Η περασμένη Παρασκευή, έμελλε να φέρει την πόλη μπρος σε μια ποικιλία new wave ρυθμών. Η post-punk edition του MiniFest 2k20, το οποίο διοργανώθηκε όπως πάντα από τη Death Disco και πραγματώθηκε στο Gagarin, μας έφερε αντιμέτωπους με κιθάρες που χρωμάτισαν τη βραδιά με την ποθητή εϊτίλα· και για 'κείνους που ήδη ξέραν και για όσους θέλαν να μάθουν.

Το φεστιβάλ άνοιξαν γύρω στις 20.30 οι Αθηναίοι Data Fragments. H νεοσύστατη μπάντα έπαιξε ένα 45άλεπτο σετ με post-punk διαθέσεις βασισμένες στο μπάσο, παρουσιάζοντας κομμάτια από το πρώτο της άλμπουμ Data Fragments (2019). Ωστόσο, παρότι δεν βούλιαξαν στη σκηνή και ο κόσμος (που είχε στο μεταξύ αρχίσει να πληθαίνει) έδειξε ενδιαφέρον, δεν μπορούσες να αποφύγεις την πραγματικότητα: είναι ένα γκρουπ που στηρίζεται κυρίως στο παρελθόν, χωρίς να έχει ακόμα καταφέρει να δώσει κάποια προσωπική χροιά στον ήχο του. Τα φωνητικά, ειδικά, έμοιαζαν άλλοτε με του Robert Smith κι άλλοτε προσπαθούσαν να φτάσουν σ' αυτά του Ian Curtis.

Οι Data Fragments απέφυγαν πάντως τον κορεσμό. Μάλιστα γκάζωσαν αρκετά στα 10 τελευταία λεπτά, σπάζοντας έτσι την ακαμψία τους. Αλλά το στυλ με το οποίο έχουν επιλέξει να στήνονται στη σκηνή μάλλον τους αποδυναμώνει, τελικά, παρά κατορθώνει να προσθέσει κάποια σκοτεινιά, για παράδειγμα. Απ' τη στιγμή όμως που στέκεσαι με τέτοια αφοσίωση στο παρελθόν, θα ήταν πιο εύστοχο να το σερβίρεις με μία παραπάνω δυναμική, ώστε να δώσεις μια προέκταση (έστω) πιο δική σου.

Πράγμα που ξέρουν να κάνουν πολύ καλά οι Ιταλοί Sovie Soviet, οι οποίοι μπήκαν με ένα «Andiamo», ως σύνθημα για να ξεκινήσει ο χαμός. Ναι, ομολογουμένως η εμφάνισή τους έμοιαζε περισσότερο με σόου, αλλά χωρίς αυτό να λέγεται με αρνητική χροιά: για live μιλάμε άλλωστε. Ήδη λοιπόν από το πρώτο ριφ, ο τραγουδιστής και μπασίστας Andrea Giometti δεν σταμάτησε να χορεύει εκστασιασμένος ανάμεσα στα υπόλοιπα μέλη, ευλύγιστος και παραδομένος στα φώτα του Gagarin. Σου έδινε δε την εντύπωση ότι είχε μελετήσει αρκετά παλαιότερα συγκροτήματα, φορές-φορές μάλιστα σου ερχόταν στο μυαλό το εξώφυλλο από το London Calling των Clash (1979).

Μπορεί επομένως η φωνή του Giometti να φέρνει σε ένα μπαστάρδεμα μεταξύ Brian Molko και της προφοράς του Neil Τennant, πάντως οι Soviet Soviet ξέρουν πώς να διαχειρίζονται τον χώρο τους, αλλά και το νεύρο τους. Μας πήγαν έτσι από indie καταλήξεις σε new wave λημέρια άλλοτε ευθαρσώς κι άλλοτε απλωμένα, ώστε να μπορέσουν κι εκείνοι να ανασάνουν. Με τους κατακόρυφους ρυθμούς τους και τα στιβαρά τους τύμπανα, μας άφησαν ιδιαίτερα ευχαριστημένους, έτοιμους να υποδεχτούμε τους Λευκή Συμφωνία.

Οι Λευκή Συμφωνία, τώρα, γράψαν ιστορία στο ελληνόφωνο ροκ ήδη από τη δεκαετία του 1980, φαίνεται δε να έχουν επιστρέψει δυναμικά τα τελευταία 3 (περίπου) χρόνια. Και με ένα set αφιερωμένο στον δίσκο Μυστικοί Κήποι (1986), απέδειξαν ότι δεν έχουν χάσει την αίγλη τους, η οποία παραμένει όπως την ήξερε ή τη φαντάζεται κάποιος.

Η μελαγχολική, ελαφριά φωνή του Θοδωρή Δημητρίου σε έβαζε σούμπιτο στο κλίμα των new wave επιρροών τους, τις οποίες μπορείς μεν να προσεγγίσεις, αλλά όχι ακριβώς και να συγκρίνεις: το γκρουπ πλέκει δηλαδή τις αναφορές του, δημιουργώντας κάτι δικό του. Στο σχεδόν μισάωρο που στάθηκαν μπροστά μας, απέδωσαν με ηλεκτροφόρα ενέργεια το εσωτερικό ψαχούλεμα του Μέσα, που φαίνεται να τους απασχολεί ιδιαίτερα.

Το πλήθος φάνηκε να ευχαριστιέται το set, τραγουδώντας τους στίχους των “Λευκό Φως”, “Ένα Μέρος Για Να Κρυφτώ”, “Ποιος Θα Διώξει Μακρυά Τη Θλίψη” και “Η Βροχή Πέφτει Δυνατά”. Μπορεί λοιπόν οι Λευκή Συμφωνία να μην ήταν οι headliners της βραδιάς, φύγαν όμως σίγουροι ότι ο κόσμος συνεχίζει να τους ακολουθεί και να τους αγαπά, μη διστάζοντας να ζητήσει να παίξουν και encore, παρά τη φεστιβαλική περίσταση. Αν μη τι άλλο κατάφεραν τη δεκαετία του 1980 να φέρουν το ελληνικό κοινό λίγο πιο κοντά στο dark wave –κι αυτό δεν λησμονείται, ούτε διαγράφεται.

H MiniFest 2k20 βραδιά είχε πάντως ισχυρή την αίσθηση της προσμονής για το συγκρότημα για το οποίο (σκέφτομαι) ότι όλοι λίγο-πολύ βρεθήκαμε στο 205 της Λιοσίων την περασμένη Παρασκευή. Χωρίς λοιπόν περαιτέρω αναμονή, οι Chameleons βρέθηκαν στη σκηνή ένα τέταρτο πριν τα μεσάνυχτα. Και, ήδη από τις πρώτες νότες του μπάσου του Mark Burgess και της κιθάρας του Reg Smithies, μας έπεισαν ότι όλα τα θριαμβευτικά που έχουν ειπωθεί ή γραφτεί τα τελευταία χρόνια για διάφορους μέτριους post-punk αναβιωτές, θα πρέπει να διαγραφούν από σεβασμό και ντροπή.

Το post-punk των Chameleons ήταν τόσο σκληρό όσο έπρεπε, τόσο σκοτεινό και εύστοχο, ώστε κατέληγε ευφυές. Και τόσο διττό στη μελαγχολία του, σαν το θαλασσινό νερό, που από τη μία έχει θεραπευτικές ιδιότητες και από την άλλη απειλεί να σε πνίξει με τα κύματά του. Με τον Mark Burgess να στέκεται στο μικρόφωνο απογυμνώνοντας κάθε λέξη των στίχων, σαν να τις οριοθετούσε εκείνη τη στιγμή, παραδίδοντάς τις με μια μικρή κίνηση προς τα πίσω, λες και έπαιρνε φόρα.

Από το “Pleasure Αnd Pain” στο “A Person Isn't Safe Anywhere These Days'' και από το “Here Today” στο “Second Skin” και στο “In Shreds”, όλο και κάτι απόκοσμο μα οικείο πρόσθετε το βρετανικό γκρουπ στην ατμόσφαιρα της βραδιάς. Και μια ματιά τριγύρω στο χαλαρά γεμάτο Gagarin, έδειχνε ότι η συγκίνηση ήταν εμφανής, ειδικότερα στις ηλικίες που έζησαν από πρώτο χέρι την post-punk εποχή.

Από την άλλη, πάντως, και αυτοί που δεν μεγάλωσαν στα 1980s και 1990s, ένιωσαν να τους χτυπά κατακούτελα η νοσταλγία για ό,τι δεν είχαν βιώσει βλέποντας τους Chameleons. Ίσως να είναι η αναγνώριση της αυθεντικότητάς τους, ίσως να οφείλεται στη βαθιά ειλικρίνεια που διακρίνει το έργο τους. Σίγουρα, πάντως, το headline set τους στο Death Disco MiniFest 2k20 ήταν ο ορισμός της συναυλίας που θέλεις να κοινωνήσεις.

{youtube}ckAsDF1xL30{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured