Ο Γιάννης Σιδεράκης ζει στην Άρτα. Είναι μουσικός, συγγραφέας και ιδιοκτήτης βιβλιοπωλείου. Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο "το Ράμα" από τις εκδόσεις Οξύ, από τις οποίες κυκλοφορούν και τα βιβλία του "Μηχανάνθρωποι" και "Ροκεντρό". Με όχημα τη μηχανή του και την αγάπη του για το rock n' roll, βουτάει κάθε φορά στην πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης, άλλοτε μέσα από φωτεινά και άλλοτε μέσα από σκοτεινά μονοπάτια. Μιλήσαμε με αφορμή την κυκλοφορία του νέου του βιβλίου για όλα αυτά, λοιπόν...
Επέστρεψες πρόσφατα με το «Ράμα», το νέο σου βιβλίο. Γιατί ένιωσες την ανάγκη να το δημοσιεύσεις;
Είχα κάτι να πω! Μια ιστορία, μια αληθινή, μια γεμάτη, μια όμορφη ιστορία, στα μάτια μου τουλάχιστον, μια ιστορία που ήθελα να την μοιραστώ με όλους αυτούς που πίστεψαν σε εμένα, είδαν την αλήθεια μου στα προηγούμενα βιβλία και με στήριξαν. Δεν θα το έκανα σίγουρα αν θεωρούσα ότι δεν υπάρχει ενδιαφέρον είτε στο βιβλίο που τελικά κατέληξε, αλλά και ενδιαφέρον να διαβαστεί. Είναι άσχημο πράγμα να πιέζεις καταστάσεις και ανθρώπους, οπότε ούτε τον εαυτό μου πίεσα για να το βγάλω, ούτε κάποιον θα πιέσω για να το διαβάσει. Η μαγική λέξη γι’ αυτό το εγχείρημα, δεν είναι η «ανάγκη», αλλά το «μοίρασμα», να μοιραστώ ήθελα και θέλω. Η ανάγκη είναι βαριά λέξη, που τη χρησιμοποιούν χωρίς να καταλαβαίνουν τη βαρύτητά της, άνθρωποι του χώρου για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα. Δεν υπάρχει ανάγκη καμία για να βγάλεις ένα βιβλίο, εξωτερική σίγουρα, πόσο περισσότερο εσωτερική, πέρα από το να μεταδώσεις κάτι, να μεταφέρεις κάτι, να μοιραστείς κάτι. Δεν ένοιωσα καμία ανάγκη, λοιπόν, για να το κάνω, απλά το έκανα.
Είναι ακόμη μια ιστορία που έχει να κάνει με το rock n’ roll, τις μηχανές, την ανεμελιά… Πιστεύεις ότι το rock n’ roll έχει τον χώρο που του αρμόζει αυτήν τη στιγμή, το 2025;
Είναι μια ιστορία, που η μοτοσυκλέτα, η σκληρή μουσική, η ανεμελιά και ό, τι άλλο πρεσβεύουν έστω και σαν κλισέ, είναι εκεί πάντα, αλλά στο background. Μπροστά, πρώτος, πρωταγωνιστής, θύτης και θύμα, πάνω από όλα είναι ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος που είναι ικανός για το μεγαλύτερο καλό και το μεγαλύτερο κακό ταυτόχρονα, ο άνθρωπος που αγωνίζεται κόντρα στον χρόνο, κόντρα σε έναν δύσκολο κόσμο, κόντρα στον εαυτό του για να επιβιώσει, ο άνθρωπος που κολυμπάει με όλες του τις δυνάμεις κόντρα σε ένα ατελείωτο κύμα και προσπαθεί να μείνει στην επιφάνεια, ο άνθρωπος που καβαλάει μοτοσυκλέτες και ταξιδεύει, ο άνθρωπος που ακούει rock n’ roll και ονειρεύεται να αλλάξει τον κόσμο. Οπότε, το βιβλίο έχει μέσα όλα αυτά, ναι, αλλά μετά την πρώτη ανάγνωση καταλαβαίνεις ότι δεν έχουν καμία σημασία μιας και το βιβλίο, είναι ανθρωποκεντρικό και ανθρώπινο, τίποτε άλλο….
Το rock n’ roll εδώ και πολλά χρόνια, δεκαετίες πλέον που έπαψε να είναι της μόδας, δεν έχει καθόλου χώρο, όχι απλά αυτόν που του αρμόζει. Ψυχορραγεί και μοιάζει πεθαμένο, αλλά ταυτόχρονα υπάρχει το παράδοξο ότι είναι ολοζώντανο και θα παραμείνει έτσι, μέσα στις ψυχές και τα σωθικά ανθρώπων που αρνούνται να ξεχάσουν, αρνούνται να το παρατήσουν, αρνούνται να ζήσουν διαφορετικά και χωρίς αυτό. Θα είναι ζωντανό, αν και χωρίς χώρο, όσο θα είναι ζωντανοί και οι άνθρωποι του…
Αυτήν τη φορά η γραφή είναι προφανώς πιο άμεση και αυτοβιογραφική σε σχέση με τα προηγούμενα. Γιατί αυτό;
Στα προηγούμενα βιβλία υπάρχουν ιστορίες, που η αλήθεια και τα ψέματα είναι ανακατεμένα. Αληθινές ιστορίες με υπερβολές και ψεματάκια για το αλατοπίπερο και ψεύτικες ιστορίες, βασισμένες σε πραγματικούς ήρωες και καταστάσεις. Αυτό το βιβλίο, είναι αληθινό από την αρχή μέχρι το τέλος, προσπάθησα να μην είμαι υπερβολικός, να μην είμαι μελοδραματικός, αλλά ίσως και να μην τα κατάφερα. Είναι μια αληθινή ιστορία, που με αφορά άμεσα συν ότι βρήκα τον χώρο να μιλήσω, να ξεδιπλώσω σε σημεία την κοσμοθεωρία μου, οπότε υποχρεωτικά έγινε προσωπικό. Είναι πολύ δύσκολο τελικά να ξεδιπλώνεις μια αληθινή ιστορία και να είσαι αποστασιοποιημένος… Είναι μάλλον αδύνατον.
Όταν γράφεις ένα βιβλίο, έχεις στον νου σου συγκεκριμένους ανθρώπους που μπορεί να αφορά η ιστορία σου;
Συγκεκριμένους του τύπου, ο Κώστας, ο Δημήτρης, η Κατερίνα, δεν έχω, χαχαχχαχα! Έχω όμως πάντα στο μυαλό μου ότι κάποιος εκεί έξω θα διαβάσει τις λέξεις μου και θα καταλάβει, θα νοιώσει και ίσως με κάποιον τρόπο βρει κάτι που θα τον προβληματίσει, θα τον κάνει να σκεφτεί διαφορετικά, θα τον βοηθήσει ίσως στα δύσκολα… Αυτοί που θα διαβάσουν το βιβλίο μου, θα ήθελα να είναι ακομπλεξάριστοι, ανοιχτοί και να μπορούν να δουν πίσω από την επιφάνεια.
Αν περιέγραφες το «Ράμα» αλλά και τα προηγούμενα βιβλία με μια λέξη, ποια θα ήταν;
Αγάπη!
Παρά τα δεινά που συμβαίνουν στον κόσμο, φαίνεται να αντλείς αισιοδοξία. Ισχύει;
Ο κόσμος μας πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο, είναι παρανοϊκό αυτό που ζούμε και με μαθηματική ακρίβεια πλησιάζει στο τέλος του, όπως τον γνωρίζουμε τουλάχιστον. Από την άλλη, η ζωή είναι μια κακιά μάγισσα, γεμάτη δηλητήριο, που στην πρώτη ευκαιρία θα σε δαγκώσει με δύναμη, θα σου πάρει ό, τι έχεις και ό, τι αγαπάς…. Δεν θα έπρεπε να είμαι καθόλου αισιόδοξος, αλλά μέσα σε όλα αυτά τα τρομακτικά ζει ο άνθρωπος… Περιμένω, λοιπόν, από αυτό το καταπληκτικό πλάσμα, έστω και στο παρά πέντε να κάνει την έκπληξη, να καταλάβει ότι το εγώ είναι η καταστροφή του, να στραφεί στο εμείς που είναι η μόνο γιατρειά. Ο άνθρωπος είναι η λύση, ο άνθρωπος είναι και το πρόβλημα… Εγώ όμως πιστεύω ότι στο τέλος η καλοσύνη θα επικρατήσει.
Πώς οργανώνεις την καθημερινότητά σου όταν γράφεις κάτι; Ποιες είναι οι συνθήκες που γράφεις;
Γράφω κάθε μέρα και γράφω πολύ. Το να γράφω για εμένα είναι η ψυχοθεραπεία μου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πάντα το κάνω με σκοπό να εκδοθεί ή να γράψω κάτι βαρυσήμαντο. Γράφω κάθε μέρα στα social media και με αυτόν τον τρόπο κρατάω ένα κατά κάποιον τρόπο ημερολόγιο, μιλάω για όσα με απασχολούν, για όσα θεωρώ σημαντικά και ταυτόχρονα κάνω μια καταπληκτική προπόνηση. Η γραφή βλέπεις, θέλει κι αυτή καθημερινή ασχολία, για να φτάσεις στο σημείο ο εγκέφαλος σου να λειτουργεί έτσι, ώστε ό, τι έχει μέσα να φτάσει στα ακροδάχτυλα, στο πληκτρολόγιο και να σχηματίσει λέξεις, προτάσεις, κεφάλαια, που να βγάζουν κάποιο νόημα και να έχουν λόγο ύπαρξης. Γράφω μόνο εδώ που γράφω και τώρα, στον υπολογιστή μου, στο γραφείο μου, στο βιβλιοπωλείο, με θέα τον γκρίζο δρόμο μπροστά και τους ανθρώπους που περνάνε. Εδώ γράφω ακόμη και κάποια βράδια, όταν είναι κλειστό, στο μισοσκόταδο, εδώ γράφω και κάποιες μέρες καλοκαιρινές που είναι αργία… Σε αυτό έχω πρόβλημα σοβαρό! Μόνο εδώ μπορώ να γράψω, όπως θέλω και άνετα.
Τι κάνει έναν άνθρωπο να βγάλει κάτι από το συρτάρι και να αναζητήσει εκδοτικό οίκο;
Το πρώτο που μου έρχεται στο μυαλό, είναι το ψώνιο, η έπαρση, αλλά θα ήμουν άδικος αν δεν πω ότι κάποιοι το κάνουν απλά για να γίνουν διάσημοι, να βγάλουν πολλά λεφτά, να τους θαυμάζουν και να τριγυρνούν με σκεπτικό ύφος, φορώντας τραγιάσκα και φουλάρι…. Χαχαχαχα! Πλάκα κάνω φυσικά, αλλά δεν κάνω και τόσο! Δεν ξέρω γιατί μπορεί κάποιος να το κάνει. Για να σβήσει τη φλόγα που του τρώει τα στήθια, τη φλόγα της δημιουργίας πάντως, αποκλείεται… Εγώ προσωπικά το έκανα, γιατί αν δεν το έκανα, θα άκουγα τον εξάψαλμο από την Τάνια μου, που πιστεύει σε εμένα γιατί με αγαπάει και όχι γιατί το αξίζω πραγματικά.
Πες μου κάποια πρόσωπα που σε έχουν επηρεάσει καλλιτεχνικά, από όποια τέχνη και αν προέρχονται.
Ο άνθρωπος που με έκανε να καταλάβω τι είναι το πραγματικά σημαντικό στην τέχνη, σε όποια τέχνη, είναι ο θείος Lemmy. Με έκανε να καταλάβω, ότι δεν χρειάζεται να έχεις καλή φωνή, να είσαι εμφανίσιμος, να έχεις σπουδάσει, για να γίνεις rock star και να σε αγαπήσουν εκατομμύρια άνθρωποι και το σημαντικότερο να δημιουργήσεις κάτι αξιοσημείωτο. Το μοναδικό που χρειάζεται είναι να πιστεύεις αυτό που κάνεις, να το αγαπάς, να κάνεις τις αδυναμίες σου όπλο και να είσαι ανθρώπινος… Αυτός ο τύπος έγινε θεός, δείχνοντας σε όλους τις αμαρτίες του. Αυτός με επηρέασε πολύ και ο άλλος ο παράξενος, ο Hemingway, που με έκανε να καταλάβω ότι για να είναι ένα βιβλίο ενδιαφέρον, πρέπει να πεις αυτά που ξέρεις, χωρίς να πουλάς φούμαρα και δηθενιές…. Και οι δύο έζησαν, έζησαν μια πραγματικά φοβερή ζωή και μας την μετέφεραν, πετώντας στην μούρη μας την αλήθεια τους. Original άνθρωποι δημιούργησαν original τέχνη.
Είσαι και ιδιοκτήτης του βιβλιοπωλείου «Η πολυθρόνα του Νίτσε» στην Άρτα. Πώς σκέφτηκες το όνομα και πώς εξελίσσεται αυτό το εγχείρημα;
Αν σου πω πώς επιλέχθηκε θα πάρει πολλή ώρα… Ευχαρίστως, από κοντά με καφεδάκι, αλλά μπορώ να το εξηγήσω με δύο λέξεις λέγοντας ότι θέλαμε ένα όνομα, να συνδυάζει τη νόηση με τη χαλαρότητα, να καταλαβαίνεις ότι πρόκειται για ένα μέρος που θα φιλοσοφήσεις, με την ησυχία σου, hard και cozy ταυτόχρονα…. Σχετικά με την εξέλιξη, χμμμ!!! Πριν από 15 χρόνια είχα δώσει μια συνέντευξη σε ένα περιοδικό και με είχαν ρωτήσει πώς βλέπω την εξέλιξη του βιβλιοπωλείου σε 10 χρόνια… Είχα απαντήσει ότι θα προσπαθήσω να επιβιώσω, χωρίς να κάνω υποχωρήσεις σε ποιότητα και αισθητική. 15 χρόνια μετά, ακόμη αυτό κάνω! Είμαι εδώ ακόμη, χωρίς ιδιαίτερες υποχωρήσεις, πληρώνοντας το τίμημα αυτής της απόφασης με χαρά… Θα δείξει, πάντως τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα.
Σε έχει βοηθήσει αυτή η δουλειά στη συγγραφή;
Βέβαια! Πάρα πάρα πολύ… Βρίσκομαι σε έναν χώρο, που είναι πραγματική πηγή έμπνευσης. Νομίζω πως και να μην ήθελα να γράψω, εδώ που είμαι θα έγραφα με το ζόρι… Έχω φοβερή παρέα, όλους τους κλασσικούς, όλους τους μεγάλους δασκάλους, όλους αυτούς που μεγαλούργησαν μέσα από τη συγγραφή τους… Τους διαβάζω, τους κοιτάω και με κοιτάζουν! Μεγάλο σχολείο το βιβλιοπωλείο και μεγάλη έμπνευση.
Είναι εύκολο ή δύσκολο να ασχολείται κάποιος με τα βιβλία στην επαρχία;
Νομίζω πλέον είναι παντού δύσκολο, πόσο μάλλον στην επαρχία. Ο κόσμος, η τεράστια πλειοψηφία δηλαδή, έχει μάθει στο πλαστικό, στο φθηνό, στο γρήγορο, στα reels και στο ανούσιο για να περνάει η ώρα, για να χαζεύει. Τι φοβερή λέξη ε; Να «χαζεύει»… Σκέψου το λίγο; Να χαζεύει… Οπότε τι τύχη να έχει το βιβλίο σε έναν τέτοιον κόσμο; Τι τύχη να έχει το βιβλίο, σε μια κοινωνία που σπρώχνει τον χρόνο να φύγει, να περάσει; Σε μια κοινωνία, που ο χρόνος έχει καταντήσει πολυτέλεια και βαρίδι ταυτόχρονα; Ευτυχώς που υπάρχουν αυτοί οι λίγοι! Λίγοι, αλλά ευτυχώς που υπάρχουν.
Ποια είναι η σχέση των Ελλήνων με την ανάγνωση;
Η σχέση των Ελλήνων με την ανάγνωση είναι επιφανειακή. Είναι ρηχή και ανούσια… Πάντα για την πλειοψηφία μιλάω, έτσι;
Ασχολείσαι και με τη μουσική;
Η μουσική, η σκληρή μουσική για να ακριβολογώ, είναι για εμένα οξυγόνο. Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς αυτή, ακούω όλη μέρα και πάντα. Είχα την τύχη να δημιουργήσω μουσική, επίσης, κάποιες φορές με επιτυχία, κάποιες φορές με τραγική αποτυχία, αλλά τελικά έκανα ζωάρα πάντα. Είχα μπάντες από μικρό παιδάκι και πέρα από τη διασκέδαση, πέρα από τις γνωριμίες, πέρα από το τάϊσμα του εγώ μου, έζησα από αυτή, μου έδωσε να φάω όταν δεν είχα. Με έσωσε η σκληρή μουσική και όχι μόνο μια φορά. Πλέον δυστυχώς δεν ασχολούμαι όσο θα ήθελα, δεν παίζω όσο θα ήθελα γιατί την ένταση που χρειάζεται για να το κάνω, μου είναι δύσκολο πλέον να τη βγάλω… Μεγάλωσα; Ε ναι, μεγάλωσα και δεν πρόκειται, δε θέλω να απογοητεύσω κανέναν και ακόμη περισσότερο τον εαυτό μου. Στο stage μάτωνα, δεν κορόιδευα! Αν δεν μπορώ να το κάνω όπως θέλω, προτιμώ να μην το κάνω καθόλου.
Πώς μπορούν οι νέοι να έρθουν σε επαφή με τα βιβλία, τη μουσική και γενικά την τέχνη;
Οι νέοι έχουν ένα τρομερό όπλο για να έρθουν σε επαφή με την τέχνη, που εμείς στη γενιά μου, ούτε στα πιο τρελά μας όνειρα δεν το είχαμε σκεφτεί, το internet. Δε σου δίνει τίποτα στο πιάτο, θέλει ψάξιμο και μόχθο για να ξεσκαρτάρεις τα σωστά από τα σκουπίδια, αλλά μπορείς να ψάξεις σε όλον τον πλανήτη, σε όλες τις εποχές, με ταχύτητα και χωρίς να πληρώσεις. Οι περισσότεροι βέβαια το χρησιμοποιούν για να «χαζεύουν» που έλεγα και παραπάνω, αλλά τι να κάνουμε; Όπως και να έχει, η επαφή με όλες τις μορφές τέχνης δεν είναι δύσκολο να συμβεί, εδώ είναι, μπροστά τους… Ποιοι θα ψάξουν, γιατί και πώς θα την πάρουν ή θα την πετάξουν τελικά, είναι δικό τους θέμα. Θέλουμε ψαγμένους νέους και ανοιχτόμυαλους αλλά πρέπει να το θέλουν κι αυτοί για τον εαυτό τους. Τίποτα δε γίνεται εύκολα, όλα θέλουν τριβή και εξοικείωση, όλα θέλουν λίγο από το αίμα σου για να ανθίσουν, κάτι πρέπει να θυσιάσεις για να κερδίσεις… Έστω λίγο από τον χρόνο σου, από τον χρόνο τους.
Θα γίνει παρουσίαση για το βιβλίο;
Και βέβαια! Το περιμένω με μεγάλη χαρά… Η πρώτη έγινε στις 8 Ιουνίου σε ένα υπέροχο μέρος, σε μια φοβερή εκδήλωση, σε μια συνάντηση μοτοσικλετιστών στον Κάτω Αλισσό και ήταν καταπληκτικά! Η επόμενη είναι στην πατρίδα μου την Άρτα στις 23 Ιουνίου. Θα γίνει σε ένα επίσης μαγικό μέρος με μουσική και ποτάκια. Αμέσως μετά, στην Αθήνα και σύντομα κοντά σας, για λίγες παραστάσεις… Χαχαχχαα! Πέρα από την πλάκα, θα γίνουν αρκετές παρουσιάσεις όπως φαίνεται σε όλη την Ελλάδα.
Ποια είναι η σχέση σου με το καλοκαίρι; Τι αποκόμισες από τη σεζόν που πέρασε;
Το καλοκαίρι είναι η καλύτερη εποχή του χρόνου, αν κάνεις διακοπές! Αν δουλεύεις, είναι μαρτύριο κανονικό και εγώ δυστυχώς, πάντα δουλεύω, οπότε μέχρι να κερδίσω το Τζόκερ ή να πάρω κανένα Πούλιτζερ ή κανένα Νόμπελ, θα είμαι Χειμωνάκιας, χαχαχαχαχαχα!
Από τη σεζόν που πέρασε αποκόμισα ότι μπορούμε και καλύτερα, μπορούμε και χειρότερα! Το είπα παραπάνω… Ο άνθρωπος είναι το πρόβλημα, ο άνθρωπος είναι και η λύση… Προχωράμε και θα δείξει!