Τάσος Μαγιόπουλος

Σε αυτό πια το σημείο της καριέρας του, το νορβηγικό δίδυμο δεν χρειάζεται συστάσεις. Έχοντας ήδη καταφέρει πολλά, ο Svein Berge με τον Torbjørn Brundtland κυκλοφόρησαν χθες τον τελευταίο τους δίσκο, κάτι όμως που δεν θα σημάνει και το τέλος για το συγκρότημα! Μας εξηγούν λοιπόν εδώ τι ακριβώς εννοούν με κάτι τέτοιο, μας μιλάνε για τις πρώτες μέρες τους, όταν ακόμα ήταν άγνωστοι πιτσιρικάδες στους δρόμους του Tromsø και –όχι να το παινευτούμε, αλλά– μας δίνουν και τα εύσημα σε δύο διαφορετικές ερωτήσεις...
 
 
Καλησπέρα Svein & Torbjørn, πού σας πετυχαίνουμε;
 
Είμαστε στο Bergen αυτή τη στιγμή, στη δυτική ακτή της Νορβηγίας!
 
Ξεκινώντας το συγκρότημα πίσω στα τέλη των 1990s, στοχεύατε την κορυφή ή είχατε πιο μετριοπαθείς προσδοκίες; Και πόσο εύκολο ήταν να προωθήσετε το όνομά σας εκτός Νορβηγίας;
 
Στοχεύαμε πάντα ψηλά, γιατί ήμασταν αρκετά σίγουροι πως είχαμε στα χέρια μας κάτι που άξιζε να το κυνηγήσουμε περισσότερο. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως ήταν εύκολα τα πράγματα, ότι ας πούμε ξυπνήσαμε μια μέρα και είχαμε κάνει επιτυχία. Δουλέψαμε σκληρά και για πολλά χρόνια προτού καν πλησιάσουμε σε ό,τι λέμε «δισκογραφικό συμβόλαιο». Πάντα στο μυαλό μας είχαμε να γίνουμε γνωστοί και εκτός Νορβηγίας, το είχαμε εντάξει από νωρίς στους στόχους μας –όχι όμως αποσκοπώντας στα mainstream charts, με έναν πιο underground τρόπο. Το όνομά μας, βέβαια, δεν ήταν και το πιο άμεσο για το διεθνές κοινό. Εξάλλου αρκετός κόσμος ακόμα μας προφέρει λάθος! Γενικά, κάναμε εκείνο που θέλαμε εμείς, όχι αυτό που έδειχνε λογικό.
 
Μιας και ταξιδέψαμε σε παλιότερες εποχές, μπορείτε να μας πείτε λίγα πράγματα για την techno σκηνή του Tromsø, στην οποία κι αποκτήσατε τις πρώτες σας μουσικές εμπειρίες;
 
Ξεκινήσαμε να παίζουμε μουσική στα 14 μας. Ακόμα θυμάμαι να μαζεύω γυάλινα μπουκάλια από τους δρόμους για να τα πάω στην ανακύκλωση και να μαζέψω λεφτά για να αγοράσω το synthesizer μου! Όχι επειδή οι γονείς μου δεν μπορούσαν να μου το πάρουν, αλλά επειδή ήθελα να το αγοράσω μόνος μου. Τότε δεν υπήρχε βλέπεις το ίντερνετ, οπότε ήμασταν απομονωμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο –ήταν δύσκολο να έχεις επιρροές, σε αντίθεση με τώρα. Ευτυχώς για εμάς υπήρχαν τότε 2-3 άνθρωποι μεγαλύτεροι, οι οποίοι μπορούσαν να ταξιδεύουν στο εξωτερικό, συλλέγοντας τέτοιες επιρροές. Ένας από αυτούς ήταν και ο Biosphere, ο οποίος κατάφερε τελικά να κάνει πανευρωπαϊκή καριέρα. Είχε λοιπόν ένα μαγαζί που έκανε εισαγωγές δίσκων κι εκεί πηγαίναμε και αγοράζαμε. Ένας άλλος φίλος, πάλι, είχε το δικό του ραδιοφωνικό σόου με περίπου 12 ακροατές (οι 2 ήμασταν εμείς!) και έπαιζε τις σύγχρονες τάσεις του τότε. Παρακολουθούσαμε λοιπόν και ρουφάγαμε όλες αυτές τις εμπειρίες, προσεγγίσαμε ανθρώπους σαν τους παραπάνω και μάθαμε από εκείνους, κάτι που μας βοήθησε πάρα πολύ στο ξεκίνημα μας. Δεν ήμασταν πολλοί στη «σκηνή» του Tromsø, αλλά περνάγαμε πραγματικά όμορφα.
 
Roykspp_2
 
Τι σας έκανε να κυκλοφορήσετε το “Remind Me” σε διαφορετική βερσιόν από αυτήν που υπήρχε στο ντεμπούτο σας;
 
Αυτή είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση και μας κάνει εντύπωση που δεν μας την έχουν ρωτήσει ξανά στο παρελθόν! Έχουμε τη θεωρία ότι, ακόμα και αν δημιουργήσεις μια νέα εκδοχή ενός τραγουδιού, δεν αφαιρεί τίποτα από την αρχική. Το ίδιο κάναμε άλλωστε και πρόσφατα στο “Monument”, το οποίο εμφανίζεται στο νέο μας άλμπουμ σε άλλη μορφή από εκείνη του κοινού μας ΕΡ με τη Robyn. Είναι κάτι που μας εξιτάρει και μας αρέσει να το δοκιμάζουμε. Όσο για το “Remind Me”, το κάναμε για να αναδείξουμε την ποιότητα του ίδιου του τραγουδιού: πώς δηλαδή μπορεί κάποιος να το διαχειριστεί με διαφορετικούς τρόπους, διατηρώντας τη δύναμη και τη γοητεία του. Όταν μάλιστα το παίξαμε στη δισκογραφική μας και σε ανθρώπους με τους οποίους συνεργαζόμασταν, μας είπαν πως προτιμούν τη single version, οπότε διαλέξαμε εκείνη για το βιντεοκλίπ. Αισθανόμαστε πάντως περήφανοι και για τις δύο εκδοχές, θεωρούμε πως η κάθε μία εξυπηρετεί τον σκοπό της.
 
Με τη Robyn έχετε συνεργαστεί πολλές φορές ανά τα χρόνια. Ποιος πρωτοπρότεινε την ιδέα και πώς αντιδράσανε οι οπαδοί σας στο υλικό αυτού του κοινού ΕΡ, που κυκλοφορήσατε νωρίτερα φέτος;
 
Στους περισσότερους αρέσουν τα καινούργια κομμάτια, αλλά υπάρχουν και κάποιοι που λένε «αυτό δεν είναι για μένα, θα περιμένω την επόμενη κυκλοφορία». Έχουμε πάντως καταφέρει να βγάζουμε δίσκους που διαφέρουν ο ένας με τον άλλον, όπως για παράδειγμα συνέβη με το Junior (2009) και το Senior (2010). Όσοι μας ακολουθούν στενά το γνωρίζουν και πιστεύουμε πως το εκτιμούν κιόλας –θεωρώντας θετική την εξέλιξη στον ήχο μας. Έτσι και με το Do It Again: ορισμένοι το απορρίψανε, θα προτιμούσαν ενδεχομένως κάτι διαφορετικό. Εμείς όμως κάνουμε μουσική για τους εαυτούς μας κυρίως, γιατί είναι κάτι που μας γεμίζει και μας ευχαριστεί. Και ελπίζουμε απλά πως το γούστο μας θα συμπέσει με εκείνο των ακροατών μας.
 
Roykspp_3
 
Η Robyn, εντωμεταξύ, έχει δηλώσει πως απολαμβάνει να βρίσκεται σε περιοδεία μαζί σας. Για πείτε μας λοιπόν, υπάρχουν αστείες ή περίεργες στιγμές από την πρόσφατη τουρνέ σας;
 
(εμφατικά) Δεν υπήρχαν καθόλου αστεία περιστατικά και καθόλου περίεργα σκηνικά, όλα πήγαν σύμφωνα με το σχέδιο! Πέρα από την πλάκα τώρα, με τη Robyn τα βρίσκουμε απόλυτα και περνάμε πολύ ευχάριστα μαζί της.
 
Τα τραγούδια σας έχουν χρησιμοποιηθεί σε διαφημίσεις, αλλά και στον κινηματογράφο. Ποια στοιχεία της μουσικής σας κεντρίζουν πιστεύετε το ενδιαφέρον όσων αποφασίζουν για τέτοια πράγματα; 
 
Θεωρούμε πως η όλη προσοχή που δίνουμε στο υλικό μας και η φροντίδα με την οποία το μεταχειριζόμαστε, καθώς και η διάθεσή μας να μην βασιζόμαστε σε τετριμμένους ήχους ή/και μεθόδους παραγωγής, έκανε τη διαφορά για τους εκπροσώπους των εταιριών που τελικά συνεργάστηκαν μαζί μας σε τέτοιους τομείς.
 
Σας βοήθησαν τέτοιες ενέργειες στο να κάνετε το όνομά σας πιο γνωστό εκεί έξω;
 
Τότε ήμασταν δύο άγνωστοι Νορβηγοί με ένα ιδιαίτερα δύσκολο όνομα και επίσης δεν είχαμε και το ίντερνετ ως επιλογή για την προώθησή μας. Ήταν επομένως ένας πολύ καλός τρόπος να κάνουμε το όνομα μας γνωστό, να φτάσει η μουσική μας σε μεγαλύτερο κύκλο ακροατών. Ποιος για παράδειγμα θα ενδιαφέροταν εκείνη την εποχή για electronica από τη Νορβηγία, αν δεν υπήρχε και κάτι άλλο από πίσω για να το σπρώξει; Το ότι μας επιλέγανε για διαφημίσεις και soundtracks ήταν λοιπόν σαφώς θετικό, ενώ ήμασταν και τυχεροί ως προς τις πρώτες, γιατί οι καμπάνιες στις οποίες συμμετείχαμε ήταν καλαίσθητες και σύμφωνες με τα πιστεύω μας. Σε διαφορετική περίπτωση, δεν θα αφήναμε τα τραγούδια μας να γίνου φόντο σε κάτι που δεν θα εγκρίναμε. 
 
Roykspp_4
 
Ανακοινώσατε πως το νέο σας άλμπουμ, The Inevitable End, θα είναι και το τελευταίο σας. Τι ακριβώς εννοείτε και γιατί καταλήξατε σε μια τέτοια απόφαση; 
 
Πιστεύουμε ότι, τη σήμερον ημέρα, το θέμα του μουσικού format είναι πλέον ορθάνοιχτο. Αν θες δηλαδή, μπορείς να κυκλοφορήσεις κάτι μόνο σε βινύλιο ή απλά να το ανεβάσεις στο Soundcloud. Δεν υπάρχουν σταθερές και αυτό είναι καλό για το σημείο όπου βρισκόμαστε εμείς ως συγκρότημα. Δεν σκοπεύουμε να διαλυθούμε, οι Röyksopp συνεχίζουν. Θέλουμε όμως να εξερευνήσουμε διάφορες ιδέες και concepts που έχουμε στο μυαλό μας, με διαφορετικά χρονικά μήκη. Ίσως να είναι μεμονωμένα κομμάτια, ίσως να είναι 2-3 μαζί, ίσως και κάτι εντελώς άλλο. Το μέλλον θα δείξει.
 
Έχει κάποιο ειδικό βάρος ή μεγαλύτερη σημαντικότητα για εσάς το Inevitable End, λόγω του «αποχαιρετιστήριου» χαρακτήρα του;
 
Θέλαμε να φτιάξουμε κάτι πλήρως βουτηγμένο στην έννοια του άλμπουμ, οπότε δεν φοβηθήκαμε να επιδιώξουμε μια εμπειρία που θα ήταν συνεχόμενη, από την αρχή μέχρι το τέλος. Έχουμε πολύ δυνατές μνήμες από ιστορικούς δίσκους του παρελθόντος που απαρτίζαν ενιαίες οντότητες –όπως για παράδειγμα το In The Court Of The Crimson King των King Crimson, όπου ένα πολύ δυνατό κομμάτι το διαδεχόταν ένα πολύ ήσυχο. Αλλάξαμε λοιπόν κι εμείς λίγο την προσέγγισή μας στη σύνθεση, ώστε να προσαρμοστούμε σε ένα ανάλογο σκεπτικό. Στο Inevitable End κυνηγήσαμε τη στιχουργική ουσία, την ατμόσφαιρα και τις μελωδίες, δεν επιδιώξαμε να δημιουργήσουμε dancefloor anthems. Δημιουργήσαμε κάτι που θα θες να το ακούσεις και όχι να σηκωθείς να το χορέψεις, παρ' όλο που μερικές στιγμές ανεβάζουν τους ρυθμούς.
 
Roykspp_5
 
Οι στίχοι σας φαντάζουν πιο «σκοτεινοί» στο Inevitable End. Οι τραγουδιστές που διαλέξατε, επιλέχθηκαν με βάση αυτήν την κατεύθυνση;
 
Ασφαλώς, επιλέχθηκαν για να ζωγραφίσουν την απόγνωση και την απομόνωση που εκφράζει αυτός ο δίσκος. Στο Junior, για παράδειγμα, υπήρχε μια έντονη γυναικεία πινελιά, επειδή πιστεύαμε πως το θηλυκό στοιχείο θα έδινε έμφαση στο νεανικό πνεύμα το οποίο θέλαμε τότε να δημιουργήσουμε. Στο Inevitable End, πάλι, επιδιώξαμε έναν πιο προσωπικό χαρακτήρα· και επειδή είμαστε κι εμείς άνδρες θεωρήσαμε ότι χρειαζόταν περισσότερο το αρσενικό στοιχείο –χωρίς κάτι τέτοιο να σημαίνει πως δεν υπάρχουν και γυναικείες παρουσίες. Πάντως οι δύο κύριοι τραγουδιστές είναι ο Ryan James από τους Man Without Country και ο Jamie McDermott από τους Irrepressibles. Επιλέχθηκαν γιατί, εκτός από τις ιδιαίτερες φωνές τους, κουβαλούν μαζί και την προσωπικότητά τους στα τραγούδια. Ο Jamie, ας πούμε, διαθέτει θεατρικότητα, μα και μια ειλικρίνεια στις ερμηνείες του, στοιχεία που θέλαμε να εξερευνήσουμε.
 
Έχετε κάνει πάνω από 20 remixes σε τραγούδια άλλων καλλιτεχνών. Τώρα που εγκαταλείπετε το format του παραδοσιακού δίσκου, υπάρχουν μήπως σκέψεις να κυκλοφορήσει μια συλλογή που να συγκεντρώνει όλα αυτά τα κομμάτια σε ένα μέρος;
 
Αυτή είναι μια πολύ καλή ιδέα! Δεν ξέρουμε πως λειτουργεί το copyright ως προς τα remixes, όμως θα μας άρεσε πολύ να έχουμε κάτι τέτοιο, για να το ακούμε και εμείς οι ίδιοι. Μακάρι να ήταν ευκολότερο να γίνονται πραγματικότητα τέτοιες ιδέες, δυστυχώς συνήθως υπάρχουν αρκετοί παράγοντες στη μέση που το εμποδίζουν. Αλλά θα το ψάξουμε το θέμα!
 
Roykspp_6
 
Πίσω στο 2011 δουλέψατε με τους Depeche Mode για το remix του “Puppets”; Πώς εξελίχθηκε η όλη διαδικασία από την αρχή μέχρι το τέλος; Πραγματώσατε ένα από τα όνειρά σας, με αυτήν τη συνεργασία;
 
Είναι γνωστό πως οι Depeche Mode είναι μια πολύ βασική μας επιρροή! Μας προσέγγισαν μάλιστα εκείνοι για το remix. Ξέραμε από κοινούς γνωστούς ότι μας γνώριζαν ως συγκρότημα, ήδη από τον πρώτο μας δίσκο. Γύρω στην εποχή του Junior, λοιπόν, εκείνοι κυκλοφόρησαν το Delta Machine, οπότε κάποιος που ήξερε τη συμπάθεια που τους έχουμε μάς ρώτησε αν θα θέλαμε να τους κάνουμε ένα remix. Κάτι που προφανώς μας ενθουσίασε! Ήταν δύσκολο, γιατί κάποια τραγούδια τους δεν θέλαμε καν να τα αγγίξουμε, λόγω της ιστορίας τους. Οπότε επιλέξαμε ένα κομμάτι που μας άρεσε, στο οποίο μπορούσαμε ταυτόχρονα να δοκιμάσουμε και μερικά διασκεδαστικά τρικ.
 
Κλείνοντας αυτήν τη συνέντευξη, θα ήθελα να συνδέσω δύο ιστορίες από την πορεία σας. Έχετε δηλώσει πως, πέραν των Depeche Mode, βασικές σας επιρροές ήταν επίσης οι Kraftwerk, ο Jean-Michel Jarre, αλλά και ο δικός μας Βαγγέλης Παπαθανασίου· όλοι τους διαχρονικοί μουσικοί, που ξεπέρασαν τα όρια των χρονικών περιόδων στις οποίες έδρασαν. Έχετε επίσης πει ότι θεωρείτε και τη δική σας μουσική μπροστά από την εποχή της. Θα λέγατε λοιπόν πως το να έχετε τέτοιους καλλιτέχνες ως είδωλα σας βοήθησε να αναπτύξετε έναν ήχο πιο κοντά στο πήχη που είχαν τοποθετήσει κι εκείνοι, στοχεύοντας έτσι σε ψηλότερα στάνταρ; 
 
Θέλουμε να πιστεύουμε πως έχουμε καταφέρει να προσεγγίσουμε, κάπως, αυτό το σκεπτικό –χωρίς βέβαια να συγκρίνουμε τα δικά μας έργα με τις κλασικές δημιουργίες των Kraftwerk, του Jarre ή του Vangelis. Μεγαλώσαμε πάντως πράγματι με αυτούς και η μουσική τους έμεινε μαζί μας και μας επηρρεάζει ακόμα και σήμερα. Επιθυμούσαμε έτσι κι εμείς να έχουμε μια ανάλογη διάρκεια στον χρόνο. 
 
Είναι μια πρόκληση, γι' αυτό όμως και προσπαθούμε να πηγαίνουμε κόντρα στις διάφορες μόδες της εκάστοτε εποχής για την ηλεκτρονική μουσική. Τώρα ας πούμε κυριαρχεί η EDM, οπότε εμείς προσπαθούμε να πάμε αντίθετα. Όχι επειδή τη βρίσκουμε κακή σαν είδος, αλλά επειδή ήδη υπάρχει εκεί έξω: δεν υπάρχει επομένως λόγος να κάνουμε κι εμείς ό,τι ήδη κάνουν όλοι οι άλλοι. Προσπαθούμε έτσι να παίρνουμε στοιχεία από μουσικές άλλων εποχών και να τα εκσυγχρονίζουμε, ώστε να δημιουργήσουμε έναν ήχο χωρίς χρονική ταμπέλα.
 

{youtube}Qzz_Bm0uaWs{/youtube}

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured