Οι προηγηθείσες περσινές τους εμφανίσεις και οι διθυραμβικές εντυπώσεις δημιούργησαν ένα μικρό μύθο γύρω από το λονδρέζικο καλτ αυτό τρίο. Η αλήθεια είναι ότι διαβάζοντας τον περίσσειο σωρό από χαρακτηρισμούς και συγκρίσεις, φτάνει κανείς στο τέλος να μπερδεύεται ως προς το τι πρέπει να περιμένει από τους Tiger Lillies, αν πρόκειται για την παρθενική του φορά.

Ουσιαστικά πρόκειται για μια ιδιότυπη, ακραιφνώς θεατρική συναυλία φελινικής ατμόσφαιρας. Η παρακμή, η νοσταλγία και η θλίψη είναι οι κεντρικές λέξεις που χαρακτηρίζει το επί σκηνής γίγνεσθαι, τόσο οπτικά, όσο και μουσικά, μόνο που η τριάδα αυτή βγαίνει μέσα από λάγνα ξεσπάσματα κι αυτοσαρκαστικά νούμερα της κύριας φιγούρας, του Martyn Jacques που στέκεται στη μέση της σκηνής και πρωταγωνιστεί με τη φωνή και το ακορντεόν του.

Τη μισή παράσταση κλέβει ο ίδιος. Είναι εκείνος που οδηγεί τις μελωδίες και μετριάζει ή διογκώνει τη θλίψη με τα δύο όργανά του, αφού τη φωνή του τη χρησιμοποιεί κάπως έτσι. Μια γκαρίζοντας σαν τον Tom Waits, αλλά με ένα κρυφό χαμόγελο και μια με γνήσια θα έλεγε κανείς γυναικεία φωνή, σαν τον μακαρίτη τον Klaus Nomi. Μόνο που το ρεπερτόριό και το στιχουργικό πλαίσιό του έχει περισσότερη σχέση με τη θεατρικότητα του πρώτου, παρά με το rock/disco/κλασικό/οπερετικό μείγμα του δεύτερου. Πρόκειται για ήχους, που είτε ξεπηδούν από την κλασική όπερα, είτε το αμερικάνικο μιούζικαλ, είτε από το τσιγγάνικο τραγούδι, είτε απογυμνώνονται εντελώς υπό την μορφή μιας απλής μπαλάντας, έχουν ντυθεί πάνω κάτω στα ίδια ρούχα: Το ακορντεόν που τα φέρνει πιο κοντά στο τανγκό, το κοντραμπάσο που τους δίνει την decadence αλλά και μοιραία ταυτόχρονα αίσθηση, αλλά και τα διακριτικά drums που δεν λειτουργούν μετρονομικά, αλλά επικουρικά στο δραματικό χαρακτήρα.

Το πρόγραμμα, χωρίς καμία ιδιαίτερη συνοχή ή ευδιάκριτο -εκ πρώτης όψεως- κόνσεπτ, είναι μικρό, αλλά όσο χρειάζεται για να μπει κανείς και να βγει αλώβητος από αυτή τη διαδικασία. Μάλιστα κάποια παρεμβαλλόμενα ακροβατικά, πέρα από το συμβολικό τους χαρακτήρα (αν και αυτό είναι και λίγο αμφισβητήσιμο), λειτουργούν λυτρωτικά-αποσπαστικά και στο τέλος βοηθούν τα μέγιστα στο να βρούμε την έξοδο με ένα χαμόγελο.

Οι Tiger Lillies μετρούν ήδη 8 χρόνια ζωής στον ανεξάρτητο χώρο. Μια ξεχωριστή περίπτωση καλλιτεχνών ασυμβίβαστων, που όμως έχουν καρπωθεί και την ίδια την εναλλακτικότητά τους στο έπακρο, τουλάχιστον από τους κριτικούς. Αυτό οφείλεται περισσότερο στο μυαλό του Martyn Jacques που γνωρίζει κυριολεκτικά πως να πουλά το προϊόν του εντός κι εκτός σκηνής. Γνωρίζουμε ότι ο ίδιος απέκτησε τις εμπειρίες που διηγείται σε ένα στριπτιζάδικο του Σόχο, πλησίον του οποίου βρέθηκε για επτά έτη. Άλλωστε το όνομά τους το συνέλαβε έχοντας στο μυαλό μια πόρνη της περιοχής (όπως ο ίδιος ισχυρίζεται), με το όνομα Lillie, η οποία φορούσε τιγρέ δερμάτινα ρούχα και βρέθηκε κάποια στιγμή δολοφονημένη... Όλα αυτά τα έχει βάλει κάτω κι έχει δημιουργήσει το δικό του ξεχωριστό κόσμο που δεν ήταν δυνατόν να περάσει απαρατήρητος από το λονδρέζικο underground καλλιτεχνικό κύκλωμα και να μη συγκινήσει κατόπιν όλο τον υπόλοιπο κόσμο.

Ίσως οι περιγραφές του "κλασικού βερολινέζικου καμπαρέ σε συνδυασμό με το σημερινό λαϊκό ροκ του δρόμου" να μοιάζουν πιασάρικες, όμως εκείνο που βλέπει κανείς είναι μια ιδιόμορφη συναυλιακή εμπειρία με μουσικούς ντυμένους και βαμμένους σαν κλόουν και περιστασιακά νούμερα. Όλα αυτά ντύνουν και αποφορτίζουν τραγούδια από νοσταλγικά ως σπαραξικάρδια γραμμένα για σωματέμπορους, πόρνες, ναρκομανείς, αποτυχημένους και άλλους εκκεντρικούς χαρακτήρες. Κι αξίζει κανείς να βρεθεί για λίγο στη μέση αυτού του σκηνικού... Και να φτάσει να συγκινηθεί εκεί που τα φώτα κλείνουν κι οι πρωταγωνιστής είναι αντιμέτωπος μόνο με τη φωνή και το κοινό του...

Υ.Γ. Οι παραστάσεις παρατάθηκαν μέχρι και την 22η του Φλεβάρη.

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured