O κινηματογράφος των υπέρ-ηρώων έχει αφήσει αρκετά πίσω την εποχή που ο Tim Burton ζωγράφισε με τα εξπρεσιονιστικά του πινέλα θλιμμένες Νυχτερίδες και Γάτες παγιδευμένες σε απελπισμένα γοτθικά punk παραμύθια. Ο Christopher Nolan ήταν πιθανότατα ο
τελευταίος δημιουργός με την ελευθερία να φερθεί σαν auteur απέναντι στο έργο του, το οποίο παρότι ανοικτό σε αρκετές κριτικές, αντιρρήσεις και προβληματισμούς, αποτέλεσε αδιαμφισβήτητα και το απόλυτο breaking point για αυτό το κινηματογραφικό genre.Η βιομηχανία άλλαξε αισθητά όταν με τη σειρά της η Disney/Marvel επένδυσε άκρως επιθετικά στο continuity των ταινιών της, στα πρότυπα των πετυχημένων τηλεοπτικών σειρών -στις οποίες επίσης στράφηκε σταδιακά και σχεδόν νομοτελειακά ώστε να
γιγαντώσει το δημιούργημά της. Καθώς αυτό το -αν μη τι άλλο πρωτόγνωρο σε τέτοιο βαθμό- οικοδόμημά θριάμβευε εμπορικά δημιουργώντας ένα φανατικό κοινό και μια νέα κινηματογραφική ‘’τάση’’, η καλλιτεχνική δημιουργικότητα έδωσε, σταδιακά, τη θέση της σε μια ελεγχόμενη μαζική παραγωγή στείρων υπέρ-ηρωικών ταινιών, οι οποίες είχαν ως κύριο στόχο να κρατάνε την μηχανή αναμμένη εξαργυρώνοντας την αναγνωρισιμότητα των πρωταγωνιστών της, μέσω ενός πελώριου ενιαίου κινηματογραφικού σύμπαντος.

Και όμως αυτό το, ήδη αρκετά κουρασμένο, κινηματογραφικό genre μασκοφόρων υπερασπιστών του δικαίου, ακόμα και σήμερα που μοιάζει όλο και περισσότερο έρμαιο των εμπορικών ορέξεων των μεγάλων studios σαν αυτών της Disney ή Warner, κατορθώνει
και επιβιώνει. Εκτός από την πρωτοφανή απήχηση που φέρεται  να έχει αποκτήσει η 9η Τέχνη -σε σχεδόν κάθε της έκφανση- στο ευρύ κοινό, ο κινηματογράφος δίνει την ευκαιρία σε πολλές από αυτές τις ιστορίες να ξεφύγουν ελαφρώς από τον αρχετυπικό τους χαρακτήρα
και να αποδοθούν στην μεγάλη οθόνη ορίζοντας οι ίδιες τον τρόπο που θα γίνει αυτό. Το superhero genre δεν είναι στην πραγματικότητα ένα per se κινηματογραφικό είδος όπως λ.χ. το western, αλλά μια αφορμή για να ειπωθεί μια ιστορία, χρησιμοποιώντας αμιγώς
κινηματογραφικά είδη όπως αυτά του τρόμου, της περιπέτειας και της κωμωδίας σαν ‘’οχήματα’’ στην προσπάθεια αυτή. Και αυτή η διέξοδος που προσφέρεται, συχνά πυκνά κρύβει κάποιες ευχάριστες εκπλήξεις.

Ο ταλαντούχος Matt Reeves (Cloverfield, Dawn of the Planet of the Apes, War for the Planet of the Apes)  πατώντας στον ρεαλισμό της τριλογίας του Christopher Nolan και εξαντλώντας τις ανοχές της Warner απέναντι στο καλλιτεχνικό του όραμα, επιχειρεί να
‘’διορθώσει’’ ένα παράδοξο της κινηματογραφικής ιστορίας ενός εκ των δημοφιλέστερων ηρώων της DC: την απουσία της noir αισθητικής και του detective στοιχείου, χαρακτηριστικό γνώρισμα των χάρτινων περιπετειών του στα τέλη των 1930s όταν και πρώτο-
συστήθηκε στο κοινό.

0x0

Η κεντρική ιστορία θέλει τον ήρωα στο κατόπι ενός serial killer, ο οποίος βάζει στο στόχαστρό του πρόσωπα της υψηλής κοινωνίας, αφήνοντας με την σειρά του μια σειρά γρίφων πίσω από κάθε φόνο οι οποίοι οδηγούν τον ήρωά μας όλο και πιο βαθιά στα
ανώτερα κλιμάκια διαφθοράς της Gotham City. Πάντα στο πλαίσιο μιας ταινίας που εξυπηρετεί την ιδέα ενός αρχετυπικού χάρτινου ήρωα, ο οποίος εν προκειμένω λειτουργεί εκτός νόμου αλλά με την ηθική του πυξίδα ταυτιζόμενη με εκείνη της κοινωνίας που επιχειρεί να σώσει, το The Batman τηρεί πετυχημένα αρκετούς από τους "άγραφους κανόνες’’ ενός τυπικού noir έργου: O συναισθηματικά
φορτισμένος detective που μπλέκει σε μια φαινομενικά απλή υπόθεση η οποία όμως αποδεικνύεται μεγαλύτερη από εκείνον και τις δυνάμεις του, η femme fatale, ο σχεδόν απροσπέλαστος υπόκοσμος, η μουντή και μελαγχολική μεγαλούπολη, ο κυνισμός της
εξουσίας, το χαρακτηριστικό voice-over, η απουσία φωτός και το έντονο παιχνίδι με τις σκιές.

Ισχυρός σύμμαχος σε αυτό η εξαιρετική φωτογραφία του Greig Fraser (ο οποίος έδωσε ζωή στους αμμόλοφους του Arrakis στο Dune νωρίτερα φέτος) και η καταπληκτική δουλειά που έχει γίνει από το production team στην υπέρ-στυλιζαρισμένη και ολοζώντανη Gotham City -μια μητρόπολη που ακροβατεί μεταξύ ενός βρώμικου βιομηχανικού Detroit και μιας Γοτθικής μεγαλούπολης. Εξίσου σημαντική η ατμοσφαιρική μουσική του Michael Giacchino αλλά και ορισμένα δάνεια από τα πλέον κλασσικά Long Halloween των Sale/Loeb, Βatman: Year One  του Frank Miller και Batman: Ego του Darwyn Cooke στο σφιχτό-γραμμένο, πυκνό και απενοχοποιημένα ‘’σοβαρό’’ σενάριο της ταινίας.

the-batman-1-1024x587

Το cast ανταποκρίνεται κάτι παραπάνω από επαρκώς στις ανάγκες του σεναρίου, με πρώτο όλων τον Robert Pattison στο ρόλο του Σκοτεινού Ιππότη. Η πιο ανθρώπινη του υπόσταση -αρκετά ‘’στεγνός’’ σε μυϊκή μάζα, με πιο εμφανή από ποτέ τα σημάδια της
κατάθλιψης στο πρόσωπό του- τον βοηθάει αρκετά στο να γίνει ο ‘’καταραμένος detective’’ που θέλει η ταινία να είναι. Δίπλα του η Ζoe Kravitz η οποία ευνοείται από την εξαιρετική της χημεία με τον Pattison, έχοντας έναν καλογραμμένο ρόλο με αρκετό βάθος ώστε να μην
ετεροπροσδιορίζεται συνεχώς από εκείνον. Αξίζει μια μικρή ξεχωριστή αναφορά στον αγνώριστο Colin Farrell, ο οποίος φαίνεται να διασκεδάζει αφάνταστα την over the top ερμηνεία του ως Penguin, χαρίζοντας έναν από τους πιο αξιομνημόνευτους villains των
τελευταίων ετών.

the-penguin-in-the-batman

 Ο Joker του Todd Philips με την τεράστια επιτυχία του, έδωσε μια άλλη διάσταση στις ταινίες του είδους, χρωματίζοντας με το μακιγιάζ του διεστραμμένου Πρίγκηπα των Κλόουν, μια προσγειωμένη ταινία κοινωνικού προβληματισμού στα πρότυπα των αιχμηρών αμερικανικών ταινιών των ‘70ς. Αυτή η απότομη προσγείωση στην πραγματικότητα δεν ήταν κάτι νέο για το είδος, η επιλογή όμως να ‘’βρωμίσει’’ το πολύχρωμο αυτό σύμπαν με κοινωνικό ρεαλισμό, άνοιξε την πόρτα σε ταινίες όπως και το The Batman ώστε να επιχειρήσουν κάτι παρόμοιο. Το δυστοπικό Gotham City και των δύο ταινιών μοιράζεται παρόμοιες θεματικές σχετικά με την παρακμή των δυτικών κοινωνιών και την μοιραία παραγωγή αντιδραστικών χαρακτήρων προερχομένων από τα λαϊκά στρώματα, οι οποίοι συχνά πυκνά καταλήγουν σε ακροδεξιές πρακτικές και λανθασμένες επιλογές, κάτω από τη δραματική πτώση του βιοτικού τους επιπέδου. Το The Batman όμως σταδιακά διαφοροποιείται, αποφεύγοντας να εμβαθύνει περισσότερο από όσο κρίνει ότι χρειάζεται σε αυτές τις κοινωνικό-πολιτικές θεματικές, θέλοντας πρωτίστως να είναι ένα υπέρ-ηρωικό noir έργο για τον ίδιο του τον πρωταγωνιστή. Εισάγει εντονότερα το στοιχείο του thriller (στα πρότυπα των πιο χαρακτηριστικών στιγμών του David Fincher) και παίζει με την ψυχοσύνθεση του κεντρικού χαρακτήρα καθώς αυτός βουτάει όλο και περισσότερο στο διαταραγμένο μυαλό του αντιπάλου του.

Και αυτή η επιθυμία για μη πλήρη αποδέσμευση από τις υπέρ-ηρωικές της καταβολές, μετατρέπεται σε αδυναμία που έρχεται μοιραία στην τελευταία πράξη της ταινίας. Ενώ μέχρι τότε η δράση είναι μετρημένη και οργανικά ενταγμένη όπου χρειάζεται -συμπεριλαμβανομένης μιας εξαιρετικής σεκάνς καταδίωξης-, το τελευταίο μέρος της ταινίας, χωρίς να ρίχνει σημαντικά τον μέσο όρο ποιότητας της συνολικά, κάπως άκομψα ενδίδει στις επιταγές του genre που απαιτεί έναν κάπως πιο φαντασμαγορικό επίλογο, με
το απαραίτητο κλείσιμο του ματιού σε ένα πιθανό sequel/spinoff. Μικρή παραφωνία επίσης η τρίωρη διάρκειά, καθώς η noir αισθητική του έργου δυσκολεύεται να λειτουργήσει απόλυτα ικανοποιητικά για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα.

the-batman-movie-final-trailer-bruce-wayne-batman

Το πιο έντονο ‘’ψεγάδι’’ της ταινίας όμως, είναι κάτι για το οποίο δεν ευθύνεται ακριβώς η ίδια: είναι η πολλοστή μεταφορά του Batman στην μεγάλη οθόνη. Μπορεί το τελικό αποτέλεσμα να είναι ότι πιο κοντά έχει κυκλοφορήσει μέχρι σήμερα σε ένα κλασσικό
graphic novel του ήρωα, υπάρχει όμως σε αρκετές στιγμές ένα αέναο αίσθημα επανάληψης, το οποίο ναι μεν δεν ενοχλεί ιδιαίτερα, αλλά αν μη τι άλλο είναι εκεί. Αν συνυπολογίσει κανείς το γεγονός ότι και άλλα πλέον έργα της ευρύτερης κινηματογραφικής ή τηλεοπτικής superhero κουλτούρας, έχουν άμεσες σχέσεις με τον εν λόγω χαρακτήρα και δη αυτή την συγκεκριμένη του απόδοση -όπως χαρακτηριστικά ο τηλεοπτικός ‘’Daredevil’’- ένας μικρός κορεσμός απορρέει μοιραία από το τελικό αποτέλεσμα.

Παρά τα μικρό-προβλήματά του όμως, το The Batman είναι στο σύνολό του μια εξαιρετική προσθήκη στην κινηματογραφική πορεία του χάρτινου υπέρ-ήρωα των Bob Kane και Bill Finger. Ένα γνήσιο δείγμα καλού ψυχαγωγικού σινεμά, που προσφέρει μια αυθεντική φυγή
από την πραγματικότητα, χωρίς να χρειάζεται τόνους CGI, σχηματικά σενάρια ή συνεχόμενη επίκληση στην αναγνωρισιμότητα των κεντρικών του πρωταγωνιστών. Δεν αποβάλλει πλήρως τα στοιχεία εκείνα που το κρατάνε προσγειωμένο στην πραγματικότητα,
καταφέρνοντας έτσι μια μοναδική σύνδεση με το υποσυνείδητο του θεατή, η οποία όσο πάει και σπανίζει σε παρόμοιες ταινίες του χώρου. Ο Μatt Reeves βγαίνει κερδισμένος με το μεγαλύτερο στοίχημα της μέχρι τώρα καριέρας του και θέτει ήδη το επόμενο, σε μια
μελλοντική συνέχεια των νέων αυτών περιπετειών του Batman στην μεγάλη οθόνη. Αυτή τη φορά όμως, το στοίχημα θα είναι υπέρ του.

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Featured