Ένας «δικός μας» πλέον καλλιτέχνης, ο Blaine L. Reininger, μίλησε στο Avopolis με αφορμή τη σημερινή εμφάνιση των Tuxedomoon στο Gagarin…



Λίγο πριν την προγραμματισμένη εμφάνιση των Tuxedomoon στην Αθήνα, πώς νιώθετε που θα ξαναβρεθείτε απέναντι στο ελληνικό κοινό, μετά από τόσες συναυλίες στη χώρα μας;
«Η Ελλάδα έχει πλέον γίνει ένα πολύ οικείο μέρος για εμάς και μας αρέσει αρκετά. Ευτυχώς το κοινό φαίνεται να έχει ανάλογα συναισθήματα. Και δεν μιλάω μόνο για τις συναυλίες. Πέρυσι συνθέσαμε και ηχογραφήσαμε στην Ελλάδα το νέο μας album, που θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο, ενώ και το Bardo Hotel (το οποίο ηχογραφήθηκε πριν δύο χρόνια στο San Francisco) μιξαρίστηκε στην Αθήνα από τον Coti K και τον Peter Principle».

Εσύ προσωπικά έχεις μια πολύ ιδιαίτερη σχέση με την Ελλάδα, σχέση που κανείς άλλος Βρετανός ή Αμερικανός καλλιτέχνης δεν είχε ως τώρα. Τι θα έλεγε πως σου έχει προσφέρει η Ελλάδα ως άτομο και ως μουσικό;
«Πάντα μου άρεσε η περιοχή της Μεσογείου. Ευτυχώς τα δύο σημαντικότερα ακροατήριά μας είναι το ιταλικό και το ελληνικό! Μου αρέσει και η ιστορία και αν και ίσως φαντάζει cliché, στα μέρη αυτά δεν υπάρχει τέλος. Πρόσφατα διάβασα Ευριπίδη, Αισχύλο, Σοφοκλή και την Ιλιάδα και θαύμασα το πόσο σύγχρονα μα και διασκεδαστικά παραμένουν τα έργα αυτά μετά από 2.500 χρόνια. Βέβαια η σύγχρονη Ελλάδα έχει πολύ μικρή σχέση με το παρελθόν της, έχει όμως και αυτή άλλα χαρακτηριστικά που μου αρέσουν. Η χαλαρή, αναρχική συμπεριφορά, το φαγητό, οι κοσμοπολίτικες και ανατολίτικες επιρροές, η μουσική της…»

Οι Tuxedomoon είναι σημεία αναφοράς για πολλούς ανθρώπους οι οποίοι μεγάλωσαν στη δεκαετία του 1980 ακούγοντας ξένη μουσική. Νεότεροι όμως, αν και οπωσδήποτε δείχνουν σεβασμό για το παρελθόν σας, συχνά έχουν μια τάση σνομπισμού για το παρόν σας, αντιμετωπίζοντάς σας κάπως σαν απολίθωμα. Πόσο δίκαιο πιστεύεις ότι είναι κάτι τέτοιο;
«Η μουσική είναι ένα πολύ υποκειμενικό πράγμα. Τελικά έχει πολύ λίγο να κάνει με την προσωπική ιστορία ενός καλλιτέχνη ή ενός συνθέτη και περισσότερο με το αν σε αγγίζει η μουσική τους. Όταν ήμουν νεότερος ήμουν κι εγώ σνομπ…Ίσως μερικοί από αυτούς τους νεαρούς να το ξανασκεφτούν σε μερικά χρόνια και να βρουν πως τελικά τους αρέσει η μουσική που φτιάχνουμε».



Τα Cabin In The Sky και το soundtrack για το Bardo Hotel χαιρετίστηκαν γενικά ως επιστροφή της μπάντας στον καλό της εαυτό. Τι σχέδια έχετε για το μέλλον;
«Καθώς είναι η 30η μας επέτειος η Crammed Disc θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο ένα τριπλό box set. Θα βγει και το νέο cd που ηχογραφήσαμε στην Αθήνα, αλλά και ένα DVD από τον Bruce Gedulig. Τέλος, θα βγει και το Pinheads On The Move No. 2, μια συλλογή από σπάνια τραγούδια, ζωντανές ηχογραφήσεις και ακυκλοφόρητα στούντιο κομμάτια».

Μετά από μια τόσο μακριά καριέρα με και χωρίς τους Tuxedomoon, θα έλεγες πως νιώθεις πιο άνετα ως μέλος ενός συγκροτήματος ή ως σόλο καλλιτέχνης; Ή δεν είναι και τόσο απλό;
«Με θεωρώ τυχερό που δουλεύω με δύο μπάντες, τους Tuxedomoon και τους Nine Rain, τη μεξικάνικη μπάντα μου! Με κάθε συγκρότημα μπορώ να δοκιμάσω διαφορετικά πράγματα…Υπάρχουν βέβαια και άλλα projects, με άλλους καλλιτέχνες, ενώ υπάρχουν και οι σόλο στιγμές μου και τα ντουέτα μου με τον Nikolas Klau, με τον οποίον δούλεψα πέρυσι για ένα soundtrack, το Anger Me, ένα ντοκιμαντέρ για τον σκηνοθέτη Kenneth Anger. Δουλεύω επίσης και με ένα συγκρότημα στην Oaxaca στο Μεξικό, με τους οποίους επενδύω μουσικά ταινίες βωβού κινηματογράφου! Πλέον στη ζωή μου είμαι πολύ χαρούμενος να έχω όλες αυτές τις επιλογές, καθώς έχω συνειδητοποιήσει πως ένα συγκρότημα δεν μου είναι αρκετό!»

Δώσε μας τρία albums τελευταίας σοδειάς που ακούς συχνά…
«The History Of Electronic Music And Noise (Sub Rosa Records), Electric Gypsyland (Crammed Disc), Albert Ayler Live At Village (Vanguard)».

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured