Ας το πούμε έτσι απλά, χωρίς τυμπανοκρουσίες: οι Death Grips επέστρεψαν. Ή, πιο σωστά, δεν πέθαναν ποτέ, απλώς χάθηκαν για λίγο στα ίδια τους τα έγκατα, εκεί όπου ο ήχος γίνεται σώμα, και το σώμα γίνεται μηχανή που καταπίνει τα ερείπια του κόσμου και τα ξεβράζει πίσω σαν κάτι πιο αληθινό από την αλήθεια.
Κάπου ανάμεσα σε στούντιο με σκόνη στα πληκτρολόγια και φωτογραφίες που ανεβαίνουν στο Instagram σαν κρυπτογραφημένα μηνύματα σε όσους μπορούν να διαβάζουν ανάμεσα στα pixels, ο MC Ride και ο Zach Hill ανακοίνωσαν ότι γράφουν νέο άλμπουμ. Ψύχραιμα. Σχεδόν σαν κάποιος να παραδέχεται, με ένα αδιάφορο βλέμμα, ότι ναι, η αποκάλυψη συνεχίζεται.
Εν τω μεταξύ, ο Andy Morin έμοιαζε να έχει εξαφανιστεί στο σκοτάδι, αφήνοντας πίσω του έναν ψίθυρο: «Ίσως τελειώσαμε». Αλλά οι Death Grips δεν τελειώνουν. Το 2023 βγήκαν ξανά στους δρόμους, σαν φάντασμα περιοδείας. Τον Απρίλιο, μια λιτή επιβεβαίωση: «Είμαστε ακόμα εδώ».
Και ο Zach; Δεν σταμάτησε να κινείται ούτε λεπτό. Ίδρυσε άλλο σχήμα, επανέφερε παλιό υλικό, συνεργάστηκε με έναν Αυστραλό πειραγμένο μουσικό (Lucas Abela) για ένα άλμπουμ που μοιάζει με εύρημα από κάποιο υπόγειο market της ηχορύπανσης (και στην Warp, παρακαλώ), το Bag Of Max Bag Of Cass. Όλα αυτά σαν να προσπαθεί να αποφύγει τη στιγμή που θα αναγκαστεί να παραδεχτεί ότι οι Death Grips είναι ο πραγματικός του τόπος. Ο τόπος που πάντα τον ξανακαλεί.
Τώρα ετοιμάζουν κάτι νέο. Τι μορφή έχει; Δεν ξέρουμε. Οι Death Grips δεν παίζουν με υποσχέσεις. Παίζουν, πάντα, με το ένστικτο. Και με την οργή που μοιάζει με προσευχή.
Κάθε φορά που μπαίνουν στο στούντιο, είναι σαν να παίρνουν τον κόσμο από τα μαλλιά και να τον αναγκάζουν να κοιτάξει τον εαυτό του στον καθρέφτη. Και ο καθρέφτης, όπως ξέρουμε, δεν συγχωρεί.
Αυτό που έρχεται δεν θα είναι απλώς «νέος δίσκος». Θα είναι υπενθύμιση. Ότι ο θόρυβος είναι πιο αληθινός από τη σιωπή. Ότι ο παλμός δεν σταμάτησε ποτέ. Ότι κάποιοι δεν επέστρεψαν. Γιατί, απλά, δεν έφυγαν.









