Τελευταία μέρα του Νοέμβρη ο χειμώνας ακόμα δεν είχε έρθει και τα κουνούπια σαν να θέλανε να μας πούνε τα κάλαντα. Με φωνή βαριά, στουμπωμένη. Σαν του Κλιντ Ίστγουντ μετά από τριήμερη αϋπνία· ή σαν τη φωνή του αγαπημένου Mark Lanegan, η οποία εξακολουθεί να στέκει μόνη της σε κάθε συναυλία, σαν να 'ναι εξτρά όργανο πάνω στη σκηνή.


Το Σαββατόβραδο στο Gagarin είχε πλήθος απέξω να καπνίζει –τα νέα δεδομένα, που όλοι ξέρουμε– όταν άνοιξαν τη βραδιά οι Dustbowl. Στον εικονικό και ντεκαυλέ κόσμο στον οποίον ζούμε, όπου όλα τρέχουν και οι αλλαγές είναι συνεχείς, το εγχώριο γκρουπ παραμένει σταθερή αξία. Τους είχα παρακολουθήσει ξανά (ούτε) έναν μήνα πριν και έπαιξαν και πάλι στιβαρά το mother earth rock τους, παρουσιάζοντας κυρίως τη νέα δουλειά The Story Οf Mr. Dandy Gasoline, καθώς και επιλογές από το The Great Fandango (2016). Ήταν μια πολύ καλή εμφάνιση, με την καταπληκτική φωνή του Πάνου Μπίρμπα να κάνει τη διαφορά στον χώρο. Η παρέα των Dustbowl το απολαμβάνει αυτό που κάνει, «ζέσταναν» έτσι με τον καλύτερο τρόπο το κοινό, το οποίο ήταν έτοιμο να υποδεχτεί τον Lanegan και τη μπάντα του.

Λέγοντας για μπάντα, εννοούμε τις κιθάρες, το μπάσο, τα τύμπανα και το synth (νέο Dark Mark;) που πλαισίωσαν το μικρόφωνο. Εκεί, ως βαρύτονη καταγραφή, βρισκόταν η πάντα «περίεργη» φιγούρα του Mark Lanegan, ο οποίος μου θύμισε άγγελο σε αμερικάνικο αυτοκινητόδρομο, σε ταξίδι θανάτου.

Το live ξεκίνησε ακριβώς στς 22.30 με το "Disbelief Suspension" από τον φετινό δίσκο Somebody's Knocking. Το κοινό μου έδωσε την εντύπωση ότι πιάστηκε ...αδιάβαστο, παρ' όλα αυτά άπαντες το διασκέδασαν, όλο και περισσότερο μάλιστα όσο περνούσε η ώρα και ακούστηκαν επιλογές σαν τα "Nocturne", "Hit The City", "Stitch It Up", "Burning Jacob's Ladder", "Night Flight To Kabul" (από τα καινούρια κι αυτό), "Beehive", "Bleeding Muddy Water", "Deepest Shade" (των Twilight Singers) και "Ode Τo Sad Disco". Άλλα σημεία του ήχου ήταν ηλεκτρικά, άλλα ηλεκτρονικά, σίγουρα όμως ως βάση και ως ατμόσφαιρα παρέμενε το ροκ.

Στην περίπτωση τώρα του Lanegan, έχουμε έναν τραγουδιστή ο οποίος λέει πάντα όσα πρέπει αν ειπωθούν, αυξάνοντας με τον δικό του τρόπο την ένταση του αγνού ηλεκτρισμού. Και ας μην κουνιέται καθόλου πάνω στη σκηνή –λες και κάθεται προσοχή μπροστά στα ίδια τα τραγούδια του. Όπως όμως και στο παρελθόν, έτσι και σ' αυτήν την εμφάνιση έδειξε ότι έχει τον τρόπο να αναδεικνύει τη φωνητική του ευστροφία, περιστοιχιζόμενος από μια μπάντα με την οποία διαθέτει μουσική «χημεία».

Το live συνέχισε με "One Hundred Days", "Dark Disco Jag" και "Death Trip Τo Tulsa", με τη setlist πότε να μας πηγαίνει στο παρελθόν (για λίγο), πότε σε νέα μέρη. Γεμίζοντας το κενό, αφήνοντάς μας να κυνηγάμε τους δικούς μας δαίμονες, σε κάθε «γωνία» της διαδρομής. Μετά από ένα εντελώς φτωχό encore με το "The Killing Season", τα φώτα του Gagarin άναψαν. Το κοινό παρέμεινε εντούτοις στις θέσεις του, περιμένοντας μήπως και ο Lanegan ξαναβγεί, αφού είχαμε μετρήσει μόλις 1 ώρα-και-κάτι συναυλίας.

Κάποιοι αναρωτήθηκαν μήπως έπαιζε κάτι με τις πτήσεις, πάντως είναι γεγονός ότι το live άφησε ένα ανικανοποίητο αίσθημα. Μετά από καμιά ώρα έπιασα κι εγώ τον εαυτό μου να την έχω κιόλας ξεχάσει τη συναυλία, σκεπτόμενος ότι όλα ήταν καλύτερα στον προηγούμενο ερχομό του Lanegan –πάλι στο Gagarin.

Όχι ότι δεν ήταν ωραία κι αυτή τη φορά, πάντως. Καλή συναυλία, αλλά λίγη.

{youtube}6xssyeRGPW{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured