μια ομιχλώδη μέρα στην Αριστοτέλους, πριν από πολλά χρόνια, ένιωσα ένα δυνατό συναίσθημα και του είπα αμέσως πως κάποια μέρα θα ήθελα να τη χρησιμοποιήσω για το πρώτο μου άλμπουμ. Είναι στην καρδιά της αφετηρίας των ιστοριών μου, στη Θεσσαλονίκη. Όσο για τον Θωμά, τι να πω... Πέρα από το ότι τον θεωρώ world-class ντράμερ, είναι για μένα και ένας world-class άνθρωπος. Το ίδιο και ο Γιάννης. Βασικά, τόσο ο Γιάννης οσο και ο Θωμάς είναι από τους πιο κοντινούς μου ανθρώπους, κι ας έχει φέρει έτσι η ζωή που δεν βρισκόμαστε όσο θα ήθελα. Είναι βαθιά στην καρδιά μου.
- Στα διάφορα βίντεο ζωντανών σου εμφανίσεων και live sessions, βλέπω ότι χρησιμοποιείς πολύ τον φυσικό ήχο, με βιολιά, σαξόφωνο κτλ. Τι αλλάζει στη διαδικασία των live παρουσιάσεων της μουσικής σου;
Κοίτα, λατρεύω τη μαγεία ορχηστρικών οργάνων. Ως παιδί βαθιά επηρεασμένο από καλλιτέχνες όπως ο Bonobo και ο Ólafur Arnalds, δεν θα μπορούσα να μη φέρω αυτόν τον ήχο μέσα στη μουσική μου. Αυτό το πάντρεμα της κινηματογραφικής ηλεκτρονικής με την ορχηστρική ατμόσφαιρα. Γενικά βαριέμαι εύκολα, οπότε προσπαθώ να εξελίσσομαι και να πειραματίζομαι διαρκώς. Στα live μου προσπαθώ πλέον να εντάσσω όσο περισσότερα ορχηστρικά όργανα γίνεται, όπου αυτό είναι εφικτό και πρακτικά. Είχα καιρό να μοιραστώ τη σκηνή με πολλούς μουσικούς, αλλά τον τελευταίο καιρό αυτό γίνεται όλο και πιο συχνά, και είναι πραγματικά μαγικό να ακούς τα κομμάτια σου να ερμηνεύονται από ζωντανά όργανα. Είμαι λίγο "μαλωμένος" με την επανάληψη, οπότε προσεγγίζω κάθε live ξεχωριστά, ανάλογα με τον χώρο, τη διάθεσή μου και το concept της βραδιάς. Μπορεί να εμφανιστώ με τρίο ( ηλεκτρονικά, drums και σαξόφωνο), solo κάνοντας τις λούπες μου και παίζοντας διάφορα όργανα ή να στήσω ένα πλήρες ensemble με κουαρτέτο εγχόρδων, πνευστά και φωνές, όπως έγινε και στο τελευταίο μου live στο Άμστερνταμ. Ιδανικά, θα ήθελα κάθε live μου να περιλαμβάνει τέτοια ορχηστρική διάσταση, αν και προς το παρόν αυτό δεν είναι πάντα εφικτό. Αλλά το δουλεύουμε και θα τα καταφέρουμε!
Έχεις ξεκινήσει την πορεία σου από τη Θεσσαλονίκη (συνεργαζόμενος με την Logarithm cassette tapes), αυτή τη στιγμή όμως ζεις και εμφανίζεσαι ζωντανά κυρίως στο εξωτερικό. Αισθάνεσαι μέρος της «εγχώριας» σκηνής; Ποιες διαφορές εντοπίσεις «εδώ» και «εκεί»;
Αλήθεια προβληματίστηκα πολυ για το πως θα την απαντήσω. Αλλα θέλω να ειμαι παντα ειλικρινής και Transparent. Η απάντηση δεν είναι απλή, αλλά θα την δώσω όπως τη νιώθω. Έφυγα από την Ελλάδα κουβαλώντας πολλά ψυχολογικά βάρη από την "εγχώρια" σκηνή. Θα ξεχωρίσω όμως τη θέση μου ως ακροατής και ως μουσικός. Ως ακροατής, είμαι μεγάλος φαν της ελληνικής alternative και underground σκηνής. Παρακολουθώ σχεδόν κάθε κυκλοφορία και πιστεύω πως υπάρχουν εξαιρετικοί δημιουργοί με φοβερές δουλειές. Ίσως να είμαι ακόμα, δεν είμαι σίγουρος, πολύ ρομαντικός με αυτήν. Είχα πραγματικά το όραμα να τη δω να ανθίζει, να εξελίσσεται, να στηρίζεται. Και όχι απαραίτητα μέσα από τη δική μου μουσική, αλλά μέσα από τη συμμετοχή μου σε παραγωγές/συναυλίες κυρίως στο οργανωτικό κομμάτι. Πιστεύω πολύ στη δύναμη των κοινοτήτων. Μόνο μέσα από ενότητα και πραγματική στήριξη ανεβαίνουν όλοι μαζί. Δυστυχώς, αυτό που βίωσα στην Ελλάδα ήταν αρκετά διαφορετικό. Είδα projects να να υπονομεύονται πίσω από την πλάτη τους (και συνέβη και στο δικό μου), για να πάρουν άλλοι τις ευκαιρίες τους. Καλλιτέχνες να θάβονται από ανθρώπους που αργότερα συνεργάζονταν μαζί τους όταν "έπιαναν". Δεν θα πω καμία σοφία τώρα, αλλά, ας μην κοιτάμε μόνο τι βλεπουμε στα social media.Ένιωθα πως η "ενότητα" υπήρχε μόνο στα λόγια, όχι στις πράξεις. Αυτό με πλήγωσε πολύ. Περίμεναν την αποτυχία ενός καλλιτέχνη για να χαρούν, και την επιτυχία του για να ζηλέψουν. Ρε φίλε, χαμόγελα με τα καλά. Ο άνθρωπος απέναντί σου κατάφερε κάτι μέσα σε αυτή τη δυστοπική κατάσταση της ελληνικής πραγματικότητας. Ζήσε για τη χαρά του δίπλα του, και θα την πάρεις διπλά πίσω. Δεν ξέρω αν το βλέπω ουτοπικά, αλλά εγώ έτσι θέλω να ζω. Ευτυχώς, υπάρχουν και φωτεινές εξαιρέσεις. Άνθρωποι-διαμάντια, αληθινοί καλλιτέχνες με καλοσύνη και καθαρή αγάπη για τη μουσική. Έχει πει ο ΛΕΞ πως “πιστευω πολύ στον όρο, δικά μας παιδιά” (περισσότερα εδώ). Και εγώ στο ίδιο πιστεύω. Έχω κρατήσει δίπλα μου τα διαμάντια και τα “δικά μας παιδιά”. Τους άλλους τους άφησα πίσω, χωρίς θυμό, και εύχομαι κάποια στιγμή να βρουν την αλήθεια τους. Δεν θέλω να μειώσω κανέναν, ούτε να γενικεύσω. Αλλά αυτό ήταν το δικό μου βίωμα.
- Ποια είναι η καλύτερη στιγμή για να ακούσω το άλμπουμ σου «Puppets»; Ποιο θα ήταν το ιδανικό set up;
Ιδανικά; Θα ήθελα ο καθένας να βρεθεί στην παραλία Στενό, στην Αστυπάλαια. Μόνος, παρέα μόνο με τις σκέψεις του και το πιο όμορφο ηλιοβασίλεμα του Αιγαίου. Στο τελευταίο του μπάνιο για τη χρονιά, ένα απόγευμα του Σεπτέμβρη. Και εκεί, μέσα σε αυτή τη σιωπή, να πάρει επιτέλους την απόφαση να γίνει αυτός που πραγματικά θέλει να είναι. Χωρίς να είναι πια μια μαριονέτα των σκέψεών του ή του κοινωνικού του περιβάλλοντος.
- Τέλος, σε μια εποχή που, προσωπικά έχω την εντύπωση πως όλοι μιλούν για συναισθήματα μα όλοι αποφεύγουν να τα νιώσουν, είναι η συναισθηματική διαφάνεια επαναστατική πράξη;
Όπως έλεγε ο Χρόνης Μίσσιος, «επανάσταση είναι η διατήρηση της τρυφερότητας». Για μένα, τέχνη είναι η διατήρηση της αγνότητας και της καλοσύνης που μας χαρίστηκε με το δώρο της ζωής. Δυστυχώς, είμαστε η γενιά των συναισθηματικά “μη διαθέσιμων” ανθρώπων. Η υπερπληροφόρηση, το κυνήγι της τελειότητας και η πίεση του να είμαστε “κάποιοι” μάς έχουν διαλύσει. Μπαίνουμε διαρκώς στη γραμμή εκκίνησης ενός μαραθωνίου ανταγωνισμού που δεν τελειώνει ποτέ. Ένας ατέρμονος βρόχος. Άνοιξε την καρδιά σου, φίλε. Να είσαι ειλικρινής με τον εαυτό σου. Πήγαινε, μίλα σε κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας. Είναι το μεγαλύτερο δώρο που μπορείς να κάνεις, τοσο σε σένα οσο και στους ανθρώπους γύρω σου που τόσο αγαπάς.
Το “Puppets” κυκλοφορησε στις 15 Απριλίου 2025 από τη S!X Music, σε περιορισμένη έκδοση διάφανου κόκκινου βινυλίου και ψηφιακά σε όλες τις πλατφόρμες.
Vinyl Order: https://transparentman.bandcamp.com/album/puppets
Stream:
Spotify: https://open.spotify.com/album/1igAn0hGgLMxDS9ao05E2G?si=jRVqhTJ2Q162UvGRTiDJOw
Apple Music: https://music.apple.com/us/album/puppets/1789076304
Soundcloud: https://soundcloud.com/transparentman/sets/puppets-lp