Αθόρυβη μα μεγάλη η επιτυχία της Zaz, η οποία έπεισε με τις συναυλίες της σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη ότι μόνο τυχαία δεν είναι. Ο Σπύρος Τόρε έφυγε από το Principal με την εικόνα μιας χαρισματικής ερμηνεύτριας, ενώ η Ευδοκία Πρέκα την είδε να κατακτά το κοινό στο Badminton μακριά από εντυπωσιασμούς, προβλέψιμες δάφνες και συγκινησιακές παγίδες...

Principal, Θεσσαλονίκη
του Σπύρου Τόρε

Οι προσδοκίες μου, ομολογώ, ήταν φτωχικές. Μια χαρά συμπαθητική μου φαινόταν η κατά κόσμον Isabelle Geffroy, και αρκετά εύηχο το παρθενικό της άλμπουμ, αλλά λίγο τα 11 μόλις κομμάτια αυτού, λίγο το ύφος της μουσικής, και λίγο η περιορισμένη επικοινωνία με το ελληνικό κοινό (που βασίστηκε εξ’ ολοκλήρου σε ένα και μόνο κομμάτι, το σουξέ των ελληνικών airplay “Je Veux”) με οδήγησαν να κινήσω για το μακρινό Principal με μικρό καλάθι ανά χείρας.

Οποία έκπληξις, όμως, φίλτατε αναγνώστη! Η χαρισματική Zaz με ανάγκασε να υποστώ θριαμβευτική ήττα όσον αφορά στις μαντικές μου ικανότητες. Και την απήλαυσα τη συγκεκριμένη ήττα ολόψυχα, μπορώ να παραδεχτώ.

Τόσο στις διάφορες πτυχές της προσωπικότητας που ξετύλιξε η Zaz στη σκηνή του Principal, όσο και στη γενικότερη συμπεριφορά της υπήρχε μια έντονη γοητεία –με πηγή την αύρα που την περικλείει. Είχε ένα χάρισμα μεταδοτικότητας, το οποίο έκανε ακόμα και τους μη μυημένους στη Γαλλική να απολαύσουμε τη συναυλία παρόλο που λίγα καταλαβαίναμε όσον αφορά στους στίχους. Καθ’ όλη δε τη διάρκεια της βραδιάς η Zaz δεν έμεινε στιγμή ακίνητη: προσπαθούσε να μεταδώσει με το σώμα της όσα μηνύματα δεν μπορούσε να μας περάσει μέσα από τις λέξεις. Και το έκανε με περισσή επιτυχία.

Όλη αυτή η εικόνα, ντυμένη με την υπέροχα χρωματιστή φωνή της, ζωντάνεψε ακόμα περισσότερο την ήδη εύηχη γαλλική γλώσσα των τραγουδιών του σετ. Ως κερασάκι δε στην τούρτα, η γοητευτική Isabelle συνοδευόταν από τετραμελή και ιδιαίτερα ταλαντούχα μπάντα –θα σημειώσω ιδιαίτερα τον εξαιρετικό της κιθαρίστα.

Το κοινό της Θεσσαλονίκης κάρφωσε τα μάτια στη Zaz λίγο μετά τις 10 και την άφησε διστακτικά από την αγκαλιά του ένα τέταρτο πριν τα μεσάνυχτα. Αν και δισκογραφικά η Zaz δεν μου προκαλεί ιδιαίτερη συγκίνηση, αποδείχθηκε μία από τις πιο χαρισματικές τραγουδίστριες που είχα την τύχη να παρακολουθήσω ζωντανά.

Badminton, Αθήνα
της Ευδοκίας Πρέκα

Νιάτα, απλότητα, ντροπαλότητα, άρωμα ψαγμένου αλανιού, κοινωνικά μηνύματα και εξομολογήσεις καρδιάς σε ένα λιτό σκηνικό, βουτηγμένο στον αβάσταχτο κόσμο του γαλλικού τραγουδιού. Η Zaz και η ταλαντούχα τετραμελής παρέα της, σχοινοβατώντας ανάμεσα σε ατμόσφαιρα θεάτρου δρόμου και jazzy-ροκίζουσα διάθεση, παιχνίδισαν μεταξύ τους, αφέθηκαν στην παθιάρικη αύρα τής στιγμής και παρέδωσαν ένα «τίμιο» μουσικό δρώμενο, το οποίο δεν άφησε κανέναν ανικανοποίητο. Υπάρχει, εξάλλου, πιο όμορφη εικόνα από εκείνη που μια μητέρα παρακινεί το σπλάχνο της να χορέψει μαζί της;

Το στοίχημα της βραδιάς δεν έκρυβε καμία έκπληξη μιας και ήταν σίγουρο πως η πρόσκληση της νέας και λίαν επιτυχημένης γαλλίδας καλλιτέχνιδας στο θέατρο του Badminton δεν θα άφηνε κανέναν –ανεξαρτήτως ηλικίας– ασυγκίνητο. Παιδιά του Δημοτικού, στυλάτα νεαρά ζευγάρια μιας άλλης μποέμ εποχής, μοντέρνες μητέρες με τα παιδιά τους και πιο ώριμες ηλικίες, έδωσαν το παρών και γέμισαν το θέατρο που πρόσταζε, τουλάχιστον για την αρχή της εβδομάδας, μαγευτικό αέρα από την πόλη του Φωτός.

Μια μικρή έκπληξη μάς περίμενε πριν την πολυαναμενόμενη εμφάνιση της Zaz. Η εντυπωσιακή και πολλά υποσχόμενη Σοφία Κουρτίδου, μαζί με την Slipin’ Band της, αφηγήθηκε τέσσερις χιουμοριστικές ιστορίες προσωπικής θλίψης, ισορροπώντας ανάμεσα στη θεατρική πρόζα και στους swing-jazzy-retro ρυθμούς. Μίλησε για την ερωτική της παραμονή “Στο Ράφι”, για την ενδόμυχη παραδοχή τού “Φταίω Κι Εγώ”, καθώς και για τις “Περιπαθώς Ή Ρουφηχτά” περιπέτειές της. Το μπρίο, η ατόφια-μπάσα ερμηνεία της και η υποβόσκουσα τρέλα αποτελούν ένα γερό χαρτί στο δυναμικό της, που πιστεύω θα ξεδιπλωθεί περισσότερο στο μέλλον. Τα υπόλοιπα θα αποκαλυφθούν, όπως είπε, και στο επικείμενο δισκογραφικό της ντεμπούτο.

Λίγο μετά τις 9.30, ανάμεσα σε χειροκροτήματα, χαμόγελα και καπνούς, εμφανίστηκε η αεικίνητη και λίαν επικοινωνιακή Zaz, δίνοντας το δικό της στίγμα τραγουδώντας: «...Αυτόν τον καιρό τρέχω για να εκφραστώ/Κάθε συναίσθημα που νιώθω με κάνει να θέλω να εκφράσω το ανείπωτο/Και η δικαιοσύνη να φτάσει στις κοιμισμένες μας ζωές», μέσα από τον jazzy αέρα τού “Les Passants”. Το κόκκινο καρό της παντελόνι –κάτι ανάμεσα σε Σαρλό και σε κλόουν– και το φωτεινό της πρόσωπο μεταμορφώνονταν κάθε φορά για λογαριασμό τού manouche “Ni Oui Ni Non”, του σπαραχτικού “Eblouie Par La Nuit”, του μινιμαλιστικού πλην λίαν πληθωρικού “Trop Sensible”, της ποπ ευαισθησίας τού “La Fee” ή του εσκεμμένα αλανιάρικου “Prends Garde A Ta Langue”. Ο ομώνυμος δίσκος, κάποιες διασκευές και δύο νέα κομμάτια τα οποία ρόκαραν ολίγον περισσότερο απ’ όσο μας έχει συνηθίσει, αποτέλεσαν τον κορμό της συναυλίας υπό τη σκέπη μιας low profile κοπέλας που πολλοί από εμάς θα προσκαλούσαμε στις κραιπάλες και στις αλλόκοτες διαδρομές μας.

Από την πρώτη στιγμή η Ζaz κατέκτησε το πολυπληθές ελληνικό κοινό, μακριά από εντυπωσιασμούς, προβλέψιμες δάφνες και συγκινησιακές παγίδες. Οι εκ του ασφαλούς ηχητικές και σκηνικές «τρικλοποδιές» με τους μουσικούς της, οι χαρακτηριστικές πινελιές με το αυτοσχέδιο παίξιμο των χεριών της ως καζού-φυσαρμόνικα, το κάλεσμα του κοινού με το «έλα», οι γαλλικές «συνομωσίες» μεταξύ στίχων και η βαθύτατη και συνάμα ειλικρινής επιθυμία της να γνωρίσει και εν τέλει να εκφράσει το είναι της –το πολυτιμότερο δώρο που έκανε στον εαυτό της πριν από μία δεκαετία, όπως σχολίασε στα ελληνικά!– δεν είναι πλέον μια καθάρια συνταγή, αλλά πρόταση ζωής για την ίδια και τους μουσικούς της συνοδοιπόρους.

«Θέλω να τραγουδώ για το παιδί που κρύβω και κρύβουμε όλοι βαθιά μέσα μας», είπε και μας κάλεσε να μοιραστούμε μαζί της μια δυνατή, την πιο δυνατή κραυγή που κουβαλάμε. Ουδείς δεν της χάλασε χατίρι, αντιθέτως όλοι φώναξαν και την ακολούθησαν στον χορό, στα σφυρίγματα, στα χειροκροτήματα και στο ρυθμικό παίξιμο των δαχτύλων. Τα ανύπαρκτα αγγλικά της, το γλυκό παραλήρημα εις τη μητρική της γλώσσα και η υπόσχεση τού να μιλάει ελληνικά στην επόμενη επίσκεψή της στη χώρα μας, έδεσε για τα καλά το γλυκό μιας βραδιάς που δεν στόχευε διόλου να παρουσιάσει κάτι συναρπαστικό ή πρωτόγνωρο, αλλά να μοιραστεί το αυτονόητο. Ποιο είναι αυτό; Μια τρυφερή μουσική συντροφιά. Και τα κατάφερε σε κάθε λεπτομέρεια.

Η αποθέωση του “Je Veux” –με την πλήρη γνώση των στίχων από μεριάς του κόσμου– κι ένα αισθαντικό encore τού “Dans Ma Rue”, μας μετέφερε για λίγο σ’ εκείνα τα αγαπημένα στη Zaz παρισινά σοκάκια, όπου άλλωστε και γαλουχήθηκε. Ήταν από εκείνες τις στιγμές που η μουσική εορτάζει...

 

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured