Virus

Εξ’ ορισμού, είναι χαμένοι. Μεσ' το ντάλα μεσημέρι της κατασκήνωσης και με το άρξασθε του ολοήμερου μεταλλικού ξεκαπνίσματος, άντε να λειτουργήσει η ψυχασθενική αντίληψη των Virus περί ριφοδομών, ρυθμολογίας και συμβίωσης αυτών. Ούτε οι λίγοι πιστοί δεν φάνηκε να τους πιστεύουν... Τους πρόδωσε βέβαια κι ο ήχος, ο οποίος στην αρχή τουλάχιστον σερβιρίστηκε σαν πράσινος χυλός κάτεργου –οπότε στέκομαι να αναρωτιέμαι αν υπάρχει τίποτα να περισωθεί. Στην πορεία πάντως η κατάσταση βελτιώθηκε αρκετά και τους ακούσαμε να στήνουν το σετ τους με κορμό το φετινό The Agent That Shapes The Desert και διακλαδώσεις που γύριζαν μέχρι το Carheart. Ωστόσο μου δίνουν σταθερά την εντύπωση πως ο φυσικός τους χώρος είναι το στούντιο κι όχι το σανίδι. Επίσης μου δίνουν την εντύπωση πως το ξέρουν κι οι ίδιοι: η τρίτη κιθάρα πλεονάζει κι ένα κόκκινο σύνθι διακοσμεί –όχι το αυτί, το μάτι. Μένει εκείνη η ερημιά που σπέρνουν στον τόπο, ο καυτός ήλιος κι η μπύρα. Μαζί.  

Διονύσης Κοτταρίδης

Nightfall

Με το που οδήγησε τη μπάντα πάνω στο σανίδι της κεντρικής σκηνής του Terra Vibe, ο Ευθύμης Καραδήμας αποφάσισε να μην αφήσει να την υποτιμήσει ούτε το υπερβολικό φως της μέρας –που ερχόταν σε αντίθεση με το σκοτάδι του ύφους της– ούτε κι ο κακός ήχος: μόνο αν βρισκόσουν μπροστά από τη σκηνή μπορούσες να αντιληφθείς καθαρά τι έπαιζε πάνω σε αυτήν. Με τις όποιες αντιρρήσεις μου για τα υπερβολικά σε σημεία φωνητικά του Καραδήμα (ακούγονταν πιο βρυχώμενα από τη μελωδία που όριζε η σύνθεση πίσω του), το σίγουρο είναι ότι οι Nightfall έπαιξαν πολύ καλά, πρωτοστατούντος του Jörg Uken στα ντραμς, χωρίς αυτό να σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι υστέρησαν οι υπόλοιποι. Το σετ απάρτισε μια προσεκτική επιλογή από το σύνολο της πορείας τους, μια μάλλον σοφή απόφαση από τη στιγμή που οι Nightfall ναι μεν έχουν στα μπαγκάζια τους το Astron Black And The Thirty Tyrants  (2010), αποσκοπούσαν όμως (τουλάχιστον έτσι νομίζω) να κρατήσουν τη βάση των οπαδών τους και παράλληλα να επανασυστηθούν στο ευρύτερο κοινό. Και καλά έκαναν.

Στυλιανός Τζιρίτας

Moonspell

Είχα χρόνια να δω τους φεγγαροχτυπημένους Πορτογάλους και ομολογώ ότι ο Fernando Ribeiro μου είναι τρομακτικά συμπαθής. Όχι μόνο επειδή είναι αποδεδειγμένα διαβασμένος, αλλά και γιατί διαθέτει μια διαφορετική από τη συνήθη χαβαλομπρουταλιτέ συμπεριφορική του μεταλλικού χώρου. Αυτή τη φορά οι Moonspell απέδειξαν τρία πράγματα με την εμφάνισή τους στο εγχώριο Sonisphere. Πρώτον, ότι προσπαθούν να συγκεράσουν τα πρώτα τους ρομαντικά βήματα και τα σκοτεινά περάσματα των 1990s με τα πιο βίαια ξεσπάσματα των τελευταίων 8-9 χρόνων (από το Αντίδοτο και πέρα). Κατά πως φάνηκε, βέβαια, μοιάζουν πεπεισμένοι ότι στις συναυλίες θα κρατηθούν στην επικαιρότητα αν παίζουν το πιο βαρύ (death να το πω; όχι…) στυλ τους. Το δεύτερο που εισπράξαμε είναι ότι, αν και αξιοπρεπέστατη μπάντα, ουσιαστικά έχουν φτάσει το ταβάνι της δημιουργικότητάς τους. Τρίτον, ο Ribeiro παραμένει ένας καλός performer. Με τα χέρια σχεδόν συνέχεια στη στάση του σταυρού κατάφερε να προσεγγίσει το κοινό με τη δική του ζεστασιά και να μας πει και τα «ελληνογαλλικά» που έχει μάθει τόσα χρόνια –μιας και η Ελλάδα του έχει πολλάκις δείξει την αγάπη της…

Στυλιανός Τζιρίτας

Gojira

Ποιος είδε τον Θεό και δεν τον φοβήθηκε στη μικρή σκηνή του Terra Vibe… Με το που ξεκίνησε η πρώτη νότα, ο Duplantier σε μικρόφωνο και κιθάρα φτύνει όχι μόνο νότες, αλλά και μια οκά νερό από το στόμα του –δηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο ότι θα βλέπαμε κάτι με ένταση, όχι κάποια φωτοτυπία δίσκου. Την ίδια στιγμή, ο ντράμερ κατέλυσε κάθε θεώρημα που θέλει τα τριγκαρισμένα ντραμς να μην έχουν ψυχή, μιας και από την αρχή μέχρι το τέλος του σετ έπαιξε με λεπιδιασμένο μετρονόμο, σε οποιοδήποτε εκατοστό των συνθέσεων της γαλλικής τετράδας κι αν εστιάσετε. Βάλτε στον παραπάνω λογαριασμό κι έναν μπασίστα που κάνει τον Flea υπερήφανο και προσθέστε κι έναν ακόμα κιθαρίστα, ο οποίος λειτουργεί σαν σιαμαίος με τους υπόλοιπους, όχι απλώς συνεργάτης. Και ιδού, τέτοιους δαιμόνους πολύ σπάνια μπορεί να παρακολουθήσει κάποιος επί σκηνής. Επιπλέον, η κινησιολογία των Gojira ήταν έξω από τα δεδομένα (χαρακτηριστική λ.χ. η πιρουέτα του Duplantier με την κιθάρα να κυματίζει στον αέρα), ενώ οι συνθέσεις τους δεν έχασαν σε τίποτα από το ατσαλένιο κεντήδι που ακούμε στους δίσκους –οι οποίοι δικαίως τους έχουν ξεχωρίσει από τον σωρό. Μέσα στις δύο κορυφαίες μπάντες του Sonisphere, αναμφίβολα.

Στυλιανός Τζιρίτας

Mastodon

Για τους ιδιοφυείς κυρίους από την Ατλάντα, η ώρα, το μέρος και οι καιρικές συνθήκες δεν αποτελούν στοιχεία που μπορούν να λαβώσουν το παραγόμενο αποτέλεσμα. Η μουσική των Mastodon είναι αυθύπαρκτη στην εκφορά της, δεν απαιτεί ατμοσφαιρικά στολίδια, δεν αμβλύνεται και δεν τσαλαπατιέται. Και στέκεται, τελικά, πάνω από εφήμερες ενστάσεις περί ήχου ή ορθότητας. Με απλά λόγια, πρόκειται για τεράστια μπάντα.

Στο Terra Vibe, οι Αμερικανοί εμφανίστηκαν με τον ήλιο να καίει και με τους ηχολήπτες να κάνουν περίεργα παιχνίδια. Και στάθηκαν εξαιρετικά. Ισχυροί, τάχιστοι, ακμαίοι και ακραίοι... Θέλετε rock ‘n’ roll σκληροτράχηλο, παιχνιδιάρικο, μυστηριώδες, αλγοριθμικό ή εθιστικό; Οι Mastodon τα έδωσαν όλα στο πιάτο. Οι περιστροφές και τα καλούδια είναι για όσους έχουν να κρύψουν κάτι. Αλλά όταν η παρουσία μιας μπάντας αποβαίνει τόσο επιβλητική, δεν χρειάζεται να ακούγονται κι όλα κρυστάλλινα. Παίζει κι η βρώμα τον υπέροχο ρόλο της... Αν λοιπόν το ζεστό απόγευμα της Παρασκευής ψάχνατε ή ελπίζατε να ακούσετε το τεχνικά άρτιο άρπισμα που σας εντυπωσίασε σε κάποιο ηχογραφημένο τραγούδι των Mastodon, τότε κάνατε λάθος. Όχι επειδή δεν το έπαιξαν, αλλά επειδή ασχολείστε με λάθος πράγματα και με λάθος μπάντα.

Νίκος Σβέρκος

Slipknot

Η οκτάδα έχει φανατικούς ακολούθους και τούτη η εμφάνιση δικαιολογημένα θα προκαλούσε άγχος σε μπάντα και κοινό. Ο χαμός του Paul Gray, εκτός του τραγικού χαρακτήρα του γεγονότος, δεν θέτει σε νέες βάσεις το ηχητικό αποτέλεσμα των Slipknot, λειτούργησε όμως συναισθηματικά και αποσταθεροποιητικά για το σύνολο. Αυτή λοιπόν η πρώτη ζωντανή εμφάνισή τους μετά τον θάνατο του Gray είχε τον χαρακτήρα της μέτρησης δυνάμεων και απήχησης.

Και στο παραγόμενο αποτέλεσμα τα πράγματα πήγαν καλά. Και «ξύλο» έπεσε και κωλοτούμπες είδαμε και λίγες φωτιές άναψαν. Οι Slipknot όμως εξαρτώνται άμεσα από το σόου που δίνουν, από την ευκαιρία δηλαδή να εντυπωσιάσουν: η εικόνα τους έχει πολύ μεγαλύτερη ποικιλία από τη μουσική τους, γεγονός που έπαιξε τον ρόλο του στη Μαλακάσα. Μπορεί να έφταιγε το φως του ηλίου, η υψηλή θερμοκρασία ή οι ανυπόφορες μάσκες. Πιθανόν. Αλλά οι Slipknot, με τη στολή και το προσωπείο του Gray να κρέμονται στη θέση του και οι μπάσοι ήχοι να ακούγονται από άγνωστη πηγή, εμφανίστηκαν λιγότερο κοφτεροί από όσο συνήθως. Τα οπτικά τρικ ήταν επίσης σαφώς λιγότερα, ελέω συνθηκών, και τα εναπομείναντα υπήρχαν και στην προηγούμενη εμφάνισή τους στην Ελλάδα.

Ικανοποίησαν σίγουρα τους λάτρεις τους οι Slipknot. Αλλά για το αν έχει νόημα να συνεχίσουν να υπάρχουν, ρωτήστε τον ταμία τους και όχι κάποιον μουσικογραφιά.

Νίκος Σβέρκος

Rotting Christ

Δεν χρειάζεται να λέμε τα ίδια και τα ίδια. Οι headliners του Saturn Stage στάθηκαν εξαίσιοι στην αποστολή τους και δεν σπατάλησαν τόσα χρόνια άδικα. Και το σημαντικότερο είναι πως πρόκειται για επαγγελματίες οι οποίοι δεν εργάζονται με σκοπό τη στείρα τεχνική βελτίωση ή την παραγωγή ομοιοτύπων. Το λατρεύουν το συναυλιακό σανίδι, είναι ο φυσικός χώρος τους. Και φυσικά το αποτέλεσμα τροφοδοτεί την αγάπη των οπαδών τους.

Άλλο ένα μεγάλο επίτευγμα των Rotting Christ είναι το γεγονός πως δεν παίζουν για τους οπαδούς τους, αλλά για όλον τον κόσμο. Χαρακτηριστική περίπτωση η εν λόγω εμφάνισή τους: ο Σάκης Τόλης υπήρξε τρομερά επικοινωνιακός απευθυνόμενος στο κοινό, αλλά και στις πολεμικές ιαχές και κινήσεις του. Και όλα τα μέλη των Rotting Christ παίζουν παθιασμένα. Να γιατί πάντα δίνουν τρομερά απολαυστικές συναυλίες.

Ήταν λοιπόν μια metal γιορτή η εμφάνισή τους, στην οποία συμμετείχε φυσικά και ο Fernando Ribeiro των Moospell (στο “Among Two Storms” και στο “Sign Of Evil Existence”). Και στο τέλος όλοι οι φανατικοί ακροατές τους, καθώς ανέβηκαν στη σκηνή για να μοιραστούν το “Non Serviam” με όλη τη μπάντα. Τέτοια αγάπη μεταξύ κοινού και μπάντας ούτε συναντάται συχνά, ούτε χτίζεται αδικαιολόγητα…

Νίκος Σβέρκος

Iron Maiden

Υπάρχει ο επαγγελματισμός και ο στείρος επαγγελματισμός. Ο πρώτος γεννά τον σεβασμό, ο δεύτερος αποκλείει αν όχι την εξέλιξη (μιας και μιλάμε για ζωντανή εμφάνιση), σίγουρα πάντως την ικανοποίηση. Τουτέστιν, μια χαρά τα εισαγωγικά βίντεο επιστημονικής φαντασίας που προετοίμασαν την είσοδο της Σιδηράς Παρθένου επί σκηνής και κατανοητό ότι το Final Frontier προμοτάρει φέτος η μπάντα, το λέει και το όνομα της περιοδείας –άρα θα ξεκίναγε με το “Satellite 15” και με το “El Dorado”.

Αλλά θα μπορούσατε, αγαπητοί Άγγλοι, να μη μας πρήζατε με ένα έργο ήσσονος σημασίας και να μην αφιερώνατε τέτοιο μέρος του setlist σε δευτεράντζες σαν το “Dance Of Death”, το “Wicker Man” ή το “Where The Wild Wind Blows”. Βρήκα πολύ καλά τα φώτα της συναυλίας, αλλά τι να το κάνω, σκέφτηκα, όταν η μπάντα δεν έδειξε καμία διάθεση να παραχωρήσει μία έστω σπιθαμή στις απαιτήσεις του πιστού μέχρι ρανίδας κοινού της. Έξυπνη ας πούμε η ντρίπλα του Bruce Dickinson όταν το πλήθος του ζήτησε τον Μεγαλέξαντρο, όμως τελικά το τραγούδι δεν ακούστηκε.

Τη σεβόμαστε αυτή τη μεγάλη μπάντα, ωστόσο δεν γίνεται να μην παρατηρήσουμε ότι ο κόσμος –εκτός ίσως από τους πολύ φανατικούς– δεν διασκέδασε, παρά μόνο σποραδικά, όταν π.χ. ακούστηκε το “Trooper”, το “Fear Of The Dark” ή το “Number Of The Beast”, με το οποίο ξεκίνησε το encore. Όμορφα τα σκηνικά με τα κοντέηνερ σε κάποιο μελλοντολογικό λιμάνι, στα σίγουρα πάντως οι Iron Maiden δεν μας εκτόξευσαν ούτε κατά διάνοια στη στρατόσφαιρα σ’ αυτήν τους την τόσο αναμενόμενη εμφάνισή τους από τα μέρη μας. Κρίμα…

Στυλιανός Τζιρίτας

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured