Δεύτερος μήνας Φθινοπώρου και προτού ξεγλιστρήσει από τα χέρια σου και αρχίσουν να αναβοσβήνουν τα φωτάκια και δεν καταλάβεις πώς πέρασε κι αυτός, σημάδεψε τον με 5 άλμπουμ που θα ακούσεις από την αρχή μέχρι το τέλος. Τον μήνα αυτό ταξίδεψε από την pop των 60s και την ποίηση του Jeff Buckley στη συναισθηματική α λα Cοcteau Twins Joan Robertson και στον ακατέργαστο ήχο των Deftera. Κάθε μήνας ένα κολάζ από πέντε άλμπουμ που πρέπει να πιάσεις στα χέρια σου, να τα απολαύσεις ολόκληρα παρακολουθώντας τα σχεδόν σαν βίντεο προβολή, να χαθείς στα εξώφυλλα τους, να ψαχουλεύσεις, να φανταστείς τη στιγμή δημιουργίας τους, να γράψεις δυο λέξεις για αυτά στην ατζέντα που πετάς στην τσάντα ή στο γραφείο με τις λίστες του σούπερ μάρκετ και των υποχρεώσεων.
Deftera – Giant Hits (Self-released, 2024)
To duo που πρώτη φορά απόλαυσα στο Underathens και οι περισσότεροι άλλοι πρόσφατα στο pre ΑΦΦ party, το 2022 συναντιόταν Δευτέρες και αυτοσχεδίαζε χωρίς τίποτε προ-γραμμένο, προ-ηχογραφημένο, χωρίς αποφασισμένα beats και δομές. Έτσι προκύπτουν τα “Giant Heats”, μία επιλογή των καλύτερων κομματιών που ηχογράφησαν, μίξαραν στη συνέχεια ελαφρώς και κυκλοφόρησαν τον Νοέμβριο του 2024. Chris Scott, κιθάρα και φωνή και Γιώργος Αθανασίου, ντραμς, μπάσο και κιθάρα πού και πού, πίσω από όλα αυτά. Ακατέργαστη στιγμιαία καταγραφή, ωμές ηχογραφήσεις, ιδέες τη στιγμή που γεννιούνται, διόρθωση κι επεξεργασία καμιά, δίσκος που επιτρέπει τα λάθη, τις αστοχίες, την μη τελειότητα, κομμάτια σαν σκίτσα, μακριά από τη συνήθη “γυαλάδα” των άλμπουμ. Δυο μουσικοί συναντιούνται, παίζουν, πειραματίζονται και μας παραδίδουν στιγμές καθαρών ιδεών, μικρές μελωδικές αναλαμπές γεμάτες θάρρος, προφορικές αφηγήσεις, πειραματισμό και αυθεντικότητα.
Brenda Lee – Brenda, That’s All (Decca, 1962)
Ο Οκτώβριος είναι πάντα μήνας για blues. Ανοικτές μπαλκονόπορτες ακόμα, πρώτα φούτερ, ψηλές κάλτσες, πρώτα πρωινά με ζεστό καφέ. Ο δίσκος που δεν θεωρείται καμιά σπουδαία καινοτομία, αλλά επιβεβαιώνει τη Brenda Lee ως κορυφαία φωνή των 60s. Pop/country crossover κι εγώ προσωπικά αγαπώ ακόμα περισσότερο για εκείνη τη στιγμή στην 5η σεζόν (επεισόδιο 4) που ακούστηκε στο "Girls" της Lena Dunham το "Someday You’ll Want Me To Want You" σε εκείνη τη σκηνή-ορισμό του ερωτικού βλέμματος της Jessa στον Adam. Η pop των 60s συναντάει την αμερικανική παράδοση, κινηματογραφική, άλλοτε με swing διάθεση, άλλοτε με πρωταγωνίστριες τις jazz επιρροές που κουβαλάει, ο ήχος του Nashville, country μπαλάντες, rhythm & blues υπόβαθρο. 17-18 χρονών Brenda Lee τότε με μια εντυπωσιακή ωριμότητα γνωστών blues ή jazz τραγουδιστριών. Ραγισμένες καρδιές, πόνος, εγκατάλειψη, μελαγχολία. Little "Miss Dynamite" με 1.45 ύψος και τεράστια φωνή, τεράστιο fan base σε Ευρώπη και Ιαπωνία, country ρίζες, rockabilly ένταση, pop και gospel ήχο.
Joanne Robertson – Blurr (AD 93, 2025)
Μητρότητα και ζωγραφική κι έτσι προκύπτει το έκτο σόλο άλμπουμ της Joanne Robertson. Δίπλα στην απλότητα της φωνής και της κιθάρας της , στους ψίθυρους, τα ελάχιστα στολίδια, τις σιωπές, τις παύσεις, την τρεμάμενη φωνή, το βιολοντσέλο του Oliver Coates και οι λέξεις οι δυσανάγνωστες. Ατμοσφαιρικό folk, indie, blockbuster δεν θα το πεις, εσωτερικό, μονότονο ίσως, αλλά συναισθηματικά εκρηκτικό και βαθύ, Cοcteau Twins θα σου θυμίσει που και που, υπόγειο, υπαινικτικό, ηχητικά φευγαλέο Ο εύθραυστος ψίθυρος της Vashti Bunyan και η απόμακρη μυσταγωγία της Elisabeth Fraser είναι εδώ ειδικά στον τρόπο που θολώνει τις λέξεις και τις εντάσσει ως ατμοσφαιρικό στοιχείο, παρά ως αφήγηση στις συνθέσεις της. Αγγλικό underground folk και art pop, lo-fi αισθητική και bedroom recording ethos, σκόπιμα low key, χωρίς το “φινίρισμα” μιας studio ηχογράφησης, με ακουστικές κιθάρες, reverb, ανάσες, τριξίματα και κάποτε ακατέργαστη φωνή. Μουσική που χάνεται στην αντήχηση και δεν σκάει για τη δομή, αλλά για τη διάθεση. Θραύσματα ήχων και συναισθημάτων με σχεδόν κινηματογραφική διάθεση, ήχος σκηνοθετημένος σαν μικρές ηχητικές εγκαταστάσεις.
Various Artists – Broken Flowers OST (Decca, 2005)
Περιμένοντας την νέα ταινία του Jim Jarmusch που προβλήθηκε στο 82o Φεστιβάλ της Βενετίας και κέρδισε τον Χρυσό Λέοντα και τον Mulatu Astatke στο θέατρο Βράχων που μεταφέρθηκε τον Νοέμβριο λόγω ασθένειας, γυρνάω πίσω και ακούω και ξανακούω αυτό το εμβληματικό soundtrack της πιο δομημένης ταινίας ίσως του Jarmusch με τον απομονωμένο Δον Ζουάν Bill Murray- σαν άντρα σε εμμηνόπαυση- να αναζητά τις πρώην του μετά από ένα γράμμα που λαμβάνει από μία από αυτές με τον οποίο τον ενημερώνει ότι έχει έναν γιο. Ταινία δρόμου στην αμερικανική επαρχία, την ανυποληψία της υπαίθρου και την εξωραϊσμένη παρακμή της, που χτίζει ο Jarmusch κατά βάση πάνω στη φωνή της Holly Golightly και το βιμπράφωνο του Mulatu Astatke. Τραγούδια που πλέκει περίτεχνα γύρω από τις πέντε στάσεις του πρωταγωνιστή στις πρώην ερωμένες του με σταθερό φόντο το ροζ χρώμα, άλλοτε υπόσχεση και άλλοτε ειρωνία, ελπίδα ή διάψευση. Το πιο πολυσυλλεκτικό soundtrack του Jim Jarmusch περνάει με χάρη από την αιθιοπική τζαζ του Mulatu Astatke στο garage της Holly Golightly και των Brian Jonestown Massacre, στη soul του Marvin Gaye, με ενδιάμεσες στάσεις στη reggae, το stoner-rock των Sleep και την κλασική μουσική του Gabriel Faure.
Jeff Buckley – Grace (Colymbia, 1994)
Το μοναδικό ολοκληρωμένο στούντιο άλμπουμ του Jeff Buckley, ωμό, παρθένο, αιθέριο, εκρηκτικό, καθηλωτικό, εκθαμβωτικά όμορφο, μπάσο και φωνή παναγία μου, ροκ και ποίηση, ψίθυρος και κραυγή και πάρε την ψυχή μας Τζεφ που πήγες και πνίγηκες στον ποταμό Γουλφ, κι άλλη μεγάλη χαρά δεν πήραμε από εσένα, και είπαν οι κακοί ότι “σιγά το άλμπουμ, όλος ο ντόρος έγινε, γιατί έφυγες νωρίς”, μα εγώ θα πω "μπούρδες", γιατί άκου το "Hallelujah" πώς ξεπερνά το πρωτότυπο και σχεδόν ξεχνάς το αρχικό, τους στίχους στο "Grace", την grunge και την ψυχεδέλεια στο "So Real", πώς ενώνονται η gospel, το rock και η soul στο “Lover, YouShould’ve Come Over”. Είναι Φθινόπωρο, προβάλλεται στις Νύχτες Πρεμιέρας το “ΤΖΕΦ ΜΠΑΚΛΕΪ: ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ | IT’S NEVER OVER, JEFF BUCKLEY”, ταμάμ. Είναι η σωστή στιγμή να ακούσεις το Grace προσεκτικά για να καταλάβεις.