Αγγελική Λάλου

Με αφορμή το Borderline Festival 11 που θα διεξαχθεί 8-10/4 στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, στη Γερμανική Ευαγγελική Εκκλησία, στο Ρομάντσο και στο Πάρκο Δουργουτίου με την υποστήριξη του Onassis Στέγη μιλήσαμε με τον συνθέτη και επιμελητή του Φεστιβάλ, Μιχάλη Μοσχούτη.

Τι θα δούμε/ακούσουμε στο φετινό Φεστιβάλ Borderline;

Το Kistvaen των Roly Porter και MFO, το SpaceTime Helix της Michela Pelusio, την MC Yallah μαζί με τον Debmaster, τους Gabber Modus Operandi, drone μουσική για εκκλησιαστικό όργανο από την Ellen Arkbro, μια νέα σύμπραξη Αθηναίων μουσικών με τον Λιβανέζο Sharif Sehnaoui, την πολλά υποσχόμενη Evita Manji, τις Radio Tweets, τους Ιρακινούς Duo Moment, την Rojin Sharafi, την ηχητική εγκατάσταση του Γιώργου Μιζήθρα, τον Thomas Ankersmit που είναι και ένας από τους σημαντικότερους συνθέτες ηλεκτροακουστικής μουσικής, την Σοφία Ζαφειρίου, τον Γιώργο Μωραΐτη, τον Cedrik Fermont μαζί με την Elyse Tabet, την Άντρια Νικοδήμου μαζί με τη Marina Tantanozi και θα δούμε πώς τα ποδήλατα μπορούν να γίνουν μουσικά όργανα.

Ποιο είναι το «εδώ και τώρα» του ήχου;

Το «τώρα» αναφέρεται στη στιγμή ζωντανής μουσικής πράξης. Σε αυτό που συνεχώς μεταβάλλεται και αναπτύσσεται σε πραγματικό χρόνο. Σε αυτό που δεν «φωτογραφίζεται» και δύσκολα αποτυπώνεται. Το «εδώ» αναφέρεται στον χώρο όπου εξελίσσεται η μουσική δράση και στην παραδοχή ότι το έμψυχο και άψυχο περιβάλλον είναι καθοριστικής σημασίας. Επίσης, το «εδώ» μπορεί να είναι εντελώς διαφορετικό για αυτόν που βρίσκεται μπροστά στη σκηνή και χορεύει ενώ το σώμα του πάλλεται σε ένα ευρύ συχνοτικό φάσμα, από τον ακροατή που επιλέγει την απόσταση και την παρατήρηση. Με άλλα λόγια, ο ήχος δεν έχει κάδρο, βρίσκεται σε μόνιμη κίνηση και μας περιβάλλει.

https://www.instagram.com/p/Cbj3cpfqUAA/

Πώς μπορούν στην πράξη να καταργηθούν τα όρια και οι διαχωριστικές γραμμές στη μουσική και γιατί το θεωρείτε σημαντικό;

Η πιο βαρετή κουβέντα για τη μουσική συνήθως ξεκινάει με την κλασική ερώτηση «τι μουσική ακούς;». Και αποτελειώνεται με το επίσης κλασικό «εγώ ακούω τα πάντα». Κάτι του στιλ: «τρώω γεμιστά αλλά μου αρέσει και το σούσι». Συνεχίζοντας την αναλογία με το φαγητό, θα προτιμούσα να μιλάμε για συγκεκριμένες ταβέρνες, εστιατόρια και κρασιά, ή ακόμα καλύτερα να βρισκόμασταν σε κάποιο σπίτι να μαγειρεύουμε και να τρώμε μαζί. Οι διαχωριστικές γραμμές μερικές φορές μας οδηγούν σε ένα τσουβάλιασμα διαφορετικών καλλιτεχνών σε ένα σακί. Ακόμα και ο όρος που χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε την μουσική του Borderline είναι προβληματικός. Λέμε ηλεκτρονική μουσική, αλλά δεν αναφερόμαστε απαραίτητα σε μουσική που παράγεται με ηλεκτρονικά μέσα. Για παράδειγμα η Ellen Arkbro θα παίξει το εκκλησιαστικό όργανο της Γερμανικής Ευαγγελικής Εκκλησίας εντελώς ακουστικά, χωρίς καμία ενίσχυση.

Πώς σας επηρέασε δημιουργικά το διάστημα της πανδημίας;

Την περίοδο των αρχικών lockdown, μάλλον επηρεασμένος από την κατά την άποψη μου λανθασμένη έννοια του social distancing - καθότι στην ουσία αναφερόμαστε σε physical distance - με απασχόλησε αρκετά το θέμα της εγγύτητας. Έτσι ανέπτυξα ένα πολύ απαλό τρόπο παιξίματος της ακουστικής κιθάρας σε συνδυασμό με μια ιδιαίτερη τεχνική ηχογράφησης του οργάνου. Στο πλαίσιο αυτό ξεκίνησε και η συνεργασία με έναν φίλο συνθέτη τον οποίο εκτιμώ βαθύτατα. Δυστυχώς όμως, λόγω φορτωμένου προγράμματος δεν έχουμε καταφέρει να ολοκληρώσουμε τη συγκεκριμένη δουλειά. Ελπίζω να μη χρειάζεται άλλη μια παύση του πλανήτη για να μπορέσουμε να βρούμε τον χρόνο να κάνουμε την μουσική που αγαπάμε.

https://www.instagram.com/p/BygnZ1fIfmt/

Πώς νιώθετε που το φεστιβάλ θα γίνει «κανονικά» με τη συμμετοχή του κόσμου;

Η αλήθεια είναι ότι και πέρσι έγινε «κανονικά» σε φυσικό χώρο. Απλά αναγκαστικά σε ανοιχτούς χώρους. Έπρεπε να προσαρμόσουμε το πρόγραμμα αναλόγως, καθότι η ακουστική συνθήκη των εξωτερικών χώρων δεν βοηθάει όλα τα projects. Αλλά ήταν μια πολύ επιτυχημένη και σίγουρα διαφορετική έκδοση του Borderline. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την συγκίνηση και τον ενθουσιασμό όλων μας την πρώτη μέρα του φεστιβάλ.

Πόσο σημαντικές είναι πρωτοβουλίες όπως το Borderline Φεστιβάλ και πώς ήταν η συνεργασία με το Onassis.org

Πρωτοβουλίες σαν το Borderline είναι πολύ σημαντικές για το κοινό αλλά και για την τοπική σκηνή. Νομίζω ότι πριν το Borderline οι μουσικοί του λεγόμενου πειραματικού χώρου είχαν σπάνια την ευκαιρία να παρουσιάσουν τη δουλειά τους σε ένα ευρύτερο κοινό. Βέβαια, υπάρχει και ο αντίλογος και η άποψη ότι το underground πρέπει να παραμένει εκτός θεσμών. Μια μεγάλη συζήτηση για μια άλλη φορά. Προσωπικά πάντως θεωρώ ότι οι ιδεοληψίες δεν βοηθούν σε τίποτα και ότι δυστυχώς έχουμε την τάση να είμαστε λίγο περισσότερο καχύποπτοι από ό,τι χρειάζεται. Όσο για τη συνεργασία μου με την Στέγη, ήταν πάντα άψογη και με τιμά ιδιαίτερα η εμπιστοσύνη που έχει δείξει ο οργανισμός στο έργο μου μέσα στα τελευταία δέκα χρόνια.

Πώς μπορούμε να αντιληφθούμε και να αλληλοεπιδράσουμε σωματικά και νοητικά με τη μουσική και τον ήχο;

Νομίζω ότι αν αντιληφθούμε το «εδώ και το τώρα» του ήχου όπως το περιέγραψα προηγουμένως, αναπτύσσουμε αυτόματα και ένα βαθμό σωματικής ή/και νοητικής αλληλεπίδρασης με την μουσική.

Σε Inmute, Tectonics και Borderline και ποιο από τα τρία φεστιβάλ νιώθετε πιο πολύ «παιδί» σας και σε τι διαφέρει το κάθε ένα;

Το Tectonics είναι ξεκάθαρα το παιδί του μαέστρου Ilan Volkov. Εγώ απλά τον προσέγγισα με την πρόταση να φέρουμε το Tectonics στην Αθήνα, και έκτοτε έχουμε πραγματοποιήσει τρεις αθηναϊκές εκδόσεις του φεστιβάλ. Το Borderline ξεκίνησε τη χρονιά που η Στέγη άνοιξε τις πόρτες της στο κοινό. Ήταν μια πρωτοβουλία του καλλιτεχνικού διευθυντή της Στέγης, του Χρήστου Καρρά, η οποία όπως είπα και προηγουμένως πιστεύω ότι άλλαξε το τοπίο της πειραματικής μουσικής στην Αθήνα. Ο Χρήστος Καρράς συμμετέχει ακόμα ενεργά στη διαμόρφωση του προγράμματος. Επίσης, για τα περισσότερα χρόνια - μέχρι και το 2017 - επιμελητής του φεστιβάλ ήταν ο Θοδωρής Παπαδάκης. Επομένως, ως “παιδί” μου νιώθω περισσότερο το Inmute, το οποίο ήταν μια δική μου ιδέα που ξεκίνησε σε συνεργασία με τη Στέγη και στη συνέχεια πήρε και μια πιο DIY μορφή. Τώρα που το σκέφτομαι, ίσως να μην είναι τυχαίο ότι η πρώτη έκδοση του Inmute έπεσε λίγες μέρες μακριά από τη γέννηση της μεγάλης μου κόρης.

https://www.instagram.com/p/CW6co8eL1fL/

Πώς βλέπεται την εξέλιξη του Borderline – μια που το επιμελείστε από το 2018;

Στο επίκεντρο των επόμενων εκδόσεων βλέπω τις συνεργασίες με άλλα φεστιβάλ και οργανισμούς της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Φέτος συνεργαζόμαστε για δεύτερη φορά με το Irtijal της Βηρυτού και για πρώτη φορά με το Space21 του Κουρδιστάν. Ήδη υπάρχει πλάνο για ένταξη στο άτυπό μας δίκτυο και ενός ακόμα φεστιβάλ. Στόχος είναι ένα πιο βιώσιμο μοντέλο περιοδείας, η ανάδειξη των τοπικών σκηνών και οι νέες καλλιτεχνικές συνεργασίες.

Τι σας ενέπνευσε για το άλμπουμ «Classical mechanics» - πώς θα περιγράφατε αυτή τη δουλειά σας;

Στο Classical Mechanics ήθελα να αφήσω κάποια απλά μηχανικά φαινόμενα να μιλήσουν μόνα τους. Για παράδειγμα, η περιοδική κίνηση ενός ελατηρίου, ή ο ήπιος κυματισμός της θάλασσας έχουν μια ομορφιά που ήθελα να αναδείξω με το συγκεκριμένο άλμπουμ. Στο Classical Mechanics, όσο μπορούσα, είχα τον ρόλο του παρατηρητή.

Πώς είναι να γράφεις μουσική για κινηματογράφο – θέλετε να μας μιλήσετε για το soundtrack της ταινίας Digger που ετοιμάσατε;

Το συγκεκριμένο soundtrack βγήκε εντελώς αβίαστα και μέσα από μια πολύ όμορφη και δημιουργική συνεργασία με τον Τζώρτζη Γρηγοράκη και την υπόλοιπη ομάδα. Αυτό για το οποίο θα ήθελα να μιλήσω περισσότερο - ίσως γιατί δεν έχει ακουστεί τόσο πολύ - είναι ότι το βασικό όργανο στο soundtrack ήταν το Halldorophone. Την περίοδο που έγραφα το soundtrack υπήρχαν μόνο πέντε Halldorohones σε όλο τον κόσμο και το κάθε ένα από αυτά είχε μια σύνδεση με κάποιο ξεχωριστό project. Για παράδειγμα, ένα από αυτά τα πέντε Halldorophone είναι και το βασικό μουσικό όργανο της Hildur Gudnadottir. Η ίδια το έχει χρησιμοποιήσει από το βραβευμένο με Oscar soundtrack του Joker, μέχρι και στον τελευταίο δίσκο της drone metal μπάντας Sun O))).

Πώς καταφέρνετε να συνδυάσετε και τη διδασκαλία μέσα σε όλα αυτά και για ποιους λόγους θα ενθαρρύνατε τα σημερινά παιδιά να ασχοληθούν με τη μουσική;

Αυτήν την περίοδο δεν διδάσκω μουσική. Εργάζομαι στο τμήμα Εκπαιδευτικών και Κοινωνικών Δράσεων της Εθνικής Λυρικής Σκηνής όπου εμπλέκομαι περισσότερο στο κομμάτι του σχεδιασμού και της οργάνωσης εκπαιδευτικών δράσεων και προγραμμάτων. Γενικά πιστεύω ότι στην εκπαίδευση υπάρχει μεγάλο περιθώριο ένταξης σύγχρονων καλλιτεχνικών πρακτικών. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει η εκπαίδευση να είναι αποκομμένη από την πρακτική και τις νέες τάσεις. Ως εκ τούτου, η καλλιτεχνική και επιμελητική μου δραστηριότητα τροφοδοτεί άμεσα οποιοδήποτε εκπαιδευτικό εγχείρημα και αν εμπλέκομαι, είτε σε επίπεδο σχεδιασμού, είτε σε επίπεδο διδασκαλίας. Για αυτό και βασικό μου μέλημα είναι η ανάπτυξη εκπαιδευτικών πρακτικών οι οποίες θα τοποθετούν την ακρόαση στο επίκεντρο της μαθησιακής διαδικασίας.

Σε τι ηλικία αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τη μουσική και πώς ξεκινήσατε τα πρώτα σας βήματα;

Ξεκίνησα σε ηλικία περίπου 10 ετών και αποφάσισα να ασχοληθώ πιο σοβαρά με την μουσική στο Λύκειο.

Ποια είναι μέχρι στιγμής η πιο δυνατή εμπειρία που έχετε ζήσει από τον χώρο της μουσικής;

Θα το πάρω κυριολεκτικά το δυνατή, δηλαδή δυνατή σε σχέση με την ένταση. Θυμάμαι σε συναυλία των Swans να έχω την αίσθηση ότι έχει αλλάξει η σύσταση του αέρα λόγω των αστρονομικών db. Και πίστεψέ με, έχω μεγάλες αντοχές στην ηχητική ένταση.

Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας;

Δεν ξέρω αν είναι συνέπεια της πανδημίας, ή της ηλικίας, αλλά τελευταία κάνω σχέδια μόνο για το πιο άμεσο μέλλον. Οπότε πέρα από αυτά που τρέχουν τώρα, δεν έχω κάποιο άλλο σχέδιο.

Περισσότερα για το φεστιβάλ: Borderline Festival 11 | Ίδρυμα Ωνάση (onassis.org)

Cover Photo:  Maria Kachramanoglou

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured