Η εμφάνιση του Βέλγου μουσουργού στο Παλλάς, αναζωπύρωσε την πίστη μου στην ιερή αξία του μινιμαλισμού και στη δραματική δύναμη της μουσικής δωματίου.

Ο Wim Mertens ανήκει στους πιο ιδιοσυγκρασιακούς νεοκλασικούς: εκείνους που ακροβατούν ανάμεσα στο στρατόπεδο των σπουδαγμένων πιουριστών –όσων ορκίζονται στον καθαρό ήχο των μεγάλων δημιουργών από περασμένους αιώνες, όπως τον αποδίδουν οι πολυπληθείς φιλαρμονικές– και στο στρατόπεδο των ακριβοπληρωμένων συνθετών που ντύνουν μουσικά το Χόλιγουντ, τη Ντίσνεϊ και κάθε κινούμενη εικόνα της σύγχρονης ποπ κουλτούρας. Το έργο του βρίσκεται στο μεταίχμιο και διαθέτει ακόμη και στις σημερινές του εκφάνσεις μια ουσιώδη διαλεκτική σχέση ανάμεσα στον «μόνο σολίστ» και στον «μοναχικό ακροατή». Ο μινιμαλισμός του υποδηλώνει έτσι μια κομψή ισορροπία ανάμεσα στο προοδευτικό και στο ευχάριστο.

Ο κύριος Mertens ήταν τόσο ευγενικός, διακριτικός και όμορφος σε αυτό το κονσέρτο, ώστε η ταπεινή συμπεριφορά του σε έκανε να ορκιζόσουν ότι ήταν απλός καλεσμένος στην εμφάνιση της Tatiana Samouil. Σε κάθε ευκαιρία, ο συνθέτης υποκλίνονταν μπροστά στη Ρωσίδα βιολίστρια (η οποία τον συνόδευε), με ξεκάθαρη ευγνωμοσύνη για την τιμή που του έκανε να φέρει φρέσκο αέρα στα μουσικά του αναπτύγματα.

Όχι άδικα, καθώς η Samouil έδωσε αληθινό ρεσιτάλ στη σκηνή και ήταν αλάνθαστη. Χάρη στη δεξιοτεχνία της, απογείωσε με έναν δύσκολα περιγράψιμο τρόπο τις επιλογές του Mertens. Ήταν δηλαδή λες και οι μελωδίες του είχαν από πάντα την ανάγκη του βιολιού της, για να ανθίσουν περισσότερο. Η ίδια, άριστη μαθήτρια της σχολής του σπουδαίου Igor Oistrakh, έπαιζε σαν να έκανε σταυροβελονιές με χρυσή κλωστή, πάνω σε καμβά από ευαίσθητο μετάξι.

Στο πρώτο μέρος της συναυλίας, κυριάρχησαν συνθέσεις από το πιο πρόσφατο άλμπουμ του Mertens, That Which Is Not (2018). H άριστη χημεία του με τη Samouil αποτυπώθηκε στο "En Chair Et En Os", το οποίο απογυμνώθηκε από τα πνευστά του δίσκου και, από ανάλαφρη και πρόσχαρη σύνθεση, μετατράπηκε σε διαρκές, ατμοσφαιρικό fade-in, αποκτώντας ιδιαίτερο λυρισμό. Οι δύο μουσικοί δεν συνεργάζονταν ούτε και «απλά» συγχρονίζονταν στη σκηνή του Παλλάς: άφηναν τα όργανά τους να συνομιλήσουν μεταξύ τους. Η ενατένιση του "Bassin D' Attraction", το αέρινο "Its Alien Status" και το αγωνιώδες "Nested Cuts" πάτησαν έτσι πάνω στον τάπητα του βιολιού, αποκτώντας μια άσπιλη, αγνή ομορφιά.

Στο δεύτερο μέρος, έμεινε χώρος για να ακουστούν μερικά από τα πιο σπουδαία έργα της ακλόνητης, 40άχρονης πορείας του Βέλγου δημιουργού. Ένα μικρό greatest hits, δηλαδή, από συνθέσεις όπως το "He Cried No Cry", το "The Belly" ή το "No Testament". Μπροστά στο καλλιτεχνικό του στίγμα, ο όρος new age ακούγεται παιδαριώδης. Μπορεί οι φτηνές chill-out συλλογές που μεσουράνησαν στα 1990s να τον αντιμετωπίζουν σαν ιερό τοτέμ, όμως ο Wim Mertens δεν τους ανήκει. Οι μελωδίες του είναι κλασικές, με ενορχηστρωτικό βάρος. Κανένα τραγούδι δεν ακούστηκε σαν να παραπατάει, καμία νότα δεν μετεωρίστηκε και καμία αρμονία δεν έμεινε ημιτελής.

Αν και η προσέλευση του κόσμου στο Παλλάς δεν κρίνεται ιδιαίτερα ικανοποιητική, οι πιο διάσημες καλλιγραφίες του Βέλγου βιρτουόζου –όπως το "Close Cover" και το "Struggle For Pleasure"– καταχειροκροτήθηκαν. Παραμένουν άλλωστε καταδεικτικές για την αξία που είχαν οι πρωτοπόροι της νεοκλασικής μουσικής δωματίου. Το κονσέρτο αυτό ήταν λοιπόν ευγενές, ευάλωτο, στοχαστικό, ραφινάτο, γενναιόδωρο. Και, για όλους τους παραπάνω λόγους, μαγικό.

{youtube}p8q0jPao2ac{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured