Δυο αδέλφια συναντιούνται για μια τελευταία φορά χωρίς να το γνωρίζουν. Αφηγητής είναι ο μικρότερος από τους δύο, ο οποίος ανακαλεί στη μνήμη του το τελευταίο συναπάντημα με τον μεγάλο αδελφό του. Είχαν πολύ καιρό να βρεθούν. Σε ένα μπαρ, ύστερα από μερικά ποτά, αναθερμαίνουν τη σχέση τους.

Είναι αταίριαστοι ως χαρακτήρες. Ο μεγάλος είναι ιδεαλιστής και αλκοολικός. Ο μικρότερος πατά πιο στέρεα στην πραγματικότητα. Σαν ξένοι που συναντιούνται για πρώτη φορά, μιλούν (και φιλοσοφούν) για χίλια-δυο πράγματα: για τον θεσμό της οικογένειας και τη χαρά της πατρότητας, για έναν διαβόητο κατά συρροή δολοφόνο, για το πυρηνικό πρόγραμμα των ΗΠΑ, για την τέχνη και την πολιτική. Πιο πολύ, όμως, αναστοχάζονται πως κατέληξαν να πάρουν τελείως διαφορετικούς δρόμους.

Χωρίς να είναι τυπικά διαλογικό, το τρίτο μυθιστόρημα του 44χρονου  Heinz Helle, ο οποίος έχει σπουδάσει φιλοσοφία στο Μόναχο και στη Νέα Υόρκη, είναι ένα μυθιστόρημα κλειστών χώρων, χωρίς πλοκή, αλλά με μπόλικη διάθεση για φιλοσοφία και αναστοχασμό. Ο μικρότερος αδελφός ως αφηγητής κάνει τον απολογισμό. Θυμάται με κάποια νοσταλγία τις στιγμές που έζησαν μαζί, και μαζί τις αποκλίσεις τους. Ένα μεγάλο μέρος της αφήγησης καλύπτει την περίοδο από τη στιγμή που μαθαίνει τον θάνατο του αδελφού του και μετά. Οι πρώτες του αντιδράσεις: αρνείται να το δεχθεί. «Ή μπορεί επίσης απλώς να μην έχω συνειδητοποιήσει ακόμη τι σημαίνουν οι λέξεις ο αδερφός μου είναι νεκρός και το παιδί μέσα μου αρνείται να παραδεχτεί ότι κάτι άλλαξε μεταξύ μας τη στιγμή που μες στη βροχή είδα ένα φέρετρο να κατεβαίνει σε ένα λάκκο μπροστά από έναν ξύλινο σταυρό με το όνομά του».

Η συνειδητοποίηση της θνητότητας είναι το βασικότερο θέμα του μυθιστορήματος. Ο χρόνος που έχουμε είναι πεπερασμένος, συλλογιέται ο αφηγητής, καθώς ξαναφέρνει στο μυαλό ευτυχισμένες και μη στιγμές. Το άλλο κεντρικό θέμα είναι αυτό της απουσίας του άλλου, ο χρόνος που σπαταλιέται βάζοντας σκόπιμα απόσταση μεταξύ τους.

Ο Heinz Helle καταθέτει ένα, όχι ψυχολογικό, αλλά φιλοσοφικό μυθιστόρημα για το βίωμα του θανάτου ενός αγαπημένου. Η κοφτερή, λιτή του πρόζα, και η ικανότητά του να διεισδύει βαθιά στην ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων του είναι εντυπωσιακές. Ο λόγος του είναι μακροπερίοδος, ασθματικός, που σε σημεία ρέπει  προς το γκροτέσκο. Και μολονότι γράφει για βαριά θέματα, το χιούμορ δεν του λείπει.

Ο Helle θεωρεί ότι ο άνθρωπος μπορεί να μεγαλώνει, είναι όμως σημαντικό να διατηρεί στοιχεία από την παιδικότητά του. Γράφει προς το τέλος: «{...} την εκδίωξη από τον παράδεισο, θα μπορούσε να πει κανείς, εξού και για όσους γνωρίζουν αυτό το μυστικό η επαφή με τα παιδιά είναι κάτι τόσο σημαντικό, μικροσκοπικά, καλόπιστα πλάσματα, ανυποψίαστα αλλά γεμάτα ελπίδα, άνθρωποι στους οποίους οι μεγάλοι μπορούν να αφηγούνται τις ίδιες πάντα ιστορίες, για το καλό, για την αγάπη, για την ευτυχία, ελπίζοντας ότι μέσω της επανάληψης μια μέρα θα τα ξαναπιστέψουν και οι ίδιοι...).

Ελεγειακό μυθιστόρημα, «Η υπέρβαση της βαρύτητας» -στην πολύ προσεγμένη μετάφραση της Λένιας Μαζαράκη, η οποία υπογράφει και το κατατοπιστικό προλογικό σημείωμα της έκδοσης- σε βάζει να ξανασκεφτείς την έννοια του χρόνου, που είναι αέναος και συνάμα λιγοστός για την ανθρώπινη ύπαρξη, αυτά που θα μπορούσαν να γίνουν, αυτά που δεν είπες σε κάποιον που ήθελες ή αυτά που δεν πρόλαβες να ζήσεις μαζί του, πριν από την αναπόδραστη κατάληξη. 

 

aldina_helle_cover_pdf-391x600

Heinz Helle, Η υπέρβαση της βαρύτητας

Εκδόσεις Gutenberg, σειρά Aldina

Μετάφραση: Λένια Μαζαράκη

Σελ. 205

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured