Τι είναι άραγε αυτό που έσπρωξε εκατοντάδες Αθηναίους και όχι μόνο, να πλυμμυρίσουν τον δρόμο μπροστά από το Αν Club σχεδόν μία ώρα προτού ανοίξει η πόρτα του, να στριμωχτούν στον μικρό συναυλιακό χώρο, ενώ πολλοί άλλοι έμεναν εκτός, παρακαλώντας για ένα εισιτήριο, και να χύσουν πολλά κιλά ιδρώτα για ένα group από την Γλασκώβη, στην πρώτη εκτός Βρετανίας συναυλία του;

Πιθανότατα η συναυλιακή στέρηση. Ίσως, το δημιουργημένο από κάποιους, hype, δικαιολογημένο ή αδικαιολόγητο, ανάλογα με τις ορέξεις του καθένα, ίσως πάλι να δούλεψε για άλλη μία φορά το περιβόητο ένστικτο του ελληνικού μουσικού κοινού. Όπως και να έχει όμως, αυτό που έγινε στο Αν Club ήταν κάτι που πραγματικά μπορεί να μας προσφέρει ορισμένα σημαντικά συμπεράσματα, οσον αφορά το ελληνικό, ας πούμε indie-alternative, μουσικόφιλο κοινό.

Όσο και συμπαθητικό νέο group να είναι οι Life Without Buildings, οι καταστάσεις των οποίων γίναμε μάρτυρες το βράδυ της Παρασκευής ήταν, αν μη τι άλλο, υπερβολικές. Αμφιβάλλω αν υπήρχαν πολλοί από τους εκατοντάδες φίλους που βρέθηκαν στο Αν οι οποίοι να είχαν ακούσει πάνω από 2 τραγούδια από το Any Other City, το ντεμπούτο album του group από τη Σκωτία. Όμως έστω και αυτά τα ανέλπιστα hits του νέου αυτού συγκροτήματος στο Αθηναϊκό ραδιόφωνο και σε συγκεκριμένες γνωστές club βραδιές, ήταν ικανά να δημιουργήσουν σκηνές απείρου κάλλους.

Rewind, δύο ημέρες πριν από τη βραδιά της συναυλίας, σε μεγάλο κεντρικό δισκοπωλείο της Αθήνας. Ενώ χάζευα τις ιδιαίτερα αυξημένες τιμές, παίρνει το μάτι μου τρεις κοπελίτσες, φίλες από ότι κατάλαβα γρήγορα, κοντά στα 18 τους χρόνια, στην ουρά των ταμείων και με ένα κομμάτι του album των Life Without Buildings στα χέρια τους η κάθε μία. Σημειώνω ότι το cd στο συγκεκριμένο δισκοπωλείο υπερβαίνει τις 7.000 δραχμές. Τις πλησιάζω και πιάνω κουβέντα. Μα γιατί αγοράζετε ρε κορίτσια όλες το ίδιο album; Πρέπει να το αγοράσουμε, μου αποκρίθηκαν. Παίζουν μεθαύριο και πρέπει να μάθουμε όλα τα τραγούδια! Ο «τάδε ραδιοφωνικός παραγωγός» είπε ότι είναι πάρα πολύ καλό group, γι’αυτό και τους φέρνει στην Αθήνα και το τραγούδι που παίζει στην εκπομπή του εδώ και μήνες μας αρέσει!

Συνειρμικά, το μυαλό μου πήγε σε κάποιο απροσδιόριστο cartoon το οποίο απεικόνιζε μία τεράστια μάζα υπνωτισμένων ανθρώπων η οποία με απόλυτη τάξη είχε κατακλύσει ένα super market και μία γνώριμη σεβαστή για αυτούς φωνή να επαναλαμβάνει μέσα στο υποσυνείδητο τους μία πρόταση, κάτι σαν «πάρε τώρα αυτό το απορυπαντικό, είναι το καλύτερο!» Δεν είμαι σίγουρος κατά πόσο ο συγκεκριμένος συνειρμός ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένος, ίσως το κουρασμένο μυαλό μου να με ξεγέλασε. Το σίγουρο όμως είναι ότι οι τρεις αυτές κοπελίτσες θυσίασαν το χαρτζιλίκι τους στο βωμό της μουσικής που προτιμάνε, όπως ακριβώς κάνουν οι αντίστοιχες 18χρονες κοπέλες όταν θυσιάζουν το δικό τους χαρτζιλίκι για το cd του τάδε μορφονιού αοιδού, sorry το όνομά του μου διαφεύγει, που σάρωσε τα βραβεία του περιοδικού Ποπ Κορν με ένα χιτάκι.

Και όπως ακριβώς οι δεύτερες θα βρεθούν στο πρώτο τραπέζι του νυχτερινού κέντρου όπου καίει καρδιές ο παραπάνω νεαρός star, το ίδιο έκαναν και οι πρώτες δεσποινίδες, αυτές που συνάντησα στο δισκοπωλείο. Πρώτη θέση λοιπόν, οι τρεις κοπέλες, στο κάγκελο του Αν, σε απόσταση αναπνοής από τη Sue Tompkins, γνωρίζοντας φυσικά όλους τους στίχους του album πιο καλά και από την ίδια την Sue, η οποία ουκ ολίγες φορές χρειαζόταν να τους διαβάζει.

Δυστυχώς για διαφόρους λόγους η χώρα μας δεν έχει τη δυνατότητα να υπερηφανεύεται για δεκάδες εμφανίσεις σπουδαίων καλλιτεχνών του εξωτερικού κάθε χρόνο. Το ελληνικό κοινό που ασχολείται με πρόσωπα και πράγματα εκτός των συνόρων της χώρας, όσο και αν πιστεύω προσωπικά ότι είναι από τα καλύτερα της Ευρώπης, δυστυχώς παραμένει μικρό και απαίδευτο. Μικρό σε αριθμό και απαίδευτο λόγω έλλειψης εμπειριών. Αποτέλεσμα αυτών είναι η εύκολη χειραγώγηση του. Και αυτό το γεγονός έλαμψε την Παρασκευή στο Αν.

Ελπίζω να μην παρεξηγηθούν από κάποιους τα παραπάνω. Καλώς πραγματοποιήθηκε η συναυλία των Life Without Buildings, και μακάρι να επακολουθήσουν και άλλες εμφανίσεις νέων ονομάτων στη χώρα μας. Με αυτό τον τρόπο, το ελληνικό κοινό θα καταφέρει να αποκτήσει ένα σοβαρό μέτρο σύγκρισης, θα μπορεί να κάνει σωστές επιλογές και σίγουρα θα αποφύγουμε τις σχιζοφρενικές καταστάσεις της Παρασκευής, όταν για κάποια στιγμή, με τα όσα έβλεπαν τα μάτια μας, νομίσαμε ότι δεν είχε έρθει για συναυλία ένα πάρα πολύ νέο και χωρίς περγαμηνές βρετανικό group, αλλά ο Elvis!

Κάτι όμως μου λέει ότι αυτή η προσπάθεια δεν θα έχει συνέχεια. Μία αναλαμπή ήταν, η οποία δεν περιείχε κανένα ιδιαίτερο χρηματικό ρίσκο από τους διοργανωτές, αφού οι διάφοροι παράμετροι οι οποίοι προσδιορίζουν την πιθανότητα επιτυχίας της συναυλίας ήταν, αν μη τι άλλο, ενθαρρυντικοί. Συναυλιακό τοπίο ερημικό, εκτός από τις γνωστές χιλιοπαιγμένες επαναλήψεις, διψασμένοι μουσικόφιλοι, τα ανάλογα media στο πλευρό των διοργανωτών, ένα group με τις απειροελάχιστες απαιτήσεις, και φυσικά μία τιμή εισιτηρίου συγκριτικά χαμηλή. Το πώς καταντήσαμε βέβαια να θεωρούμε τις 5.000 δραχμές, μικρό ποσό για μία συναυλία, είναι ένα άλλο θέμα.

Τελικά όμως, όλοι αυτοί που στριμώχθηκαν στο Αν, ανεξάρτητα με όλα τα άλλα, καλά περάσανε; Όχι και άσχημα, απαντώ. Οι Two By Bukowski που άνοιξαν τη βραδιά, το πρώτο ελληνικό post rock group, όπως λένε, άφησαν τις καλύτερες εντυπώσεις, με το σχόλιο πάντα, «για Έλληνες καλοί είναι». Δεν έλλειψαν βέβαια και τα χασμουρητά από κάποιους, αμύητους στον ήχο αυτόν, αλλά και φυσικά οι αναμενόμενη μουρμούρα. Όπως είπε και ο αγαπητός «συνάδελφος» Τάκης Θανόπουλος, καλύτερα να έπαιζαν μετά τους Life Without Buildings, όταν θα είχε φύγει ο κόσμος, έτσι ώστε να χαλαρώναμε οι λίγοι εναπομείναντες.

Το «μεγάλο» όνομα της βραδιάς ήταν ικανοποιητικό. Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από ότι περιμένεις από ένα νέο βρετανικό group, με όσα αυτό συνεπάγεται. Εξάντλησαν ότι τραγούδι έχουν γράψει και σίγουρα ευχαριστήθηκαν την βραδιά πιο πολύ από τον καθένα. Και αυτό φαινόταν από την πρώτη στιγμή που η συμπαθέστατη Sue, μαζί με το τεράστιο χαμόγελό της και το τρακ της, πάτησε το πόδι της στη σκηνή του Αν.

Και όλα κύλησαν «very nice, very nice» όπως επαναλάμβανε κάθε λίγο η Tompkins, σε αυτό που έμελλε να μείνει ως η μία ατάκα της βραδιάς. H άλλη ήταν μία σημείωση, που υπήρχε στα flyers για ορισμένες επικείμενες συναυλίες του Ρόδον και του Αν: «Έρχονται οι Calexico!», είπε την όγδοη ημέρα και όλοι έπρεπε να ήταν χαρούμενοι και εντυπωσιασμένοι.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured