Αυτό που θέλουν οι αναγνώστες. Μόνο αυτό να μην τους δίνεις, αν θες να σε εκτιμούν.
Ισχύει και στα πολιτιστικά media ο άγραφος κανόνας του djing και αφού αναμένεται να περάσουμε αρκετές ώρες σκρολάροντας σε αυτά τον επόμενο μήνα, ας υπενθυμίσουμε τον κανόνα.
Να δίνεις στον κόσμο αυτό που έχει ανάγκη να ακούσει και δεν το ξέρει, όχι αυτό που ζητάει.
Αυτή την εβδομάδα, οι New York Times αποχαιρέτησαν με ένα σπουδαίο άρθρο το εναλλακτικό μουσικό - πολιτιστικό περιοδικό City Pages από τη Μινεάπολη.
Το City Pages συνήθιζε να μετατρέπει την ανάγνωση μιας κριτικής δίσκου ή συναυλίας σε ξεχωριστή εμπειρία για τον αναγνώστη. Ακόμα και όταν ανέβασε τον πήχη αρκετά ψηλά ώστε να έχει στην ατζέντα του όλους του ποπ σταρς των ημερών, η συντακτική ομάδα προτιμούσε να δίνει χώρο στις Babes in Toyland και τους Hüsker Dü αυτού του κόσμου, πάρα στα διεθνή ποπ ονόματα που κυριαρχούσαν στα charts και σταματούσαν για τουρ στην Μινεσότα.
Στην Ελλάδα του clickbait, τα media που παίρνουν τo ρίσκo να αναδείξουν ονόματα και θέματα που δεν έχουν ακόμα κερδίσει τις μάζες,είναι σχεδόν ανύπαρκτα.
Το κύριο μέλημα κάθε ανταγωνιστικού μέσου να καλύψει πρώτο οτιδήποτε έχει ήδη την έγκριση του κοινού, είναι πλέον η νόρμα στα εγχώρια media. Αυτό που σπανίζει, είναι το θάρρος -τουλάχιστον στα οnline μέσα- να αναδείξουν και να ποντάρουν πρώτοι σε θέματα και πρόσωπα που έχουν μέλλον. Βέβαια, αν όλοι γράφουν για κάτι που ο μέσος αναγνώστης ήδη θεωρεί “hot”, υποθέτει κανείς ότι τους διαβάζουν, γιατί ο καθένας καλύπτει με την «αισθητική» του την επικαιρότητα. Πόσο περίεργο, αλήθεια, να είμαστε στο 2020, «αποκλεισμένο στο pc μας» και με την άποψη που έχουμε όλοι για όλους, απλά να ενημερωνόμαστε για το ίδιο θέμα από σελίδες που κρατάνε κοινή γραμμή στην είδηση, αλλά αλλάζουν την αισθητική της ανάλογα με το ύφος τους;
Το πρόσφατο παράδειγμα του Good Job Nicky είναι χαρακτηριστικό. Ο ανερχόμενος ερμηνευτής όχι μόνο έχει τους social media κύκλους με το μέρος του, αλλά το σύντομο βιογραφικό του περιλαμβάνει το όνομα Πάριος. Κι ακόμα πιο σημαντικό, έχει ένα κομμάτι που ακούγεται σαν τίποτε άλλο εγχώριο και ο κόσμος το αναγνώρισε στέλνοντάς το στην κορυφή των εγχώριων Shazam αναζητήσεων.
Ασχέτως με το αν η ομάδα του πιτσιρικά θα έπρεπε να δουλεύει πυρετωδώς για να τον κάνει «εξαγόμενο», τα media της χώρας, από την «κάκιστη τηλεόραση» μέχρι τα εβδομαδιαία free press και τα εναλλακτικά ραδιόφωνα, έσπευσαν να κυνηγήσουν το ξερολούκουμο. Μάλιστα, διάλεξαν όλους τους «λάθος» τρόπους για να τον πουλήσουν. Την οικογένεια, το μαλλί, το βίντεο, όλα πήραν τα εύσημα, αλλά κανένας δεν έγραψε ή δεν έδωσε τον «χώρο» που αρμόζει στον Ερμή Γεραγίδη, τον παραγωγό της μουσικής του Nicky. Που μεγάλωσε με το αυτί του στημένο σε όλους του «σωστούς» ανεξάρτητους ήχους της χώρας, από τον κύριο Κ. μέχρι τον Μάνο Χατζιδάκι, προκειμένου να δημιουργήσει το σωστό «άρμα», την σωστή στιγμή και να αλλάξει, έστω για λίγο, το mainstream, δίνοντας, με ένα μόλις single, ελπίδα για το μέλλον της εγχώριας μουσικής σε αυτή τη δύσκολη χρονιά.
Κοινώς, το ίδιο νέο μεγάλο success story, έκρυβε ένα μικρότερο αλλά πιο «ουσιώδες» μουσικό story μέσα του, αλλά ακριβώς όπως μας έχει συνηθίσει η αντίληψη των εγχώριων media, η επιφάνεια και η ανάγκη για clicks επιβλήθηκαν. Και να φανταστεί κανείς ότι ζούμε μουσικά στην εποχή που το «διαφορετικό» είναι απαραίτητο συστατικό για την μαζική αναγνώριση κάποιου.
Και σε αυτό το lockdown, τα media-ποτήρι θα είναι στην θέση τους. Σημασία δεν έχει πόσο άδεια ή γεμάτα θα τα βρουν οι αναγνώστες, αλλά πόσο αναζωογονητικό θα φροντίσουν τα media να είναι το περιεχόμενο τους.
Τι σημασία έχει, αλήθεια, να σας δίνουμε αυτό που ξέρετε, αυτό που έχετε συνηθίσει να ακούτε/βλέπετε και αυτό που αναμένετε να διαβάσετε, μεταφρασμένο από τα διεθνή media στα ελληνικά;
Τα παλιά, παραδοσιακά μέσα φρόντισαν να διαιωνίσουν τη δύναμη της συνήθειας, ώστε οι εφημερίδες απλά να μεταβούν ομαλά στην εποχή των websites. Ακριβώς όπως η πανδημία άλλαξε την ζωή όπως την ξέραμε και πλέον προσαρμοζόμαστε, είναι το ίδιο εφικτό να επαναπροσδιορίσουμε τον τρόπο που θα λαμβάνουμε την πολιτιστική μας ενημέρωση από εδώ και στο εξής.
Και όταν όλα είναι τόσο εύθραυστα, τουλάχιστον προσπαθείς να το ζεις στο σπίτι με όση περισσότερη φινέτσα γίνεται.
4 Singles & 2 Άλμπουμ:
Shygirl - “Slime” (Because Records)
Η πιο τρανή απόδειξη ότι το διαφορετικό είναι το νέο mainstream για τον μήνα Νοέμβριο είναι η Shygirl. Μουσική, στίχοι και βίντεο αισθητική που αλλάζουν τους κανόνες, δείχνουν το μέλλον και απαιτούν το single να παίξει σε λούπα, προκειμένου να κατανοήσει και ο μέσος boomer προς τα που φυσάει ο άνεμος στον urban ήχο. Visuals από τον Maurice Andresen, βίντεο από τον Aidan Zimari και παραγωγή μουσικής από τον Sega Bodega και τη Sophie.
Το άλμπουμ ALIAS κυκλοφορεί 7 Δεκέμβρη και το βινύλιο είναι ήδη sold out.
Lady Blackbird - "Collage (Bruise Remix)" (Foundation Music)
Λονδρέζικη jazz μαγεία που τόσο στην ορίτζιναλ εκδοχή της, όσο και στο remix του Bruise, μας συστήνει την επόμενη μεγάλη jazz φωνή της Μεγάλης Βρετανίας. Το άλμπουμ Black Acid Soul αναμένεται στις αρχές του 2021 ενώ ο Gilles Peterson κάνει ήδη λόγο για την «Grace Jones της jazz». To remix του Bruise ξεσηκώνει όχι μόνο το BBC Radio 1, αλλά κι οποιονδήποτε καταλαβαίνει από μεγάλα πιάνο θέματα. Το ραντεβού μας για Zoom συνέντευξη έχει ήδη οριστεί για τις 17 Νοέμβρη.
John King - "Munich" (Dark Entries)
Από την συλλογή Endagered Species Vol.1 της Dark Entries. Ο John King είναι μέλος των περίφημων Dust Brothers (που πίσω στα 90s υπέγραφαν την παραγωγή δίσκων των Beastie Boys και του Beck μεταξύ άλλων). Δίκαιο, λοιπόν, το “Munich”, που ανοίγει τη συλλογή, να ακούγεται σαν ένα new wave διαμάντι που παντρεύει το freestyle με την συναισθηματική, σκοτεινή ποπ των 80s και εσύ να ψάχνεσαι για το αν αυτή η παραγωγή του 1983 την είχε γλυτώσει από τις περιπετειώδεις βραδιές στην Danceteria.
Matilda Man - "Japan" (Sevenfoursevensix)
Αυτό «το κάτι» επέστρεψε στα νερά του Λονδίνου τελευταία. Το lockdown ωθεί ακόμα περισσότερα νέα ταλέντα να δημιουργήσουν τον ήχο της πόλης και πλέον, δίπλα στα νεο-folk και soul ονόματα της Arlo Parks και των Babeheaven (αναμείνατε σε επόμενο Incoming) προστίθεται και η Matilda Man. Μουσική για απογεύματα με φινέτσα και indie rock ονειροπόληση, με τις ευλογίες του BBC. Κάτι σαν την γυναικεία εκδοχή των Kings Of Convenience, με λίγο περισσότερο φαζ και νάζι, που όμως δικαιολογείται από το νεαρό της ηλικίας της.
DJ Godfather - Electro Beats For Freaks (Databass)
Στα λένε πάντα ωραία, λιτά και απέριττα οι θρύλοι του Ντιτροιτ. Με την άνεση που φέρνει το ότι αποτελεί μια κατηγορία μόνος του, ο DJ Godfather, μετά από 30 χρόνια underground καριέρας, άπειρων singles, labels και συνεργασιών, αποφασίζει να κυκλοφορήσει το προφανές Electro Beats For Freaks. 44 κομμάτια, σχεδόν 2 ώρες electro break παράνοιας που σε προκαλούν να φωνάξεις “bounce bitch”. O ορισμός της χορευτικής μουσικής για σύσφιξη γλουτών ή αλλιώς, η πιο σπινταρισμένη εκδοχή του twerk.
Όπου εμφανίζονται τα ραπ μέρη, το πάρτι ξεφεύγει, αλλά, όπως προαναφέρθηκε, όταν είσαι ο DJ Godfather και έχεις φτιάξει την φήμη σου στο δύσκολο Ντιτρόιτ, τότε λες τα πράγματα με το όνομά τους -βλέπε τίτλους και σοβαρά εργαλεία για τη βαλίτσα του δίσκοκαβαλάρη όπως τα “Bitch Get Off Me”, “Show Some Respect”, “Bounce Dat Ass”, “Shut The Fuck Up” , “Make That Ass Go BOOM” και πάει κάπως έτσι. Απαραίτητο.
Κυκλοφορεί στις 20/11.
Lindstrom & Prins Thomas - III (Smalltown Supersound)
Πήρε 11 χρόνια στους πρίγκιπες της Νορβηγικής balaeric σκηνής να ανταμώσουν στο στούντιο και να πιάσουν από εκεί που άφησαν το νήμα του ηλεκτρονικού ήχου τους. Μοναδικός, γλυκός, σπάνιος, εκκεντρικός, γεμάτος στιγμές που σε ταξιδεύουν και ωθούν το μυαλό να ψάξει περίπλοκες εικόνες, ακόμα και αν ακούει κάτι σχετικά απλό και μίνιμαλ που όμως συνδέεται με την σφαίρα που ονομάζουν "cosmos". Οι δίπλα πόρτες των studios τους έγιναν ξανά ένα μεγάλο εργαστήρι και η παλέτα του ήχου ξέφυγε από τις disco ρυθμολογίες. Τα ατμοσφαιρικά ηχοτοπία και τα μουντά χρώματα πάνω σε παιχνιδιάρικους ρυθμούς που πάντα ήταν η βάση στις κοινές δουλείες τους, ακούγονται σαν από όνειρο μέρες σαν και αυτές της καραντίνας. Ταξίδευουν το μυαλό σε σκανδιναβικά τοπία και μοιραία, έρχονται στο νου πράγματα όπως ο αστρικός ήχος των Air ή οι χαλαρές jazz φόρμες του Lonnie Liston Smith. Πάνω απ' όλα, όμως, μας είχαν λείψει αρκετά. Οι Lindstrom & Prins Thomas κάνουν την αισθαντική, φινετσάτη ηλεκτρονική μουσική που μόνο αυτοί ξέρουν και δίδαξαν σε ολόκληρη την Ευρώπη.