Floating in…

Ο χθεσινός κόσμος αλλάζει. Ακόμα. Με σύνεση, ψυχραιμία, με σοφή αδιαφορία. Οι άνθρωποί του γίνονται δέκτες αποφάσεων, εκούσια και απαράκλητα. Τη στιγμή που οι περισσότεροι παρουσιάζουν αυτό που δεν τους ανήκει, κάποιοι λίγοι ανήκουν σε αυτό που παρουσιάζουν. Και το «κτήμα» γίνεται δημόσιο απόκτημα. Η ανάγκη για καλημέρα, ευχαριστώ, καληνύχτα έχει ξεπεραστεί. Ούτε το χαμόγελο είναι αναγκαίο. Η αλήθεια βρίσκεται, χωρίς να αναζητείται.

Εκεί μέσα κοντοστάθηκε ο Jason Pierce, με γνώση αλλά και απόλυτη απώλεια έπαρσης. Έκανε πράξη το τρίτο βήμα μιας πολύ γνωστής φράσης του (κάνω αυτό, για να κάνω εκείνο, για να κάνω αυτό) αφήνοντας το μέσον του, τη μουσική, να πει τα αναγκαία.

Και το δικό μου βήμα, τρίτο «ακολουθητικό». Από τα παραπατήματα του Pierce στο Rockwave, στην προπέρσινη θεματική των κοστουμιών και της χωροταξίας, στη χθεσινή εναλλακτική παρουσία. Τρεις πράξεις μιας θεατρικής παράστασης. Με ελεγχόμενο αλλά ακραίο ηλεκτρισμό, στοιχειωμένες αλλά και καθαρές μελωδίες. Και σπάνιο, ανεξάντλητο φινάλε.

Ούτε πολλά, ούτε λίγα, ούτε μέτρο στην ουσία. Ή πλέουμε στο διάστημα, ή μένουμε στη γη.

Πέραν του συναισθήματος

Τα πολύ λίγα, σπουδαία συγκροτήματα των χρόνων μας (κάποιοι παράγοντες που στοιχειοθετούν τον όρο σπουδαίος: επαγγελματισμός, ταλέντο) έχουν την ικανότητα να ξεγελούν. Ενώ όλα φαίνονται αφημένα στην αναρχία, στην πραγματικότητα είναι υπολογισμένα μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια. Το set είχε διάρκεια 7200 δευτερόλεπτα ακριβώς (χωρίς encore), ήτοι δύο ώρες. Χωρίς καμία συνεννόηση και επικοινωνία, εξόφθαλμη τουλάχιστον. Με τα μάτια κλειστά και το μυαλό, εμφανώς θολωμένο μα προσηλωμένο στη μουσική. Ο Jason παρέμεινε σκυφτός και ακίνητος.

Εν αρχή το Electricity. Και αργότερα με σκόρπιες ακόμα λοιπές εκτελέσεις από το Ladies and Gentlemen…, όπως το Come Together και το Cool Waves. Και με μια μόνο στροφή απ’ το ομώνυμο τραγούδι, όσο χρειάζεται για να τονίσει κάποιος τις σπουδαιότερες στιγμές της συνθετικής του καριέρας. Το set «ξάφνιασε» με αρκετές επιλογές από το Laser Guided Melodies, όπως Run και Shine A Light, αλλά ακόμα ακόμα από την πρώιμή του περσόνα των Spacemen 3.

Απογυμνωμένα σχεδόν, όχι πάντα βέβαια, τα περισσότερα κομμάτια προβλήθηκαν ως καθαρόαιμες blues μπαλάντες. Καινούργιο δεδομένο, αλλά γοητευτικό. Χαρακτηριστικά, η απουσία των πνευστών καλύφθηκε απ’ τις κιθάρες. Η απουσία των χορωδιακών φωνητικών αντικαταστάθηκε από μια μόνο φωνή, αυτή του Jason, με μεγάλη άνεση από έναν τόσο χαρισματικό μουσικό. Η ουσία είναι ότι όλα αυτά δε θα έπρεπε να τα συζητάμε καν, θεωρούνται θεμελιώδη και ακλόνητα. Απ’ το πρώτο λεπτό η εμπιστοσύνη έχει κερδηθεί, χρόνια πριν.

Και το τέλος, όπως προανέφερα, να κλιμακώνεται επί δέκα λεπτά, με την ψυχεδέλεια να πλημμυρίζει λυτρωτικά το συγκρότημα, το χώρο, τον κόσμο, το παρελθόν. Ο Jason Pierce σηκώνεται (ή καταφέρνει να σηκωθεί) για πρώτη φορά και με απλό τρόπο, χάνεται πίσω από μια πόρτα.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured