Έχει περάσει καιρός από την τελευταία φορά που με θυμάμαι να περιμένω τόσο ανυπόμονα συναυλία με ονόματα της εγχώριας εναλλακτικής (επιτρέψτε μου ως λεκτική διευκόλυνση την έκφραση) σκηνής. Αμφότεροι όμως οι Whereswilder και Moa Bones διαθέτουν ηχητική ταυτότητα αισθητά πιο διακριτή από τον μέσο indie καλλιτέχνη του ιστορικού τριγώνου, ενώ έχουν να επιδείξουν και φρέσκα, πολυσυζητημένα άλμπουμ. Και, προσωπικά, με εξίταρε ακόμα περισσότερο η κοινή αμερικάνικη μουσικήευθυγράμμισή τους. Όλα δε αυτά θα λάμβαναν χώρα σε έναν χώρο διαφορετικό από τους γνωστούς: στο θέατρο Δίπυλον στου Ψυρρή, με τη φήμη της εξαιρετικής ακουστικής· κάτι που αποδείχθηκε και έμπρακτα. Έστω κι αν ...παράπλευρες εξελίξεις αλλοίωσαν τελικά τον βαθμό της συναισθηματικής μου ανάμειξης στο live της Πέμπτης. 

Φτάνοντας στο χωμένο σε μία τυπική αστική γειτονιά της Πειραιώς Δίπυλον, ο κόσμος με τα φρεσκοκατεβασμένα από τις ντουλάπες τζάκετς και φουλάρια ήταν ακόμη λιγοστός –παρ'όλο που, σύμφωνα με το πρόγραμμα, σε 10 λεπτά θα έπρεπε να εμφανιστεί ο Moa Bones. Αλλά στο επόμενο μισάωρο το κοινό πύκνωσε εκθετικά, καταλαμβάνοντας τόσο τον χώρο γύρω από το bar, όσο και τις καρέκλες σκηνοθέτη που είχαν τοποθετηθεί στις πλάγιες μίνι εξέδρες. Όσο για το ίδιο το θέατρο, ανάλογα με τον φωτισμό, το μουσικό φόντο και τις χωροταξικές κατανομές του πληθυσμού, μπορούσε να βιωθεί από χώρος για αμερικάνικο prom night, έως setting για σκηνή της τηλεοπτικής σειράς Hannibal. Εξαιρετικό, με λίγα λόγια.

Whereswl_2.jpg

Όταν λίγο μετά τις 10 βγήκε στη σκηνή ο Δημήτρης Αρώνης –ή Μήτσος, όπως (μας ενημέρωσε πως) τον φωνάζουν οι φίλοι του– ο κόσμος ήταν ακόμη λιγότερος απ’ ό,τι ανέμενα, αλλά χαμογελαστός, ορεξάτος και επικοινωνιακός.  Ο Moa Bones έπιασε λοιπόν την ηλεκτρακουστική του κιθάρα και, σαν αληθινός country παραμυθάς, ξεκίνησε να μας αφηγείται τις πρόσφατες περιπέτειές του. Δεν κουβαλούσε και λίγες. Και σε όλες, είτε για ιστορίες συναισθηματικών αδιεξόδων μιλάμε, είτε για διηγήσεις άγριων ωκεανών και βαριεστημένων ξυπνημάτων, ο τροβαδούρος φάνταζε ως προσιτός και ρομαντικός περιπλανητής, ο οποίος μας έπιανε από το χέρι και μας έκανε νεύμα να περπατήσουμε μαζί του στις εκτάσεις του αμερικάνικου Νότου. Η ηχητική υφή των εκτελέσεών του ήταν άλλοτε πιο πειραγμένη, σκαρφαλώνοντας τoυς λόφους από τα ηχητικά layers που δημιουργούσε, και  άλλοτε πιο φυσική, ζεστή και άμεση. Ποτέ όμως δεν χανόταν ο στόχος: κατευθείαν στο κέντρο της ψυχής των ακροατών.

Whereswl_3.jpg

Πόσο όμορφα ακούγονται όλα αυτά, ε; Ένας εύθραυστος, «δικός μας» folk/country περιπατητής, καθισμένος γύρω από τη «φωτιά» που τσουρούφλιζε μέσα του, μες τα χαμηλά φώτα και τον καπνό της σκηνής, προκειμένου να διηγηθεί τα βιώματα που κουβαλούσε από ξένη γη. Δυστυχώς, ο Δημήτρης Αρώνης παραήταν φαίνεται ηλεκτρισμένος για το ξύλινο κοινό (κακός αγωγός το ξύλο, ξέρετε). Κι έτσι, στα 20 πρώτα λεπτά του σετ, η πλειονότητα της χιπστερικής Αθήνας που είχε μαζευτεί στο Δίπυλον συζητούσε ατελείωτα, δυνατά και εκνευριστικά. Φυσικά και δεν σκέφτηκαν να σταματήσουν ποτέ. Ούτε καν όταν ο ίδιος ο Moa Bones τους συνέστησε, φανερά ενοχλημένος, να το βουλώσουν

Whereswl_4.jpg

Τουλάχιστον πάψαμε να τους ακούμε τόσο έντονα στη συνέχεια, καθώς ο Αρώνης κάλεσε δίπλα του τον μπροστάρη των Whereswilder Γιάννη Ράλλη ως δεύτερη (ηλεκτρική) κιθάρα, αποφασίζοντας να δυναμώσει λυτρωτικά την ένταση του live. Και ξαφνικά, με την πρώτη νότα του «hit» "Hey", όλοι άρχισαν να επευφημούν και να συμμετέχουν –σαν να πήρε επιτέλους κάποιος την πρωτοβουλία κι έβαλε το επιθυμητό κομμάτι στο jukebox. Έχοντας συνηθίσει να προβληματίζεται και να επεξηγεί τα likes στα ιντισερφοψυχεδελίζοντα λαιβάκια, το κοινό φάνηκε απαίδευτο μπροστά στην ευλάβεια (ή, έστω, την ευγένεια) που απαιτούσε το ονειρικό ακουστικό set του Moa Bones. Εκείνος πάντως εγκατέλειψε τη σκηνή ευχαριστώντας μας θερμά.

Whereswl_5.jpg

Το «καυτό» όνομα της βραδιάς, τώρα, παρουσίασε μια χορταστική μερίδα τραγουδιών με ευέλικτο επαγγελματισμό, αποδεικνύοντας πως, πράγματι, το buzz γύρω από τις ζωντανές του εμφανίσεις είναι δικαιολογημένο μέχρι το μεδούλι. Οι Whereswilder εμφανίστηκαν με το νέο τους μέλος στην κιθάρα (Αλέκος Βουλγαράκης) και, παρατασσόμενοι σε σχήμα νοητού ocd-friendly ισόπλευρου τριγώνου, άρχισαν να μας μπολιάζουν με την πολυστρώματη ψυχεδέλεια την οποία εκπέμπει το ντεμπούτο τους Yearling. Κάπου στη μέση της εμφάνισης, ωστόσο, άρχισε να ξεφουσκούνει η δυναμική τους, μέχρι που έπαιξαν μια σειρά από πολύ ενδιαφέροντα και ελαφρώς διαφορετικής κατεύθυνσης κομμάτια, που θα βρίσκονται (όπως μάθαμε) στον νέο τους δίσκο. Κορυφαίο καρέ στάθηκε το σολάρισμα του χαρισματικού ντράμερ Μανώλη Γιαννίκου, αλλά και η απόλυτα συγχρονισμένη επανένταξη των υπόλοιπων μουσικών στο παιχνίδι, μετά το οργασμικά δεξιοτεχνικό του ξεκούμπωμα. 

Whereswl_6.jpg

Το υφαντό των τους επιρροών είναι η χαρά του μουσικόφιλου: έχει τόσες διαφορετικές ραφές και μπαλώματα, ώστε απαιτείται χειρουργική επέμβαση για να τα διακρίνεις όλα. Αλλά μην ξεγελιέστε. Αν το Yearling αναδεικνύει κυρίως βρετανικές, ψυχεδελικές επιρροές, στη ζωντανή αποτύπωση οι Whereswilder τις αποτινάσσουν –σαν απόσταγμα μένει ένα διαολεμένα ψυχεδελίζον αμερικάνικο garage υβρίδιο. Όχι όμως αυτό του δρόμου, μα το στουντιακό, που μοιάζει με καλοκουρδισμένο μηχανισμό αποτελούμενο από (φαινομενικά) ασύνδετα γρανάζια. Οι White Denim θα τους ήθελαν για opening act, το μόνο βέβαιο.

Whereswl_7.jpg

Τελικά η μπάντα έπαιξε κάτι λιγότερο από μιάμιση ώρα, αποδεικνύοντας πόσο καλά δουλεμένη και ρυθμισμένη ήταν για να βγάλει το συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Κουβαλούν αξιοθαύμαστες μουσικές επιρροές οι Whereswilder και είναι τουλάχιστον ενθαρρυντικό για το μέλλον της όποιας αναιμικής σκηνής (αλλά κυρίως το δικό τους), να βλέπεις με πόσο σεβασμό και σοβαρότητα τις μετατρέπουν σε ολόδικές τους αρετές.

Για έναν ακροατή συμμέτοχο και αφοσιωμένο, η βραδιά στο Δίπυλον ήταν πράξη ψυχικού γεμίσματος και αδειάσματος. Η συναισθηματική φόρτιση κατά τη φλογερή παράσταση του Moa Bones υπήρξε ιδανικό υλικό ανάφλεξης, πριν την κάθαρση μέσω ιδιωτικού χορού με κλειστά μάτια που μας σέρβιραν έπειτα οι Whereswilder. Εγώ κουβάλησα και μία αύρα αμερικάνικου νότου στην επιστροφή, μαζί με απαράμιλλη ευεξία: εκείνη που μπορεί να αναδυθεί μόνο σε πολύ ιδιαίτερες περιπτώσεις. Έστω κι αν στην εποχή της απομάγευσης, της ανυπαρξίας ταυτότητας και της πολυ-μίξερ διασκέδασης, μάλλον θεωρείται πιο σπουδαία η αναζήτηση της επόμενης cool φάσης, για συζήτηση χωρίς ουσία και ανταλλαγές βλεμμάτων αυτο-επιβεβαίωσης.

{youtube}84CMXqvTDQ0{/youtube}

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured