Ο Marc Almond επέστρεψε στην Αθήνα έτσι σικάτος, χαμογελαστός και ορεξάτος, όπως τον θυμόμασταν. Και έδωσε μια συναυλία υψηλής αισθητικής στο Gagarin, δείγμα όχι μόνο του χαρίσματός του, μα και της κλάσης του ως ερμηνευτή. Κρίμα μόνο που μια μερίδα από το πολυάριθμο κοινό δεν φαίνεται να πολυσυγκινήθηκε από την έμφαση στο λιγότερο γνωστό υλικό του. Όπως απέδειξαν άλλωστε και αργότερα, είχαν έρθει εκεί για να (ξαν)ακούσουν τα ίδια και τα ίδια, τα 3-4 δηλαδή χιτάκια που όλα κι όλα υποθέτω ότι γνωρίζουν.


Η κακή συμπεριφορά του κόσμου ξεκίνησε ήδη από την εμφάνιση του support σχήματος. Και δεν μιλάμε για κανά support ό,τι να 'ναι, αλλά για τους «δικούς μας» Common Sense. Μία δηλαδή από τις πιο αξιόλογες ελληνικές μπάντες που έδρασαν στα 1990s, κατά τη μεγάλη έκρηξη του ελληνικού rock. Πρόσφατα επανασυνδέθηκαν και -κρίνοντας από τα όσα είδαμε επί σκηνής- επέστρεψαν ορεξάτοι. Ενώ όμως οι Common Sense παρουσίασαν ένα όμορφο, ακουστικών διαθέσεων set, το κοινό τους αντιμετώπισε αγενώς, ρίχνοντάς το στην κουβεντούλα. Ορισμένοι χειροκροτούσαν σταθερά και δυνατά, όμως αυτό δεν άλλαξε το γεγονός μιας ενοχλητικής βαβούρας, η οποία δεν άργησε να απλωθεί στον χώρο. Και δεν παίξανε ούτε μισή ώρα, να φανταστείτε...


Η βαβούρα συνεχίστηκε δυστυχώς και όταν βγήκε επί σκηνής ο Marc Almond, προκαλώντας πλέον ανοιχτή αγανάκτηση σε πολλούς ανάμεσα στο πλήθος (χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο συνάδελφος Γιώργος Μιχαλόπουλος). Δεν μπορώ να ξέρω πόσο μεγάλη ήταν αριθμητικά η μερίδα που την παρήγαγε, ήταν όμως ιδιαιτέρως θορυβώδης: «Άντε ρε Μάρκο, παίξε κανά χιτάκι, στην κλάψα το έχεις ρίξει», παραπονιόταν μια παρέα πίσω μου, η οποία χαζογέλαγε και χαιρετούσε διαρκώς διάφορους γνωστούς, βγάζοντας τον σκασμό μονάχα όταν ο «Μάρκος» ανέβασε τους ρυθμούς και έκανε το πρόγραμμα λίγο πιο electro pop. Στο encore φάνηκε περίτρανα τι ακριβώς περιμένανε όλοι ετούτοι: “Tainted Love”, “Something’s Gotten Hold On My Heart”, “Say Hello Wave Goodbye” κτλ. Κομματάρες διαχρονικές και με ιστορία, δεν αντιλέγω. Αλλά ο Marc Almond δεν είναι μονάχα αυτά και τούτο είναι που θέλησε να δείξει στη συγκεκριμένη συναυλία. Και το έδειξε.



Ό,τι θεωρήθηκε ως «κλάψα», δηλαδή, ήταν μια σειρά από εκλεκτές, ιδιαίτερης φόρτισης μπαλάντες, τις οποίες ο Almond παρουσίασε συνοδευόμενος από κιθάρα, πιάνο και ενίοτε ακορντεόν. Τραγούδια δηλαδή σαν τα “Lonely Drag (But I’m Alive)”, “Night And Dark”, “Mr. Sad”, “A Lover Spurned” ή το “I Have Lived”, προάγγελο του νέου του άλμπουμ Stardom Road. Ο Almond δεν έκανε επομένως ένα πρόγραμμα για όσους έχουν επιδερμική σχέση μαζί του, μα απευθύνθηκε σε όσους έχουν βαθύτερη επαφή με τη δισκογραφία του και δεν μένουν μόνο στα λαμπερά κοστούμια και στα catchy, μαζικά hits. Γι’ αυτό για κάντε σας παρακαλώ ένα τσεκ-απ στις ευαισθησίες σας ορισμένοι από την εγχώρια gay κοινότητα, όσοι κοντέψατε να την κάνετε ...ταβέρνα τη συναυλία. Γιατί από τα πολλά λαϊκο-ποπ, μου φαίνεται ότι έχετε αρχίσει να τη χάνετε τη μπάλα...

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured