Στην πιο παγωμένη αθηναϊκή βραδιά της τρέχουσας σεζόν, 3 «καυτά» εγχώρια ονόματα, που βρίσκονται κατά κάποιον τρόπο σε κοινό σημείο επανεφεύρεσης εαυτού στον κύκλο της καλλιτεχνικής τους ζωής, προσκάλεσαν το κοινό σε μία εορταστική συναυλία. Η οποία, παρ' όλο που δεν συγκέντρωσε τον επιθυμητό αριθμό παρευρισκόμενων, αποζημίωσε τους όσους πιστούς με πολυποίκιλη και χορταστική επί σκηνής δράση.

Την αρχή έκανε ο Sillyboy με τους Ghost Relatives, με τους οποίους κυκλοφόρησε φέτος το In A Small Place. Ένα άλμπουμ που επαινέθηκε δικαίως από τα εγχώρια Μέσα (συμπεριλαμβανομένου του παρόντος) και βρήκε τον Χαράλαμπο Κουρτάρα να αφήνει το χορευτικό του indie για έναν breezy soft rock ήχο, που αναπόφευκτα φέρνει στο μυαλό έναν λιγότερο παλαβιάρη Mac DeMarco.

Αν και μπροστά σε χλιαρό κοινό, οι Sillyboy's Ghost Relatives κατάφεραν να δημιουργήσουν μία ζεστή, ευχάριστη ατμόσφαιρα με τις cool, εύφορες μελωδίες τους, φέρνοντας στο Gagarin αέρα γλυκιάς, καλοκαιρινής ανεμελιάς μέσα στο χριστουγεννιάτικο κλίμα των ημερών. Ντυμένος σαν χίπστερ προσκοπάκι σε μυστική, γιορτινή αποστολή, ο Κουρτάρας κρατούσε σε εγρήγορση τον κόσμο με τα επικοινωνιακά του τρικ, ενώ απέδειξε στο 40άλεπτο set, ότι, παρά τον σύντομο βίο της, η νέα του μπάντα έχει βρει την αναγκαία χημεία για να χτίσει την πορεία της και να εξελίξει τις –κάπως περιορισμένων δυνατοτήτων, για την ώρα– συνθέσεις της.

Επόμενο όνομα στο πρόγραμμα ήταν αυτό της Δανάης Nielsen, πριν από την εμφάνιση της οποίας στήθηκε στη σκηνή ένα φουτουριστικό, ακανόνιστο, τρισδιάστατο σχήμα σαν installation· ανάλογα «εξωτικός» ήταν και ο ηχητικός της εξοπλισμός, αποτελούμενος από synths κι ένα άδειο μπιτόνι. Η Ελληνοδανή μουσικός μετράει προϋπηρεσία ως βασικό μέλος (πλήκτρα) των Rosebleed, αλλά στο τέλος του περασμένου έτους επανασυστήθηκε με το προσωπικό της project, σαν μία εξωγήινη περσόνα από το μέλλον, η οποία γεύεται τους χυμούς της Björk, της Grimes και της Fever Ray. Η εξέλιξή της σε σχέση με την τελευταία φορά που την είχα παρακολουθήσει live (έναν χρόνο πριν), είναι τουλάχιστον θεαματική.

Κρατώντας ανέπαφη τόσο τη συνεσταλμένη μα και τολμηρή ταυτόχρονα παρουσία της στο σανίδι, όσο και τις θεμελιώδεις αρχές της μουσικής της προσέγγισης –αυτοσχέδια δηλαδή και επιτόπια ηχογραφημένα loops, μέσω διάφορων, weird ηχητικών πηγών– η Δανάη Nielsen έχει καταφέρει να εξελίξει το κομμάτι performance. Γίνεται επίσης εμφανές ότι διαθέτει ξεκάθαρη εικόνα για την καλλιτεχνική της οντότητα και ότι αυτό τροφοδοτείται με μία εξωστρεφή ματιά σε πράγματα που συμβαίνουν στο ηχητικό «εδώ και τώρα», μακριά από τα στενά πλαίσια της εγχώριας πραγματικότητας. Οπωσδήποτε, υπάρχουν πολλά περιθώρια εξέλιξης σε συνθετικό επίπεδο. Πάντως, μέσα στην 40άλεπτη εμφάνισή της, η οποία στηρίχτηκε σε δυναμικά κομμάτια όπως το “Unbelievable”, αλλά και σε μια ευφάνταστη διασκευή στο “Χάρτινο Το Φεγγαράκι”, απέδειξε πως οι βάσεις έχουν μπει για τα καλά.

Η πιο ριζική επανεφεύρεση, πάντως, ανήκει δικαιωματικά στους headliners της βραδιάς. Σε κάθε επίπεδο –ηχητικό, στιχουργικό, αισθητικό, στιλιστικό– οι Chickn προσπάθησαν με τον φετινό, 3ο τους δίσκο Bel Esprit να αποστασιοποιηθούν αρμονικά από τις πιο ρετρό, ψυχεδελικές αναφορές των προηγούμενών τους κυκλοφοριών· συλλαμβάνοντας έναν πιο psych/new wave ήχο (η ψυχεδελική σκηνή του Λίβερπουλ είναι οπωσδήποτε ένα νέο σημείο τριβής), ο οποίος πατάει στην βάση όλων: τις ακαταμάχητες pop μελωδίες.

Στη μακράς διάρκειας εμφάνισή τους στο Gagarin (1 ώρα και 40 λεπτά) γίναμε σοφότεροι σχετικά με πολλά πράγματα που αφορούν το τωρινό στιγμιότυπο στη φάση ζωής των Chickn. Πρωτίστως, έχουν φτάσει σε ένα επίπεδο χημείας και επικοινωνίας που ελάχιστες εγχώριες μπάντες των κυβικών τους έχουν καταφέρει. Όχι μόνο συνεννοούνται πια σε αυτοματοποιημένο επίπεδο όλα τα μέλη μεταξύ τους (οι μπασογραμμές του ανθρώπου-μετρητή Άξιου Ζαφειράκου έχουν φτάσει σε άλλα επίπεδα), μα έχουν βρει κι έναν εσωτερικό, μυστικό κώδικα, μέσω του οποίου απογειώνουν σε νέα ύψη παλιότερές τους συνθέσεις σαν π.χ. το "Ι Cry Diamonds". Δεύτερον, απέδειξαν ότι μπορούν να υπηρετήσουν τη μεταμόρφωσή τους χωρίς να αποκοπούν ριζικά από το παρελθόν τους· δείγμα μπάντας με αρχή, μέση και τέλος.

Το glossy, τριπαριστό ζαχαρωτό “Sweet Geneva”, το κυριολεκτικά σπαραξικάρδιο “New Candle” («I asked for your heart and you gave me a heartache»), το cyber post-punk του “Infared Panda Club”, και το ρομαντικό, τεκνικόλορ μελόδραμα “She’ll Be Apples” με τον Άγγελο Κράλλη σε μια οριακή crooner στιγμή, ήταν τα πιο αξιοσημείωτα δείγματα της νέας τους στροφής. Πέραν όμως αυτών, κατάφεραν να ενσωματώσουν στον κορμό της setlist φαινομενικά παράταιρες συνθέσεις του καταλόγου τους (“Elevetional Love Of Frank Zappa”, “Am I Cher?” κ.ά.) με τρόπο απολύτως φυσικό. Τέλος, παρ' όλο που η διάρκεια της βραδιάς στο Gagarin αποδείχθηκε κάπως εξαντλητική, οι Chickn έχουν φτάσει στο σημείο να διαχειρίζονται τη ροή του προγράμματός τους χωρίς (φανερές, τουλάχιστον) κοιλιές.

Με αυτά και με εκείνα, και με ένα κοινό που πηγαινοερχόταν συνεχώς για τσιγάρο –και μερικές φορές ξεχνούσε να επιστρέψει– φτάσαμε στο encore. Εκεί ξεχώρισε ο ερχομός της Nalyssa Green στη σκηνή, η οποία τραγούδησε το «χιτάκι» της “Κοκτέιλ II” μαζί με τον Άγγελο Κράλλη, σε μία εναλλακτική, φουτουριστική version, ευγενική χορηγία της Chickn ομάδας. Κάπως έτσι, μετά από 3 ώρες καθαρής συναυλιακής δράσης, βγήκαμε έξω στην παγωμένη Αθήνα με ένα αίσθημα συνειδητοποιημένης ευχαρίστησης για 3 δικά μας ονόματα, που σ' αυτό το τελευταίο live της δεκαετίας στο Gagarin βρέθηκαν σε σπάνια δημιουργική συναστρία.

{youtube}oGeJvzYK9YY{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured