Το τάιμινγκ της συναυλίας ήταν οπωσδήποτε πετυχημένο. Οι Deafheaven «συμβαίνουν τώρα»: ούτε χρόνος δεν έχει περάσει από την κυκλοφορία του Sunbather, το οποίο έλαβε ορισμένες εξαιρετικές κριτικές, χαρίζοντάς τους μια κάπως ευρύτερη του μέταλ αποδοχή. Απόδειξη ότι δυο μέρες μετά την εμφάνισή τους στο Gagarin (σήμερα δηλαδή), παίζουν στο Primavera Sound στη Βαρκελώνη –για πολλούς το πιο χιπ φεστιβάλ της Ευρώπης.

Dfhvn_2

Από μόνα τους, βέβαια, αυτά δεν λένε και πολλά. Κατ' αρχάς, δεν μεταφράζονται αυτομάτως σε κοσμοσυρροή: ήμασταν/δεν ήμασταν 200 ψυχές που τους παρακολουθήσαμε... Έπειτα δεν λένε απαραιτήτως κάτι για την ίδια την αξία της μπάντας, παρά μόνο δηλώνουν πως έχει βρει τρόπο να πείσει ότι αφορά στο παρόν. Δεν προσπαθώ δια της πλαγίου να πω ότι η μουσική τους δεν διαθέτει άλλο ενδιαφέρον, πέραν του ότι –με τον α ή τον β τρόπο– ακούγεται σύγχρονη. Απεναντίας, η συγκεκριμένη συνάντηση του black metal με το shoegaze φαίνεται πως τους έχει βγάλει σε ένα αρκετά γόνιμο έδαφος και το Sunbather αποτελεί μια ουσιαστική απόδειξη. Το κατά πόσο καταφέρνουν όμως οι Deafheaven να υπερβούν τις αναφορές τους (αντί απλώς να τις αναμειγνύουν μεταξύ τους), είναι ένα διαφορετικής τάξης ζήτημα· το οποίο χωράει αρκετή συζήτηση.

Dfhvn_3

Πάνω στη σκηνή βεβαίως τα πράγματα μετράνε διαφορετικά. Διότι, ακόμα κι αν δεχθούμε πως η μουσική δεν είναι και τόσο προοδευτική όσο πιθανώς φαντάζει, η παρουσίασή της μπορεί να κερδίσει σε αιχμή αν γίνει με τον απαραίτητο τσαμπουκά και με την απαιτούμενη ένταση. Και προχθές στο  Gagarin οι Καλιφορνέζοι είχαν και τα δύο· έτσι, η γενική εντύπωση λαμβάνει ένα σίγουρα θετικό πρόσημο.

Βασικά τους εργαλεία, ο τοίχος κιθαριστικού θορύβου μέσα από τον οποίον αναδύονταν περιστασιακά ορισμένες εύστοχες μελωδικές εκπλήξεις (κυρίως εκπεφρασμένες από τον Kerry McCoy), καθώς κι ένας ντράμερ-μηχανάκι, σβέλτος στα γεμίσματά του και ικανός να ανταποκριθεί με άνεση στις (πολύ) υψηλές ταχύτητες. Βεβαίως και ο George Clarke (ηγέτης του γκρουπ μαζί με τον McCoy), σ’ αυτό το υψηλότονο ουρλιαχτό (το οποίο έδειχνε μάλλον περισσότερο προς απολήξεις του hardcore, παρά προς τη black metal παράδοση) και στη θεατρική του παρουσία –άλλοτε εστιάζοντας σε κοφτές, αυστηρές κινήσεις, άλλοτε μιμούμενος μαέστρο κατευθύνοντας με μικρές κινήσεις των χεριών τη διαδοχή των νοτών. Τους υπολοίπους δύο τους αφήνω κάπως στην απ’ έξω, καθώς ο μεν κιθαρίστας απλώς ακολουθούσε/κάλυπτε τον McCoy δίχως να λαμβάνει ιδιαίτερες πρωτοβουλίες, ο δε μπασίστας δεν έκανε βήμα πέρα από τα απολύτως βασικά (να βρίσκεται δηλαδή στοιχειωδώς εντός μέτρου και αρμονικά σωστός), επιδεικνύοντας μια εκνευριστικά περιορισμένη οπτική. Πάντως οι δύο που υπολείπονταν, καλύπτονταν επαρκώς από το γενικά καλό κλίμα που δημιουργούσαν οι υπόλοιποι (ή από τη γενική βαβούρα, για τους πιο γκρινιάρηδες).

Dfhvn_4

Μέσα σ’ αυτά, όσο περνούσε η ώρα διαπίστωνες πως οι Deafheaven δεν έδειχναν ιδιαίτερες διαθέσεις να αμφισβητήσουν την ευθεία του δρόμου τους. Οι όροι δηλαδή που έθεσαν στην αρχή (οι οποίοι περιέχουν από κατασκευής αρκετές διαθλάσεις και αισθητικές προσμίξεις), δεν τίθενται σε κανένα σημείο υπό επανεξέταση· δημιουργώντας έτσι έναν δεδομένο αριθμό προτύπων, τα οποία απλώς επαναλαμβάνονταν σε διαφορετική κάθε φορά διάταξη. Κι όμως, ορισμένα φουσκώματα και οι εκρήξεις που επιφέρανε έκρυβαν τέτοια δυναμική, ώστε σε ταρακουνούσαν ολόκληρο. Χώρια οι στιγμές στις οποίες νοηματοδοτούσαν αρκετά πειστικά ό,τι (φανταζόσουν πως) τραγουδούσε ο Clarke (πολλές από τις οποίες λειτουργούσαν στις πιο χαμηλές στροφές) ή άλλες, κατά τις οποίες η κεντρική επιλογή να πηγαίνουν προς μακροσκελείς συνθέσεις –απλωμένες εκεί γύρω στο 10λεπτο– δικαιώνονταν από την έξυπνη διαδοχή των θεμάτων.

Μέσα σε 70 περίπου λεπτά, οι Deafheaven έπαιξαν το μεγαλύτερο μέρος του Sunbather, κρατώντας για το encore ένα τραγούδι από το ντεμπούτο τους, RoadstoJudah και τελειώνοντας όπως άρχισαν: με έναν παρατεταμένο (και προηχογραφημένο) κιθαριστικό βόμβο, εγκατέλειψαν τη σκηνή αφήνοντας –εκτός από βουίζοντα αυτιά– ανοικτούς λογαριασμούς για την επόμενη φορά (το τραγούδι “Violet”).

Dfhvn_5_Allochiria

Προτού συμβούν όμως όλα τα παραπάνω, είχαν εμφανιστεί οι δικοί μας Allochiria. Οι οποίοι και αποδείχθηκαν αρκετά καλοί, υπερβαίνοντας τον πολλές φορές άχαρο ρόλο του support. Έπαιξαν κάτι ανάμεσα σε doom και sludge, έχοντας την ίδια διάταξη με τους Deafheaven (φωνή, δυο κιθάρες, μπάσο και τύμπανα), με τη διαφορά ότι εδώ τα φωνητικά αναλάμβανε μια κοπέλα μικρή το δέμας, που όμως όταν έπιανε το μικρόφωνο σε έπειθε ότι το εννοούσε. Έβρισκαν ορισμένες φορές μια εξαιρετική δυναμική (είτε αυτή αφορούσε γεμίσματα και αδειάσματα, είτε ένα γκρουβ βρώμικο και σκοτεινό) και γενικά έστησαν αρκετά έξυπνα τις ψηφίδες της μουσικής τους –παρόλο που κάποιες φορές τους αισθανόσουν να εγκλωβίζονται στις αναφορές τους. Η επιβράβευση πάντως του κόσμου δεν τους χαρίστηκε. Την κέρδισαν επαξίως.

 

 

{youtube}lP2M8fG8maA{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured