* προσαρμοσμένη αναδημοσίευση άρθρου που πρωτοδημοσιεύτηκε σε παλιότερο τεύχος του περιοδικού Sonik

 

 

Μπορεί αν μάθεις ποδήλατο να μην το ξεχνάς ποτέ, αν όμως έχεις πολλά χρόνια να κάνεις καμιά βόλτα, μόλις το επιχειρήσεις κάνεις για πολλή ώρα 8άρια. Μέχρι να μπορέσεις να βρεις έναν ρυθμό, το τιμόνι τρέμει, κάθεσαι αδέξια και –συγκριτικά με αυτούς που κινούνται συστηματικά με ποδήλατο– μοιάζεις με ελέφαντα στο τσίρκο, που κάνει ακροβατικά με τη μπάλα: η καταστροφή και η τούμπα, είναι ένα κλικ μακριά.

 

 

 

 

Οι κοινωνίες, για χρόνια κοιμισμένες πάνω σε καλούδια, gadgets, δάνεια, πούρα, 4Χ4, πρώτο τραπέζι πίστα, mall, επενδύσεις, shopping & fucking, θερμαινόμενες πισίνες και bluetooth, ξέχασαν πώς κάνεις ποδήλατο, πώς τραβάς κουπί, πώς ζορίζεσαι και πώς στερείσαι. Οι άνθρωποι ξέχασαν να τραγουδάνε όλοι μαζί, ξέχασαν ότι όλα είναι πολιτική –ακόμη και το τραγούδι.

 

 

Γενιές και γενιές a-politic εξόρισαν το πολιτικό/κοινωνικό τραγούδι, το ξέχασαν και «επέβαλλαν» την απαγόρευσή του, απαξιώνοντας κάθε καλλιτέχνη που τολμούσε να ψελλίσει κάτι σχετικό. Το είδος έγινε τόσο passé ώστε, όποιος το επιχειρούσε, μετατρεπόταν αμέσως σε ένα παρωχημένο μίασμα, με το οποίο κανείς δεν ήθελε να έχει παρτίδες. 

 

 

 

 

Να θυμίσω απλώς τον αυτόματο κοινωνικό αποκλεισμό, αλλά και την έμπρακτη ενόχληση των φίλων τους, την οποία έζησαν (όπως έχουν οι ίδιοι ομολογήσει) η Σούζαν Σάραντον, ο Τιμ Ρόμπινς, ο Bruce Springsteen ή ο Eddie Vedder, μόνο και μόνο επειδή εναντιώθηκαν στον πόλεμο που έκανε στο Ιράκ ο Τζορτζ Μπους ο Νεότερος και το τσιράκι του ο Τόνι Μπλερ. Ο τελευταίος κυνήγησε μάλιστα κάθε αντίθετη φωνή, προσπαθώντας να εμπλέξει τους Massive Attack –που τόλμησαν να πάρουν θέση– ακόμη και σε κύκλωμα παιδεραστίας. 

Οι εταιρίες δίσκων για χρόνια συμβούλευαν τους καλλιτέχνες τους να μην απαντάνε σε πολιτικές ερωτήσεις και να μην παίρνουν θέση ποτέ, την ίδια ώρα που ο χαρακτηρισμός «πολιτικοποιημένος» ισοδυναμούσε με κάτι ξεπερασμένο, αναχρονιστικό, παλιό, άχρηστο και εντελώς έξω από το καινούργιο life style, που ήταν πολύ σαμπανιζέ, πολύ cool, πολύ σαχλό, πολύ ρηχό και πολύ εφήμερο για να έχει κάθε είδους ανησυχία. 

Όμως να που ο τεχνητός παράδεισος τον οποίον έστησαν ο καπιταλισμός και η ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική αποδείχτηκε κάτι σαν σκηνικό παλιάς καουμπόϊκης ταινίας. Πίσω από τις προσόψεις των κτηρίων, δεν υπήρχε τίποτα. Πήραμε όλοι από ένα τριπάκι που μας πήγε στον «παράδεισο», όμως τώρα τέλειωσε η επίδρασή του και το «ξενέρωμα» είναι (όπως πάντα) εφιαλτικό. Είμαστε όλοι έκπτωτοι άγγελοι, αλλά δεν είμαστε αθώοι.

Κι όπως στην εποχή των φοιτητικών εξεγέρσεων της δεκαετίας του 1960 άνθισε το (λεγόμενο) τραγούδι διαμαρτυρίας κι αποτέλεσε το σάουντρακ της επανάστασης ή αργότερα την εποχή της Μάργκαρετ Θάτσερ και του Ρόναλντ Ρήγκαν η ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την έκρηξη του πανκ, έτσι και τώρα: η κατάρρευση μιας ζωής που αποδείχτηκε «φούσκα», έχει ήδη γεννήσει τις προϋποθέσεις για να κάνει και πάλι την εμφάνισή του το πολιτικό τραγούδι.  Μόνο που πρέπει να θυμηθούμε κι εμείς, αλλά και οι καλλιτέχνες, πώς είναι αυτό το πράγμα που το έχει σκεπάσει η σκόνη του χρόνου.   

Ο πόλεμος του Μπους με το Ιράκ ήταν μια πρώτη αφορμή: δεκάδες νέα αμερικάνικα συγκροτήματα συμμετείχαν σε συλλογές τραγουδιών που είχαν σκοπό να εναντιωθούν στην τρέλα του πολέμου, οι διάφοροι φιλοπόλεμοι οπαδοί του Κινήματος του Τσαγιού έφτυναν, έβριζαν, γιουχάιζαν και αποχωρούσαν από τις συναυλίες των Pearl Jam, του Bruce Springsteen ή έκαιγαν(!) τα CD των Dixie Chicks (!!!) επειδή τόλμησαν να πουν ότι ντρέπονται που είναι από τον ίδιο τόπο με τον Μπους. Ακόμη και οι συστηματικά a-politic Rolling Stones έγραψαν κομμάτι για το λάθος του προέδρου. Το πολιτικό τραγούδι μπήκε και πάλι στη δισκογραφία, μετά από 30 χρόνια σιωπής. 

Ακολούθησαν τα αγγλικά γκρουπ και μετά ο κόσμος ολόκληρος. Και να που τώρα η οικονομική κατάρρευση δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την ολική επαναφορά. Η μουσική της κάθε εποχής αντικατοπτρίζει (ακόμη και με στρεβλό τρόπο, καμιά φορά) την κοινωνική πραγματικότητα και δεν είναι τυχαίο που στην Ελλάδα ήδη καταρρέει όλο αυτό το τσιφτετελο/ντισκο/καψουρο/house. Aκριβώς γιατί δεν σημαίνει τίποτα πια, παρά μόνο για τους αμετανόητους μαλάκες, όσους δεν έχουν πάρει ακόμη χαμπάρι. Ούτε είναι τυχαίο που το 2011 η Σοφία Κουρτίδου σημείωσε  διαδικτυακή επιτυχία με τα "Δανεικά Ιδανικά": ένα χαριτωμένο mainstream τραγούδι, χωρίς ιδιαίτερες αξιώσεις, που μιλούσε όμως για ό,τι συνέβαινε εκείνα τα χρόνια –γι' αυτό και βρήκε ανταπόκριση. Οι άνθρωποι θέλουν πια ν’ ακούνε κάτι σε σχέση με τα προβλήματά τους και μ' αυτά που τους απασχολούν.

Πολιτικοί ήταν και οι δίσκοι του Bruce Springsteen το ίδιο διάστημα (2009-2011) γιατί οι περιστάσεις το απαιτούσαν, γιατί η εποχή το ήθελε και γιατί έχουμε έτσι κι αλλιώς να κάνουμε με ένα «πολιτικό ζώο», που μας θυμίζει ότι η χώρα του γέννησε τον Woodie Guthrie, τον Pete Seeger (τραγούδια του οποίου διασκεύασε πριν από μερικά χρόνια), τον Bob Dylan, την Joan Baez, τον Jello Biafra. 

Δεν είναι ο μόνος. 

Πολλοί συνάδελφοί του σε ολόκληρο τον κόσμο παίρνουν θέση για όσα έχουν συμβεί και συμβαίνουν, από τα γεγονότα της Αραβικής Άνοιξης, ως το ακόμα επίκαιρο «σύστημα Πούτιν». Ο The Boy, οι Electric Litany, οι Future Οf Τhe Left, οι Pussy Riot, οι Massive Attack, o Morrissey και ο Johnny Marr, ο Γιάννης Αγγελάκας και δεκάδες ακόμη κάνουν αυτό που πρέπει: παίρνουν θέση και κάνουν την τέχνη τους «φωνή λαού». Το μόνο που μένει είναι ο κόσμος να θυμηθεί τη φωνή του και να τραγουδήσει ξανά. Είναι υπόθεση χρόνου…

{youtube}-Mtr1TV0Ffw{/youtube}

 

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured