Αγγελική Λάλου

Για το My Fierce Ignorant Step που απολαμβάνουμε στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης, ο Κορνήλιος Σελαμσής, που υπογράφει μαζί με τον Jeph Vanger τη μουσική, μας βάζει στο σύμπαν αυτού του ιδιαίτερου πρότζεκτ.

Πώς προέκυψε το να γράψετε τη μουσική για το My Fierce Ignorant Step;

Είχαμε μια πολύ μεγάλη συζήτηση με τον Χρήστο Παπαδόπουλο, με τον οποίον γνωριζόμαστε περίπου δεκαπέντε χρόνια, και έχουμε ξανασυνεργαστεί όταν έκανε το Opus, που ήταν η δεύτερη χορογραφική του εργασία, η οποία ήταν πάνω στον Μπαχ, και τότε μου είχε ζητήσει να τον συμβουλέψω. Και μετά κάναμε μια κάποια δουλειά πάνω σε αυτό και κατέληξα να επεξεργάζομαι τη μουσική της παράστασης εκείνης. Από τότε μπήκε πολύ νερό στο αυλάκι και κάποια στιγμή ο Χρήστος είχε μια ιδέα για ένα έργο στο οποίο θα υπήρχε μια πολύ ζωντανή σχέση των χορευτών με τη φωνή τους και τον λόγο. Ξεκινήσαμε λοιπόν να κάνουμε να διερευνούμε αυτή την ιδέα, αλλά τελικώς προχωρώντας είδαμε πως πολλά από τα πράγματα τα οποία προσεγγίζαμε δεν ήταν αυτά που θέλαμε τελικά στην πραγματικότητα, και καταλάβαμε πως δεν χρειαζόταν μια ευθεία σχέση του κινούμενου σώματος με τον λόγο ή με τη φωνή, αλλά επιθυμούσαμε περισσότερο μια διάθεση γύρω από αυτό και έτσι παρότι ξεκινήσαμε να κάνουμε αυτή την ερευνητική εργασία καταλήξαμε να δουλεύουμε για το κομμάτι που βλέπουμε τώρα στη Στέγη.

Ήταν δηλαδή μια πορεία που μέσα από πολλές δοκιμές κατέληξε στην μορφή ενός έργου διαφορετικού, το οποίο έχει πολλή ζωντάνια και πάρα πολύ ορμή. Έτσι κατέληξα να γράφω τη μουσική για αυτό το έργο και μπορούμε να πούμε ότι δεν τη έγραψα μόνος μου, είχα ως συνεργάτη τον Jeph Vanger που είναι ένας ανερχόμενος συνάδελφος στο τοπίο των ηλεκτρονικών κυρίως, με τον οποίο είχα μια θαυμάσια συνεργασία.

Πείτε μας λίγα περισσότερα για τη συνεργασία σας με τον Jeph Vanger πάνω στο συγκεκριμένο πρότζεκτ.

Εγώ είμαι άνθρωπος της γραπτής μουσικής και η σύνθεση για μένα είναι ένα αντικείμενο που έρχεται από μια μεγάλη δυτική παράδοση, αυτού που λέμε κλασική μουσική, που έχει άπειρες προεκτάσεις και μέσα στην ιστορία αλλά και στη σύγχρονη εποχή, ενώ ο Jeph μπορούμε να πούμε ότι είναι ένας άνθρωπος που έρχεται από μια καινοφανή παράδοση που είναι μιας πιο επαναληπτικής ηλεκτρονικής κατασκευής, που χειρίζεται πολύ περισσότερο την τεχνολογία ως εργαλείο – αν εγώ χρησιμοποιώ το χαρτί και το μολύβι, ο Jeph χρησιμοποιεί πολύ περισσότερο την τεχνολογία και με κάποιον τρόπο οι δυο μας και ο Χρήστος συνεννοηθήκαμε αρκετά εύκολα, χωρίς να έχουμε τριβές. Δηλαδή εγώ έφερα τα υλικά σε αυτή τη μουσική και μαζί με τον Jeph τα εφαρμόσαμε, τα αλλάξαμε τα επανατοποθετήσαμε και στο φινάλε του έργου έκανε και ο Jeph μια κατασκευή επιπρόσθετη. Έτσι δουλέψαμε χωρίς να υπάρχουν φανερά όρια ότι εγώ κάνω αυτό ή εσύ κάνεις εκείνο, κι απλώς καταλήξαμε στο τελικό αποτέλεσμα μέσα από μια διαδικασία όπου δοκιμάζαμε και πετούσαμε ιδέες, σκέψεις, μορφές μέχρι να καταλήξουμε σε κάτι που ήταν ένα απόσταγμα. Σε αυτό το απόσταγμα έφερα εγώ την πρώτη ύλη και ο Jeph πρόσθεσε τη φαντασία του μέσα στην εφαρμογή και ενίοτε πρόσφερε και εκείνος πρώτες ύλες ή μέσα στη δομή κάναμε μαζί κατασκευές. Και αυτό είναι το ωραίο, πιστεύω το ότι μπόρεσε και έδεσε η κοινή μας πορεία και δεν ξεχωρίζει πλέον. Σε ανθρώπους που έχουν κοινή γλώσσα είναι πολύ απλό να συμβεί αυτό και εδώ μπορέσαμε και οι τρεις να βρούμε πολύ εύκολα έναν κοινό τόπο να συναντηθούμε και να συνεννοηθούμε.

Πώς προσπαθήστε να αποδώσετε μουσικά την «ευφορία του να ζεις» - και τι σας δίνει εσάς αυτή την ευφορία στη ζωή σας;

Στηριχθήκαμε πάρα πολύ σε πρώτες ύλες που προϋπήρχαν. Δηλαδή μπήκα εγώ με το μικροσκόπιο μέσα σε ηχογραφήματα που ενδιέφεραν τον Χρήστο και τα άκουσα, τα κατέγραψα σε νότες και, για παράδειγμα από ένα κομμάτι που μπορεί να κρατάει τέσσερα ή πέντε λεπτά, από μια πρώτη ύλη ενός άλλου συνθέτη, μπορεί να εστίασα σε δέκα δευτερόλεπτα, αφαιρώντας το 90% των πληροφοριών και κρατώντας μια μικρή πληροφορία. Δηλαδή κρατήσαμε κάτι κρυφές πληροφορίες από ηχογραφήματα που κανείς δεν ξέρει από πού μπορεί να είναι ή τι μπορεί να είναι, γιατί ήταν τόσο γενικά, αλλά πιαστήκαμε από αυτές τις μικρές λεπτομέρειες και αρχίσαμε να χτίζουμε μια δομή που είχε να κάνει με τον ρυθμό, με τον παλμό, με τη γένεση μιας διάθεσης που κορυφώνεται όπως είναι αυτές οι δομές που έχουν μεγάλες επαναλήψεις, για παράδειγμα το Μπολερό του Ραβέλ, παρότι δεν έχει καμία σχέση, αλλά το αναφέρω σαν ένα παράδειγμα ενός πράγματος που κυκλώνοντας κορυφώνεται και κορυφώνεται και μεγαλώνει και μεγαλώνει φτάνοντας σε μια εκστατική περιοχή. Εδώ πρέπει να προσθέσω ότι μια άλλη δουλειά που έκανα πολύ προσεκτικά σε στενή συνεργασία με τους χορευτές και με τον Χρήστο είναι ότι κατέγραψα ρυθμικά ολόκληρη την παράσταση, δηλαδή κάθε βήμα των χορευτών, το κατέγραψα στην παρτιτούρα, μιλάμε για περίπου 7.000 βήματα. Δηλαδή κάθε βήμα και χειρονομία των χορευτών τα κατέγραψα στην παρτιτούρα και χρησιμοποιούνται μέσα στη μουσική του έργου, με αποτέλεσμα η μουσική μας να είναι απολύτως συγχρονισμένη. Χρησιμοποιήσαμε δηλαδή και το σώμα του χορευτή σαν μια πηγή μουσικής πληροφορίας που μεγεθύνει την κίνηση ή που συνδιαλέγεται με την κίνηση.

Τώρα στη δική μου ζωή, αυτό το αίσθημα εφορίας μου το δίνει η δουλειά στη φύση, οι γεωργικές εργασίες, το κολύμπι, το γράψιμο των έργων, το μαγείρεμα, το περπάτημα, η ανθρώπινη επαφή με ένα πολύ στενό πρόσωπο – είναι πάρα πολλοί οι τρόποι μέσα από τους οποίους νιώθω εφορία.

Το My Fierce Ignorant Step έχει να κάνει πολύ με τη μνήμη, υπάρχει μουσική μνήμη και ποιες είναι οι δικές σας πρώτες μουσικές μνήμες;

Θεωρώ ότι υπάρχει πάρα πολλή μουσική μνήμη. Εμένα οι πρώτες μουσικές μνήμες παραδόξως είναι κάποια παιδικά τραγούδια που μου λέγανε στο σπίτι η γιαγιά μου, κι η μητέρα μου ίσως λίγο. Και μετά είναι περιέργως η «Ιεροτελεστία της άνοιξης», που έχω την ανάμνηση να την ακούω σε ηλικία τριών ετών και να μου εκρήγνυται ο εγκέφαλος. Είναι κάτι που συνηθίζω να το αναφέρω. Και μετά είναι η «Ωδή στη χαρά» από την 9η συμφωνία του Μπετόβεν, την οποία έπαιξα σε ένα μουσικό όργανο στην ηλικία 5,5 ετών χωρίς να γνωρίζω καν μουσική ακόμα. Οπότε η πρώτη μου σωματική εμπειρία με τη μουσική είναι να παίζω αυτή τη μελωδία με το ένα δάχτυλο σε μια μελόντικα.

Τι μουσικά είδη χρησιμοποιήσατε στην μουσική επένδυση αυτού του project;

Παρότι εχθρεύομαι αυτή την κατάταξη των ειδών, γιατί θεωρώ ότι τα όρια πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο θαμπά γίνεται, ακουμπάμε πάρα πολύ σε μια μουσική που έχει καταρχάς έναν ήχο ακουστικό – έχει όργανα κλασικά, δεν έχει καθόλου ηλεκτρονικό ήχο και ακουμπάει πάρα πολύ σε μια διαδικασία ρυθμικών μοντέλων που ανανεώνονται. Είτε είναι από ένα κοντραμπάσο, είτε είναι από μια ολόκληρη κουστωδία κρουστών και στο τέλος υπάρχει μια ξεκάθαρη αναφορά σε ένα εμβληματικό κομμάτι της μουσικής αναγέννησης, το οποίο δεν θα αποκαλύψω.

Τι σημαίνει για εσάς προσωπικά το My Fierce Ignorant Step, και υπάρχουν κάποιες πρώτες σας φορές όπου το πρώτο βήμα για κάτι συνδύαζε το «άγριο με το αδαές» και ποιες ήταν αυτές;

Το έχω νιώσει όταν είχα ξεκινήσει να κάνω μουσική, όταν χωρίς να ξέρω τίποτα, έλεγα ότι τα ξέρω όλα για να μπορέσω να ανήκω κάπου και να αρχίσω να εργάζομαι. Δηλαδή ψευδόμουν κατάφορα και έλεγα ότι μπορώ να κάνω διάφορες μουσικές δουλειές δύσκολες, χωρίς να μπορώ να τις κάνω πραγματικά και αυτό ήταν ένα τρομερό βήμα, δεν είχα καμία συναίσθηση του πόσο επικίνδυνο ήταν, είχα απόλυτη άγνοια κινδύνου. Και το άλλο ήταν όταν αποφάσισα να γράψω έργα πολύ μεγάλης έκτασης. Όταν έγραψα την πρώτη μου όπερα πριν από 10 χρόνια δεν είχα καμία συναίσθηση το πού πάω να μπλέξω. Αλλά για μένα αυτά τα βήματα ήταν κυρίως βήματα που έπρεπε να κάνω για να ξεκινήσω να δουλεύω και μετά το να κάνω κάτι που ήταν πάνω από τις δικές μου δυνάμεις, κάτι που εγώ το αγνοούσα εκείνη τη στιγμή.

Έχει προϋπάρξει ήδη μια «Συγκατοίκηση» με τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, πώς είναι η συνεργασία σας και πόσο σημαντική θεωρείτε τη στήριξη που προσφέρει η Stegi στους νέους καλλιτέχνες και γενικά στην Τέχνη;

Κοιτάξτε παρότι πια δεν είμαι πια δυστυχώς νέος καλλιτέχνης, είμαι 44 χρονών, όταν κάναμε τη «Συγκατοίκηση» και όταν μετά έκανα και ένα μουσικό θέατρο για παιδιά που ήταν εντελώς δική μου ευθύνη αλλά και τώρα στη συνεργασία αυτή, η Στέγη είναι ένα πολύ καλό μέρος για εμάς, καταλαβαίνουν οι άνθρωποι της Στέγης πολύ καλά τι ζητάς, ως καλλιτέχνης αντιμετωπίζεις πραγματικά καλές συνθήκες, υπάρχει ένα πολύ ικανό επιτελείο και επειδή το γνωρίζεις χρόνια, νιώθεις πολύ οικία. Υπάρχει μια πολύ ωραία εξοικείωση, αισθάνεται κανείς ότι μπορεί πάντοτε να χτυπήσει αυτή την πόρτα και να έχει μια πολύ ουσιαστική στήριξη για ένα έργο ή τη δυνατότητα ενός έργου, και αυτό έχει αλλάξει τελείως τον χάρτη στα πράγματα τα τελευταία 15 χρόνια, γιατί αφενός δίνει στήριξη για τους ανθρώπους εδώ, αλλά αφετέρου ενθαρρύνει και την εξωστρέφεια, έχοντας βοηθήσει πάρα πολλοί καλοί Έλληνες καλλιτέχνες να ταξιδεύσουν τη δουλειά τους στο εξωτερικό και να αποκτήσουν μια πραγματική ώσμωση με τα μεγάλα ονόματα του εξωτερικού, με τις πολύ ωραίες σκηνές, με ένα κοινό το οποίο ανανεώνει πάρα πολύ τις αντιλήψεις των καλλιτεχνών.

Υπάρχει διαφορά στο να γράφεις μουσική για χορό και για θέατρο, πώς αντιμετωπίζετε κάθε είδος και πού αισθάνεστε μεγαλύτερη ελευθερία;

Ανάμεσα στις δύο τέχνες είναι τεράστια η διαφορά, για τη μουσική στο θέατρο υπάρχει ο λόγος υπάρχει μια άγκυρα στη μουσική, στον χορό επειδή δεν υπάρχει ο λόγος που εγώ είμαι άνθρωπος τον λέξεων πολύ, είναι πολύ πιο αφηρημένο το πράγμα, η φαντασία δηλαδή μπορεί να είναι πολύ πιο ελεύθερη και πολύ πιο περιορισμένη συγχρόνως. Που αισθάνομαι τη μεγαλύτερη ελευθέρια; Όταν είμαι έξω από τα σκηνικά έργα και κάνω τα δικά μου έργα. Εδώ αισθάνομαι τη χαρά να συναντιέμαι με άλλους ανθρώπους, αλλά τη μεγάλη ελευθερία την έχω όταν η φαντασία μου συνθέτει όλο το σύμπαν.

Δείτε το My Fierce Ignorant Step έως 18 Μαΐου στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης Ιδρύματος Ωνάση.

Διαβάστε περισσότερα: 
Χορός Στη Στέγη: My Fierce Ignorant Step του Χρήστου Παπαδόπουλου 

 

Ακολούθησε το Avopolis Network στο Google News

 

Διαβάστε Ακόμα

Featured