WOMAD! Ένα από αυτά τα φεστιβάλ που εδώ και χρόνια βλέπαμε να διοργανώνονται κατά κόρoν μόνο στο εξωτερικό, πλέον έγινε θεσμός και για την Ελλάδα. Μάλιστα φέτος, στη δεύτερη χρονιά του, διέθετε πληρέστερο line-up, περισσότερα stands και events, καλύτερη οργάνωση και σαφώς περισσότερη διαφήμιση, η οποία οδήγησε πλήθος κόσμου να επισκεφθεί τον Ιππικό Όμιλο στο Γουδί, ο οποίος είχε μετατραπεί σε έναν πολύχρωμο φεστιβαλικό χώρο. Στο χώρο αυτόν βρεθήκαμε την πρώτη μέρα του φεστιβάλ, την Παρασκευή, στην οποία η παρουσία του David Byrne και των Gotan Project ήταν κάτι παραπάνω από ικανές για να μας προσελκύσουν το ενδιαφέρον.

Κατά την είσοδο στο φεστιβάλ εντύπωση προκαλούσαν τα πολλά stands που είχαν στηθεί μεταξύ των σκηνών με θεματολογία που κάλυπτε οτιδήποτε είχε να κάνει με ethnic κουλτούρα, από δίσκους, βιβλία και gadgets μέχρι ρούχα και κυρίως φαγητό. Η θετική εντύπωση όμως αμέσως επισκιαζόταν από τις τεράστιες ουρές στις οποίες αναγκαζόσουν συνεχώς να περιμένεις ακόμα και για ένα μπουκάλι νερό. Ο τόσο όμορφος χώρος του Ιππικού Ομίλου μάλλον έχει αρχίσει να γίνεται στενόχωρος για τέτοια φεστιβάλ.

Ας περάσουμε όμως στα καθαρά μουσικά θέματα. Κατά την είσοδο μου στο φεστιβάλ, ο κόσμος ήταν συγκεντρωμένος στη δεύτερη σκηνή με τους βραζιλιάνους Trio Mocoto να μην δυσκολεύονται και πολύ για να φτιάξουν τη διάθεση του κοινού που ήδη χόρευε κάτω από τις τελευταίες ηλιαχτίδες. Στην κλειστή σκηνή, που παρεπιπτόντως ήταν εντυπωσιακά διακοσμημένη, μια μορφή από το παρελθόν, ο drummer Billy Cobham έκανε sound check. Η εμφάνισή του που ακολούθησε ήταν αρκετά διαφορετική από το αναμενόμενο, μια και ενώ ξεκίνησε με τα αναμενόμενα αλλά και εντυπωσιακά fusion jazz solo του, στη συνέχεια ακολούθησε πιο world ρυθμούς με την προσθήκη και άλλων αφρικανικής προελεύσεως μουσικών. Ο κόσμος ήταν αρκετά ενθουσιώδης με αποτέλεσμα και ο ίδιος ο Cobham να κάνει σαν παιδί.

Η ζέστη όμως στην κλειστή σκηνή είχε αρχίσει να γίνεται αφόρητη όποτε μια βόλτα στην κεντρική σκηνή ήταν άμεσα επιβεβλημένη. Εκεί είχαμε την ελληνική εκπροσώπηση του φεστιβάλ, τον Θανάση Παπακωνσταντίνου με την Μελίνα Κανά και τον Σωκράτη Μάλαμα. Η παρουσία ήταν μάλλον ουδέτερη, με τις όποιες προσπάθειες να δώσουν ένα διαφορετικό χρώμα (βλέπε συμμετοχή πνευστών) να θυσιάζονται στο βωμό της κακής ηχητικής. Ακόμα και η Κανά που αναμφισβήτητα έχει μια από τις καλύτερες ντόπιες φωνές δεν ικανοποίησε.

Γραμμή όμως για την σκηνή "Θάλεια", την δεύτερη ανοιχτή σκηνή, στην οποία θα έκανε την εμφάνιση του, θα λέγαμε, το πιο επίκαιρο μουσικά σχήμα: οι Gotan Project. Η επόμενη μια ώρα που θα τους παρακολουθούσαμε επί σκηνής έμελλε να είναι μια πραγματική εμπειρία.

Ξεκίνημα με το Queremos Paz και ένα μεγάλο λεπτό άσπρο πανί να διαχωρίζει κοινό και μουσικούς. Πάνω στο πανί προβάλλονταν ασπρόμαυρα κινηματογραφικά πλάνα, με Αργεντίνικη θεματολογία, ενώ διακρίνοντας τις θολές φιγούρες των κουστουμαρισμένων μουσικών πίσω από το πανί νόμιζες ότι και αυτοί συμμετέχουν στο λυρικό και συναισθηματικά φορτισμένο φίλμ που ξετυλιγονταν μπροστά σου. Με το ξεκίνημα μάλιστα της απίστευτης διασκευής τους στο Vuelvo Sur του Astor Piazzolla πραγματικά χανόσουν στο trip της μουσικής με οδηγούς το bandoneon του Nini Flores, την κιθάρα του Eduardo Makaroff και την βελούδινη φωνή της Cristina Vilallonga που έκανε την είσοδό της κάπου στη μέση του τραγουδιού.

Η αλήθεια είναι ότι στην αρχή οι Gotan Project φαίνονταν ελαφρώς σφιγμένοι, ίσως πάλι να ήταν και το διαχωριστικό πανί που να ενέτεινε λίγο την αίσθηση του απόμακρου. Μετά όμως από την θεαματική πτώση του και την πλήρη παράταξη των performers μπροστά στο κοινό όλα άλλαξαν. Η κατάληξη ήταν ένας συνεχής παράλληλος αυτοσχεδιασμός τόσο των μουσικών όσο και των djs, μια αρμονική συνύπαρξη ακουστικού και ηλεκτρονικού ήχου, tango και σύγχρονων ρυθμών, παλιού και νέου.

Ο κόσμος παρακολουθούσε προσηλωμένος και αντάμειψε τους μουσικούς με ένα παρατεταμένο χειροκρότημα που τους ανάγκασε να παραμείνουν στη σκηνή ακόμα και ενώ είχε είδη ξεκινήσει δίπλα ο David Byrne, τυπικά ο headliner του φεστιβάλ. Η εμφάνιση του Byrne ήταν άρτια σε όλους τους τομείς. Κρυστάλλινος ήχος και ιδανικές ενορχηστρώσεις, προσαρμοσμένες στους μουσικούς που επέλεξε να τον συνοδεύον, εστιασμένες σε μια πλούσια ρυθμική βάση αλλά και στην ορχήστρα εγχόρδων που τον συνόδευε.

Η εξωτερική του εμφάνιση σίγουρα πρόδιδε τα χρόνια του κάτι που σε καμιά περίπτωση δεν έκανε η κρυστάλλινη φωνή του. Το να σε κερδίσει με την παρουσία του είναι μάλλον εύκολο, πόσο μάλιστα όταν επιλέγει και ένδοξες στιγμές από το παρελθόν και τους Talking Heads, όπως τα Once in a Lifetime και Life During Wartime αλλά κυρίως την έκπληξη της βραδιάς, το κύκνειο άσμα των Heads, Sax & Violins, από το soundtrack του καταπληκτικού Until the End Of the World. Το καθένα όμως από τα κομμάτια του set έχει και τη δικιά του μικρή ιστορία οπότε ας αφήσουμε την playlist να μιλήσει από μόνη της. Το μόνο παράπονο είναι ότι ανεξήγητα ο David μας άφησε χωρίς encore. Next time!

Playlist :
Nothing but Flowers
God's Child
Broken Things
And She Was
Once in a Lifetime
The Great Intoxication
Marching Thtough the Wilderness
The Revolution
Lazy
Sax & Violins
Naive Melody
What A Day That Was
Deconocido Soy
Like Humans
Life During Wartime

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured