H μουσική των Normil Hawaiians παρέμεινε για πολύ καιρό ένα από τα καλά κρυμμένα μυστικά της underground σκηνής του Λονδίνου των αρχών της δεκαετίας του 1980. Οι περιορισμένες ηχογραφήσεις εκείνης της περιόδου αναζήτησαν εκ νέου μια θέση στον ήλιο μόλις τα τελευταία χρόνια, μέσα από προσεγμένες, remastered επανακυκλοφορίες.

Οι Normil Hawaiians ήταν ένα από τα ονόματα-λουκούμια για μουσικογραφιάδες που ήθελαν να αισθανθούν λίγο Lester Bangs και να γράψουν μεγάλα άρθρα γάργαρης ροκ μυθολογίας για χαμένους, ρακένδυτους θρύλους και για σπάνιες, ημιτελείς ηχογραφήσεις στις παρυφές της μουσικής βιομηχανίας (αυτό δεν το λέω για κομπλιμέντο). Επίσης, έχουν κυκλοφορήσει 2 (2,5 μάλλον) άλμπουμ που μπορούν να βρίσκονται στη δισκοθήκη δίπλα στο Metal Box των Public Image Ltd. (1979) και δίπλα στους πρώτους δίσκους του John Cale (αυτό το λέω μόνο για κομπλιμέντο).

Η ζωντανή εμφάνιση της cult κολεκτίβας στη σκηνή της Death Disco ήταν μια σπάνια ευκαιρία για να πλησιάσουμε τον post-punk πειραματισμό τους και να δούμε σε απόσταση αναπνοής πώς λειτουργεί η αταξινόμητη οργή τους, η δημιουργική ανάπτυξη των επαναστατικών ιδεών με στίχους σε spoken word μορφή και ο περιθωριακός αυτοσχεδιασμός τους στην έκφραση.

Στη σκηνή, βέβαια, η παρουσία τους καταγράφηκε σχετικά νωχελική και υπήρξε ελάχιστη ωφέλιμη επαφή με το κοινό (θα μπορούσαν να κοιτάνε έναν καθρέφτη και να παίζουν ακριβώς έτσι), με τη γλώσσα του σώματος να φανερώνει αναίτια αμηχανία. Το live άργησε έτσι να πάρει στροφές, ενώ πολλές αστοχίες πόνταραν στην καλή θέληση του κοινού, το οποίο είχε πάντως εξαιρετική συμπεριφορά, χωρίς ίχνος ψιθύρων και βοής.

Τελικά, κατάφεραν και ξεχώρισαν κάποιες ωραίες στιγμές όπως το "Sianne (Don't Work In A Factory)", το "Yellow Rain" και φυσικά το ρυθμικό "The Beat Goes On", τις οποίες ο θεατής μπορούσε να πάρει μαζί του. Θα περίμενε κανείς να λάμψει το πνεύμα του Captain Beefheart, αλλά οι Normil Hawaiians κάπως έμειναν αγκιστρωμένοι στην αίσθηση ότι παίζουν για ορκισμένους ακόλουθους, όσους κάθονται οκλαδόν στον καλλιεργημένο κήπο τον οποίον μοιράζεται το «αγαπημένο» κοινόβιο, με τα «μανιτάρια» να τους έχουν κάνει δεκτικούς σε οτιδήποτε και να παίξει το συγκρότημα. Σημασία δηλαδή δεν είχε το αποτέλεσμα, αλλά η ιερή, θεόσταλτη έμπνευση του καλλιτέχνη.

Μια τέτοια συναυλία δεν μπορείς βέβαια να την κρίνεις αρνητικά, καθώς ο οργανικός, «βιολογικός» ήχος είναι η αλήθεια και το σημείο αναφοράς για μια αυτοέκφραση που ακόμη και σήμερα μπορεί να έχει και νόημα και εκτόπισμα. Επιπλέον, το προτέρημα τόσο ιδιαίτερων ζωντανών εμφανίσεων είναι ότι εκπέμπουν σήμα προς όλους όσους αγωνιούν για την «αληθινή» μουσική του κρησφύγετου.

{youtube}lr7bUb6LcpY{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured