Ευτυχία Διαμαντή

Στη Γαλλία η ηλεκτρονική μουσική βρίσκει τις ρίζες της στη δεκαετία του ’70 με κύριους εκπροσώπους του είδους τον Jean Michel-Jarre και τον Cerrone. Την floaty ατμοσφαιρική electro pop του Jarre, διαδέχθηκε η space disco του Cerrone, και κάπως έτσι φτάσαμε σε εμβληματικά ντουέτα της ηλεκτρονικής, όπως οι Daft Punk αλλά κι επιφανείς καλλιτέχνες, όπως ο Laurent Garnier που εδραίωσαν ουσιαστικά μια ηχητική ταυτότητα, στην τελειοποιημένη της πλέον μορφή κι επηρέασαν καταλυτικά τις επόμενες φουρνιές μουσικών.

Ο Simon Henner, είναι από εκείνους τους ανθρώπους που στο χώρο της indie και electro pop σκηνής, έχει κάνει πολλά πράγματα. Δε θα βαρεθείς να τον ακούς να αφηγείται τη μουσική του πορεία, αντιθέτως παίρνεις έναυσμα για να συνεχίσεις τις ερωτήσεις και να μάθεις περισσότερα. Ένας γοητευτικός και ταλαντούχος Γάλλος καλλιτέχνης, που ζει στη Μασσαλία «καθώς είναι η ωραιότερη πόλη του κόσμου» όπως έχει δηλώσει. Ο ίδιος από την εφηβική του κιόλας ηλικία είχε εκδηλώσει την αγάπη του για τη μουσική συμμετέχοντας ενεργά σε psych pop και hip hop μπάντες ως drummer. Αλλά δεν έμεινε εκεί. Αργότερα δημιούργησε μαζί με τον Nicolas Viegeolat και τον Romain Chicha, το δικό τους συγκρότημα, τους Nasser, συνενώνοντας έτσι την αγάπη τους για δημιουργία και τις μουσικές επιρροές που τους καθόρισαν ατομικά, όπως αυτές εντυπώθηκαν μέχρι και το τελευταίο studio album τους, The Outcome που κυκλοφόρησε το 2018.

O Simon θυμάται έντονα τη στιγμή που πραγματοποιήθηκε το release της πρώτης τους δισκογραφικής δουλειάς, χαρακτηρίζοντας την ως την πρώτη ανάμνηση προσωπικής επιτυχίας: «Η κυκλοφορία του πρώτου μας EP με τους Nasser ήταν η πρώτη στιγμή της καριέρας μου που τη θεώρησα πραγματικά σπουδαία. Μπορούσα να βιοποριστώ από αυτό, έτυχε θερμής υποδοχής από τον Τύπο, τα venues, το περιβάλλον μου. Αυτή ήταν η αρχή της επαγγελματικής μου καριέρας». Στη συνέχεια της επαγγελματικής του ανέλιξης, δημιούργησε το δικό του studio. Και που τον χάνεις, που τον βρίσκεις, να δουλεύει πυρετωδώς αλλά με ευχαρίστηση, ανά τακτά χρονικά διαστήματα με τον Kid Francescoli, καθώς τους δύο τους, τους ενώνουν πολλά, όπως μας αναφέρει: «Μοιραζόμαστε το στούντιο στη Μασσαλία, είναι ο καλύτερος μου φίλος, οπότε περνάμε πολύ χρόνο μαζί. Προσφέραμε πολλά ο ένας στον άλλον, από μουσικής άποψης, και δουλέψαμε και αρκετά μαζί πριν ξεκινήσω το solo project μου. Ακόμη έχω αναλάβει την παραγωγή του επερχόμενου άλμπουμ του, ακριβώς όπως έκανα και με τα προηγούμενα».

Όμως πώς πραγματικά γεννήθηκε η ιδέα του French 79; Μαθαίνουμε από τον Simon πως υπήρχαν κάποιες μουσικές λούπες και demos, που δεν συνταίριαξαν με τον ηχητικό προσανατολισμό, της μπάντας του. Δημιουργίες, που ήθελε ο ίδιος να αποκτήσουν το δικό τους ειδοποιό στοιχείο και να κερδίσουν τη δική τους υστεροφημία. «Ήθελα να ζήσω κάτι καινούργιο αφού έχω παίξει σε πολλά συγκροτήματα και μου αρέσει να δοκιμάζω τα πάντα. Είχα μερικά μουσικά demos που δεν έκαναν fit στις μπάντες, οπότε ξεκίνησα ως French 79 με σκοπό να εξερευνήσω αυτό το solo σύμπαν της ηλεκτρονικής μουσικής. Το όνομα από τη μία προέρχεται από ένα κοκτέιλ που ονομάζεται French 79 (φτιαγμένο με τζιν, lime και σαμπάνια) και από την άλλη από το 1979 που είναι το έτος γέννησής μου». Θέλοντας να εισχωρήσω λιγάκι παραπάνω στην ουσία αυτής της αλλαγής, τον ρωτώ πoια είναι τα πλεονεκτήματα αλλά και τα μελανά σημεία, του να έχεις ένα solo project, σε σχέση με το να αποτελείς μέλος μιας μπάντας, μιας ομάδας με άλλα λόγια. Η απάντηση που λαμβάνω καταδεικνύει τη σιγουριά και την αυτοπεποίθηση του γι’ αυτήν την αλλαγή: «Όταν παίζεις σόλο, είσαι μόνος σου στη σκηνή αλλά το τεχνικό σου συνεργείο είναι πάντα εκεί μαζί σου, στα παρασκήνια και στο δρόμο. Δεν μπορείς να αλληλεπιδράσεις με τους φίλους σου στο stage, αλλά αλληλεπιδράς περισσότερο με το κοινό. Ήταν απλώς μια εμφανής πρόκληση για εμένα, το να παίξω ηλεκτρονική μουσική μόνος μου αυτή τη στιγμή της καριέρας μου, και νιώθω ότι έχω ακόμα μερικά πολύ κουλ πράγματα να ζήσω με αυτόν τον τρόπο». Ο Simon, a.k.a. French 79 λοιπόν, δε μετανιώνει για τίποτα απ’ τα πεπραγμένα. Αντιθέτως θεωρεί τον εαυτό του πολύ τυχερό και για όσα έχει ζήσει ως solo πλέον καλλιτέχνης: «Πραγματικά εύχομαι να συνεχίσω να πειραματίζομαι μέσα από τις τρελές στιγμές σε συναυλίες με fans και να παράγω καλή μουσική που αρέσει στους ανθρώπους και τους κάνει να ταξιδεύουν όρθιοι μαζί μου».

Ο ίδιος μέσα απ’ το solo project του έχει κυκλοφορήσει δύο δισκογραφικές δουλειές με πιο πρόσφατη το νοσταλγικό synth pop album Joshua,  το 2019. Η αισθητική του κινείται γύρω από τις εικόνες και πρεσβεύει μια μίξη των κλασικών western ταινιών του ’90 σε συνδυασμό με την κουλτούρα των animations όπως αυτή αναδύθηκε τη δεκαετία του ’80: «Εμπνέομαι από την αισθητική των 80s και 90s, των εφηβικών μου χρόνων, από τις ταινίες που έχω παρακολουθήσει. Δουλεύω κυρίως με τους Cauboyz στα visual aspects ενός project (ένα duo, που αποτελείται από έναν γραφίστα και έναν φωτογράφο/κινηματογραφιστή, παλιοί μου φίλοι), όπως ας πούμε τα videoclips και προσπαθούμε να διατηρήσουμε μια συνοχή μεταξύ όλων. Το βίντεο κλιπ του “Ηometown” είναι σίγουρα η καλύτερη ιστορία που έχουμε γράψει μαζί. Έκαναν εξαιρετική δουλειά σε αυτό και θα συνεχίσουμε να δουλεύουμε μαζί και στα επόμενα κλιπ και κομμάτια». Όπως και με τις θεματικές των video του, που αυτές βασίζονται σε παιδικές μνήμες κι εφηβικά ερεθίσματα, με παρόμοιο τρόπο προσεγγίζει και το γενικότερο scope της δουλειάς του: «Γάλλοι πρωτοπόροι της ηλεκτρονικής μουσικής όπως οι Daft Punk, Jean Michel Jarre, Air έχουν προφανώς επηρεάσει τη δουλειά μου. αλλά και πολλά συγκροτήματα και projects που με σημάδεψαν ως έφηβο, όπως οι Nirvana, Beastie Boys, Public Enemy κ.λ.π».

Σε αυτό το σημείο, θα ήθελα να ακούσω τρία κομμάτια που ο ίδιος ξεχωρίζει και γιατί κι έτσι αυτή η ερώτηση ήρθε κι έδεσε: «Το Melody του Serge Gainsbourg: μια απ’ τις καλύτερες μπασογραμμές που έχω ακούσει ποτέ, “Emotions του Daft Punk (το περιμέναμε ομολογουμένως) γιατί ό,τι αγαπώ στην ηλεκτρονική μουσική είναι σε αυτό το κομμάτι και το “Bilar” από Ratatat, πραγματικά ελπίζω ότι οι Ratatat θα κυκλοφορήσουν ένα άλμπουμ σύντομα, μου λείπει!»

Κάπου εδώ, σκέφτομαι πως πλησιάζει η εμφάνισή του, στο Plissken Festival στις 13 Ιουνίου. Ποιες είναι άραγε οι σκέψεις του για την επιστροφή στην κανονικότητα και στην αίγλη των lives, μετά από δύο σκληρά χρόνια παύσης των πάντων; Ο ίδιος μου απαντά: «Λοιπόν, μάθαμε ότι θα ερχόμασταν να παίξουμε στο Plissken Fest πριν από δυόμιση χρόνια κι η συναυλία ήταν να γίνει τότε στις 20 Ιουνίου. Είμαι ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΣΟΥΠΕΡ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΣ που συμμετέχω επιτέλους, σε αυτό το φεστιβάλ και σε αυτό το μέρος. Σημαίνει ότι ξεπεράσαμε αυτή την πολύ άσχημη περίοδο που όλοι έχουμε βιώσει και ότι τώρα μας επιτρέπεται να ενωθούμε ξανά μαζί με θαυμαστές και άλλα συγκροτήματα και μουσικούς. Ελπίζω αυτό να κρατήσει για πολύ».

Kαθώς ο επαναπρογραμματισμός του χαμένου αυτού ραντεβού στο stage πλησιάζει, εμείς προσμένουμε να ταξιδέψουμε νοητά στο μουσικό σύμπαν του Simon Henner, όπως ακριβώς αναμέναμε να είχε συμβεί δυόμιση χρόνια πριν.

 

french-79-facebook

 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured