The real thing…

Είναι λιγοστές οι ευκαιρίες που έχουμε στην Ελλάδα να ακούσουμε από κοντά σημαντικούς καλλιτέχνες και μεγάλα σχήματα της Αμερικάνικης τζαζ, με δεδομένα και τα τεράστια κόστη που συνεπάγονται οι συναυλίες τέτοιου μεγέθους. Στα πλαίσια όμως του εορτασμού των πενήντα χρόνων από την ίδρυσή του, το Ελληνικό Φεστιβάλ διοργάνωσε δύο βραδιές big band στο Ηρώδειο την περασμένη Κυριακή και Δευτέρα, με τη συμμετοχή δύο από τις διασημότερες και πιο αντιπροσωπευτικές αμερικάνικες big band που υπάρχουν αυτή τη στιγμή: της Glenn Miller Orchestra και της Duke Ellington Orchestra.

Η παράσταση που είχα την τύχη να παρακολουθήσω το βράδυ της Κυριακής ήταν πραγματικά μοναδική. Το Ηρώδειο ήταν κατάμεστο, αν κι αυτή τη φορά η σύνθεση του κοινού ήταν σαφώς διαφορετική: λιγότερο αστραφτερές εμφανίσεις, χαλαρή ατμόσφαιρα, αρκετός νέος κόσμος, καθώς και πολλοί ξένοι. Η παρουσία αυτού του εντυπωσιακού κοινού ήταν σίγουρα και μια διάψευση για όσους μίζερα διατείνονται ότι δεν υπάρχει τζαζόφιλο κοινό στην Ελλάδα (γιατί άραγε;)

Η βραδιά ξεκίνησε με ένα happening: ο Δημήτρης Βασιλάκης καλωσόριζε με το σαξόφωνό του τον κόσμο που μαζευόταν στην είσοδο του Ηρωδείου με ένα medley αυτοσχεδιασμών πάνω σε γνωστά jazz standards.

Η Glenn Miller Orchestra ήταν η πρώτη που ανέβηκε στη σκηνή. Ο διευθυντής της, Dick Lowenthal, χαιρέτισε το κοινό σε σπαστά ελληνικά και στη διάρκεια της συναυλίας το ενθάρρυνε να κρατάει το ρυθμό και να χειροκροτεί τα σόλο των μουσικών. Πιστή στην παράδοση του ιδρυτή της Glenn Miller, η ορχήστρα έπαιξε ένα αντιπροσωπευτικό πρόγραμμα μουσικής του από την περίοδο 1939-42, οπότε και μεσουράνησε στις Ηνωμένες Πολιτείες ως η πλέον δημοφιλής χορευτική μπάντα. Έτσι είχαμε την ευκαιρία να ακούσουμε κομμάτια όπως το ‘Moonlight Serenade’, το ‘Tuxedo Junction’ και το κλασικό ‘In the Mood’ στην αυθεντική τους εκδοχή. Δεν έλειψαν όμως κι οι διασκευές κομματιών του ευρύτερου τζαζ ρεπερτορίου όπως το ‘Route 66’ και το ‘Rhapsody in Blue’. Κατά διαστήματα ο κομψός τζαζ-σουίνγκ ήχος της ορχήστρας ζωντάνευε περισσότερο με τις φωνητικές ερμηνείες της συμπαθητικής Carol Cagy και του εξαιρετικού Brian Anthony Montemarano. Από την άλλη πλευρά, κάποια κομμάτια όπως το ‘St. Louis Blues March’ και το ‘American Patrol’ θύμισαν τις παραστάσεις του Glenn Miller με την μπάντα της Πολεμικής Αεροπορίας των Η.Π.Α. στη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου. Με δεδομένες όμως τις πολεμικές επιχειρήσεις των Η.Π.Α. στο Ιράκ τα τελευταία χρόνια, αυτά τα κομμάτια έδιναν την αίσθηση προπαγάνδας από μια ορχήστρα στρατευμένη στην εξωτερική πολιτική της χώρας της.

Η παράσταση απογειώθηκε πραγματικά στο δεύτερο μέρος, όταν ανέβηκε στη σκηνή η Duke Ellington Orchestra. Οι μουσικοί –στην πλειοψηφία τους μαύροι, σε αντίθεση με το προηγούμενο σχήμα όπου επικρατούσαν οι λευκοί- φαίνονταν έτοιμοι να τα δώσουν όλα και να μας αφήσουν με τις καλύτερες εντυπώσεις πριν καλά-καλά αρχίσουν. Και φυσικά όταν άρχισαν υπό τη διεύθυνση του τρομπετίστα Barry Lee Hall Jr. ξεπέρασαν κάθε προσδοκία! Το πρόγραμμα επικεντρώθηκε στις μεγάλες επιτυχίες του Duke Ellington από τη δεκαετία του ’30, όπως ‘The Mooche’, ‘East St. Louis Toddle-oo’, ‘I’ve Got It Bad’ και ‘It Don’t Mean A Thing’, ενώ δε θα μπορούσαν να λείπουν τα πασίγνωστα ‘Take the Α Train’ και ‘Caravan’. Η ορχήστρα παρουσίασε με εξαιρετική πιστότητα τη μουσική του ιδρυτή της, ενώ ταυτόχρονα είχε τη φρεσκάδα και την ενέργεια μιας μοντέρνας big band. Η μεγάλη αυτή επιτυχία οφείλεται αφενός στην απίστευτη μουσικότητα και δεξιοτεχνία καθενός από τα μέλη της ορχήστρας, και αφετέρου στο σφιχτό «δέσιμο» των δεκαπέντε μουσικών μεταξύ τους σε ένα αδιάσπαστο σύνολο που ακούγεται σαν πενηνταμελής ορχήστρα! Το αθηναϊκό κοινό αποθέωσε την Duke Ellington Orchestra κι αυτή με τη σειρά της ξεπέρασε τον εαυτό της ερμηνεύοντας σαν ανκόρ το Mood Indigo στο ίδιο λεπτό μελαγχολικό ύφος όπως όταν το ηχογραφούσε ο Duke με την ορχήστρα του στη δεκαετία του ’30.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured